Αρχική Ματιά
Νέο στη Ματιά
Β  Β 
Β 
Β 
Β 
E-books...
Αρχική Βιβλιοθήκης
...Αδόλφος Χίτλερ:
ο ηγέτης και η εποχή του!
Για να επιστρέψετε στα e-books πατήστε εδώ! Για να επιστρέψετε στην Βιβλιοθήκη πατήστε στην εικόνα της Βιβλιοθήκης!
Β 
Β 

Αδόλφος Χίτλερ: ο ηγέτης και η εποχή του
ή
Το ατομικό ως έκφραση του συλλογικού και το αντίστροφο

Β 

προηγούμενη σελίδα
Σελίδα 9 από 31
επόμενη σελίδα

Β) Η πρώτη «μάχη»

«Ο Πόλεμος του 70» και ο πόλεμος... του μικρού Αδόλφου! – Ο μικρός αυστριακός που αναγνωρίζει ως πατρίδα του τη Γερμανία. – Μπλέ κρινάκια και πετροπόλεμος – 1899: Λέσιντιγκ, Λίντς. – Ο μικρός Χίτλερ ανακαλύπτει πως έχει ταλέντο ζωγράφου. – Μια διαφωνία: καλλιτέχνης ή δημόσιος υπάλληλος; - Ο Αλοίσιος... κηρύττει δικτατορία! – Ο χειρότερος μαθητής του σχολείου. – Ο παγγερμανιστής δόκτωρ Παίτζ – Γουλιέλμος Τέλλ και Λόεγκριν».

