14. Αφροδίτη
Η Αφροδίτη, η οποία αναδύθηκε από την θάλασσα, ήταν η Θεοποίηση της γυναικείας ομορφιάς, θεά του έρωτα και της αγάπης. Θεοί και θνητοί, ήταν όλοι μπλεγμένοι στα ερωτικά της δίχτυα. Χαρακτηριστικότερη των περιπτώσεων, είναι ο έρωτάς της με τον Άρη και η επ' αυτοφώρω σύλληψή τους από το σύζυγό της Ήφαιστο με άθραυστες αλυσίδες.
Στα Κύθηρα η Αφροδίτη ήταν πολύ διάσημη και εκεί η θεά λατρευόταν ως Κυθαιρία. Στην Κύπρο πήρε τον όνομα Κύπρια και έγινε προστάτρια του νησιού. Η «αίρεσή» της και η συνοδευτική της λατρεία ήταν ιδιαιτέρα σημαντική στην πόλη Πάφο της Κύπρου όπου οι κάτοικοι λάτρευαν την Αφροδίτη περισσότερο από όλους τους άλλους Ολύμπιους θεούς. Τα σύμβολα της Αφροδίτης ήταν το περιστέρι, ο κύκνος, ο λαγός, ο κριός και άλλα πολλά. Σε μερικά προσκυνητάρια, ιδιαίτερα σε αυτά κοντά στην θάλασσα, η Αφροδίτη λατρευόταν ως Πελάγια, Πόντια και Λιμένια, προσωνύμια τα οποία αναφερόντουσαν στη δύναμη της συγκεκριμένης θεάς να ηρεμήσει την θάλασσα και να σιγουρέψει ότι τα πλοία ταξίδευαν με ασφάλεια. Από τα συνολικά στοιχεία της λατρείας της φαίνεται ότι οι δραστηριότητες της Αφροδίτης δεν ήταν περιορισμένες μόνο σε αγάπη και σαρκικά πάθη αλλά επεκτείνονταν και σε άλλους τομείς που σχετιζόταν με την αναπαραγωγή. Με την Ήρα ήταν οι προστάτριες του γάμου - συμπεριλαμβανομένου ότι η αγάπη ήταν στοιχειώδες στοιχείο για την αρμονία μεταξύ των συζύγων.
15. Άρης
Ο αιμοδιψής Άρης ήταν πολεμικός θεός, ο οποίος εκπροσωπούσε τη μανία και το παράλογο του πολέμου. Όπως ήταν φυσικό, καμιά πόλη δεν τον έκανε πολιούχο της ενώ δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και στον κύκλο των υπολοίπων θεών. Για τους αρχαίους Έλληνες ο Άρης ήταν η κυρίαρχη φιγούρα πίσω από την βία, τις μάχες και τις άλλες διαμάχες μεταξύ των ανδρών. Η «αίρεση» και η συνακόλουθη λατρεία του θεού μάλλον άρχισε στην Θράκη όπου σύμφωνα με τον Όμηρο ζούσε ο Άρης. Από εκεί η λατρεία του εξαπλώθηκε στην Βοιωτία και μετά σε ολόκληρη την Ελλάδα ολοκληρωτικά, οδηγώντας στην καθιέρωση του Άρη ως ενός από τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου. Οι ιδιότητες του Άρη συνδέονται με τις ρίζες του αφού, για τους αρχαίους Έλληνες, η Θράκη ήταν ένα μέρος σκληρών ανθρώπων και εθίμων.
Στην ανθρώπινη φαντασίωση αυτός ο πελώριος μαχητής, οπλισμένος από την κορυφή ως τα νύχια, σκορπούσε τον θάνατο όπου πήγαινε, είτε σκοτώνοντας με φλόγες είτε πολεμώντας από το άρμα. Σε αντίθεση με την Αθηνά που επινοούσε μεθοδικούς τρόπους για να κηρύττει και να διεξάγει πόλεμο, ο Άρης αγαπούσε τις αιματοχυσίες και τις χαοτικές μάχες. Στον Τρωικό πόλεμο, ο Άρης τραυματίστηκε σοβαρά από την Αθηνά καθώς βοηθούσε τους Τρώες, αποδεικνύοντας έτσι ότι η τεχνική ήταν ικανή να υπερνικήσει την ωμή βία.
