ΓΕΝΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η Ακρόπολη των Αθηνών αποτελεί το κέντρο απ' όπου αναπτύχθηκε η πόλη. Τα παλαιότερα λείψανα ζωής βρέθηκαν στις πλαγιές και την κορυφή του βράχου και χρονολογούνται από τα νεολιθικά χρόνια (3500 π.Χ.). Στην επόμενη περίοδο, ως το 2000 π.Χ., ο συνοικισμός αναπτύσσεται και ακμάζει. Στην τελευταία προϊστορική περίοδο, την Μυκηναϊκή (1600 π.Χ.), η Ακρόπολη, οχυρωμένη πλέον με τα ισχυρά Πελασγικά τείχη, γίνεται έδρα του βασιλιά και περιλαμβάνει τα ανάκτορα του ηγεμόνα και των άλλων ευγενών. Γύρω στα 1200 π.Χ., ακολουθώντας τη μεταβολή που συντελείται σε όλη την Ελλάδα, μετατρέπεται σε θρησκευτικό κέντρο της πόλης, η οποία εξαπλώνεται γύρω από τον «Ιερό Βράχο». Από τα χρόνια εκείνα ωστόσο δεν έχει απομείνει σχεδόν τίποτα. Τα αρχιτεκτονικά λείψανα που στέκουν ακόμα ξεκινούν από την εποχή του Πεισίστρατου (6ος αι.) και φθάνουν ως τα ρωμαϊκά χρόνια. Σημαντικά έργα ανοικοδόμησης έγιναν μετά τα Μηδικά (480 π.Χ.).
Την σημερινή του όμως μορφή και αίγλη την οφείλει κυρίως στην τριακονταετία 450 - 420 π.Χ., όταν ο Περικλής έκτισε τα περισσότερα και μεγαλοπρεπέστερα οικοδομήματα, σε σχέδια και επίβλεψη των επιφανέστερων Ελλήνων καλλιτεχνών της κλασικής αρχαιότητας.
Έκτοτε ελάχιστες μετατροπές (αλλά σημαντικές καταστροφές) υπέστη ο «Ιερός Βράχος». Από το 1835, που αποχώρησαν οι τελευταίοι στρατωνιζόμενοι Βαυαροί του Όθωνα, ο βράχος εκκαθαρίστηκε και αποδόθηκε στην οικουμένη με την πρώτη του λάμψη.
Β
ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ
Τα θέατρα
Βγαίνοντας από το σταθμό «Ακρόπολη» του Μετρό, στο νοτιοδυτικό άκρο του «Ιερού Βράχου», στη συμβολή των οδών Μακρυγιάννη και Διονυσίου Αρεοπαγίτου, πλάι στο παλιότερο Μουσείο, ορθώνεται το σύγχρονο, επιβλητικό όσο και άχαρο Μουσείο της Ακρόπολης. Για χάρη της «επικοινωνίας» του με τον «Ιερό Βράχο» πρόκειται να γκρεμιστούν τρεις νεοκλασικές πολυκατοικίες στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου.
Απέναντι ακριβώς από το Μουσείο και αριστερά από το άγαλμα του στρατηγού Μακρυγιάννη εκτείνετε ο χώρος του σημαντικότερου Αρχαίου Θεάτρου. Το Θέατρο του Διονύσου, χωρητικότητας 17.000 θεατών, που πρωτοκατασκευάστηκε τον 6ο αι. π.Χ. πλάι σε ένα μικρό ναό, στην θέση του οποίου σήμερα βρίσκονται τα ερείπια του Ιερού του Διονύσου Ελευθερέως, φιλοξένησε τις θρυλικές παραστάσεις των μεγάλων μας τραγικών. Το κοίλο του ήταν χωμάτινο και η ξύλινη σκηνή στήνονταν και ξεστήνονταν για τις ανάγκες των θεατρικών παραστάσεων.
Μόνο στην εποχή του Λυκούργου (2ο μισό του 4ου αι. π.Χ.) απέκτησε τη σημερινή λίθινη μορφή του (Ενώ το 61 μ.Χ. ο Νέρων κατασκευάζει νέα σκηνή). Την ίδια εποχή κατασκευάζεται ο νέος μεγαλύτερος ναός του Διονύσου. Ακόμα διαρρυθμίζεται ο χώρος γύρω από το Θέατρο για να στηθούν χορηγικά μνημεία, όπως του Νικία (320 π.Χ.) στα αριστερά της ορχήστρας και του Θρασύλλου (319 π.Χ.) στην κορυφή του κοίλου.
Πλάι στο Θέατρο του Διονύσου βρίσκεται ένα ιδιότυπο σκεπαστό θέατρο, το λεγόμενο «Ωδείο του Περικλέους», στο οποίο λάμβαναν χώρα μουσικοί αγώνες. Το 86 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλας καταστρέφει την Αθήνα και ισοπεδώνει το Ωδείο, το οποίο ξαναχτίζεται τον 1ο αι. μ.Χ. από τον Βασιλιά της Καππαδοκίας Αριοβαρζάνη.
