Αρχική Ματιά
Νέο στη Ματιά
Β  Β 
Β 
Β 
Β 
E-books...
Αρχική Βιβλιοθήκης
...Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών της Πρώιμης, Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής Περιόδου ως ιστορικές πηγές!
Για να επιστρέψετε στα e-books πατήστε εδώ! Για να επιστρέψετε στην Βιβλιοθήκη πατήστε στην εικόνα της Βιβλιοθήκης!
Β 
Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών της Πρώιμης, Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής Περιόδου ως ιστορικές πηγές
Β 
προηγούμενη σελίδα
Σελίδα 1 από 9
επόμενη σελίδα

Τα αγιολογικά έργα της Βυζαντινής Περιόδου: Διηγήσεις και Βίοι Αγίων γυναικών.

Τα αγιολογικά έργα της Βυζαντινής περιόδου εμπεριέχουν το στοιχείο της υπερβολής. Ιδιαίτερα στις διηγήσεις θαυμάτων αρκετοί βίοι αγίων γυναικών, όπως π.χ. της αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου και της αγίας Μάρθας, μητέρας του αγίου Συμεών του Στυλίτη του νεότερου, παρουσιάζουν στοιχεία έντονα εξωλογικά, τα οποία, σύμφωνα με τη γνώμη ορισμένων μελετητών, αποτελούν χριστιανικές απηχήσεις από ανάλογες εξιστορήσεις ελληνιστικών παραδόσεων. Ωστόσο και παρά το γεγονός αυτό, οι διηγήσεις και οι βίοι των αγίων γυναικών της Μέσης Βυζαντινής Περιόδου είναι πολύτιμες ιστορικές πηγές για το μελετητή, λόγω των παντοειδών πληροφοριών που περιέχουν για την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική πραγματικότητα και καθημερινότητα της πολύπλοκης αυτής εποχής.
Οι συγγραφείς των αγιολογικών έργων, προκειμένου να περιβάλλουν με ιδιαίτερη αίγλη την εγκωμιαζόμενη αγία και να συγκινήσουν με την υπερβολή το αναγνωστικό τους κοινό και ιδίως το βυζαντινό πιστό, που επιζητούσε και ήθελε να εντοπίζει την παρουσία του υπερφυσικού σ’ όλες τις εκφάνσεις της ζωής του, επεδίωκαν με επινοήσεις, βασισμένες, τις περισσότερες φορές σε αρχαίες παραδόσεις, να τέρψουν και να εξάψουν το θρησκευτικό συναίσθημα του αναγνώστη ή ακροατή τους.
Η επιστημονική αγιολογία που καλλιεργήθηκε στη Δυτική Ευρώπη προσπάθησε να κατοχυρώσει την τιμή που αποδίδεται στους αγίους σε επιστημονικώς αποδεκτές ιστορικές βάσεις. Κατά τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, η προσπάθεια των νεότερων ιστορικών ν’ απομονώσουν τις ιστορικές πληροφορίες των αγιολογικών έργων από τη «λαϊκή φαντασία», στην οποία αποδίδονται και τα θαύματα, είχε ως αποτέλεσμα την προώθηση της έρευνας της βυζαντινής καθημερινότητας και του βυζαντινού υλικού και πνευματικού πολιτισμού. Αν και τα θαύματα ποτέ δε θεωρήθηκαν ως απαραίτητα, επίσημα κριτήρια για την αναγνώριση των αγίων στην Ορθόδοξη Εκκλησία (πολλοί