Μια αποτυχημένη απόπειρα μετοικεσίας
Οι δύο μεγάλες οικογένειες, Μέδικοι και Στεφανόπουλοι, θα ηγεμονεύσουν την Μάνη για αιώνες και σε συνεργασία με την Βενετία, θα επιχειρήσουν για άλλη μια φορά να απελευθερώσουν την Πελοπόννησο από τον Τουρκικό ζυγό.
Η Βενετία θα στείλει τον Φρανσίσκο Μοροζίνη με στόλο στην Καλαμάτα και οι Μανιάτες θα τον συνδράμουν με χερσαίες δυνάμεις στην κοινή πολιορκία της πόλης, η οποία δεν θα αργήσει να παραδοθεί. Μετά απ’ αυτή την επιτυχία οι Μανιάτες ζήτησαν από τον Μοροζίνη να προχωρήσουν μαζί στις επόμενες πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά επειδή η πολιορκία της Κρήτης από τους Τούρκους είχε φέρει σε δεινή θέση τους εκεί Ενετούς, ο Μοροζίνης εγκατέλειψε τους Μανιάτες αβοήθητους και μόνους για άλλη μια φορά.
Απογοητευμένοι και πικραμένοι οι Μανιάτες και μπροστά στις αναμενόμενες συνέπειες που θα υφίσταντο εκ μέρους της Τουρκίας, απεφάσισαν με πρωτοβουλία των δύο μεγάλων οικογενειών, να έρθουν σε επαφή με την δειναστεύουσα οικογένεια των Μεδίκων της Φλωρεντίας, προκειμένου να μεταναστεύσουν στην Τοσκάνη (1663).
Πράγματι μια αντιπροσωπεία με επικεφαλής ένα μέλος της κάθε οικογένειας, μετέβη στην Φλωρεντία και συναντήθηκε με τον Δούκα Φερδινάνδο Μέδικο, ο οποίος τους δέχτηκε με εξαιρετική εύνοια και μάλιστα ενέκρινε το αίτημα των Μανιατών να εγκατασταθούν στην περιοχή της Τοσκάνης.
Συνετάχθη μάλιστα και σχετικό Πρωτόκολλο, το κείμενο του οποίου διεσώθη μέχρι τις ημέρες μας. Αλλά η συμφωνία αυτή, δεν πραγματοποιήθηκε εκείνη την χρονιά, αλλά αργότερα και χωριστά για τις δύο οικογένειες, εξ αιτίας του αδελφοκτόνου πολέμου (σημ. βλέπε Λιμπεράκη Γερακάρη) που ξέσπασε ανάμεσα στους Μεδίκους και τους Στεφανόπουλους.
Τελικά οι μεν Μέδικοι μετανάστευσαν στην Φλωρεντία (Τοσκάνη) το 1670-71 οι δε Στεφανόπουλοι το 1674-75 στην περιοχή της Γένοβας πρώτα και στην συνέχεια στην Κορσική.
Β
Η τελική μετοικεσία και η παρακμή
Μετά από όλα αυτά τα τραγικά γεγονότα, με την συνεχή παρακολούθηση πλέον των Τούρκων, την εξάντληση της Μάνης σε έμψυχο υλικό, αλλά και μπροστά στο δίλημμα να υποταχθούν στους ακόμα πιο σκληρούς όρους που έθεταν οι Τούρκοι, απεφασίσθη τελεσίδικα αυτή την φορά, ο εκπατρισμός των δύο μεγάλων οικογενειών.
Πρώτοι έφυγαν οι Μέδικοι για την Τοσκάνη και μετά οι Στεφανόπουλοι για την περιοχή της Γένουας και στην συνέχεια στην Κορσική. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 3.000 άνθρωποι -μέλη και συγγενείς των δύο οικογενειών- εγκατέλειψαν τα πάτρια εδάφη και διασώζονται οι περιγραφές των τελευταίων τραγικών στιγμών της αναχώρησής των.