Πίσω από το μνημείο του Νικία, τον καιρό του Περικλή οικοδομήθηκε ένα από τα σημαντικότερα Ασκληπιεία (ιατρείο και ιερό του Ασκληπιού και της Υγείας). Η λατρεία του Ασκληπιού άρχισε το 420 π.Χ. με την οικοδόμηση του μνημείου και συνεχίστηκε μέχρι το τέλος της αρχαιότητας τον 5ο αι. μ.Χ., οπότε και στον χώρο του Ασκληπιείου ιδρύθηκε Χριστιανική Βασιλική, για την οικοδόμηση της οποίας χρησιμοποιήθηκαν πολλά αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη. Στην δυτική πλευρά του Ασκληπιείου υπήρχε κρήνη από τα μυκηναϊκά χρόνια.
Ανάμεσα στο Ασκληπιείο και το μνημείο του Νικία, ξεκινάει η λεγόμενη «Στοά Ευμένους», η οποία καταλήγει στο Ηρώδειο. Η μεγάλη αυτή διώροφη στοά, η οποία κατασκευάστηκε στα χρόνια του Λυκούργου, ανακαινίστηκε εκ βάθρων στα ελληνιστικά χρόνια από τον βασιλιά της Περγάμου Ευμένη τον Β΄ (159 - 157 π.Χ.). Πίσω από την στοά εκτείνονταν ο «Περίπατος». Διασχίζοντας την «Στοά Ευμένους» ή την παράλληλή της οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου φτάνουμε στο νοτιοανατολικό άκρο του Βράχου, όπου αντικρίζουμε το Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού.
Το Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού, που θεμελιώθηκε το 160 μ.Χ. στην μνήμη της γυναίκας του Ηρώδη Ρήγιλλας, έχει ημικυκλική ορχήστρα, διαμέτρου 18.80 μέτρων και το διαμορφωμένο με κερκίδες κοίλο του, διαμέτρου περίπου 80 μέτρων, αρχικά ήταν στεγασμένο. Το μέτωπο της σκηνής είχε την μορφή τριώροφης πρόσοψης με κόγχες, στεγασμένες παρόδους και τρία κλιμακοστάσια, που οδηγούσαν στην σκηνή και το προσκήνιο. Χωρούσε 5.000 περίπου θεατές και χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα για θεατρικές, μουσικές και άλλες εκδηλώσεις.
Τα Προπύλαια
Αφήνοντας πίσω μας το Ηρώδειο, στην συμβολή των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Αποστόλου Παύλου, στρίβουμε δεξιά και διαμέσου της μαρμαροστρωμένης οδού ανηφορίζουμε προς την κυρίως Ακρόπολη. Το πρώτο που αντικρίζουμε είναι τα επιβλητικά και μεγαλοπρεπή, ακόμη και σήμερα, Προπύλαια. Στην είσοδο της Ακρόπολης υπήρχε παλαιότερα ένα απλό πρόπυλο. Ο Περικλής, με σχέδια του Μνησικλέους, κατασκεύασε (437 - 432 π.Χ.) τα λαμπρότερα προπύλαια της αρχαιότητας, φτιαγμένα καθ' ολοκληρίαν από πεντελικό μάρμαρο. Αποτελούνταν από ένα οικοδόμημα αμφιπρόστυλο, με δύο εξάστηλες δωρικές προστάσεις, από τις οποίες η πρώτη στα δυτικά βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο και γι' αυτό ακριβώς στηρίζεται εγκάρσια και με 6 πρόσθετους δωρικούς κίονες (3+3). Τις δύο στοές τις διέσχιζε ένα κοινό κεκλιμένο επίπεδο για τα ζώα της πομπής των Παναθηναίων, ενώ στα δεξιά και αριστερά του επιπέδου αυτού οι στοές συνδέονταν μεταξύ τους με τέσσερα σκαλοπάτια. Δεξιά και αριστερά των Προπυλαίων υπήρχαν 2 συμμετρικές πτέρυγες αλλά όχι απόλυτα όμοιες, από τις οποίες η αριστερή χρησίμευε ως πινακοθήκη. Χαρακτηριστική είναι η έλλειψη αρχιτεκτονικών γλυπτών, ενώ η κατασκευή τους δεν τελείωσε ποτέ εξαιτίας του Πελοποννησιακού Πολέμου.
Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, τον 6 αι. μ.Χ. ένα τμήμα των Προπυλαίων αποτέλεσε χριστιανική εκκλησία, ενώ ο Φλωρεντίνος Ατσαγιόλι (1381- 1395 μ.Χ.) εγκατέστησε τα ανάκτορά του εκεί. Το 1458 μ.Χ. τα Προπύλαια έγιναν κατοικία του Τούρκου Φρούραρχου, ο οποίος εγκατέστησε στο Ερεχθείο το χαρέμι του. Το 1656 μ.Χ. καταστράφηκε η μεσαία στοά των Προπυλαίων, από έκρηξη μπαρούτης που ήταν συγκεντρωμένη εκεί και πήρε φωτιά από κεραυνό.
