Τα τελευταία χρόνια καταβάλλονται εντατικές προσπάθειες, σε διάφορα επίπεδα, για την προώθηση και υλοποίηση του οράματος της "Κοινωνίας της Πληροφορίας". Η Κοινωνία της Πληροφορίας είναι το αποτέλεσμα των κοινωνικών και θεσμικών αλλαγών που προκύπτουν από τη σύγκλιση των βιομηχανιών Πληροφορικής, Τηλεπικοινωνιών, Ηλεκτρονικών Μέσων Πληροφόρησης και Ψυχαγωγίας.
Στην Κοινωνία της Πληροφορίας η σχέση του κάθε πολίτη με τη γνώση και την πληροφορία είναι πολύ διαφορετική από αυτή του παρελθόντος. Ο υπολογιστής θεωρείται ένα εργαλείο για τον πολίτη, προσφέρει υπηρεσίες για την καθημερινή του ζωή, και σταδιακά ενσωματώνεται στο καθημερινό του περιβάλλον. Δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η Κοινωνία της Πληροφορίας προσφέρει μοναδικές ευκαιρίες για τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των πολιτών, και της κοινωνικής συνοχής, και μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά στην κοινωνικο-οικονομική ένταξη των ατόμων με αναπηρία (ΑμεΑ). Ωστόσο, η Κοινωνία της Πληροφορίας, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες τεχνολογικές αλλαγές, μπορεί να επιφέρει και ανεπιθύμητα αποτελέσματα. Εάν κατά τη σχεδίαση και ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών δεν ληφθούν υπόψη εγκαίρως οι ανάγκες και οι απαιτήσεις διαφόρων ομάδων του πληθυσμού, όπως είναι τα ΑμεΑ και οι ηλικιωμένοι, είναι ορατός ο κίνδυνος δημιουργίας νέων μορφών κοινωνικού αποκλεισμού, διακρίσεων και περιθωριοποίησης. Είναι επομένως βασικό να εξασφαλιστεί "εκ των προτέρων" η πρόσβαση όλων των πολιτών στις τεχνολογίες της Κοινωνίας της Πληροφορίας. Ένα τέτοιο όραμα στοιχειοθετείται από τις πρόσφατες τοποθετήσεις δημοσίων αρχών και φορέων, επιτροπών, συλλογικών και διακρατικών οργάνων για μια Κοινωνία της Πληροφορίας για όλους τους πολίτες, χωρίς αποκλεισμούς, με επίκεντρο τον άνθρωπο, διαποτισμένη από την αρχή της ισότιμης συμμετοχής όλων των πολιτών σε βασικές υπηρεσίες και δομές λειτουργίας, όπως είναι η εκπαίδευση, η εργασία, η υγεία, η ψυχαγωγία, κλπ. Σε αυτό το πλαίσιο, το θέμα της "Καθολικής Πρόσβασης" αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ευρύτερη κοινωνική αποδοχή της Κοινωνίας της Πληροφορίας.
Προσβασιμότητα και Υποστηρικτικές Τεχνολογίες
Η έννοια της προσβασιμότητας παραδοσιακά αφορά τη δυνατότητα προσπέλασης ενός χώρου, και συγκεκριμένα τη δυνατότητα των ΑμεΑ να κινούνται στο δομημένο περιβάλλον. Σήμερα, η κατανόηση των απαιτήσεων των ΑμεΑ έχει επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις τόσο στην αρχιτεκτονική σχεδίαση όσο και στην κατασκευή κτηρίων και στη διαμόρφωση χώρων. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, λόγω της ραγδαίας εξέλιξης των τεχνολογιών της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών, το πρόβλημα της προσβασιμότητας επανεμφανίζεται και συνίσταται στη δυνατότητα αξιοποίησης από τα ΑμεΑ αλληλεπιδραστικών συστημάτων, εφαρμογών και υπηρεσιών. Αν και η συγκεκριμένη θεώρηση της προσβασιμότητας δεν είναι καινούργια, πρέπει να σημειωθεί ότι απέκτησε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και στοιχειοθετήθηκε ως αντικείμενο μελέτης κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘90, όταν τα γραφικά περιβάλλοντα χρήσης, όπως, π.χ., τα ΜS Windows, καθιερώθηκαν ως de facto πρότυπα ανάπτυξης αλληλεπιδραστικών συστημάτων. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα όπου εμφανίζονται προβλήματα πρόσβασης για τα ΑμεΑ είναι το Διαδίκτυο και οι παρεχόμενες μέσω αυτού υπηρεσίες, όπως π.χ. το ηλεκτρονικό εμπόριο, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, η ηλεκτρονική δημόσια διοίκηση, οι τηλεματικές υπηρεσίες υγείας, κ.α., οι προσωπικοί υπολογιστές και οι προσωπικές πληροφοριακές συσκευές επικοινωνίας και επεξεργασίας της πληροφορίας όπως, π.χ., τα ηλεκτρονικά σημειωματάρια (notebooks), τα τερματικά κοινής πρόσβασης και οι σταθμοί πληροφόρησης, οι έξυπνες κάρτες καθώς και τα "έξυπνα" σπίτια όπου συνδέονται βασικές ηλεκτρικές συσκευές και επιτρέπεται ο κεντρικός έλεγχος τους ακόμα και από απόσταση.