Όπου και αν πήγαινε, στους περιπάτους του μαζί με τα’ άλλα παιδιά, στις εκδρομές του, στα δάσος, το βράδυ στο κρεβάτι του, ο Αδόλφος εννοούσε να κουβαλάει παντού μαζί του, το αγαπημένο του βιβλίο.
Δεν ήταν παρά μια έκδοση κοινότατη, κάποιου εικονογραφημένου λαϊκού περιοδικού. Κι όμως μέσα από τις κακοτυπωμένες σελίδες του βιβλίου ηχούσαν πολεμικοί παιάνες, ακούγονταν κλαγγές όπλων, στρατιωτικά παραγγέλματα, κραυγές θριάμβου, κραυγές νίκης, που μεθούσαν με μια πρωτοφανέρωτη γοητεία την ψυχή του μικρού παιδιού.
Και σήμερα ακόμη ο Χίτλερ ομολογεί ότι εξάσκησε τεράστια επίδραση επάνω στο πνεύμα του το βιβλίο εκείνο. Ξύπνησε μέσα του τον ενθουσιασμό για τη μάχη, τον έφερε στην πρώτη επαφή με το στρατιωτικό πνεύμα.
Μολονότι εν τω μεταξύ συνέβη ο Ευρωπαϊκός πόλεμος στον οποίο μάλιστα θριάμβευσε και ο ίδιος ο Χίτλερ καθώς θα δούμε παρακάτω, δεν λησμόνησε εν τούτοις τα πατριωτικά ιδεώδη που είχε κεντήσει μέσα στην ψυχή του το βιβλίο εκείνο. Γι’ αυτό και αργότερα θα επιβάλει σε διαφόρους εκδότες να κάνουν εκδόσεις του ίδιου έργου προς χρήση των μικρών μαθητών.
Την εποχή εκείνη, λοιπόν, ο μικρός Χίτλερ δεν αρκούταν να ενθουσιάζεται μόνος του με το διάβασμα της ιστορίας του Γαλλογερμανικού πολέμου. Εννοούσε να διδάσκει και στα παιδιά της παρέας του όλα όσα διάβαζε μέσα στο βιβλίο αυτό. Μάζευε τους φίλους του – τους μικρούς «οπαδούς» του μάλλον – σε μια πλατεία του Λάμπαχ, και κατακόκκινος από τον ενθουσιασμό, με τα μαλλιά ανάκατα, με το βλέμμα ρεμβώδες, τους πληροφορούσε πως κάποτε η Γερμανία είχε συντρίψει τους Γάλλους ύστερα από μια σειρά ηρωικών μαχών... τους διάβαζε, με άλλα λόγια, αποσπάσματα από το βιβλίο που είχε μάθει απ’ έξω!
Συγχρόνως όμως, τον... έπιανε και το παράπονο:
- Γιατί να μη μετάσχει σ’ αυτόν τον πόλεμο και η Αυστρία; Τους έλεγε σφίγγοντας τις μικρές του γροθιές σαν να έβαζε στον εαυτό του αυτό το ερώτημα. Γιατί να μη μετάσχουν στον πόλεμο οι Γερμανικές επαρχίες της Αυστρίας, τουλάχιστον; Μήπως δεν ρέει καθάριο γερμανικό αίμα και μέσα στις φλέβες των κατοίκων τους;...
Ύστερα από τη «θεωρία» – από την αγόρευσή του, δηλαδή – άρχιζε η εφαρμογή.
Χώριζε την παρέα του σε δύο στρατόπεδα: σε «γάλλους» και σε «γερμανούς». Οι «γάλλοι» είχαν καθήκον να νικηθούν από τους «γερμανούς». Αναλάμβανε ο ίδιος την αρχηγία των Γερμανών – φυσικά – αναθέτοντας την αρχηγία των «γάλλων» σε κάποιον άλλο. Και σε λίγο ο πόλεμος άρχιζε!
Το Λάμπαχ... αναστατωνόταν ολόκληρο κατά τη διάρκεια του... γαλλο-γερμανικού αυτού πολέμου. Οι μικροί πολεμιστές χρησιμοποιούσαν το κάθε τι ως πολεμοφόδιο: μήλα, πατάτες, τούβλα, πέτρες, ξύλα... Έπαιρναν, κατόπιν, τους δρόμους: Έτρεχαν σαν δαιμονισμένοι, ξεσήκωναν όλο τον κόσμο στο πόδι με τις φωνές τους, έκαναν τα σκυλιά να γαβγίζουν και κατέληγαν στην πλατεία του σχολείου όπου βρισκόταν το υποτιθέμενο Παρίσι.
Εκεί γινόταν η τελευταία μάχη.
Το Παρίσι έπεφτε στην πρώτη έφοδο, οι Γερμανοί μπαίνουν μέσα νικητές και τροπαιούχοι και ο Γουλιέλμος ανακηρυσσόταν αυτοκράτορας!