άγιοι και μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας δε θαυματούργησαν στη διάρκεια της ζωής τους ή μετά το θάνατό τους), ωστόσο, και κυρίως απ’ τον 14ο αιώνα, η εκκλησιαστική αρχή, αποδεχόμενη την στην πράξη ισχύουσα λαϊκή αντίληψη, προκειμένου ν’ ανακηρύξει κάποιον άγιο ζητούσε μαρτυρίες για θαύματα που είχαν γίνει με την επίκληση των πρεσβειών του απ’ τους πιστούς. Οι συλλογές με βεβαιωμένες μαρτυρίες για θαύματα οφείλονταν κυρίως στο ότι οι ανακηρύξεις αγίων, εκ μέρους της επίσημης Εκκλησίας, μπορούσαν να αμφισβητηθούν ακόμη και από εκκλησιαστικούς κύκλους, ιδιαίτερα μάλιστα σε περιπτώσεις που ο υποψήφιος άγιος είχε εμπλακεί σε εκκλησιαστικές και πολιτικές διαμάχες (π.χ. η περίπτωση του Γρηγορίου του Παλαμά, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης). Τα θαύματα, σε τέτοιες περιπτώσεις, ήταν η πιο «αποστομωτική» απάντηση.
Μια αξιόλογη διαφοροποίηση που πρέπει να τονιστεί, σε σχέση με την κατηγοριοποίηση των αγίων σε μάρτυρες και οσίους, είναι το γεγονός πως τα θαύματα, ενώ ήταν απαραίτητα για την αναγνώριση της αγιότητας των Οσίων της Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής Περιόδου, δεν υπήρξαν ποτέ απαραίτητη προϋπόθεση αγιοποίησης για τους Μάρτυρες της Πρωτοχριστιανικής περιόδου. Το στοιχείο αυτό, σημειολογικά, φανερώνει το μετασχηματισμό και την «εξέλιξη» της βυζαντινής Εκκλησίας στο πέρασμα του χρόνου: από Εκκλησία, νεοσύστατη και ζέουσα, μεταμορφώνεται σε Εκκλησία καθεστηκυία και συντηρητική. Είναι γνωστό πως στην περίοδο των διωγμών πολλοί χριστιανοί υπέμειναν το «μαρτύριο του αίματος» και θανατώθηκαν. Αργότερα, στα ειρηνικά χρόνια, οι πιστοί αντιμετωπίζουν το επίσης επώδυνο «μαρτύριο της συνειδήσεως», δηλαδή τον συνεχή αγώνα να πετύχουν την εν Χριστώ τελείωση παλεύοντας με τα καθημερινά προβλήματα και τις δυσκολίες της ζωής. Η Επίσημη Εκκλησία εξομοίωσε τα δυο αυτά μαρτύρια και τίμησε εξ’ ίσου τους μάρτυρες με τους οσίους.
Όσον αφορά τη γυναικεία αγιότητα στο Βυζάντιο, αυτή εντοπίζεται σ’ όλες τις περιόδους της Βυζαντινής Ιστορίας και εμφανίζεται ιδιαίτερα έντονη σε εποχές κρίσης όπως οι πρώτοι χριστιανικοί αιώνες και η Εικονομαχία. Στο συγκεκριμένο άρθρο θα εξεταστούν, από ιστορική άποψη και στο βαθμό που περιέχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την καθημερινή ζωή στο Βυζαντινό κράτος, οι ακόλουθοι βίοι αγίων γυναικών:
Ματρώνας Περγηνής
Ματρώνας Χιοπολίτισσας
Μελάνης
Νικαρέτης
Νίνο
Νόννας
Πανσέμνης
Αγριππίνας
Ξανθίππης και Πολυξένης
Ολυμπιάδας
Ιουλίττας
Καλής, Επίχαρις και Θεοδότης Παλαμά
Φεβρωνίας
Πέντε ανωνύμων
Οσίας Μακρίνας