Στο παρελθόν, οι προσπάθειες αντιμετώπισης του προβλήματος κινήθηκαν κυρίως στην εξεύρεση λύσεων που στηρίζονταν στην προσαρμογή ενός αλληλεπιδραστικού συστήματος έτσι ώστε να καθίσταται προσβάσιμο από διάφορες κατηγορίες ΑμεΑ. Υπό αυτό το πρίσμα, αναπτύχθηκαν Υποστηρικτικές Τεχνολογίες και εξειδικευμένα προϊόντα, τα οποία εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να προσφέρουν λύσεις στο πρόβλημα της πρόσβασης των ΑμεΑ σε αλληλεπιδραστικά συστήματα. Παραδείγματα διαθέσιμων τεχνολογιών που αφορούν χρήστες με κινητικά προβλήματα στα άνω άκρα, τυφλούς ή χρήστες με μειωμένη όραση, καθώς και χρήστες με δυσκολίες στην επικοινωνία, είναι τα πληκτρολόγια οθόνης, τα συστήματα εισόδου μέσω εναλλακτικών τεχνικών αλληλεπίδρασης (όπως, π.χ., η διαδοχική σάρωση των αντικειμένων της οθόνης), τα βοηθήματα πληκτρολόγησης (όπως π.χ., οι εφαρμογές πρόβλεψης λέξεων ή οι επιπρόσθετοι διορθωτές κειμένων), οι εναλλακτικές συσκευές εισόδου (όπως, π.χ., μικρότερα ή μεγαλύτερα πληκτρολόγια, συσκευές κατάδειξης μέσω του ματιού, και συστήματα εισπνοής - εκπνοής), οι εναλλακτικές συσκευές εισόδου για τυφλούς χρήστες και πληκτρολόγια Braille, οι τεχνολογίες αφής και συστήματα αναγνώρισης εκφράσεων προσώπου και χειρονομιών, τα συστήματα αναγνώρισης και σύνθεσης φωνής (όπως, π.χ., οι αναγνώστες οθόνης), τα βοηθήματα διαπροσωπικής επικοινωνίας, και τα ειδικά συστήματα πλοήγησης στον Παγκόσμιο Ιστό.
Μερικά από τα βασικά μειονεκτήματα αυτών των προϊόντων είναι: (α) σε αρκετές περιπτώσεις (όπως, π.χ., τα συστήματα Braille) το υψηλό κόστος κατασκευής, (β) η μικρή διάρκεια ζωής, αφού παρέχεται προσβασιμότητα για συγκεκριμένα αλληλεπιδραστικά συστήματα ή υπηρεσίες, που σε σύντομο χρονικό διάστημα απαξιώνονται τεχνολογικά και (γ) η περιορισμένη ευχρηστία, αφού όπως προκύπτει από μελέτες που πραγματοποιήθηκαν, η χρήση των περισσοτέρων βοηθημάτων υστερεί ως προς την αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα και ικανοποίηση των χρηστών, που αποτελούν τις βασικές συνιστώσες της ευχρηστίας των αλληλεπιδραστικών συστημάτων.
Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τον υψηλό βαθμό καινοτομίας του κλάδου της Πληροφορικής και των Τηλεπικοινωνιών, ο οποίος ελαχιστοποιεί τη διάρκεια ζωής ενός προϊόντος, είχαν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη ενός ευρύτερου προβληματισμού σχετικά με την έννοια της προσβασιμότητας και την αποτελεσματικότητα της προσέγγισης βασισμένης σε μετέπειτα προσαρμογές.