Πάνω δεξιά των Προπυλαίων δεσπόζει ο μικρός ναός της Αθηνάς Νίκης, ο οποίος είναι γνωστός με το λανθασμένο όνομα «Ναός της Απτέρου Νίκης». Χτίστηκε με σχέδια του Καλλικράτη (427 - 424 π.Χ.) στην θέση του παλιού μυκηναϊκού πύργου. Είναι ένας μικρός ορθογώνιος σηκός (διαστάσεων 5,38x8,27 μ.) με μια είσοδο στα ανατολικά και 4 ιωνικούς κίονες μπροστά του. Για συμμετρία προστέθηκαν και 4 παρόμοιοι στα δυτικά. Αργότερα, το 410 π.Χ., οι Αθηναίοι για λόγους ασφαλείας ύψωσαν στο χείλος του Βράχου ένα προστατευτικό θωράκιο με ανάγλυφες Νίκες. Το θωράκιο αυτό, που έζωνε τον ναό από τις πλευρές του, σώζεται κατά το 1/3 στο Μουσείο της Ακρόπολης. Σε κάθε πλάκα του, παριστάνεται συνήθως μια καθιστή Αθηνά και μπροστά της μια φτερωτή Νίκη, που της προσφέρει ένα τρόπαιο. Αλλού πάλι βλέπουμε Νίκες, που οδηγούν ταύρους για θυσία ή στολίζουν ένα βωμό. Μια Νίκη, που δένει το σανδάλι της, αποτελεί μία από τις τολμηρέστερες συνθέσεις του, συνθέσεις που διέπονται όλες τους από μία ισχυρή φωτοσκίαση. Διαθέτει ανάγλυφη ζωφόρο, το μεγαλύτερο τμήμα της οποίας βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Η ζωφόρος πρέπει να κατασκευάστηκε μετά το 427 π.Χ. και είχε για θέμα της την εποποιία των Αθηναίων στις Πλαταιές. Στην ανατολική όψη παριστάνονταν Συνέδριο των Θεών.
Ο «Ιερός Βράχος»
Βγαίνοντας από τα Προπύλαια ο επισκέπτης της κλασικής εποχής θα αντίκριζε το άγαλμα της Αθηνάς Προμάχου μπροστά ακριβώς από τον αρχαίο Ναό της Πολιάδος Αθηνάς. Η κολοσσιαία αυτή κατασκευή, ύψους 15 μέτρων, που έχει καταστραφεί, ήταν χάλκινη, έργο του Φειδία, φιλοτεχνημένο μεταξύ του 448 και 438 π.Χ.. Μια ιδέα για την μορφή, που μπορεί να είχε το έργο, παίρνουμε από την λεγόμενη Αθηνά Hope Farnese της Νεάπολης.
Αριστερά του αγάλματος, μία μικρή πύλη στο τείχος οδηγεί προς τα σπήλαια της βόρειας πλευράς του Βράχου. Αμέσως μετά συναντάμε την Οικία των Αρρηφόρων.
Τα Αρρηφόρια, εορτή της Αθηνάς Πολιάδας, που ονομάστηκε έτσι από τις τέσσερις Αρρηφόρες κόρες, γιορτάζονταν το καλοκαίρι, το μήνα Σκιροφοριώνα (περίπου Ιούνιο). Οι Αρρηφόρες έμεναν στην Ακρόπολη πολλούς μήνες, φορώντας άσπρη εσθήτα και χρυσά κοσμήματα, και δύο από αυτές ύφαιναν τον πέπλο της Αθηνάς για την εορτή των Παναθηναίων. Στην εορτή των Αρρηφορίων έβαζαν στο κεφάλι κάνιστρα, που τους έδινε η Ιέρεια της Αθηνάς, και τα έφερναν στον Ιλισό, κάτω από το Ιερό της εν Κήποις Αφροδίτης, όπου έπαιρναν άλλα κάνιστρα, που τα έφερναν σκεπασμένα στην Ακρόπολη. Μετά την τελετή, άλλες έπαιρναν την θέση τους. Η τελετή αποτελούσε συμβολική έκφραση ευχαριστιών προς την Θεά για την δροσιά -σύμβολο γονιμότητας- που υποτίθεται πως έπαιρναν οι κόρες από το υπόγειο του Ιλισού, για αυτό τις έλεγαν και Ερσηφόρους, από την Έρση, κόρη του Κέκροπα και προσωποποίηση της Δροσιάς.
Απέναντι από την οικία των Αρρηφόρων, στενά συνδεδεμένος με το Ερεχθείο και τον αρχαίο ναό της Αθηνάς Πολιάδος βρισκόταν ο Ναός της Πανδρόσου. Η Πάνδροσος, μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του Κέκροπα, αδελφή της Έρσης και της Αγραύλου και μητέρα του Κήρυκα από τον Ερμή, λατρεύονταν εκεί μαζί με την Αθηνά.