Β 

Αγριππίνα

Η Αγριππίνα, η οποία, σύμφωνα με τον βιογράφο της, καταγόταν από περιφανείς και ισχυρούς γονείς κι είχε προοδεύσει στην πίστη στον Χριστό τόσο ώστε πόθησε την παρθενία, μας «οδηγεί» στον ουρανό και μας ενώνει εκεί με τους χορούς των αγγέλων, μέσω της αρετής της Αγνότητας. Γι’ αυτό λοιπόν πολλές κοπέλες καταφρονώντας τους συγγενείς τους έτρεχαν προς αυτήν και τις άρεσε για την αγάπη του Χριστού να βρίσκονται κοντά της και να ζουν μαζί της. Όμως κι άλλες γυναίκες που κατέχονταν απ’ τον ίδιο ζήλο, προτιμούσαν τον δικό της τρόπο ζωής και κανέναν άλλον, και γι’ αυτό την ακολουθούσαν.
Με την ελεημοσύνη και την προστασία των άλλων (ήταν δηλαδή πηγή τροφής για τους φτωχούς και καρπερό χωράφι και δωρεάν ιατρείο για τους αρρώστους), κέρδισε τη γενική εκτίμηση της χριστιανικής κοινότητας. Συκοφαντείται λοιπόν από τους ειδωλολάτρες ότι αποσπά τα νέα κορίτσια από τους θεούς και τα οδηγεί στον Χριστό, ότι καταφρονεί και δεν υπολογίζει τους νόμους του βασιλιά, ότι δεν σέβεται τους άρχοντες και ότι διακηρύττει δημόσια πως ο Χριστός είναι Θεός και δημιουργός ολόκληρου του σύμπαντος. Την καταδίδουν στον άρχοντα και την οδηγούν σ’ αυτόν, ενώ την συνόδευαν η Βάσσα, η Παύλα και η άριστη Αγαθονίκη. Ο διάλογος που διαμείφθηκε ανάμεσα στην Αγριππίνα και τον άρχοντα έχει ως εξής:
«- Όπως έχει καταγγελθεί, ξεγελάς τα νέα κορίτσια, τα μαζεύεις γύρω σου, τα αναγκάζεις να μένουν αγνά, περιφρονώντας έτσι τον γάμο, ο οποίος είναι δημιουργός ζωής.
- Αψηφώ και σένα και τους θεούς σου και καταφρονώ τον βασιλιά, γιατί οι πρώτοι είναι δαίμονες απατεώνες και ο τελευταίος παράνομος, αφού τίποτε σωστό δεν πρεσβεύει. Τις νέες κοπέλες δεν τις εξαπατώ, τις οδηγώ στον Θεό, όπου ανήκουν και ο οποίος είναι ο πλάστης μας. Διακηρύττω την παρθενία, η οποία μας απομακρύνει από τον κόσμο και μας οδηγεί με την αγνεία στον Θεό, που γεννήθηκε από την Παρθένο, για να σώσει εμάς τους δούλους του. Αυτές είναι, δικαστή, οι απόψεις μου και νομίζω πως είναι σωστές και αληθινές και δεν μπορείς να ισχυρισθείς ότι είναι ψεύτικες.»
Αυτές που την ακολουθούσαν στον δρόμο του μαρτυρίου της, δηλαδή η Βάσσα, η Παύλα κι αυτή που έχει το ίδιο όνομα με την αγαθή νίκη, η Αγαθονίκη, θέλησαν όσο το επέτρεπαν οι περιστάσεις να κηδεύσουν το σώμα της, ενώ ο Θεός ενίσχυε ολοφάνερα τη γυναικεία αδυναμία τους. Τότε ακριβώς η Βάσσα προφήτευσε για τα θαύματα που επρόκειτο να κάνει αυτή και ότι η πορεία τους θα είναι ασφαλής και ότι και οι ίδιες με όμοιο τρόπο θα ακολουθήσουν τον δρόμο του μαρτυρίου. Μετά από ταξίδι ημερών έφτασαν στην ακτή και επιβιβάσθηκαν σ’ ένα πλοίο αμέσως, το οποίο «σαν από θέλημα Θεού» ήταν έτοιμο, κατευθύνθηκαν στη Σικελία και εκεί στο πρώτο ακρωτήριο απέθεσαν το πολύαθλο εκείνο σώμα και ανήγειραν ναό, αφού μερικοί φιλόθεοι τις συνέδραμαν σ’ αυτό το έργο. Τότε λοιπόν γίνεται ένα θαύμα παρόμοιο με κείνο που έκανε ο Χριστός, αφού και εκείνη ήταν μάρτυράς του και εκείνος ήταν Θεός της: Γυναίκα που αιμορραγούσε θεραπεύτηκε. Επίσης, λεπροί που πλησίασαν τον τάφο της καθαρίσθηκαν, δαιμονισμένοι θεραπεύτηκαν, αλλά και κάθε άλλη αρρώστια, όποιου έτρεχε με πίστη προς αυτήν, θεραπευόταν.
Όταν κάποτε πολιόρκησαν το Καστέλλιο της πολίχνης οι «καταραμένοι» Αγαρηνοί «κίνησε» εναντίον τους η μάρτυρας σαν ένα χρυσό περιστέρι και τους κατοίκους τους ασφάλισε με το όπλο του σταυρού και τους εχθρούς εξαφάνισε, ενώ τους πιστούς τους γλίτωσε από τον αφανισμό. Ο επίσκοπος της πολίχνης βλέποντας συνεχώς τέτοια θαύματα, δόξαζε τον Θεό και τη μάρτυρα.
Η Αγαθονίκη, που ήταν παρά πολύ ωραία γυναίκα, μαρτύρησε κι αυτή για την πίστη του Χριστού. Κι ο συγγραφέας της διήγησης συνεχίζει με επίκληση στη μάρτυρα:
«Τώρα που βρίσκεσαι δίπλα στον θρόνο του παμβασιλέα Χριστού, δώρισε στον ορθόδοξο βασιλιά μας, που τιμά τους μάρτυρες, με τις προσευχές σου στον Χριστό, νίκες μεγάλες εναντίον των Αγαρηνών κι όλων των εχθρών, ακατάβλητη δύναμη και ισχύ ανίκητη, να κυριεύει τις χώρες και τις πόλεις τους, να εξολοθρεύει όλον τον στρατό τους, να φωτίζεται από τον νοητό ήλιο, που είναι ο Χριστός, να απολαμβάνει θεϊκά αθέριστα λιβάδια, να μετέχει σ’ όλα τα καλά και να αξιωθεί τη βασιλεία του Θεού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη».