Τόσο οι Μέδικοι όσο και οι Στεφανόπουλοι, θα βρεθούν σύντομα στον κλοιό της Καθολικής εκκλησίας, θα προσηλυτιστούν και σιγά σιγά, μακριά από την αγαπημένη τους γη, θα αφομοιωθούν και θα χάσουν τις μνήμες που τους έδεναν με τα πάτρια εδάφη.
Όλες αυτές οι ψυχές θα σβηστούν από τους χάρτες της Μάνης που θα τους θρηνεί σαν παντοτινά χαμένους, αν και φαίνεται ότι οι Στεφανόπουλοι της Κορσικής «άντεξαν» περισσότερο στην πίεση της αφομοίωσής τους.
Πολλές γενιές αργότερα, η Δούκισσα Λάουρα Σαιν-Μαρτέν Περμόν ντ' Αμπραντές, (1784 - 1838) κόρη του Γάλλου Περόν και της Ελληνίδας Πανώριας Κομνηνού και μετέπειτα συζύγου του Στρατάρχη του Ναπολέοντος Ζυνό, έγραψε στα απομνημονεύματά της και προσπάθησε μέσω αυτών να αποδείξει με Ιστορικούς ισχυρισμούς, ότι ο Ναπολέων Βοναπάρτης ήταν Ελληνικής καταγωγής, προερχόμενος μάλιστα από τους καταφυγόντες από την Μάνη στην Κορσική πρόσφυγες Κομνηνούς.
Υποτίθεται ότι το όνομα Βοναπάρτης προερχόταν από την Οικογένεια του Καλόμερου Κομνηνού που στα Ιταλικά είχε γίνει Buonaparte = Βοναπάρτης.
Γεγονός πάντως είναι ότι το 1808 ο Ναπολέων σχεδίαζε να επιτεθεί κατά της Τουρκίας, και έστειλε στην Μάνη «τους δύο αδελφούς Δήμο και Νικολό Στεφανόπουλους Κορσικανούς εμπίστους του εξ Οιτύλου καταγομένους, με επιστολήν και ειδικήν εντολήν προς τον Τζανήμπεην ίνα συνεννοηθώσι και λάβωσι παρ’ αυτού, αναγκαίας πληροφορίας περί της πολεμικής καταστάσεως και πιθανής συνεργασίας των Μανιατών...».
Ο Τζανήμπεης τους δέχτηκε με εξαιρετική φιλοξενία και τους παρέδωσε ένα άγαλμα της Ελευθερίας το οποίο αγαπούσαν ιδιαίτερα οι Μανιάτες, για να το παραδώσουν στον Ναπολέοντα, μαζί με τα αισθήματα φιλίας των Μανιατών. Το άγαλμα αυτό βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου, σαν ανάμνηση αυτής της επαφής με τον Ναπολέοντα.
Ίσως τελικά οι Στεφανόπουλοι, ζώντας στα άγρια τοπία της Κορσικής να κρατούσαν πιο ισχυρή την μνήμη της μακρινής πατρίδας και τελικά στην κονίστρα της Ιστορίας, είχαν κερδίσει τους Μεδίκους, χαρίζοντας στον Κόσμο έναν Ναπολέοντα που με την μεγαλοφυΐα του δεν θα μπορούσε παρά να έχει στο αίμα του κάτι Ελληνικό.
Β
Αυλαία
Δεν είναι δυνατόν φίλε αναγνώστη να σε κουράσω άλλο. Η συνοδοιπορία μου μαζί σου, στην ατραπό της Μανιάτικης Ιστορίας θα είναι το ίδιο κακοτράχαλη και κουραστική και η ανάσα μας θα κόβεται σε κάθε γωνιά αυτής της αιματοβαμμένης γης, έτσι που κάποιος από τους δύο μας θ’ αποκάμει…
Πάνω από τα κιτρινισμένα φύλλα του παρελθόντος, καταγράφεται η απίστευτη πορεία και το δράμα αυτής της γης, που για 400 χρόνια βρισκόταν στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής της Ευρώπης.