Δίπλα ακριβώς στον Ναό της Πανδρόσου και μπροστά από τις Καρυάτιδες του Ερεχθείου διακρίνονται εύκολα τα θεμέλια ενός μεγάλου Ναού, που πρέπει να έγινε γύρω στο 570 π.Χ., και αποτελούσε τον παλιότερο Ναό της Πολιάδος Αθηνάς, το ιερότερο κτίριο των Αθηνών όλων των εποχών. Έχουν σωθεί τα γλυπτά των αετωμάτων του, ο γνωστός «τρισώματος δαίμων» και τα λιοντάρια από πωρόπετρα, που βρίσκονται στο Μουσείο της Ακρόπολης. Οι διάδοχοι του Πεισίστρατου ξανάχτισαν τον παλιό Ναό της Πολιάδος Αθηνάς (γύρω στο 520 π.Χ.) και τον στόλισαν με μαρμάρινα εναέτια γλυπτά. Τμήμα της γιγαντομαχίας του αετώματος βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο της Ακρόπολης. Πριν από τους Περσικούς πολέμους, υπήρχαν πολλά κτίρια, ναοί και θησαυροί. Μετά την καταστροφή του 480 π.Χ., όταν οι Αθηναίοι ξαναγύρισαν στην πόλη τους, καθάρισαν τον χώρο, επισκεύασαν το δυτικό μισό του Ναού της Πολιάδος, για να στεγάσουν προσωρινά το «διιπετές» (ουρανόπεμπτο, όπως οι περίφημες αχειροποίητες εικόνες της Παναγίας) ξόανο της Θεάς, και έθαψαν στα φυσικά κοιλώματα του Ιερού Βράχου όλα τα κομμάτια των γλυπτών, που τα βρήκε ύστερα από 24 περίπου αιώνες (1885 - 1891 μ.Χ.) ο Π. Καββαδίας, στην περίφημη «Περσική Επίχωση» και στολίζουν σήμερα το Μουσείο της Ακρόπολης.
Το Ερεχθείο
Πίσω από τον Ναό της Πανδρόσου, στενά συνδεδεμένο με αυτόν και με τον αρχαίο Ναό της Πολιάδος Αθηνάς, βρίσκεται, το διασημότερο μετά το Παρθενώνα, κτήριο της Ακρόπολης, το Ερεχθείο. Ο Ερεχθεύς, μυθικός βασιλιάς της Αθήνας, διάδοχος του Κέκρωπα, γιος του Ηφαίστου και της Γης, είχε ανατραφεί στην Αθήνα, και θεωρούνταν ιδρυτής των Ελευσίνιων Μυστηρίων, της γιορτής των Παναθηναίων και εφευρέτης του Τεθρίππου άρματος. Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, τους θεσμούς αυτούς ίδρυσε ο Εριχθόνιος, που θεωρούνταν πατέρας του Ερεχθέα. Τον Ερεχθέα και όλη του την οικογένεια εξόντωσε ο Ποσειδών, που είχε εξοργιστεί για τον θάνατο του Ευμόλπου, αρχηγού των Ελευσίνιων, τους οποίους είχε νικήσει ο Ερεχθέας. Στην θέση, που θεωρούσαν τάφο του, στην Ακρόπολη, έστησαν οι Αθηναίοι το Ερεχθείο. Λόγω της κλίσης του εδάφους αλλά και των διαφόρων ιερών σημείων, καθώς και της συνύπαρξης πολλών θεών και ηρώων, το Ερεχθείο απέκτησε μία πολύπλοκη και ιδιαίτερη μορφή.
Είναι ένας ιωνικός ναός, αφιερωμένος στην Αθηνά Πολιάδα, τον Ποσειδώνα Ερεχθέα (είναι συχνό το φαινόμενο νεότεροι θεοί να προσλαμβάνουν το όνομα παλαιότερης θεότητας, την οποία εξοντώνουν. Π.χ. Πύθιος Απόλλων), στον Κέκρωπα και τον Ερεχθέα. Το κυρίως σώμα του ναού, με προσανατολισμό ΑΔ αποτελείται από μία εξάστηλη ιωνική στοά, που οδηγεί από μία κεντρική πόρτα στο τμήμα του κτηρίου, που ήταν αφιερωμένα στην Αθηνά Πολιάδα και βρίσκεται στο ψηλότερο επίπεδο. Στα βόρεια, προς την πλευρά της Αρχαίας Αγοράς, υπάρχει μία μεγαλοπρεπής πρόσταση με έξι ιωνικούς κίονες, που από μία εξαιρετικά περίτεχνη είσοδος, οδηγεί στο τμήμα το αφιερωμένο στον Ποσειδώνα Ερεχθέα. Από εδώ οδηγούμαστε σε δύο κεντρικά διαμερίσματα, αφιερωμένο στο Ήφαιστο και τον τοπικό ήρωα Βούτο αντίστοιχα, καθώς και σε ένα υπαίθριο χώρο, το Πανδρόσιο (προς τα Δυτικά), όπου υπήρχε η Ιερή Ελιά της Αθηνάς. Όλα αυτά σε χαμηλότερο επίπεδο. Στα νότια τέλος του κτηρίου, προς την πλευρά του Παρθενώνα, ανοίγεται η πασίγνωστη πρόσταση των 6 κορών (4+1+1), από όπου μία γυριστή σκάλα μας οδηγεί πάλι στο χώρο τον αφιερωμένο στον Ποσειδώνα.