Ανώνυμη A΄

Οι υπερβολές της εικονομαχικής περιόδου είναι εμφανείς στην ακόλουθη διήγηση για το βίο και την πολιτεία ανώνυμης αγίας, η οποία διάλεξε να φυλακιστεί υπομένοντας τις κακουχίες της ειρκτής για χάρη της εικόνας του Χριστού. Εκεί βρήκε εκλεκτούς φυλακισμένους μοναχούς, τριακόσιους σαράντα δύο, από διάφορες περιοχές, άλλους με κομμένες μύτες, άλλους με βγαλμένα μάτια, άλλους με κομμένα χέρια, επειδή δεν υπέγραφαν εναντίον των αγίων εικόνων, κι άλλους με κομμένα αυτιά. Άλλοι έδειχναν τα ίχνη αφάνταστων ξυλοδαρμών, άλλοι έδειχναν τους εαυτούς τους που δεν είχαν καθόλου τρίχες, επειδή τους ξύρισαν οι ασεβείς εικονοκλάστες, ενώ οι πιο πολλοί είχαν τις τίμιες γενειάδες τους καμένες και γεμάτες πίσσα.
Όλοι αυτοί οι Πατέρες δέχτηκαν τον Στέφανο το Νέο, γνωστό άγιο και ομολογητή της εικονομαχικής περιόδου, σαν αρχιποιμένα και σωτήριο καθηγητή, καθώς αυτός τους δίδασκε κι αυτοί του ανέφεραν τους λογισμούς τους. Το διοικητήριο έγινε λοιπόν όμοιο με μοναστήρι, αφού εκεί τελούνταν κάθε μοναχικός κανόνας.
Οι υπεύθυνοι των φυλακών όταν είδαν πράγματι να διασώζει άθικτο το «κατ’ εικόνα Θεού», έναν πραγματικά επίγειο άγγελο, θαμπώθηκαν. Η γυναίκα, πρωταγωνίστρια της διήγησής μας, ακούγοντας απ’ τον άνδρα της τα λόγια: «Χαθήκαμε, γυναίκα, εξαιτίας αυτής της μανίας του βασιλιά», με κατάλληλες ερωτήσεις προς τον άνδρα της, καταφέρνει να μάθει, χωρίς να το καταλάβει αυτός, ολόκληρη τη ζωή του μακαρίου Στεφάνου και κρυφά από τον σύζυγό της μπαίνει στη φυλακή. Βέβαια, κάποτε, η χήρα Σαραφθία πρόσφερε το αλεύρι στον Ηλία, η Σουμανίτης το δωμάτιο της φιλοξενίας στον Ελισσαίο, η μακαριζόμενη στα Ευαγγέλια χήρα πρόσφερε από το υστέρημά της δύο οβολούς στο φιλόπτωχο ταμείο, η Σαμαρίτης πρόσφερε στον ίδιο τον Χριστό από το βαθύ πηγάδι νερό να δροσιστεί. Έτσι κι αυτή, με την ελπίδα της πίστης κάνοντας κάτι παρόμοιο, απέφευγε να γυρίσει στο σπίτι της ταπεινωμένη και ντροπιασμένη παραστέκοντας στις κακουχίες του τον Στέφανο. Ο άγιος της λέει: «Πήγαινε στο καλό, γυναίκα, πήγαινε, γιατί δεν μπορώ να δεχτώ έστω και το παραμικρό από σένα. Δεν περιφρονώ ούτε το φύλο σου, ούτε την αναξιότητά σου. Μη γένοιτο. Εγώ είμαι εντελώς ελεεινός και ανάξιος, όμως κωλύομαι από την εντολή να μην επικοινωνώ με αιρετικούς. Ποτέ ως τώρα δεν επικοινώνησα με χριστιανομάχους εικονοκλάστες αιρετικούς ούτε ποτέ πήρα κάτι από τα χέρια τους». Κι αυτή, θαρρετά, του απάντησε: «Δεν πρόκειται ποτέ, όσιε πάτερ Στέφανε, να καθυβρίσω την εικόνα του Χριστού ή της μητέρας του ή των αγίων. Γνωρίζω βέβαια τι τιμωρία θα λάβουν όσοι τολμήσουν να το πράξουν. Ο άγιος μας πατήρ Γερμανός τους εικονομάχους τους κατέταξε στην κατηγορία εκείνων που έκραζαν. «Άρον, άρον, σταύρωσον» τον Υιόν του Θεού. Γι’ αυτό, έντιμε Πάτερ, αυτό μόνο σου ζητώ, μην αποκαλύψεις στον άνδρα μου και τους συναδέλφους του αυτή μου την πράξη κι εγώ έμπρακτα θα αποδείξω στην οσιότητά σου αυτά που είπα». Τότε ανοίγει το κλειδωμένο μπαούλο της και βγάζει τρεις κρυμμένες εικόνες, της Παναγίας Θεοτόκου που κρατά στην αγκαλιά της τον Υιό της και Θεό, και των κορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου.