16. Ήφαιστος
Ο Ήφαιστος, ο δύσμορφος θεός, που όμως ήταν πανέξυπνος και εφευρετικότατος άρχοντας των κατασκευών και της μεταλλουργίας, επιδέξιος και δυνατός τεχνίτης, για τους αρχαίους Έλληνες ήταν ο θεός που προστάτευε την φωτιά σε όλες της τις μορφές. Πιστεύεται ότι όταν ο Ήφαιστος έπεσε από τον Όλυμπο, προσγειώθηκε στη Λήμνο, ένα ηφαιστειακό νησί. Κατ’ επέκταση ο θεός σχετίστηκε με τα Ηφαίστεια και την πόλη Ηφαιστεία και τους έδωσε το όνομά του.
Ο Όμηρος αποκαλεί τον Ήφαιστο «Χαλκέα» επειδή από όλους τους θεούς ήταν ο πιο ικανός σε αυτήν την τέχνη της μεταλλουργικής. Η μεταλλουργική ήταν ο αποκλειστικός τομέας του διότι αυτή δεν γινόταν να αναπτυχθεί χωρίς τη βοήθεια της φωτιάς. Στη φαντασία των Ελλήνων ο Ήφαιστος, ντυμένος με μανδύα, φορώντας καπέλο και κρατώντας σφυρί, περνούσε όλη την ώρα του παράγοντας έργα ασύγκριτης ικανότητας και μεταλλουργικής τέχνης και τεχνικής.
Το εργαστήριο του Ήφαιστου πιστεύονταν ότι ήταν στην Λήμνο. Προς τιμή του συγκεκριμένου θεού, οι νησιώτες ονόμασαν την μεγαλύτερή τους πόλη, Ηφαιστεία και έχτισαν έναν ναό στο όνομά του κοντά στον ηφαιστειακό λόφο «Μόσχιλο» οπού γιόρταζαν ένα ασυνήθιστο θρησκευτικό έθιμο: Μια φορά το χρόνο έσβηναν τις φωτιές από τα σπίτια τους για εννέα μέρες και τις ξανάναβαν από μια φλόγα που είχε έρθει από την Δήλο. Χάρη στις μοναδικές του ικανότητες, ο Ήφαιστος σχετίστηκε με την Αθηνά, θεά της σοφίας και της ευφυΐας. Στην Αττική πιστευόταν ότι και οι δυο αυτές θεότητες δίδαξαν τους τεχνίτες πώς να κάνουν πράγματα ομορφιάς και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο λατρεύονταν μαζί σε ένα ναό στην Αγορά των Αθηνών, το θαυμάσιο «Ηφαιστείο».
17. Εστία
Η Εστία ήταν η μεγαλύτερη κόρη και το πρώτο παιδί του Κρόνου και της Ρέας, γι' αυτό και τέθηκε επικεφαλής όλων των μεγάλων θεοτήτων. Προστάτιδα της οικογενειακής ευτυχίας, είχε ως ιερό της το κέντρο του σπιτιού και δεν της προσφερόταν μόνο η πρώτη, αλλά και η τελευταία θυσία σε κάθε γιορταστική σύναξη του αρχαίου ανθρώπου. Στο μυαλό των Ελλήνων, η Εστία ήταν η προσωποποίηση της ασφάλειας του σπιτιού και της οικογενειακής γαλήνης. Όπως φαίνεται άλλωστε από το όνομά της, προστάτευε την εστία - την φωτιά που έκαιγε στην «καρδιά κάθε σπιτιού η οποία ήταν ένα είδος ιερού προσκυνηταριού από τις προϊστορικές εποχές. Σε αυτό το προσκυνητάριο τα μέλη κάθε ελληνικής οικογένειας θυσίαζαν ζώα και η φωτιά δεν επιτρεπόταν ποτέ να σβήσει ώστε η θεά να είναι πάντα παρούσα. Με δεδομένο ότι η πόλη ήταν ανάλογη μιας οικογένειας σε μεγαλύτερο βαθμό, η Εστία είχε επίσης ναό σε κάθε Ελληνική πόλη. Στο Πρυτανείο που ήταν το κέντρο της δημόσιας ζωής θα υπήρχε πάντα ένα προσκυνητάριο αφιερωμένο στην Εστία, όπου η κοινή φλόγα των κατοίκων έκαιγε ακατάπαυστα. Το προσκυνητάριο θεωρούνταν ως καταφύγιο και ιερό μέρος όπου γίνονταν θυσίες για τους θεούς, απαραβίαστοι όρκοι δίνονταν και λαμβάνονταν για φιλοξενία οι ξένοι επισκέπτες. Φωτιά από το προσκυνητάριο της εστίας δινόταν στους πολεμιστές που πήγαιναν σε εκστρατείες και σε αποίκους που θα ταξίδευαν για έναν καινούργιο προορισμό. Επιπλέον, η Εστία λατρευόταν και στο μεγάλο ναό των Δελφών που ήταν για τους Έλληνες το κέντρο της χώρας τους και όλου του κόσμου.