Οι κόρες (αλλιώς Καρυάτιδες) πατούν σε ένα ψηλό πόδιο, και βαστάζουν τριταινιωτό επιστήλιο και ιωνικό γείσο. Η δεύτερη από τα αριστερά, βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Οι 6 Κόρες δεν δείχνουν καθόλου να υποφέρουν από το υπερκείμενο βάρος. Φορούν όλες τους δωρικό χιτώνα και πλάστηκαν από το 421 - 413 π.Χ., από τον Καλλίμαχο ή τον Αλκαμένη. Σε αυτόν ακριβώς τον χώρο, βρίσκεται κατά την παράδοση ο τάφος του Κέκροπα.
Το μνημείο αντικατέστησε οριστικά, τον παλιό ναό της Αθηνάς Πολιάδος τμήμα του οποίου και καλύπτει. Χτίστηκε στα χρόνια 421 - 406 π.Χ., με πολλές διακοπές, από άγνωστους μας αρχιτέκτονες (ίσως από τον Μνησικλή και τον Καλλίμαχο).
Το υλικό που χρησιμοποιήθηκε είναι πεντελικό μάρμαρο, εκτός από την γκρίζα ελευσινιακή πέτρα, που χρησιμοποιήθηκε για φόντο της ζωφόρου του, που περιτρέχει εξωτερικά ολόκληρο το κτήριο, με εξαίρεση την πρόσταση των καρυάτιδων. Ο δημιουργός της ζωφόρου παραμένει άγνωστος, παρόλου που γνωρίζουμε από επιγραφή τα ονόματα των επτά τεχνιτών, που λάξεψαν τις φιγούρες για 60 δραχμές την κάθε μία τους. Το θέμα της ζωφόρου ήταν σχετικό με τον ντόπιο μύθο του Εριχθόνιου. Κατασκευάστηκε το 409 - 407 π.Χ. και βρίσκεται στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Στα χριστιανικά χρόνια, το μνημείο είχε μετατραπεί σε εκκλησία.
Πίσω από το Ερεχθείο βρίσκεται η αρχαία μυκηναϊκή άνοδος και νοτιότερα πίσω από τον αρχαίο ναό της Αθηνάς Πολιάδος ο Βωμός της Αθηνάς. Στην συνέχεια, συναντάμε το Τέμενος του Διός Πολιέως, ενώ δίπλα από το τέμενος, πίσω ακριβώς από τον Παρθενώνα στα Ρωμαϊκά Χρόνια (προ του 14π.Χ.) χτίστηκε κυκλικός μονόπτερος ιωνικός ναΐσκος, αφιερωμένος στον Αύγουστο και στην Ρώμη.
Στο ανατολικό άκρο του Βράχου είναι το σημείο από όπου έπεσε ο στρατιώτης τυλιγμένος με την Ελληνική Σημαία, για να μην την παραδώσει στους γερμανούς εισβολείς το 1941. Στο ίδιο σημείο ο Μανώλης Γκλέζος και ο Λάκης Σάντα στα χρόνια της κατοχής υπέστηλαν την γερμανική σημαία και ανέβασαν την Ελληνική. Δίπλα βρίσκονται τα εργαστήρια της αρχαιολογικής υπηρεσίας και το πρόχειρο Μουσείο της Ακρόπολης.
Ο Παρθενώνας
Στρεφόμενος δυτικά ο επισκέπτης, στο νότιο κεντρικό τμήμα του Βράχου αντικρίζει το μεγαλοπρεπή και ανεπανάληπτο Ναό της Παρθένου Αθηνάς, τον Παρθενώνα.
Ήδη την περίοδο 488 - 480 π.Χ. είχε αρχίσει να χτίζετε ο πρώτος Παρθενώνας, που όμως εγκαταλείφθηκε, λόγω της περσικής επιδρομής. Από την περσική καταστροφή σώθηκε μόνο το πώρινο κρηπίδωμα του ναού αυτού, επάνω στο οποίο θεμελιώθηκε το 447 π.Χ. ο Παρθενώνας. Τα σχέδια ήταν του Ικτίνου, που συνεργάστηκε με τον Καλλικράτη, αλλά την γενική εποπτεία την είχε ο Φειδίας, που μαζί με τους συνεργάτες μαθητές του, Αλκαμένη, Αγοράκριτο, Καλλίμαχο και άλλους, σχεδίασε και εκτέλεσε τον εκπληκτικό γλυπτό διάκοσμο του Ναού, τα δύο αετώματα, την ζωφόρο και τις μετόπες.