Β 

Ανώνυμη Β΄

Όταν όλα τα περίχωρα των Ιεροσολύμων κατακτήθηκαν από τους Πέρσες, συνέβη ένα παράδοξο γεγονός. Τότε έσφαζαν αδιάκριτα όσους εύρισκαν εκεί, ενώ οι εχθροί διάλεγαν όμορφους νέους και αγνές παρθένες για τη σεξουαλική τους ικανοποίηση.
Λοιπόν μια νέα, που πραγματικά είχε νυμφευθεί τον Χριστό, βλέποντας τη ζημιά που πάθαιναν οι αφιερωμένες στον Θεό και νιώθοντας ό,τι και ο Δαβίδ που είπε: «Είδα ανθρώπους να αμαρτάνουν κι έλιωσα», εξουθένωσε τον εαυτό της με την ασιτία. Για δεκαπέντε μέρες ούτε έφαγε ούτε ήπιε τίποτε παρόλο που την πίεζαν πολλοί να το κάνει, κλαίγοντας και αναστενάζοντας συνεχώς εξήντλησε ολόκληρη τη δύναμη του σώματός της. Ήταν βέβαια η πιο όμορφη απ’ όλες όσες ήταν μαζί της. Γι’ αυτό ακριβώς την είχε κρατήσει κοντά του ένας πολύ επίσημος Πέρσης. «Πολλοί είναι αυτοί που καλούνται, λίγοι όμως είναι οι εκλεκτοί». Γι’ αυτό λοιπόν εκείνες έτρωγαν κι έπιναν άφοβα και κατά συνέπεια ανέχονταν τη ντροπή της αμαρτίας τους, μάλιστα παρακινούσαν και κείνη να κάνει το ίδιο. Αυτή όμως με δάκρυα στα μάτια τις περιφρονούσε. Αυτά τα μάθαινε ο αφέντης της και μάνιαζε, δεν της έκανε όμως κακό εξαιτίας της μεγάλης ομορφιάς της. Μερικές κοπέλες που υποκρίνονταν τις τίμιες τελικά την πρόδωσαν και οδηγήθηκε στο μαρτύριο.