Επιπλέον, η προοδευτική μετάβαση σε μια Κοινωνία της Πληροφορίας, όπου οι βασικές συνισταμένες της θα στηρίζονται στην πληροφόρηση και τη γνώση, και όπου η έλλειψη της δυνατότητας αξιοποίησης τους δεν αποτελεί χαρακτηριστικό μόνο των ΑμεΑ, αλλά και άλλων ομάδων χρηστών, ενίσχυσαν τον προβληματισμό γύρω από το είδος και τη μορφή της επερχόμενης κοινωνίας, καθώς και τις προϋποθέσεις ισότιμης και ενεργούς ενσωμάτωσης των πολιτών σε αυτή. Καθιερώθηκαν έτσι νέα πρότυπα για την αντιμετώπιση της πρόσβασης των ΑμεΑ αλλά και όλων των πολιτών σε αλληλεπιδραστικά συστήματα και υπηρεσίες.
Καθολική Πρόσβαση και Σχεδίαση για Όλους
Η Καθολική Πρόσβαση αφορά το δικαίωμα όλων των πολιτών να έχουν δυνατότητα πρόσβασης στο σύνολο των πληροφοριών, υπηρεσιών και τεχνολογιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας και υποδηλώνει εκτός από την ηλεκτρονική προσβασιμότητα και ευχρηστία, τη γενικότερη αποδοχή τους από τον κάθε χρήστη, οπουδήποτε και οποτεδήποτε.
Η έννοια της Καθολικής Πρόσβασης σε προϊόντα και υπηρεσίες της Κοινωνίας της Πληροφορίας στηρίζεται στις αρχές της Σχεδίασης για Όλους, τις οποίες και εξειδικεύει. Συγκεκριμένα, προϋποθέτει την εκ των προτέρων ανάλυση και οριοθέτηση της προσβασιμότητας ως σχεδιαστικού στόχου, που επιτυγχάνεται με τη χρήση τεχνικών και εργαλείων που προσδίδουν στο τελικό προϊόν ή υπηρεσία την ικανότητα να ανταποκρίνεται σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον χρήσης. Με άλλα λόγια, το τελικό προϊόν ή υπηρεσία είναι κατασκευασμένα με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν να αναγνωρίζουν την εκάστοτε απαίτηση του χρήστη και να πραγματοποιούν τις απαραίτητες προσαρμογές που τα καθιστούν προσβάσιμα και εύχρηστα στο συγκεκριμένο περιβάλλον χρήσης.
Οι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν το περιβάλλον χρήσης ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας ποικίλουν και ταξινομούνται γενικά σε τρεις κατηγορίες:
- παράγοντες που αφορούν το χρήστη, τις ικανότητες και τις δεξιότητες του, τις προτιμήσεις του αναφορικά με την αλληλοεπίδραση του με Η/Υ, κλπ.
- παράγοντες που αφορούν το εργαλείο πρόσβασης (π.χ., Η/Υ γραφείου, κινητό τηλέφωνο, άλλη δικτυακή συσκευή με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά) και την πλατφόρμα εκτέλεσης (π.χ., γραφικό περιβάλλον)
- παράγοντες που αφορούν τις συνθήκες χρήσης (π.χ., χρήση εν κινήσει, χρήση σε εσωτερικό ή υπαίθριο χώρο, κλπ).
Οι παραπάνω κατηγορίες παραγόντων πρέπει να μελετούνται, να αναλύονται και να εξειδικεύονται κατά τη διάρκεια του σχεδιαστικού σταδίου μιας εφαρμογής, και στη συνέχεια να υλοποιείται η λειτουργικότητα που θα επιτρέπει στην εφαρμογή να αναγνωρίζει μεταβολές στο περιβάλλον χρήσης, να αποφασίζει τι είδους προσαρμογές απαιτούνται σε κάθε περίπτωση, και ανάλογα να ενεργοποιεί τις προσαρμογές αυτές. Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά είναι δυνατόν να συμβούν μόνον εφόσον η απαιτούμενη δυνατότητα προσαρμογής έχει εκ των προτέρων σχεδιαστεί ως χαρακτηριστικό της εφαρμογής.