Οι καθαρά οικοδομικές εργασίες για τον Παρθενώνα θα πρέπει να κράτησαν από το 447 έως το 438 π.Χ., χρονιά που έγιναν και τα εγκαίνια του. Ο πλαστικός του διάκοσμος εντούτοις δουλεύονταν έως το 432 π.Χ. Πρόκειται για έναν περίπτερο ναό δωρικού ρυθμού, με αρκετές παραλλαγές από τον ιωνικό ρυθμό προκειμένου να λυθούν ορισμένα κατασκευαστικά και καλλιτεχνικά προβλήματα. Οι διαστάσεις που επιλέχθηκαν τελικά για το στυλοβάτη (το εμφανές πάτωμα του ναού) είναι 30,880 x 69,503 μ. (σχέση πλάτους με μήκος 4:9). Το υλικό που χρησιμοποιήθηκε ήταν πεντελικό μάρμαρο (αν εξαιρέσουμε το προϋπάρχον και αφανές πώρινο κρηπίδωμα και τα ξύλινα δοκάρια της οροφής του σηκού).
Οι δωρικοί κίονες του πτερού ήταν 8 x 17, αναλογίας 5,5 προς την διάμετρο της βάσης, και είχαν κλίση προς τους άξονες του κτιρίου, έτσι που αν προεκτείνονταν υποθετικά θα σχημάτιζαν μία πυραμίδα ύψους 1782,13 μέτρων. Στις βαθμίδες του κρηπιδώματος και του στυλοβάτη παρατηρείτε βέλος καμπυλότητας 0,06 μέτρων. Έτσι αν ο στυλοβάτης προεκτείνονταν υποθετικά, θα προέκυπτε ένα κύκλος διαμέτρου 3,5 μιλίων. Καμπύλα είναι ακόμη και τα μέτωπα του επιστυλίου και του θριγκού.
Το διάζωμα (ανώτερο τμήμα, ακριβώς κάτω από την στέγη) του ναού ήταν διακοσμημένο με 92 μετόπες (παραλληλόγραμμες ανάγλυφες πλάκες, που χωρίζονταν μεταξύ τους από τα τρίγλυφα). Από τις 92 μετόπες ένα μέρος σώζεται στην αρχική του θέση πάνω στο κτίριο, σε κακή όμως κατάσταση (οι περισσότερες σφυρηλατήθηκαν από τους Χριστιανούς των παλαιοχριστιανικών χρόνων, τότε που ο Παρθενώνας είχε μετατραπεί σε ναό της Παναγίας), και ένα άλλο μέρος σε καλή κατάσταση στο Βρετανικό Μουσείο, (κυρίως της νότιας πλευράς), που δεν έδιναν πολύ στόχο και γι' αυτό δεν καταστράφηκαν.
Τα θέματα των μετοπών είναι: Στα ανατολικά (14) Γιγαντομαχία, στα βόρεια (32) Ιλίου Πέρσις, στα δυτικά (14) Αμαζονομαχία και στα νότια (32) Κενταυρομαχία.
Θα πρέπει να κατασκευάστηκε ανάμεσα στα χρόνια 448 - 444 π.Χ. Κατασκευαστές των μετοπών θεωρούνται ο Μύρων, ο Κολώτης και ο ίδιος ο Φειδίας, που σύμφωνα με τον Langlotz έχει δώσει τα δικά του χαρακτηριστικά στο πρόσωπο του Κενταύρου, που εικονίζεται στην τέταρτη νότια μετόπη.
Από την στέγη του ναού, που αποτελούνταν από ξύλινες δοκούς, σώζονται μόνο τα δύο αετώματα, που ήταν από μάρμαρο και είχαν μήκος 28,35 μέτρα και ύψος 3,45 μέτρα. Ήταν ανάγλυφα και οι περισσότερες μορφές βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, μερικές στο Μουσείο της Ακρόπολης και κάποιες του ανατολικού αετώματος στην αρχική τους θέση. Πρέπει να δουλεύτηκαν στα χρόνια 438 - 432 π.Χ.
Το ανατολικό είχε για θέμα την γέννηση της Θεάς Αθηνάς. Οι Θεοί, που γεμίζουν σε διάφορες στάσεις τον εναέτιο τριγωνικό χώρο, παρακολουθούν κατάπληκτοι το μέγα θαύμα. Αριστερά μας ο Ήλιος σηκώνεται με το τέθριππο άρμα του από την θάλασσα, δεξιά μας η Σελήνη βασιλεύει με το άρμα της στην θάλασσα. Η σκηνή τοποθετείται αμέσως μετά την δαιμονική γέννα: Η Θεά της Σοφίας μόλις έχει ξεπηδήσει πάνοπλη από το κεφάλι του Δία. Από τις μορφές της σύνθεσης αυτής ξεχωρίζουν ο μισοξαπλωμένος Διόνυσος της αριστερής γωνίας, το σύμπλεγμα Κόρης, Δήμητρας και Άρτεμης, που αποδίδεται στον Κρησίλα, το σύμπλεγμα Λητώς, Διώνης και Αφροδίτης, που το δούλεψε ο Αγοράκριτος και το κεφάλι του αλόγου από το τέθριππο της Σελήνης στην δεξιά γωνία και εγώ.