Β 

Ανώνυμη Γ΄

«Στην Κόρινθο ζούσε μια αριστοκράτισσα, πεντάμορφη κοπέλα, που ασκούνταν στην παρθενική ζωή. Επαινούσαν ακόμη την ομορφιά της οι καιροσκόποι. Έτυχε να είναι και γυναικάς ο δικαστής και ενθουσιασμένος άκουσε την κατηγορία με τα αλογίσια του αυτιά. Τρελός από τον θυμό του δεν της όρισε ποινή, ούτε τη βασάνισε, αλλά την ξαπόστειλε σε πορνείο και πρόσταξε τον προαγωγό. «Κράτα την και στέλνε μου κάθε μέρα τρία νομίσματα, το μερτικό μου απ’ τη δουλειά της». Τσέπωνε αυτός το χρυσάφι και την πουλούσε σ’ όσους τη λαχταρούσαν. Μόλις κυκλοφόρησε το νέο, οι πορνόβιοι έκαναν ουρά έξω από το σπίτι της αμαρτίας. Πλήρωναν και ετοιμάζονταν να πλαγιάσουν μαζί της. Εκείνη τους εκλιπαρούσε, τους θερμοπαρακαλούσε. «έχω έλκος στ΄ απόκρυφά μου, που τελευταία βρομοκοπάει και φοβάμαι μήπως με σιχαθείτε. Δώστε μου λίγες μέρες και μετά έχετε το ελεύθερο να με έχετε, ακόμη και χωρίς λεφτά».
Βλέπει ο Κύριος τη σωφροσύνη της και βάζει στην ψυχή ενός νεαρού αξιωματούχου, καλού και όμορφου, μεγάλη λαχτάρα να πεθάνει μαρτυρικά. Περασμένα μεσάνυχτα σαν συνηθισμένος πελάτης, μπαίνει στο πορνείο, δίνει στο αφεντικό πέντε χρυσά και του λέει. «Θέλω να περάσω αυτή τη νύχτα μαζί της». Μπαίνει στο ιδιαίτερο δωμάτιό της και της λέει. «Σήκω να γλιτώσεις». Την ξεντύνει και την ντύνει με τα ρούχα του, με το πουκάμισο, τον μανδύα και όλα τελοσπάντων τα ανδρικά ρούχα, και την προστάζει. «Σκεπάσου με την άκρη του μανδύα και βγες». Έκανε το σημείο του σταυρού, βγήκε άσπιλη κι αμόλυντη και σώθηκε. Το όνομα του νεαρού αξιωματούχου ήταν Μαγιστριανός. Ο νεαρός έγινε μάρτυρας δυο φορές, και για τον εαυτό του και για τη μακάρια».
Η παραπάνω διήγηση με τη ζωντάνια, την αληθοφάνεια και την παραστατικότητά της, μας εντάσσει στο κλίμα και την ατμόσφαιρα μιας ιδιαίτερα σκληρής εποχής για το γυναικείο φύλο, καθώς αυτό αντιμετωπίζεται σαν «αγαθό» προς οικονομική εκμετάλλευση.

Β 

Ανώνυμη Γ΄

Κάποιος κλέφτης καταγράφοντας τη σκέψη του διηγείται: «Πριν από δύο μέρες άκουσα ότι η κόρη κάποιου άρχοντα αυτής της πόλης, η οποία ζούσε ασκητικά, πέθανε και θάφτηκε με πολλά ρούχα σ’ ένα μνημείο έξω απ’ την πόλη. Μόλις το έμαθα, ήμουν βλέπεις συνηθισμένος σε κάτι τέτοια, καταφτάνω νύχτα εκεί κι αρχίζω να την ξεντύνω. Όμως, προς μεγάλη μου έκπληξη, φόβο και δέος, το λείψανό της μου απηύθυνε τα ακόλουθα λόγια:
- Δεν ντράπηκες ούτε την κοινή μας φύση. Αν και είσαι χριστιανός, έκρινες καλό να μ’ αφήσεις να παρουσιαστώ στον Θεό έτσι ολόγυμνη χωρίς να ντραπείς το φύλο μου; Δεν σε γέννησε γυναίκα; Δεν βρίζεις έτσι και τη μάνα σου μαζί μου; Ποια απολογία θα δώσεις για μένα, τρισάθλιε, μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού; Όσο ζούσα ξένος άνθρωπος δεν είδε το πρόσωπό μου και τώρα συ μετά τον θάνατο και την ταφή μου με ξέντυσες και είδες γυμνό το σώμα μου. Αν θες να ζήσεις και να γλιτώσεις απ’ αυτόν τον εφιάλτη, δος μου τον λόγο σου, ότι αν σ’ αφήσω να φύγεις, όχι μόνο δεν θα κάνεις ξανά κάτι τόσο σάπιο και βέβηλο, αλλά τώρα δα θα πας, θ’ απαρνηθείς τον κόσμο και θα γίνεις μοναχός».
Έτσι, γι’ άλλη μια φορά το ιδανικό του μοναχού - ασκητή δικαιώνεται και προωθείται στο πλαίσιο της πρώιμης Βυζαντινής κοινωνίας.

