Αρχική Ματιά
Νέο στη Ματιά
Β  ΕΙΔΑ .:ΤΑΞΙΔΙΑ .:ΣΥΝΤΑΓΕΣ .:ΒΙΒΛΙΑ .:ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ .:ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ .:ΔΙΑΦΟΡΑ .:ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ .:ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ .:ΤΥΧΑΙΑ ΣΕΛΙΔΑ Β 
Β 
Β 
Β 
Πεζά... Αρχική Βιβλιοθήκης ...Το Καρναβάλι στην Αθήνα του 1890!
Για να επιστρέψετε στα Πεζά κάντε κλικ εδώ! Για να επιστρέψετε στο Έγραψαν κάντε κλικ εδώ!
Β 
Β 

Το Καρναβάλι στην Αθήνα του 1890

«Αποκριάτικα θεάματα καταθέλγοντα τά όμματα...»
Με τον Δημήτρη Χίλιο(*)
Σπύρου Βασιλείου: «Το καρναβάλι της Αθήνας»

Ήταν δεν ήταν λίγο πριν τους πρώτους Ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας του 1896, τότε που η νεότευκτη αθηναϊκή κοινωνία έπαιρνε να διαμορφώνει δικές της συνήθειες και έθιμα, δική της παράδοση. Και η αποκριά, το καρναβάλι, απεδείχθη πεδίον λαμπρόν.
Όμως το τέλος της αποκριάς σηματοδοτούσε το τέλος των διασκεδάσεων και της κρεοφαγίας για την χειμερινή περίοδο, εν όψει της νηστείας και των προετοιμασιών του Πάσχα. Αυτά τότε, και για έναν περίπου αιώνα από την ίδρυση του νεώτερου Ελληνικού κράτους! Σήμερα τίποτα δεν αναστέλλεται, απλώς τις μέρες της αποκριάς εντείνεται η διασκέδαση φτάνοντας στην υπερβολή, με την κακογουστιά και την προχειρότητα να δίνουν τον τόνο.
Άλλοτε επίσης η αποκριά σηματοδοτούσε και τον ερχομό της άνοιξης, όταν ακόμη οι εποχές ήσαν τέσσερις και η αμυγδαλιά άνθιζε, προμηνύουσα έαρ το γλυκύ.
Στο περιοδικό «ΚΛΕΙΩ» (Φεβρουάριος 1889), εκδιδόμενο εν Λειψία, διαβάζουμε:

«Αι αμυγδαλαί, αι προάγγελοι του έαρος, λευκάζουσι γραφικώς· και οι κλάδοι αυτών, οίτινες προ μηνός ήσαν κατάφορτοι παγεράς χιόνος, νυν είνε κατάφορτοι της ευώδους χιόνος των ανθέων».
Οι αποκριάτικες χοροεσπερίδες ήσαν κοσμικό γεγονός τόσο για την Αθήνα όσο και για κάθε ακμάζουσα επαρχιακή πολιτεία.
«Κόσμος εκλεκτός, αμφιέσεις πολυτελείς, ζωηρότης άπτωτος και εισπράξεις ικανοποιητικόταται παρ’ όλην την κρίσιν του τόπου...»,
έγραφαν οι κοσμικές στήλες τον Φεβρουάριο του 1910.
Η κρίση είναι κάτι παραδοσιακό σ’ αυτόν τον τόπο, όπως το αρνί της Λαμπρής, το δέντρο των Χριστουγέννων, η λαγάνα της Καθαροδευτέρας και η καμένη γη που παραλαμβάνει η μια κυβέρνηση από την άλλη. Κάθε γενιά κληροδοτεί την κρίση στην επόμενη. Όπως το δαχτυλίδι της γιαγιάς, το ρολόϊ με την καδένα, τα κεντητά σεντόνια και την κονσόλα με τον καθρέφτη της εισόδου.
Νικολάου Γύζη: «Το αθηναϊκό καρναβάλι»
Β 