Σουλτάνοι και Μ. Βεζυράδες, Δούκες, πρίγκιπες και Δόγηδες, η Αικατερίνη η Μεγάλη, ο Ορλώφ, ο Κατσαντώνης, ο Μοροζίνης και ο Ναπολέοντας, ο Ιμπραήμ και ο Κατσώνης, οι Κολοκοτρωναίοι και οι Μαυρομιχαλαίοι, είναι λίγα από τα ονόματα που έπαιξαν το καθένα τους, τον δικό του ρόλο στην τεράστια σκηνή όπου επαίζετο σε συνέχειες η τραγωδία της Μάνης.
Η Εθνική συνείδηση της Μάνης δεν θα πάψει να αγωνίζεται για την Ελευθερία, όχι μόνο για τη γη των πατέρων της, αλλά για όλη την Ελλάδα. Στις 17 Μαρτίου 1821 ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης θα συνάξει όλους τους οπλαρχηγούς της Μάνης, στην εκκλησία των Ταξιαρχών στην Αρεόπολη και στην πλατεία αυτή, θα υψώσει τη σημαία της Επανάστασης 8 ημέρες πριν από την Αγία Λαύρα.
Οι αγώνες των Μανιατών για την ανεξαρτησία και οι αμέτρητες θυσίες είναι γνωστές. Αλλά και μετά, δεν θα βάλουν το σπαθί στο θηκάρι του. Μανιάτες εθελοντές θα πολεμήσουν στον αγώνα για την απελευθέρωση της Κρήτης και της Μακεδονίας και μέχρι τα πρόσφατα γεγονότα που σημάδεψαν τη σύγχρονη Ιστορία η Μάνη ήταν παρούσα. Στο διάβα των αιώνων, ο απόηχος των Θερμοπυλών, θα ηχεί σαν η παντοτινή φωνή της…
Ώ ξειν αγγέλειν τοις Λακεδαιμονίοις... Νοερά στέλνω την ματιά μου στις καψαλιασμένες σάρκες της και ένας κόμπος στέκεται στον λαιμό μου.
Σε καιρούς χαλεπούς σαν τους σημερινούς, η λέξη “παραμύθι” δεν μπορεί να καλύψει το καταστάλαγμα που μένει στην ψυχή σου, αν μπορέσεις ν’ ακουμπήσεις έστω για λίγο, την πυρακτωμένη αυτή γη.
Να γιατί αυτό το οδοιπορικό δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικό, παρά μια επιτροχάδην αφή, πάνω σ’ αυτό το σώμα που είναι γεμάτο ουλές και σημάδια.
Η ομορφιά της Μάνης, δεν βρίσκεται ούτε στα τοπία της, ούτε στους πύργους και τα γυμνά βουνά της. Η ομορφιά της Μάνης, είναι η Ιστορία της. Είναι η αδιάκοπη και αδάμαστη Ελληνική της φωνή.
Και όπως η Ποίηση δεν περιγράφεται έτσι και η Μάνη -το ξαναλέω- δεν περιγράφεται. Αλλά όσοι αγαπούν την ποίηση, τότε σίγουρα μπορούν ν’ αγαπήσουν και την Μάνη. Γιατί από μόνη της, συνιστά την ομορφότερη επιτομή Ποίησης που έγραψε η Ελληνική ψυχή!
Κωνσταντίνος Καρακάσης,
έγραψεν Ναύπλιο - Οκτώβριος 1998
Υ.Γ.
Χρωστώ θερμές ευχαριστίες στους φίλους που βοήθησαν σ’ αυτή την γραφή. Ιδιαίτερα στους κ.κ. Δημ. Παναγιωταρέα, Σπύρο και Μιχάλη Μπατσινίλα.