Το δυτικό αέτωμα παρουσίαζε την έριδα Αθηνάς - Ποσειδώνα για την κατάκτηση της Αττικής. Η σκηνή αμέσως μετά την μυθική μονομαχία: Ο Ποσειδώνας έχει χτυπήσει τον Βράχο με την τρίαινα του και αναβλύζει η αλμυρή πηγή. Η Αθηνά έχει καρφώσει το δόρυ της στην άγονη αττική γη, και βλασταίνει η Ιερή Ελιά. Οι δύο κύριες μορφές πισωδρομούν σε σχήμα V στο κέντρο του εναέτιου χώρου, που καταλαμβάνεται ολόκληρος από τοπικούς θεούς και ήρωες. Αξιοπρόσεκτες οι μορφές του μισοξαπλωμένου Κηφισού (ή Ιλισού) της αριστερής γωνίας (Βρετανικό Μουσείο), της Ίριδας (Βρετανικό Μουσείο) και του Ποσειδώνα (Μουσείο Ακρόπολης).
Προχωρώντας προς τα μέσα, στο κυρίως σώμα του ναού, συναντάμε την πρώτη παραλλαγή. Στην κορυφή της τοιχοποιίας τοποθετήθηκε ζωφόρος, που συνήθως συναντάται στο διάζωμα ιωνικού ναού. Η ζωφόρος κατασκευάστηκε μεταξύ των ετών 442 - 438 π.Χ., έχει μήκος 160 μέτρα, ύψος 1,006 μέτρα και για θέμα της την πομπή των Παναθηναίων. Πάνω από 360 ανθρώπινες μορφές (ανάμεσα τους 12 Θεοί και 10 ήρωες), περισσότερα από 200 ζώα (άλογα, κριάρια και αγελάδες), σαν ένα ποτάμι που τρέχει χωρίς διακοπή, χωρίς καθορισμένη τάξη, αλλά και χωρίς αταξία παίρνουν μέρος σε αυτή την μεγαλειώδη πορεία.
Στην δυτική πλευρά (προς τα Προπύλαια) βλέπουμε την προετοιμασία της πομπής στον Κεραμικό (το τμήμα αυτό σώζεται στην θέση του στο κτίριο). Η πομπή ξεκινάει από την νοτιοδυτική γωνία, που βλέπει προς το Ηρώδειο, για να καταλήξει με δύο άνισα σκέλη στην ανατολική όψη του. Ιππείς χαλιναγωγούν τα ανυπόμονα άλογά τους. Σε ένα ιπποδαμαστή, που με βία συγκρατεί το αφινιασμένο άλογό του, ο Buschor «αναγνωρίζει» το πορτρέτο του Φειδία. Στις δύο μακριές πλευρές, την βόρεια και την νότια, παρελαύνουν από μπροστά μας ιππείς, αρματοδρόμοι, θεωροί και κοσμήτορες της πομπής, μουσικοί, νέοι που κουβαλούν αναθήματα, βουαγοί (αυτοί που οδηγούν τα βόδια). Τους τελευταίους πρέπει να τους σμίλεψε κάποιος μεγάλος τεχνίτης, πιθανότατα ο Φειδίας. Το λειτούργημα που εκτελούν αυτή τη στιγμή τους έχει κυριολεκτικά συνεπαρμένους. Στην κύρια, τέλος, την ανατολική όψη του κτιρίου, οι Ολύμπιοι Θεοί, υψηλοί προσκεκλημένοι της γιορτής, κάθονται σε δίφρους, και συνομιλούν μεταξύ τους αδημονώντας για την αργοπορία της πομπής. Ο Δίας, η Ήρα, η Ήριδα στο κέντρο της πλευράς. Η Αθηνά και ο Ήφαιστος (την πλάκα αυτή την αποδίδουν στο Κολώτη). Ο Ποσειδώνας, ο Απόλλωνας και η Άρτεμη (λείπουν οι κατεστραμμένες φιγούρες της Αφροδίτης και του Έρωτα). Αυτή την πλάκα, που βρίσκεται στο Μουσείο της Ακρόπολης, πρέπει να την σμίλεψε ο Αλκαμένης. Ο Άρης, η Δήμητρα, ο Διόνυσος και ο Ερμής (έργο του Αγοράκριτου). Δύο κοπέλες διφροφόρες. Η Ιέρεια και ο θησαυροφύλακας της Θεάς, που δίνει σε ένα παιδί τον πέπλο της Θεάς. Τέσσερις Μυθικοί Ήρωες. Και τέλος η πλάκα των «Αρρηφόρων Παρθένων» (Μουσείο Λούβρου), που αποδίδεται στον Φειδία.