Από το Καρναβάλι της Ψωροκώσταινας στον βασιλιά Καρνάβαλο

Πριν πολλές δεκαετίες οι Δήμοι δεν οργάνωναν παρελάσεις αρμάτων με συμβολισμούς και εικόνες που να σχολιάζουν και να καυτηριάζουν αναδεικνύοντας την επικαιρότητα. Μήτε εγχώριες βραζιλιάνες να παρελαύνουν με παλλόμενα τα νότια ημισφαίρια, τα ήθη της εποχής δεν το επέτρεπαν.
Οι αναπαραστάσεις τότε στήνονταν εκ των ενόντων και, βεβαίως, εκ του προχείρου. Τα θέματα αντλούνταν από τις ανθρώπινες σχέσεις, τις δυσκολίες της συμβίωσης ανόμοιων κοινωνικών ομάδων, τη φτώχεια και τις αδυναμίες της κρατικής μηχανής. Όλα με πνεύμα σκωπτικό και φόντο μια καθημερινότητα μίζερη.
Το Συμβούλιον των Γιατρών, με ράκη και στραπατσαρισμένα ημίψηλα καπέλα, κάρρα διακοσμημένα με ό,τι παράταιρο, φανταχτερό και αηδές συγχρόνως, δείγμα του αλλοπρόσαλου και ανομοιογενούς της νεόκοπης και μίζερης ελληνικής κοινωνίας. «Κατεσκληκότες καί ψωραλέοι όνοι», θέαμα ανάξιο της πρωτεύουσας του νεοσύστατου κράτους. Η πομπή του Γάμου, ακολουθούμενη από τα προικιά της νύφης, πομπή το ίδιο άθλια στην εμφάνιση και τη σύνθεση. Κουρέλια, μουντζούρες, λουλάκι καί καρβουνόσκονη.
Ήταν το Καρναβάλι της Ψωροκώσταινας. Ίδιο με εκείνη, πάμπτωχο και θλιβερό κακέκτυπο του αριστοφάνειου πνεύματος. Τέτοια θα μπορούσε να είναι η αποκριά μονάχα σε χώρα της νοτίου Βαλκανικής κι αυτό μέχρι πριν λίγα χρόνια.
Βάρβαρους καί χυδαίους, χαρακτηρίζει σε εφημερίδες της εποχής ο Αριστοτέλης Κουρτίδης τους μεταμφιεσμένους την προ του 1887 περίοδο. Μέχρι τότε χρέη προσωπίδας έκανε η ασβόλη, η μουντζούρα των μαγειρείων.
«Άπλυτοι σινδόνες, καννάβινα ράκη σάκκων απετέλουν την στολήν των αυτοσχέδιων μασκαράδων, των γυμνοπόδαρων και βδελυρων την ρυπαρίαν...»
Τότε ιδρύθηκε από φιλόκαλλους άνδρας το Κομιτάτο των Απόκρεω της Αθήνας που ανέλαβε να αναβαθμίσει και να ευπρεπίσει τις μέχρι τότε αποκριάτικες εκδηλώσεις. Μαζί με την πρωτεύουσα, εκσυγχρονίσθηκε και πήρε μορφή συγκεκριμένη ο Βασιλιάς Καρνάβαλος σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια πλην εξαιρέσεων, όπου υπάρχει από αιώνων ισχυρή τοπική παράδοση. Εκεί τηρούνται ακόμη τοπικά έθιμα με διονυσιακές τελετές, φαλλικά σύμβολα, σκαμπρόζικα στιχουργήματα. Ένα μείγμα από παγανιστικά και θρησκευτικά σύμβολα, χορούς και τραγούδια γαργαλιστικού περιεχομένου, μα πάντα με πίστη στην τοπική παράδοση.
Το γαϊτανάκι και το ντόμινο, τα ρόπαλα, «οι στιχοπλόκοι του κάρρου», το κομφετί, η παρέλαση του καρνάβαλου, η καμήλα, οι μάσκες. Αναπαραστάσεις ιστορικών σκηνών, παρελάσεις αρμάτων και πεζοπόρων που δίνουν μια συνολική εικόνα κατά ομάδες παριστάνοντας κάτι συγκεκριμένο, σατιρίζοντας καταστάσεις και άλλοτε δίνοντας απλά και μόνο μια καλόγουστη εικόνα. Πανδαισία χρωμάτων και εφευρετικότητα συνθέσεων που συνέθεταν
«θεάματα καταθέλγοντα τα όμματα, κινούντα το μειδίαμα ή πλατύν γέλωτα εξεγείροντα...
Β 