Β 

προηγούμενη σελίδα
Σελίδα 1 από 9
επόμενη σελίδα
Β 
Up
Β 
Β 
Β 
Αυτό το ebook είναι της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη και δημοσιεύεται στην Ματιά με την άδεια της. Εμείς από αυτές τις γραμμές θέλουμε να ευχαριστήσουμε θερμά την συγγραφέα του για την άδεια δημοσίευσης που μας έδωσε.
Τα πνευματικά δικαιώματα του ανήκουν στην συγγραφέα του, Αμαλία Κ. Ηλιάδη. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική ή μερική, περιληπτική, κατά παράφραση ή διασκευή και απόδοση του περιεχομένου της έκδοσης με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης, ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του συγγραφέα. (Νόμος 2121/1993 & διεθνής σύμβαση της Βέρνης που έχει κυρωθεί με τον Ν.100/1975).
Για να μάθετε για την Αμαλία Κ. Ηλιάδη κάντε κλικ εδώ.
Β 
Β 
Β 
Περιεχόμενα Βιβλίου
Β 
Δείτε:
Διάφορα
Θρησκεία
Πρόσωπα
Ημέρες
Έγραψαν
Λέξεις
Τόποι
Έθιμα
e-books
Β 
Δείτε επίσης:
Οι Τέχνες ως παράγοντας διατήρησης και ανάκτησης της ψυχικής υγείας του ανθρώπου - Μέρος Α
Οι Τέχνες ως παράγοντας διατήρησης και ανάκτησης της ψυχικής υγείας του ανθρώπου - Μέρος Β
Σημειώσεις στο μάθημα της Ιστορίας της Τέχνης
Αδόλφος Χίτλερ: ο ηγέτης και η εποχή του
Ο θρύλος του θανάτου των Μοναχών
Μαρτυρολόγια και Συναξάρια απ’ τα πρωτοχριστιανικά χρόνια έως τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών
Σχέσεις μητέρας - γιου στο πρώιμο Βυζάντιο
Μουσειοπαιδαγωγική - Μουσείο και Αγωγή
Βερολίνο
Οι Τέχνες ως παράγοντας διατήρησης και ανάκτησης της ψυχικής υγείας του ανθρώπου (Μέρος Γ)
Μετέωρα
Το γυμνό στην Τέχνη
Αρχαιότητα
Το σχολείο ως πολυδύναμος πολιτιστικός οργανισμός
Παλιννόστηση στις γλυκές πατρίδες 1918 - 1922
Οι κανονισμοί των ορφανοτροφείων ΑΡΡΕΝΩΝ-ΠΡΙΓΚΗΠΟΥ και ΘΗΛΕΩΝ-ΧΑΛΚΗΣ 1921
Στοιχεία θεατρικής παιδείας
Γιορτές αγλύκαντες
Αρχαία Ελληνική Μυθολογία
Η ακάνθινη απειλή
Β 
Β 
Β 
Αναζήτηση
Β 
Β 
Β 
Β 
Β 
Β 
Επικοινωνία | Όροι Χρήσης | Πλοηγηθείτε | Λάβετε Μέρος | Δημιουργία και Ανάπτυξη ΆΡΚΕΣΙΣ
Β 
Β