Νοέμβρης του 1944, Βέλγιο. Οι στρατιές του 3ου Ράιχ έχουν σχεδόν συρρικνωθεί στα -πριν τον πόλεμο- δικά τους εδάφη και όλοι ελπίζουν ότι αυτό το λουτρό αίματος, αυτός ο παγκόσμιος σπαραγμός θα τελειώσει όπου να' ναι. Το φως της Ειρήνης έχει αρχίσει να αχνοφαίνεται στην άκρη του σκοτεινού τούνελ του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Ένα φως που θα λάμψει τελικά σχεδόν δέκα μήνες αργότερα. Εκείνες όμως τις στιγμές, τον χειμώνα του '44 - '45, εξακολουθούν άνθρωποι να σκοτώνονται...
...
Κοίταξα τον άνθρωπο, που επί πέντε χρόνια ήταν φίλος μου, να μπαίνει στο τρένο του θανάτου, αυτό που με τόση επιμέλεια και τύχη είχε αποφύγει από εκείνη την απόβαση ως τη στιγμή αυτή. Αυτό το άτιμο έφευγε αργά και βλέποντάς το ένιωθα πως ήθελα να βγάλω τα μάτια μου να μη μπορώ να δω. Ο Θεός αποφάσισε να κατεβάσει τα χέρια Του και μέσα από τις εκρήξεις να τραβήξει πολλούς στον ουρανό εκείνη την ημέρα. Σ' εμάς έδωσε την ευκαιρία να πούμε δυο τελευταίες σιωπηρές κουβέντες, πριν το τρένο του φίλου μου χαθεί στα χιονισμένα δάση του Βελγίου. Τα πόδια του λύγισαν αργά, τα γόνατα βούλιαξαν στο χιόνι. Μια τελευταία μικρή στάση, τα χέρια ξερά, κρεμασμένα, δίπλα σε μια καρδιά που αργόσβηνε. Είδα πολλά στον πόλεμο, μα δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνα τα δευτερόλεπτα. Από τότε δεν υπήρξε βράδυ που να μην τα ονειρευτώ, δεν θυμάμαι νύχτα να κοιμήθηκα ήρεμα με τη γυναίκα μου.
...
Εκεί, στα ματωμένα δάση του βορρά της Ευρώπης, λίγο πριν αρχίσει η επίθεση στις Αρδέννες -το κύκνειο άσμα των χιτλερικών στρατευμάτων-, ξεκινά το ιστορικό μυθιστόρημα του Λευτέρη Σακκά, με τίτλο «Οι εκλεκτοί του θανάτου», που κυκλοφόρησε τον Απρίλη του 2010 από τις εκδόσεις Μπατσιούλας. Ένα βιβλίο αφιερωμένο στην πιο πρόσφατη παγκόσμια πολεμική σύρραξη. Τον πολέμο στον οποίο έχασαν την ζωή τους περίπου 80 εκατομμύρια άνθρωποι (στρατιώτες και πολίτες) μεταξύ των οποίων 413.000 περίπου Έλληνες, αν δεν απατώμαι.
Τα νούμερα αυτά όμως θα υπολογιστούν χρόνια αργότερα. Προς το παρόν είμαστε στο Βέλγιο, στις αρχές του χειμώνα του 1944. Ένας από τους στρατιώτες των συμμάχων, σε εκείνη την περιοχή, εκείνη την χρονική περίοδο, ήταν και ο ελληνοαμερικανός Αντώνης Κράλλης. Αυτός είναι ο ένας από τους δύο κεντρικούς ήρωες του Λευτέρη Σακκά. Ο άλλος είναι ο Γερμανός Κούρτ Βάινχαρντ (Kurt Weinhard), ένας αξιωματικός των SS.
Πολλά χρόνια μετά από την λήξη του πολέμου αποφασίζουν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, να ανοίξουν το συρτάρι των αναμνήσεων τους από τον πόλεμο. Ο Κράλλης περνάει τις αναμνήσεις του στο χαρτί, ενώ ο Βάινχαρντ -όντας έγκλειστος σε ένα ψυχιατρείο- εξομολογείται όσα έζησε, στην φρικτή αυτή περίοδο για την ανθρωπότητα, σε έναν νοσοκόμο ομοεθνή -και όχι μόνο- του Αντώνη Κράλλη.
Την σκυτάλη της εξιστόρησης πότε την παίρνει ο Αντώνης και πότε ο Κουρτ. Έτσι περνούν από τα μάτια του αναγνώστη εικόνες από το Κίεβο, την χαράδρα Μπάμπι Γιαρ, την κατεχόμενη Ελλάδα, τα μαρτυρικά Καλάβρυτα αλλά και από τον βομβαρδισμό της Δρέσδης. Εικόνες που για τον Γερμανό είναι ψυχικές πληγές. Και στον αντίποδα -συμπληρώνοντας την ιστορία- ο Έλληνας μας μεταφέρει μνήμες από τα στρατόπεδα εκπαίδευσης νεοσυλλέκτων στην Αμερική, τις μέρες αναμονής στην Αγγλία λίγο πριν την μεγάλη απόβαση...
...