Από τας δράκας οπώρων στον λεμονοπόλεμο

Η μόδα σύντομα μεταφέρεται στην ελληνική επαρχία. Η «ΚΛΕΙΩ» (1888) γράφει:
«Πλήθος πυκνόν συνωστίζεται εις τας οδούς εν βοή και θορύβω ή σταθμεύει προ των καφενείων και ζαχαροπλαστείων, παράθυρα κι εξώσται των οικιών πληρούνται μετά γυναικών και παίδων. Οι μετημφιεσμένοι παρελαύνουν ή εφ΄ αμάξης ή πεζή (εν ταις αμάξαις υπό την μεταξωτήν προσωπίδα και το κομψόν δόμινον μαντεύεται η ανθηρά μορφή, διαγράφεται το χαριτωμένον σώμα περικαλλούς νεάνιδος. Μικροί μεγάλοι εκσφενδονώσι δράκας οπώρων κατά της μορφής των θεατών...»
Τούτο το τελευταίο αναφέρεται στο «ευγενές» ανά την επικράτειαν έθιμον να κυνηγούν τους μασκαρεμένους με στιμμένα λεμόνια. Εξ΄ ου η φράση η απευθυνόμενη προς ρέκτας πολιτικούς: Φέρτε τα μούτρα σας και θα σας πάρουμε με τα λεμόνια.
Η ρήση εμπεριέχει απειλή και συγχρόνως ταύτιση με τον καρνάβαλο, με τους μασκαράδες. Ο Γιώργος Σουρής από τον «ΡΩΜΗΟ», χλευάζει προς πάσαν κατεύθυνσιν, υμνώντας συγχρόνως τον βασιλιά Καρνάβαλο:
Σύ νέαν μεταρρύθμισιν
κι ανάστασιν σαλπίζεις
κι ο κόσμος διοργανωτήν
εσένα μόνον βλέπει...
Μή κομφετί καί σερπαντέν
Καρνάβαλε σκορπίζεις,
σαπιολεμονοπόλεμος
στή ρωμηοσύνη πρέπει!
Ο λαϊκός ποιητής Θεοδοσίου, διάδοχος μιας δυναστείας στιχοπλόκων του κάρρου, που μαζί με άλλους ομοίους του απετέλεσαν τους προπομπούς της ελληνικής επιθεώρησης, του θεατρικού είδους που με την σάτιρα κατέγραφε, σκωπτικά, γεγονότα και καταστάσεις, εξαπέλυε ανηλεώς παρλάτες επί δικαίων και αδίκων «φθεγγόμενος στίχους εις την καθαρεύουσαν», μας ενημερώνει η «ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ», μηνιαίο περιοδικό της εποχής.
Οι εφημερίδες και τότε σχολίαζαν πικρόχολα τη σπατάλη χρημάτων για γιορτές και παράτες. Χαρακτηριστικό το έμμετρο του «ΡΩΜΗΟΥ».
Τήν Ρωμηοσύνη περγελούν
πώς δέν σκορπα παράδες.
Μά αφού ξοδεύει μάτια μου
καί γιά τούς μασκαράδες!
Αλλά δεν παρέλειπε να χλευάζει και των πολιτικών ανδρών τα καρναβαλικά φερσίματα, τα μασκαροκαμώματα.
Γειά σου μωρέ Καρνάβαλε
μέ τούς γλεντζέδες γλέντα,
πολιτικοί Καρνάβαλοι
γλεντούν στά παρλαμέντα...
Τα βράδια η διασκέδαση συνεχιζόταν ανάλογα με την κοινωνική τάξη. Οι αστοί έτρεχαν στις βεγγέρες και τα σουαρέ, πλήττοντας συχνά φορά θανάσιμα. Καλά, το τι απώλειες του πολυτιμωτέρου πλήν ανεπανορθώτου συντελούνταν μιά τρελή βραδυά καρναβαλιού, αφήστε καλύτερα. Η καλή κοινωνία έσπευδε στους χορούς του παλατιού, οι λόγιοι στα σπίτια άλλοι στου Παλαμά και άλλοι στου Σουρή. Οι κατώτερες τάξεις, οι λαϊκές, τα κοπανούσαν σε πλακιώτικες ταβέρνες τσιμπολογώντας κοκορέτσια, γαρδούμπες και σπληνάντερα, καταβρέχοντάς τα με κατάξανθη ρετσίνα, αποφαινόμενοι πως Κι ο Θεός είναι πλακιώτης!
Όμως εκεί, κατά τις μικρές ώρες, αφού εξαντλούσαν τις καντάδες, ρίχνανε καμμιά στροφή στους ήχους της λατέρνας ανεμίζοντας την καρώ τραγιάσκα στον αέρα με Ώπα, αναφωνώντας Ας καεί και το παλιάμπελο, κι άλλοτε με τη δήλωση Δεν πάω σπίτι μου απόψε. Ήταν το ξέσπασμα σε υπερβολές μιας χαμοζωής ταπεινής και στερημένης. Τρώγανε, πίνανε πάρα πάνω απ’ όσο άντεχαν, κάποτε τους πήγαιναν στο σπίτι σηκωτούς, ή καυγάδιζαν άγρια για ψύλλου πήδημα.
Το πρωϊνό έβρισκε το μαγαζί γυαλιά καρφιά, ελληνικότατη συνήθεια, με τον πρωταγωνιστή στο μαγγανοπήγαδο του μεροκάματου. Το στομάχι κόμπος, τα μάτια πρησμένα και το όνειρο να έχει πετάξει μακριά...
Σπύρου Βασιλείου: «Το τραπέζι
Εκατό και βάλε χρόνια μετά, οι αλλαγές είναι μετρημένες. Τα οικονομικά μας το ίδιο προβληματικά, η θέση μας στη διεθνή σκηνή αναβαθμισμένη, λένε οι κυβερνώντες, επισφαλής οι επίδοξοι. Όμως τα κόμματα πολιτεύονται με την ίδια ακριβώς νοοτροπία. Ο λαός, που μονάχα προεκλογικά αναβαθμίζεται σε πολίτες, καταπιεσμένος, αγχωμένος, πάντα με το φόβο της εφορίας και του νέου Κ.Ο.Κ., το δίκιο του δεν το βρίσκει ποτέ. Μόνο το πνεύμα του βασιλιά Καρνάβαλου παραμένει αναλλοίωτο. Κι ο Γιώργος Σουρής, από τον «ΡΩΜΗΟ», πάντα επίκαιρος.
Παράτα, Μούσα, κάθε τί
τόν πόλεμο, τή νίκη
κι εξύμνησε τό κομφετί
καί τό μασκαραλίκι...
Β 
Β 