18. Άλλοι Θεοί
Διόνυσος
Παρόλο που ο Διόνυσος δεν ήταν ένας από τους θεούς του Ολύμπου, ήταν μια από τις πιο σημαντικές θεότητες των Αρχαίων Ελλήνων. Ο Διόνυσος ανήκε στην σφαίρα των θεών και λατρεύονταν μαζί με τους αθάνατους. Ήταν φυσικό που ειδικές τιμές είχαν «κρατηθεί» για τον θεό της φύσης, αφού η ζωή και οι περιπέτειές του ήταν η έμπνευση για την δημιουργία του διθυράμβου, της σάτιρας, της κωμωδίας και της τραγωδίας – με λίγα λόγια του θεάτρου. Στο μυαλό των Αρχαίων Ελλήνων ο Διόνυσος ήταν ο προστάτης του γλεντιού, του κρασιού και γενικότερα της γονιμότητας και της βλάστησης. Μέσω της μέθης και του εκστατικού χορού πρόσφερε στην ανθρωπότητα το αίσθημα της απεριόριστης ελευθερίας που απελευθέρωνε τους ανθρώπους από τις καθημερινές τους ανησυχίες. Για αυτό το λόγο ονομάστηκε Λύσιος και Καθάρειος. Η «αίρεση» και η λατρεία του Διόνυσου ξεκίνησε σε αγροτικές περιοχές και μετέπειτα απλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Η ευρεία φύση της λατρείας του φαίνεται στο ότι ο θεός είχε ένα δικό του προσκυνητάριο-βωμό μέσα στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς.
Τα Μεγάλα Διονύσεια ήταν η πιο εξαίρετη γιορτή αφιερωμένη στο Διόνυσο. Γινόταν το μήνα του Ελαφηβολιου-Ελαφηβολιών [Μάρτιος – Απρίλιος] και τιμούσε την εισαγωγή της λατρείας του Διονύσου στην Αθήνα. Δυο μέρες πριν αρχίσει η γιορτή, γινόταν ο προάγων κατά την διάρκεια του οποίου οι ποιητές ανακοίνωναν δημοσίως τα θεατρικά έργα που θα παρουσίαζαν. Η επόμενη μέρα ήταν αφιερωμένη στις περιπέτειες του Διονύσου: ήταν μια αναπαράσταση του ταξιδιού του Διονύσου στην Αθήνα. Μια άλλη από τις γιορτές του Διονυσίου ήταν τα Κατώτερα Διονύσια όπου οι πιο αρχαίες παραδόσεις που σχετίζονταν με τη λατρεία του Διονύσου διατηρούνταν. Τα κατώτερα Διονύσια γίνονταν κατά τον μήνα του Ποσειδώνα [Δεκέμβριος – Ιανουάριος] και τότε πραγματοποιούνταν θυσίες στους θεούς, συμπόσια, διαγωνισμοί, χοροί και ανταλλαγές προϊόντων.
Άδης - Χάρων
O Άδης ήταν ο γιος του Κρόνου και της Ρέας και αδελφός του Δία και του Ποσειδώνα. Ήταν ο θεός του κάτω κόσμου και κρατούσε εκεί τις ψυχές των ανθρώπων. Στους Ελληνικούς μύθους, ο Άδης σχετίζεται περισσότερο με την έννοια του θανάτου παρά με τα εγκόσμια. Αμέσως μετά τον θάνατο, οι ψυχές πήγαιναν σε αυτό το σκοτεινό βασίλειο όπου έμειναν για πάντα. Το έργο του να μεταφέρει τους νεκρούς στον Άδη αναλάμβανε παραδοσιακά ο Χάρων. Για να μεταφέρει τους νεκρούς από τον ποταμό, ο Χάρων τους χρέωνε έναν οβολό, ένα κέρμα το οποίο τοποθετούσαν οι συγγενείς του νεκρού στο στόμα του. Ο Πολύγνωτος, ο μεγάλος ζωγράφος του 5ο αιώνα π.Χ. απεικόνισε σε ένα από τα έργα του ονόματι νέκυια [κατάβαση στον Κάτω Κόσμο] τον Χάροντα, ως ηλικιωμένο, να μεταφέρει έναν άνδρα και μια γυναίκα απέναντι από έναν ποταμό. Παρόλο αυτά, φαίνεται ότι η προσωπικότητα του Χάροντα διαμορφώθηκε από ένα μεταγενέστερο μύθο, αφού σε παλαιότερες εποχές, τις ψυχές τις μετέφερε ο Ερμής [Ψυχοπομπός].