Μερικοί από αυτούς θα χειρίζονταν εκείνα τα φοβερά πυροβόλα των 88mm, που η μαμά τους τα προόριζε να παίζουν με αεροπλάνα, αλλά η εμπειρία έδειξε ότι δεν είχαν το παραμικρό πρόβλημα να βάλουν στο παιχνίδι τους και στόχους στο έδαφος. Τι όπλο κι αυτό! Έκανε περισσότερους ανθρώπους να πιστέψουν στον Θεό από τους Απόστολους Πέτρο και Παύλο μαζί. Ο μπαμπούλας που στοίχειωνε τους πολεμικούς εφιάλτες μας.
...
...και φυσικά την ίδια την απόβαση στη Νορμανδία και πιο συγκεκριμένα στην ακτή Όμαχα. Η απόβαση στη Νορμανδία! Η πιο σημαντική σελίδα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτή από την μία και ο βομβαρδισμός της Δρέσδης από την άλλη! Δύο ζωντανά κολαστήρια μέσα από τα οποία πέρασαν χιλιάδες ανθρώπων...
...
Δεν είναι εύκολο να βλέπει κανείς το θάνατο να επιλέγει τους εκλεκτούς του. Δεν είναι εύκολο να βλέπει κανείς κορμιά να σταματούν ξαφνικά το δρόμο τους, να τεντώνουν πίσω την πλάτη και ύστερα να πέφτουν εδώ κι εκεί. Δεν είναι εύκολο να βλέπει κανείς ακρωτηριασμούς, πληγές, ανθρώπους να σέρνονται γεμάτοι τραύματα και ο χάρος να τους τραβάει αργά και βασανιστικά στον κάτω κόσμο, τουλάχιστον αυτούς που δεν είχαν την τύχη να σκοτωθούν αμέσως.
...
Όπως δεν είναι εύκολο για ένα συγγραφέα να μεταφέρει στο χαρτί την φρίκη ενός πολέμου και να ταρακουνήσει με τον γραπτό του λόγο, ανθρώπους που έχουν συνηθίσει να βλέπουν εικόνες μαχών -σε κινηματογραφικές ταινίες ή στις ειδήσεις- από τον αναπαυτικό καναπέ τους τρώγοντας ποπ κορν και πίνοντας κόκα κόλα. Να όμως που ο Λευτέρης Σακκάς το καταφέρνει. Με όπλο την αξιοθαύμαστη ικανότητα του να ζωντανεύει πράγματα μπροστά στα μάτια του αναγνώστη του, σε μεταφέρει από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου στα χρόνια της πιο αιματηρής σύρραξης στην ανθρώπινη ιστορία.
Είναι στιγμές, καθώς διαβάζεις, που σου έρχεται στην μύτη η οσμή του μπαρουτιού, ανακατεμένη με εκείνη του αίματος ενώ στα αυτιά σου αντηχούν εκρήξεις και ριπές αυτομάτων όπλων. Είναι στιγμές, που η αδρεναλίνη έχει φτάσει σε αξιοθαύμαστα επίπεδα και ένα ελαφρύ τρέμουλο στα χέρια εμποδίζει την ανάγνωση. Είναι στιγμές, που αντιλαμβάνεσαι ότι απλά διαβάζεις ένα βιβλίο και νιώθεις ευγνώμων που βρίσκεσαι στο δωμάτιο σου και όχι κάπου εκεί ανάμεσα στις γραμμές του.
Διαβάστε το «Οι εκλεκτοί του θανάτου» του Λευτέρη Σακκά, βιώστε το, αφήστε το να εισχωρήσει μέσα σας -από τους πόρους του μυαλού και της ψυχής σας- και εξέλθετε μετά την ανάγνωση του αλλαγμένοι: πιο συνειδητοποιημένοι και πιο ενημερωμένοι. Καλή ανάγνωση!
Β
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Ο Κράλλης άκουσε ψίθυρους δίπλα του. Ήταν ο Μπιλ.
"Παραμιλάς από τώρα;"
"Σκάσε! Κάνω την προσευχή μου".
"Ελπίζω να ξέρεις πολλές".
"Εσύ ξέρεις καμία;"
"Ναι".
"Τότε σκάσε και κάνε κι εσύ!"
Ο ελληνοαμερικάνος Αντώνης Κράλλης είναι έτοιμος να ριχτεί στην πιο κρίσιμη μάχη του πολέμου. Η ώρα της απόβασης έχει φτάσει. Απέναντί του ο αξιωματικός των SS Κουρτ Βάινχαρντ, συμμέτοχος στις σφαγές στο Μπάμπι Γιάρ και τα Καλάβρυτα. Η συνάντησή τους στο πεδίο της μάχης μοιραία. Πιόνια και οι δύο στη σκακιέρα του ολέθρου, ανήμποροι να αντιταχθούν στις βουλές του θανάτου, που τελικά θα επιλέξει τους εκλεκτούς του.
Κοιτούσα τον ουρανό ανέκφραστος. Η μορφή της μητέρας εξαφανίστηκε και στη θέση της είδα μια κάννη περιστρόφου να με σημαδεύει. Πίσω της ένας Γερμανός. Σαν να μου έδωσε λίγο χρόνο, δεν πυροβόλησε αμέσως…