Ο Baudoun για να μας βοηθήσει στην εξέταση του σχεδίου θέτει τους εξής όρους-προϋποθέσεις στη ζωγραφική του παιδιού:
«1. Η δυνατότητα του παιδιού να ζωγραφίζει τα αντικείμενά του βασισμένα κάπου (έδαφος, δρόμος, θάλασσα κλπ.) πράγμα το οποίο δείχνει αν το παιδί είναι προσγειωμένο και αν έχει το αίσθημα της ασφάλειας.
2. Εάν το σχέδιο είναι επί του ιδίου πλάνου ή αν έχει πολλούς άξονες. Το πρώτο σημαίνει συνοχή. Το δεύτερον διάσπαση της προσωπικότητας του παιδιού.
3. Οι διαστάσεις του σχεδίου εν σχέσει προς το χαρτί. Εάν το παιδί έχει την τάση να μικραίνει ολοένα και περισσότερο τα σχέδιά του, τούτο είναι δυνατόν να σημαίνει, ότι δεν τολμά να εκφραστεί, και αποφεύγει ίσως να αποκαλύψει ένα μέρος του εαυτού του.
4. Η συνεχής απουσία προσώπων υποδηλώνει έλλειψη του κοινωνικού συναισθήματος». (Βασ.Παναγιωτοπούλου-Παπαβασιλείου: Το σχέδιον μέσον διαγνώσεως της προσωπικότητος του παιδιού. Περιοδικό «Ελληνοχριστιανική Αγωγή» 1961, σελ. 212).
Θα έχουμε επίσης μεγάλο κέρδος, αν μπορούμε να παρακολουθήσουμε τα ίδια τα παιδιά την ώρα που σχεδιάζουν. Ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούν μας δίνει πολύτιμα στοιχεία. Χέρι που κάνει συσπάσεις ή τεντώνεται ελεύθερα, ευκολία ή ακαμψία στην κίνηση, μας προσφέρουν ενδείξεις για την κινητική του ανάπτυξη, για το χαρακτήρα του, όπως επίσης και για την ύπαρξη μορφών αναστολής. Η δειλία ή αποφασιστικότητα μπρος στο ωραίο λευκό χαρτί, η ταχύτητα εκτελέσεως ή ο δισταγμός είναι επίσης παρατηρήσεις ενδιαφέρουσες. Πρέπει όμως να μην αντιλαμβάνεται το παιδί πως το παρακολουθούμε και να αισθάνεται το περιβάλλον πολύ φιλικό.
Β
Επιφυλακτικότητα στην εξαγωγή συμπερασμάτων
Εκείνο που πρέπει να προσέξουμε περισσότερο είναι η εξαγωγή συμπερασμάτων. Δεν αρκεί να σταματήσουμε στις επιμεριστικές ενδείξεις και λεπτομέρειες χωρίς να τις συσχετίσουμε με το εκφραστικό σύνολο. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως στη σχεδιαστική έκφραση του παιδιού επιδρούν πολλοί εξωτερικοί παράγοντες. Μπορεί π.χ. να συμβεί ένα παιδί να χρησιμοποιήσει στην ιχνογράφηση μόνο το κόκκινο μολύβι χωρίς αυτό να σημαίνει τίποτε, γιατί μπορεί να το διάλεξε επειδή ήταν καινούργιο ή καλοξυσμένο και συνεπώς περισσότερο προκλητικό απ’ τα άλλα χρώματα. Επίσης παρατηρήθηκε πως όταν το παιδί έχει τιμωρηθεί σε προηγούμενη ώρα, τότε το σχέδιό του παρουσιάζει μια καταθλιπτική εικόνα (σκούρα χρώματα).
Για να είναι ορθή η διάγνωση πρέπει να συνδέουμε το σχέδιο με ένα πλήθος άλλων εκδηλώσεων και να μην αγνοούμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες το έφτιαξε, τα πρόσωπα που ήταν πλησίον του, την πρόσκαιρη ψυχική του διάθεση κλπ. Γι’ αυτό πρέπει η ατμόσφαιρα γύρω από το παιδί να είναι ατμόσφαιρα κατανοήσεως και ελευθερίας.
Ακόμη πρέπει να γνωρίζουμε πως οι πληροφορίες που θα συλλέξουμε με την παρατήρηση δεν μπορεί να είναι πλούσιες παρά ύστερα από μακρόχρονη οριζόντια παρατήρηση, η οποία να επεκτείνεται σε πολλά ιχνογραφήματα του ίδιου παιδιού καμωμένα σε διαφορετικές στιγμές και ηλικίες.
Β
Συμπεράσματα
Το ιχνογράφημα του παιδιού μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες για το χαρακτήρα και την προσωπικότητα του παιδιού. Στα χέρια μάλιστα του φιλότιμου δασκάλου γίνεται «φακός», μέσο διαγνώσεως του εσωτερικού κόσμου του μαθητή του. Μπορεί να διαπιστώσει ανώμαλες ψυχικές καταστάσεις, καταστάσεις αγωνίας, φοβίας, ζήλειας, απομονώσεως που θα ήταν δύσκολο να διακρίνει με άλλο τρόπο. Έτσι θα μπορέσει να βοηθήσει το παιδί να τις ξεπεράσει και να ξαναβρεί τον εαυτό του. Αυτό άλλωστε είναι το χρέος του σήμερα.
