Σκληρό πλήγμα κατά της ειρήνης θεωρούνταν, από την πλειονότητα των Βερολινέζων, ο χωρισμός της πόλης τους σε ανατολικό και δυτικό τομέα, μέχρι πριν από λίγα χρόνια. Η μεγαλούπολη του Βερολίνου, η πολιτική και πνευματική πρωτεύουσα της σύγχρονης Γερμανίας, ήταν και η παγκόσμια πρωτεύουσα της συνυπάρξεως, η βιτρίνα της Ανατολής και της Δύσεως. Με 1 1/2 παλιές δραχμές, οποιοσδήποτε μπορούσε να πάει από την Λεωφόρο Στάλιν του Ανατολικού Τομέα στο Βάνζεε, προάστιο του Δυτικού Βερολίνου.
Ήταν ένα δράμα συγκρούσεως και αντιθέσεως δύο κοσμοθεωριών. Στο αποκορύφωμα της «άμιλλας» των ιδεών, όλοι όσοι επισκέφθησαν το Βερολίνο, μπορούσαν να παρατηρήσουν και να κρίνουν ελεύθερα. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ένας σε κάθε πέντε κατοίκους της Σοβιετικής Ζώνης, δηλαδή τρία εκατομμύρια υπάρξεις, διέφυγαν στη Δύση.
Αργότερα, η πλημμύρα των προσφύγων σταμάτησε. Αρχικά, ο Ανατολικός Τομέας της πόλεως απεκλείσθη με οδοφράγματα. Πάνω από ένα εκατομμύριο κάτοικοι του Ανατολικού Βερολίνου ζούσαν πίσω από συρματοπλέγματα και τείχη από μπετόν, πολυβόλα και ξιφολόγχες. Οι Γερμανοί Κομμουνιστές της Σοβιετικής Ζώνης κυβερνούσαν σε μια ατμόσφαιρα απόλυτου φόβου- φόβου για τον ειρηνικό συναγωνισμό, φόβου συγκρίσεως, φόβου της τελικής κρίσεως και της οργής των υπόδουλων σ' αυτούς.
Οι Κομμουνιστές έχασαν τη μάχη της συνυπάρξεως στο Βερολίνο, και κατέφυγαν στο να κρύβουν την ήττα τους πίσω από ένα γιγαντιαίο τείχος. Στην σκιά του τείχους αυτού, μιλούσαν για νίκη, ενώ συγκάλυπταν την ανθρώπινη δυστυχία που δημιούργησαν εσκεμμένα.
Πάνω από τρία εκατομμύρια Βερολινέζοι ζητούσαν από την παγκόσμια συνείδηση να διατυπώσει το «κατηγορώ» εναντίον αυτής της κλίκας των κομμουνιστικών οργάνων, που δεν τολμούσαν να δώσουν στα 16 εκατομμύρια Γερμανούς της Σοβιετικής Ζώνης τα θεμελιώδη δικαιώματα που επιθυμούσαν και αποκτά σήμερα ολόκληρος ο κόσμος - την ευλογία της Ελευθερίας και το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως.
Όμως, στη ζοφερή αυτή στιγμή, οι Βερολινέζοι εξακολουθούσαν να είναι βέβαιοι ότι μια μέρα το νέο αυτό είδος «αποικιοκρατίας» θα αυτοκαταβροχθιζόταν. Εξάλλου, η εποχή των κυρίαρχων και των υπόδουλων λαών τερματιζόταν σ' άλλα μέρη του κόσμου. Κανένα τείχος δεν μπορούσε ν' ανεγερθεί τόσο ψηλά ώστε να κρύψει ό,τι γινόταν στο Βερολίνο.