Κάτω ακριβώς από αυτήν την παράσταση των Θεών βρίσκεται η κεντρική είσοδος του Ναού. Ο Πρόναος με έξι κίονες εν παραστάσει οδηγεί στο σηκό, ο οποίος χωρίζεται σε τρία μέρη από διπλή δίτονη (διώροφη) κιονοστοιχία από δωρικούς κίονες σε σχήμα Π (αριθμός κιόνων 10 x 5). Το κεντρικό «κλίτος» εξαιρετικά φαρδύ για να χωρέσει το λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς, το οποίο δέσποζε στο χώρο. Το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Παρθένου στοίχισε στον Φειδία 10 χρόνια δουλειάς. Το συνολικό του ύψος μαζί με το βάθρο ήταν 12 μέτρα. Το ανάγλυφο της βάσης ιστορούσε την γέννηση της Πανδώρας. Η Θεά φορούσε «περιαιρετό» χιτώνα, που ήταν από καθαρό χρυσάφι και ζύγιζε 44 τάλαντα (1.152 κιλά). Στο δεξί της χέρι, που στηρίζονταν σε ιωνικό κίονα, υποβάσταζε τη Νίκη, το ύψος της οποίας ήταν 1,90 μέτρα. Το αριστερό της χέρι, στηρίζονταν σε ασπίδα, στην εξωτερική επιφάνεια της οποίας υπήρχε ανάγλυφη Αμαζονομαχία, ενώ στην εσωτερική ήταν ζωγραφισμένη Γιγαντομαχία. Το καλύτερο αντίγραφο του έργου αυτού, παρά τις μικρές διαστάσεις του (υψ. 1,05 μ.) είναι η λεγόμενη «Αθηνά Βαρβακείου», στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας.
Πίσω από το σηκό βρισκόταν ο «κυρίως Παρθενώνας», ένας ιδιαίτερος και μικρότερος σε διαστάσεις χώρος, στην θέση του άδυτου των αρχαιοελληνικών ναών, ανοιχτός μόνο προς την πίσω πλευρά με δύο ζευγάρια πανύψηλους ιωνικούς κίονες στο κέντρο του, χρησίμευε ως θησαυροφυλάκιο του Ναού. Εκεί φυλάσσονταν τα πολύτιμα αναθήματα και οι θησαυροί της Αθηναϊκής Πολιτείας.
Έξω από τον Παρθενώνα, απέναντι ακριβώς από τον οπισθόναο, που είχε την ίδια μορφή με τον πρόναο, στην άκρη του τείχους πάνω από το Ηρώδειο βρισκόταν η Χαλκοθήκη. Όπως φανερώνουν τα θεμέλια της την αποτελούσαν μία ευρύχωρη αίθουσα (41 x 15 μ) και μία μακρόστενη στοά (βάθους 3,5μ) με 17 κολώνες. Το κτίσμα ήταν κατασκευασμένο μερικώς από Πειραϊκό λίθο και από υλικά προπερσικών οικοδομών της Ακρόπολης. Είναι έργο του 400 περίπου π.Χ. Χρησίμευε ως αποθήκη του «κυρίως Παρθενώνα» και σύμφωνα με καταλόγους που βρέθηκαν, σε αυτή την Χαλκοθήκη φυλάσσονταν διάφορα χάλκινα αναθήματα προς την Παρθένα Αθηνά και πολλά πολεμικά όπλα, δηλαδή 1.500 λακωνικές ασπίδες, λόγχες και θώρακες και οι τριακόσιες περσικές ασπίδες, τις οποίες έστειλε ο Μέγας Αλέξανδρος από τα λάφυρα της μάχης στο Γρανικό, με την περίφημη αναθηματική επιγραφή «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΛΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΑΠΟ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΤΗ ΑΣΙΑ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝΤΩΝ». Η Χαλκοθήκη, ως εξάρτημα του Παρθενώνα συνδέονταν με αυτόν με μεγάλη σκάλα και διατελούσα υπό την επίβλεψη των ταμιών της Θεάς.
Πίσω από την Χαλκοθήκη, δίπλα ακριβώς στα Προπύλαια, συναντάμε το Τέμενος της Βραυρωνίας Αρτέμιδος, το οποίο ίδρυσε κατά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. ο Πεισίστρατος.
Αφήνοντας στα αριστερά μας την Χαλκοθήκη και το Τέμενος, διασχίζουμε τα Προπύλαια και αφήνουμε πίσω μας τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Δια μέσου της οδού Αποστόλου Παύλου, μπορούμε να κατηφορίσουμε προς το Θησείο και να απολαύσουμε τον καφέ μας σε ένα από τα αναρίθμητα στέκια του, με θέα την Ακρόπολη!