Β
Επίλογος
Η μελέτη ενός θέματος όπως το παιδικό σχέδιο αποδείχτηκε ένα πεδίο που ποτέ δεν υποψιαζόμαστε πως κρύβει τόση ομορφιά και τόσο βάθος. Κι όσο προχωρά κανείς στην ανάλυση των ευρημάτων του τόσο πιο μαγικός ξεπροβάλλει μπροστά του «ο κόσμος» που κρύβουν τα παιδικά ιχνογραφήματα.
Η διαπίστωση πως το παιδικό ιχνογράφημα είναι ένα «ανοιχτό παράθυρο» μέσα απ’ το οποίο μπορούμε να διαβάσουμε μερικές απ’ τις πτυχές της ψυχής του μαθητή μας, πως είναι ένα «στηθοσκόπιο» με το οποίο μπορούμε να ακούσουμε τον παλμό «της καρδιάς» του, μας έσπρωξε να σκύψουμε να τον αφουγκραστούμε από κοντά. Κι άρχισε μια έρευνα... Βρήκαμε ένα δρόμο και θελήσαμε να τον περπατήσουμε... ξαφνικά διαπιστώσαμε πως είναι μακρύς αυτός ο δρόμος και εμείς βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή...
Β
Βιβλιογραφία
1) Ν.Αγγελοπούλου: Η Ιχνογραφία στο παιδί. Η φύση, η εξέλιξη, η σημασία και η θέση της στο σχολείο. ΣΧΟΛΕΙΟ & ΖΩΗ. Μ.Π.Ε. 1958, σ. 518.
2) Θ.Δέρβου: Παιδικό σχέδιο και γλώσσα. ΣΧΟΛΕΙΟ & ΖΩΗ. Μ.Π.Ε. 1966, σ. 502.
3) Ε.Ζαμπετάκη: Το παιδικό ιχνογράφημα: Μεγ. Παιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια. Ελλην. Γράμματα, τόμος 3ος , σελ. 229.
4) Κ.Κίτσου: Το ιχνογράφημα του παιδιού και η διανοητική του εξέλιξη. ΣΧΟΛΕΙΟ & ΖΩΗ. Μ.Π.Ε. 1957, σ. 427.
5) Βασ.Παναγιωτοπούλου-Παπαβασιλείου: Το σχέδιον μέσον διαγνώσεως της προσωπικότητος του παιδιού. Περ. Ελληνοχριστιανική Αγωγή, 1961, σελ. 184 & 211.
6) Κ.Ευρυγένη: Ιχνογραφία-Χειροτεχνία σε νέες βάσεις. Εκδόσεις Γιαννέλη. Αθήναι.
7) Θ.Μπέλλα: Το ιχνογράφημα ως μέσο διαγνωστικό της προσωπικότητας. Αθήνα 1975.
8) Ν.Πετρουλάκη: Σχολική επίδοσις και Νοημοσύνη. (Διατριβή επί διδακτορία) 1967.
9) Π.Τσακρή: Η ευφυΐα των Ελληνοπαίδων της Σχολικής ηλικίας. Αθήναι 1970.
10) Ε.Συγκολλίτου: Το τεστ Goodenough. (πολυγραφ. φυλλάδιο) Φιλοσοφική Σχολή Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσ/νίκης. Πανεπιστ. Έτος 1975-1976.
11) Κ.Ι.Δημητροπούλου: Εξελικτική Ψυχολογία. Αθήναι-Πάτραι 1951.
12) M.Debesse: Ψυχολογία του παιδιού. Εκδ. Κένταυρος. Αθήναι.
13) Ν.Εξαρχοπούλου: Ψυχολογία του παιδός. Τόμος Α΄, Β΄. (Ο.Ε.Σ.Β. 1955).
14) J.Piaget-B.Inhelder: Η Ψυχολογία του παιδιού. (Σειρά: «Τι πρέπει να ξέρω»-εκδ. Ζαχαρόπουλος-Αθήναι).
15) Ν.Σ.Ράπτη: Γενετική Ψυχολογία. Τόμος Α΄ Αθήναι1973.
16) « : Προσωπ. Σημειώσεις από τη διδ/λία της Ψυχολογίας του αναπτυσσομένου ανθρώπου Ν.Δ.Δ.Ε. Αθήναι 1972-1973.
17) Ε.Στυλιαρά: Γενική Ψυχολογία. Ιωάννινα 1969.
18) Ι.Χασάπη: Ψυχολογία της προσωπικότητος. Αθήναι 1970.
19) R.Dottrens: Παιδαγωγώ και διδάσκω. Εκδ. Δίπτυχο-UNESCO, Αθήνα 1974.
20) Α.Μ.Ισηγόνη: Ειδική Διδακτική. Αθήναι 1970.
21) Α.Α.Τσίριμπα: Ειδική Διδακτική. Αθήναι
22) Σ.Καλλιάφα-Ι.Γεωργοπούλου-Α.Φαλτάιτς-Δ.Αργυριάδη: Ύλη και Διδακτική μαθημάτων του Δημοτικού Σχολείου. (Πρώτον & Δεύτερον σχολικόν έτος) Αθήναι.
23) Δ.Κουτάλου: Φαινομενολογία της Αγωγής. Αθήναι 1960.
24) Ι.Κυριαζικίδου-Γ.Κυριαζοπούλου: Στοιχεία στατιστικής Ψυχολογίας και Παιδαγωγικής. Αθήνα 1966.
25) Ι.Παρασκευοπούλου: Στατιστική εφηρμοσμένη εις τας επιστήμας της συμπεριφοράς. Τόμος Α΄, Β΄. Ιωάννινα 1963.