Με βάση τον παραπάνω ορισμό, η περίπτωση των ΑμεΑ στο πλαίσιο της Καθολικής Πρόσβασης συνιστά μεταβολές στο περιβάλλον χρήσης μιας εφαρμογής εξαιτίας των διαφορετικών αναγκών, απαιτήσεων και προτιμήσεων που έχουν τα ΑμεΑ αναφορικά με την πρόσβαση στη λειτουργικότητα του αλληλεπιδραστικού συστήματος. Έτσι, οι απαιτούμενες προσαρμογές απορρέουν κατά πρωτεύοντα λόγο από παράγοντες που αφορούν το χρήστη, ενώ μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να οφείλονται και σε παράγοντες που αφορούν τις συνθήκες χρήσης (π.χ., χρήση εν κινήσει, ενώ ο χρήστης βρίσκεται σε αμαξίδιο) ή το εργαλείο πρόσβασης (π.χ., τεχνικό βοήθημα). Δεδομένης της εστίασης στην ποικιλομορφία των απαιτήσεων των χρηστών, στο πλαίσιο της Σχεδίασης για Όλους, οι ίδιοι οι χρήστες των υπό ανάπτυξη αλληλεπιδραστικών τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων των ΑμεΑ, καλούνται να συμμετάσχουν στη σχεδιαστική διαδικασία, εκφράζοντας τις απαιτήσεις και τις προτιμήσεις τους όσον αφορά την αλληλεπίδραση σε ομαδικό και ατομικό επίπεδο.
Το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο
Για να αποτραπεί ο κίνδυνος αποκλεισμού και να εξασφαλιστεί, στο μέτρο του δυνατού, η ισότιμη πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες από όλους τους πολίτες, έχει δρομολογηθεί σε Ευρωπαϊκό επίπεδο μια σειρά ενεργειών.
Η πρωτοβουλία eEurope της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ξεκίνησε το 2000 και αποτέλεσε ένα από τα θεσμικά πλαίσια για τις δράσεις ανάπτυξης της Κοινωνίας της Πληροφορίας στα κράτη-μέλη, με κύριο στόχο τη δημιουργία μιας ψηφιακά εγγράμματης Ευρώπης, που θα προωθεί την ισότιμη πρόσβαση όλων των πολιτών στην πληροφορία και τη γνώση. Η κατεύθυνση αυτή συνεχίζει και στο νέο στρατηγικό πλαίσιο της πρωτοβουλίας "i2010 - μια Ευρωπαϊκή Κοινωνία της Πληροφορίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση" της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που συμπεριλαμβάνει ως ένα από τους τρεις βασικούς της πυλώνες την "ηλεκτρονική κοινωνική ενσωμάτωση, τις καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες και την ποιότητα ζωής". Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο European Design for All e-Accessibility Network (EDeAN) δημιουργήθηκε το 2002 στο πλαίσιο της δράσης eAccessibility της πρωτοβουλίας eEurope, με σκοπό την αποτελεσματική προώθηση των αρχών της Σχεδίασης για Όλους και την εφαρμογή των αρχών της Καθολικής Πρόσβασης και Ευχρηστίας. Διαμέσου του Ευρωπαϊκού Δικτύου EDeAN επιχειρείται η προώθηση της ανταλλαγής ιδεών, γνώσεων και εμπειριών μέσω κοινών δραστηριοτήτων στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε σημαντικά θέματα όπως η πολιτική στρατηγική και η νομοθεσία, η τυποποίηση, η εκπαίδευση στη Σχεδίαση για Όλους, η πρόβλεψη των αναμενόμενων επιπτώσεων των νέων τεχνολογιών, και άλλα. Το EDeAN αποτελείται από ένα σύνολο εθνικών δικτύων, στο οποίο συμμετέχουν σχεδόν όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το EDeAN συντονίζεται από μια ετησίως εναλλασσόμενη γραμματεία. Το 2005, κατά την διάρκεια της Ελληνικής γραμματείας, το EDeAN δημοσίευσε μια Λευκή Βίβλο που σκιαγραφεί μια σειρά από προτάσεις για μελλοντικές πρωτοβουλίες στους τομείς της Σχεδίασης για Όλους, της Ηλεκτρονικής Προσβασιμότητας και της Ηλεκτρονικής Ενσωμάτωσης, με απώτερο στόχο τη συμμετοχή στη δημιουργία μίας Κοινωνίας της Πληροφορίας για όλους στην Ευρώπη.