Το κείμενο αυτό καθώς και οι φωτογραφίες που το συνοδεύουν είναι του συγγραφέα Δημήτρη Χίλιου και δημοσιεύονται στη Ματιά με την άδειά του, και τον ευχαριστούμε πολύ.

(*) Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του «Με το σφύριγμα του τραίνου» & «Χάρτινα φιλιά».

Β 
Δημήτρης Χίλιος
Σπετσών 110
T.K. 113-62
210 8812035
210 7235937-8
6972186486
hiliosd@yahoo.gr
Β 
Β 
Β 
Δείτε:
Ποίηση
Νανουρίσματα
Πεζά
Μύθοι
Τραγούδια
Μελέτες
Β 
Δείτε επίσης:
Ο Λόγος στην Πνύκα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη
Προς Κορινθίους Α του Αποστόλου Παύλου
Του παλατιού η πυρκαγιά του Γεώργιου Σουρή
Τα κάλαντα και η ιστορία τους, του Δημήτρη Χίλου
Ιστορίες κάτω απ' το έλατο, του Δημήτρη Χίλιου
Ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας, του Oscar Wilde
Τα Χριστούγεννα της Ανθούλας, της Ειρήνης Νικολαΐδου
Το Καρναβάλι στην Αθήνα του 1890, με τον Δημήτρη Χίλιο
Η Μεγαλοβδομαδιάτικη Υμνογραφία, του Δημήτρη Χίλιου
Πάσχα των Ελλήνων, του Δημήτρη Χίλιου
Απρίλη μου ξανθέ και Μάη μυρωδάτε, του Δημήτρη Χίλιου
Μνήμες, της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη
Η απομυθοποίηση του έρωτα, της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη
Η Ηλιόκαλλη μορφή της Παρθένου στη λογοτεχνία, του Δημήτρη Χίλιου
Ο Ιούλιος το Γενάρη, του Βασίλη Τσαγκρή
Η Καρυά με τη ματιά μιας ξενομερίτισσας, της Ντίνας Στεργιοπούλου
Του Αγίου Βαλεντίνου και όποιος αντέξει, του Δημήτρη Χίλιου
Μια σταγόνα βροχής, της Ευαγγελίας Παπαγιάννη
Και τα ρέστα παγωτά, του Δημήτρη Χίλιου
Αχ βρε Βαλεντίνε τι μας κάνεις, της Ελένης Παούρη
Ελευθερία ή Θάνατος, του Α.Α.
Β 
Β 
Αναζήτηση
Β 
Γνωρίστε τα "Χάρτινα Φιλιά" του Δημήτρη Χίλιου
Β 
Β 
Β 
Β 
Επίσης δείτε το Αφιέρωμα της Ματιάς για τις Απόκριες και το καρναβάλι, κάνοντας κλικ εδώ!
Β 
Up
Β 
Β 
Β 
Επικοινωνία | Όροι Χρήσης | Πλοηγηθείτε | Λάβετε Μέρος | Δημιουργία και Ανάπτυξη ΆΡΚΕΣΙΣ
Β 
Β