Αγγελική Πανοπούλου
Circa Mundiciam Civitatis
Μέτρα για την καθαριότητα του Χάνδακα από τον 14ο ως τον 17ο αιώνα (αποσπάσματα)
Τα προβλήματα καθαριότητας και υγιεινής στα μεσαιωνικά αστικά κέντρα, αν και είναι γνωστά στις γενικές τους γραμμές, δεν έχουν ερευνηθεί στις λεπτομέρειες τους, κυρίως όσον αφορά τις βενετοκρατούμενες ελληνικές περιοχές. Ο ασφυκτικά περιορισμένος χώρος των πόλεων μέσα στα τείχη και η υπερεκμετάλλευσή του, η στενότητα των δρόμων και των κατοικιών, η έλλειψη υποδομής και πολλές φορές αποχετευτικού συστήματος, ενδεχομένως και η τότε αντίληψη των ανθρώπων για την καθαριότητα, καθιστούσαν τις μεσαιωνικές πόλεις βρώμικες και ως εκ τούτου ανθυγιεινές.
Παρόλο που η ρύπανση του περιβάλλοντος απασχόλησε από νωρίς τους Βυζαντινούς, η Κωνσταντινούπολη, που αποτέλεσε και το πρότυπο των περισσοτέρων μεσαιωνικών κέντρων, παρουσίαζε μεγάλες αντιθέσεις καθώς υπήρχαν συνοικίες με δρόμους πλακόστρωτους και καθαρούς αλλά και περιοχές με στενά δρομάκια σκοτεινά και βρώμικα. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε και η καθαριότητα των δρόμων, η φροντίδα των υπονόμων και των υδραγωγείων ανήκαν στην αρμοδιότητα του κράτους. Η εικόνα της πόλης, με τους στενούς δρόμους και τα χαλάσματα, δεν άλλαξε αισθητά ούτε στους μετέπειτα αιώνες.
Ανάλογη εικόνα παρουσίαζαν και οι πρώτες μεσαιωνικές ιταλικές πόλεις, στις περισσότερες από τις οποίες υπήρχε παντελής έλλειψη υπηρεσιών υγιεινής. Αλλά και μετά τα τέλη του Μεσαίωνα οι συνθήκες διαβίωσης δεν καλυτέρευσαν. Για παράδειγμα, στη Νάπολη το 1597 ο μώλος που προστάτευε τα αγκυροβολημένα πλοία ήταν σε τέτοιο βαθμό σκεπασμένος με ακαθαρσίες, απόβλητα και χώματα, ώστε οι υπεύθυνοι σκέφτηκαν ότι ήταν προτιμότερο αντί να καθαριστεί, να αντικατασταθεί με άλλον. Η Βενετία αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα ύδρευσης, αποχέτευσης και συλλογής των απορριμμάτων, τα οποία, παρόλα τα μέτρα που έπαιρνε, παρέμεναν δυσεπίλυτα για πολλούς αιώνες. Βαριές μυρωδιές αναδύονταν από τους χώρους συγκέντρωσης των σκουπιδιών που βρίσκονταν στις πλατείες, καθώς και από τα κανάλια στα οποία διοχετεύονταν τα διάφορα λύματα.
Το πρώτιστο βέβαια μέλημα του κράτους ήταν η αποφυγή της προσάμμωσης, η οποία απειλούσε το λιμάνι του Χάνδακα, όπως εξάλλου και του Ρεθύμνου. Αυτό τουλάχιστον συνάγεται από τις συνεχείς εργασίες εκβάθυνσης που επιχειρούσε η βενετική διοίκηση στα δύο λιμάνια. Επικίνδυνα όμως ήταν και τα σκουπίδια της πόλης, τα οποία συνήθως μετέφεραν τα νερά των βροχών στο λιμάνι, προκαλώντας μεγάλες ζημιές. Παράλληλα είναι ευνόητο ότι οι καθημερινές λειτουργίες του λιμανιού, όπως ήταν η αναχώρηση και η άφιξη των εμπορικών πλοίων, ρύπαιναν όχι μόνο την αποβάθρα αλλά και τη γύρω θαλάσσια περιοχή. Αν προστεθούν οι εργασίες κατασκευής ή επισκευής των γαλέρων στον κοντινό με το λιμάνι χώρο των ναυπηγείων, γίνεται φανερό ότι η ευρύτερη περιοχή του λιμανιού ήταν αρκετά ευάλωτη σε κάθε είδους ρύπανση. Την εικόνα συμπλήρωναν τα σαπισμένα και παλιά πλοία που οι ιδιοκτήτες τους τα εγκατέλειπαν στην περιοχή του λιμανιού. Τα δύο διατάγματα που ακολουθούν και αναφέρονται στη ρύπανση του λιμανιού, αφορούν αυτό ακριβώς το θέμα. Συγκεκριμένα, το 1314 ορίζεται ότι όποιοι πολίτες είχαν αφήσει στο λιμάνι παλιά πλοία θα έπρεπε.