Επίσης, η κοινωνική ένταξη αποτελεί σταθερή προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επί Ελληνικής Προεδρίας, στις 11 Απριλίου 2003, οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο συμποσίου που οργανώθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, με κοινή υπουργική διακήρυξη επιβεβαίωσαν τη δέσμευση τους για την υλοποίηση στόχων που αφορούν την ηλεκτρονική ενσωμάτωση, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης μέτρων για την εφαρμογή οδηγιών και κανόνων προσβασιμότητας. Τα κράτη-μέλη δεσμεύτηκαν επίσης για την περαιτέρω προώθηση της δικτύωσης, της ανταλλαγής εμπειριών, της επιστημονικής έρευνας, τη λήψη μέτρων για τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος, καθώς και για την υποστήριξη της Βιομηχανίας Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, τονίζοντας παράλληλα τη σπουδαιότητα της ανάπτυξης τεχνολογιών σύμφωνα με τις αρχές της Σχεδίασης για Όλους, καθώς και την προώθηση της εκπαίδευσης και κατάρτισης στους τομείς αυτούς.
Έρευνα και Ανάπτυξη στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα διεξάγεται από διάφορους ερευνητικούς και ακαδημαϊκούς φορείς πρωτοπόρο έργο έρευνας και ανάπτυξης στους τομείς των Υποστηρικτικών Τεχνολογιών, της Καθολικής Πρόσβασης και της Σχεδίασης για Όλους. Το Ινστιτούτο Πληροφορικής του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας είναι διεθνώς πρωτοπόρο στην έρευνα και ανάπτυξη διεπαφών για αλληλεπιδραστικές εφαρμογές και τηλεματικές υπηρεσίες που είναι προσβάσιμες, εύχρηστες, και τελικά αποδεκτές από όλους τους πολίτες στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση, έχουν αναπτυχθεί μεθοδολογίες, εργαλεία, εφαρμογές και υπηρεσίες με βάση συστηματικές και ενεργητικές προσεγγίσεις για την ανάπτυξη τεχνολογιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας που διέπονται από τις αρχές της Σχεδίασης για Όλους και της Καθολικής Πρόσβασης. Επίσης, αναπτύσσονται τεχνολογίες και εφαρμογές σε διάφορους επί μέρους τομείς, όπως η πρόσβαση στον Παγκόσμιο Ιστό, η επεξεργασία κειμένου, τα ηλεκτρονικά βιβλία, οι διαπροσωπικές επικοινωνίες, η ειδική αγωγή και επαγγελματική κατάρτιση, οι Τηλεπικοινωνίες, η Τηλεματική στην Υγεία και οι φορετοί υπολογιστές.
Στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος για την "Κοινωνία της Πληροφορίας", έχει διεξαχθεί το 2004 Μελέτη με αντικείμενο την "Καθολική Πρόσβαση και Ισότιμη Συμμετοχή Ατόμων με Αναπηρίες (ΑμεΑ) στην Κοινωνία της Πληροφορίας". Η Μελέτη αυτή, μεταξύ άλλων, εξετάζει την κατάσταση στην Ελλάδα όσον αφορά το βαθμό ανάπτυξης της Κοινωνίας της Πληροφορίας και τη δυνατότητα Ηλεκτρονικής Ενσωμάτωσης των ΑμεΑ, και παρουσιάζει δέσμη προτάσεων για επιθυμητές παρεμβάσεις όσον αφορά την ανάπτυξη εφαρμογών, συστημάτων και υπηρεσιών που είναι προσβάσιμες από όλους τους πολίτες.
Επίσης, στο Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης, διδάσκονται θέματα Υποστηρικτικών Τεχνολογιών, Σχεδίασης για Όλους και Καθολικής Πρόσβασης με στόχο την εκπαίδευση και κατάρτιση νέων μηχανικών λογισμικού στην Καθολική Πρόσβαση και Σχεδίαση για Όλους.
Συμπεράσματα
Τα αποτελέσματα έρευνας και ανάπτυξης αποδεικνύουν ότι η δημιουργία μίας Κοινωνίας της Πληροφορίας για όλους τους πολίτες είναι εφικτή - και η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στους πρωτοπόρους στον τομέα αυτό. Για να γίνει όμως αυτό πραγματικότητα, απαιτούνται περεταίρω βήματα προς την ευρύτερη υιοθέτηση και εφαρμογή της Σχεδίασης για Όλους από τη βιομηχανία, σε εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο, και τη μεταφορά τεχνογνωσίας και τεχνολογίας από το ερευνητικό στο βιομηχανικό περιβάλλον.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, οι πολίτες της Κοινωνίας της Πληροφορίας, ως καταναλωτές αλληλεπιδραστικών εφαρμογών και υπηρεσιών, έχουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν την αγορά και να επιταχύνουν την ανάπτυξη μέσω της ζήτησης καθολικά προσβάσιμων προϊόντων.