Δυστυχώς για τους ιδιωτικούς χώρους τα διατάγματα δίνουν ελάχιστες πληροφορίες. Για το εσωτερικό των κατοικιών και των εργαστηρίων δεν έχουμε παρά αόριστες ειδήσεις.
Είναι προφανές ότι τέτοιου είδους στοιχεία θα έριχναν φως σε ένα θέμα τόσο ενδιαφέρον, όπως οι συνθήκες υγιεινής των κατοικιών της βενετοκρατίας. Οι περισσότερες διατάξεις όμως αφορούσαν την καθαριότητα του χώρου που βρισκόταν έξω από τις πόρτες ή τα παράθυρα των σπιτιών, των σημείων δηλαδή που επικοινωνούσαν με τους δρόμους ή τις αυλές, για τα οποία έχει ήδη γίνει αναφορά παραπάνω. Έτσι έχει ιδιαίτερη αξία η πληροφορία του προσκυνητή Pietro Gasola ο οποίος επισκέφτηκε το Χάνδακα το 1494 και αναφέρει ότι τα σπίτια του Χάνδακα δεν είχαν τους απαραίτητους για την καθαριότητα του ανθρώπινου σώματος χώρους και ότι οι κάτοικοι άδειαζαν τα δοχεία νυκτός στους δρόμους, προκαλώντας πανικό στους περαστικούς και βρωμίζοντας την πόλη.
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Το ανθρωπογενές περιβάλλον στη Βενετοκρατούμενη Κρήτη.
Hemmerdinger-Iliadou, Βλ. Democratie.
«La Crete sous la domination venitienne et lors de la conquete turque (1322-1684). Renseignements nouveaux ou peu connus d’ apres les pelerins et les voyageurs», Studi Veneziani 9 (1967), σελ. 536-539.
Duca di Candia. Bandi (1313-1329), έκδ. PAOLA RATTI-VIDULICH, Βενετία 1965, σελ. 60-61, αρ. 168, 169 και 170 (στο εξής Ratti, Bandi). Τα ίδια διατάγματα επαναλαμβάνονται με ορισμένες διευκρινίσεις το 1319, βλ. Ratti, Bandi, σελ. 89-90, αρ. 242, 243 και 244.
ASV, Duca di Candia (στο εξής DC), busta 14 (Bandi), φ. 257-258i. Το ίδιο κείμενο επαναλαμβάνεται το 1360 και δημοσιεύεται από τον J. Jegerlehner, “Bei trage zur Verwaltungsgesehichte Kandias im XVI Jahrhundert”, BZ 13 (1904), σελ. 459-461.
Σ.Μ. Θεοτόκη, Ιστορικά κρητικά έγγραφα εκδιδόμενα εκ του Αρχείου της Βενετίας. Θεσπίσματα της Βενετικής Γερουσίας 1281-1385, (Μνημεία της Ελληνικής ιστορίας) , τόμ. 2, τεύχ. 2, Αθήνα 1937, σελ. 273-274.
Μ.Ι. Μανούσακα, «Βενετικά έγγραφα αναφερόμενα εις την εκκλησιαστικήν ιστορίαν της Κρήτης του 14ου -16ου αιώνος (Πρωτοπαπάδες και πρωτοψάλται Χάνδακος)». /ΪΕΕ 15 (1961), σελ. 179.
J. Jegerlehner, “Der Aufstand der Kandiotischen Ritterschaft gegen das Mutterland Venedig. 1363-65 „ , BZ 12 (1903), σελ. 102. Πρβλ. Ruthi Gertwaoen, “The Venetian port of Candia, Crete (1299-1363): Construction and Meintenance”, Mediterranean Cities Historical Perspectives, Μεγάλη Βρετανία 1988, σελ. 148.
Χρύσας Α. Μαλτέζου, «Καταγγελιοδότες στη βενετοκρατούμενη Κρήτη τον 14ο αι. Μια άλλη όψη της καθημερινής ζωής», Ροδωνιά, Τιμή στον Μ. Ι. Μανούσακα, τόμ. 2, Ρέθυμνο 1994, σελ. 308-309.
Προτεινόμενη θεματολογία Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης:
α) Στερεά αστικά απόβλητα
β) Υγρά αστικά απόβλητα
γ) Ατμοσφαιρική ρύπανση απ’ τη θέρμανση
δ) Ηχορύπανση
ε) Υποβάθμιση ποιότητας επιφανειακών και υπόγειων υδάτων
στ) Διαχείριση υδατικού δυναμικού
ζ) Αέρια ρύπανση
η) Αισθητική ρύπανση (φιλοσοφία, πολιτισμός)
(ιστορικές πηγές για όλα αυτά).