Οι περισσότεροι από τους παλιούς αυτούς πολεμιστές είναι σήμερα σημαίνοντες εθνικοσοσιαλιστές του Λάμπαχ. Και περίμεναν, καθώς λένε, να ξαναζωντανέψει η παιδική τους ζωή, να επαναληφθεί, δηλαδή, ο πόλεμος του 1870 και οι Γερμανοί, υπό την πραγματική αρχηγία του Χίτλερ αυτή τη φορά, να μπουν στο Παρίσι...
Ο ίδιος ο Χίτλερ, στην Αυτοβιογραφία του, αναφέρει ότι από την εποχή που είχε διαβάσει την ιστορία των γερμανικών θριάμβων του 1870, δεν ονειρευόταν παρά μάχες και γερμανικές νίκες. Για ν’ αποκτήσει μάλιστα τις ίδιες φιλοδοξίες η μελλοντική γενιά, τα διάφορα «Εγχειρίδια για τους Νέους» που κυκλοφόρησαν αργότερα στη Γερμανία δεν παρέλειψαν να τονίσουν και να επιμένουν ιδιαιτέρως στο σημείο αυτό της Νεότητας του Χίτλερ.
Είπαμε πως ένα μεγάλο παράπονο κατείχε την ψυχή του νεαρού Χίτλερ: γιατί οι γερμανοί της Αυστρίας να μη συνεισφέρουν στον θρίαμβο των γερμανικών όπλων του 1870 όπως και οι γερμανοί της Βαυαρίας π.χ.;... Έτσι, την ίδια εκείνη εποχή αντιμετώπισε ένα από τα σπουδαιότερα προβλήματα της ζωής του, το πρόβλημα της καταγωγής του.
Είχε γεννηθεί σε έδαφος αυστριακό, ο Αδόλφος Χίτλερ, αισθανόταν όμως σαν ένας βέρος Γερμανός. Ποια διαφορά άραγε, συλλογιζόταν, να υπάρχει μεταξύ ενός Γερμανού της... Γερμανίας; Μια ζήλεια έκαιγε την καρδιά του γιατί δεν είχε κι αυτός την ευτυχία ν’ ανήκει στο κράτος του Βίσμαρκ. Κρίνοντας από τον εαυτό του εύρισκε πως δεν ήταν σωστό όλοι οι Γερμανοί να μην είναι ενωμένοι, να μην είναι συσπειρωμένοι, για να κυριαρχήσουν σ’ όλο τον κόσμο όπως πίστευε ότι ήταν ο προορισμός στους...
Από τότε ρίζωσε μέσα του η ιδέα του Παγγερμανισμού, του Αυστρο-γερμανισμού μάλλον, που κυριάρχησε αργότερα σε κάθε σκέψη του, σε κάθε ενέργειά του σε κάθε δράση του.
Όταν αντίκρυζε καμιά γερμανική στολή, κανενός δημοσίου υπαλλήλου ή και κανενός τελωνοφύλακα ακόμη, η καρδιά του σκιρτούσε. Όπως πάλι, περήφανος καθώς ήταν για την Γερμανική του καταγωγή, αγανακτούσε τρομερά όταν άκουγε τους Τσέχους, τους Μαγυάρους ή τους Σλοβένους συμμαθητές του να μιλούν τη γλώσσα τους.
Όταν πάλι γιορτάζονταν τσέχικες ή σλοβενικές γιορτές στο Λάμπαχ ή στο Λίντς, ο Χίτλερ μαζί με τ’ άλλα γερμανόπουλα έβγαιναν επιδειχτικά στους δρόμους μ’ ένα μπλε κρινάκι στο καπέλο ή στην μπουτονιέρα. Αυτό το μπλε κρινάκι ήταν το σημείο της αναγνώρισής τους. Ήθελαν να δείξουν έτσι στους «αλλοφύλους», ότι ανήκαν σε μία άλλη ιδεολογία, σε μία άλλη πατρίδα που μισούσε τη φυλή εκείνη που γιόρταζε.
Αλλά και οι «αλλόφυλοι» δεν χώνευαν την προκλητική αυτή στάση του «μικρού αρχηγού» και των οπαδών του. Μόλις αντίκριζαν τα «μπλε κρινάκια» τα υποδέχονταν με πετροπόλεμο. Οι «μικροί Γερμανοί» - άλλο που δεν ζητούσαν! – ανταπέδιδαν τα ίσα, και έτσι ακολουθούσαν συρράξεις- αιματηρές πολλές φορές.
Ο πατέρας του Χίτλερ όταν μάθαινε τα καινούργια αυτά κατορθώματα του τρομερού γιου του, γινόταν έξω φρενών φαινομενικά όμως μόνο... Γιατί στο βάθος της ψυχής του αγαπούσε κι αυτός τη Γερμανία. Κι αυτός ένιωθε τον εαυτό του περισσότερο Βαυαρό παρά Αυστριακό.
Πολλές φορές μάλιστα οδηγούσε ο ίδιος τον γιό του, μαζί με άλλα «συμπατριωτάκια» του, στις Εθνικές Γερμανικές γιορτές. Και μαζί τους, το βράδυ, σιγοτραγουδούσε στο σπίτι του το «Ντόϋτσλαντ-ούμπερ-άλλες!», τον ύμνο αυτό του Παγγερμανισμού.
Φθάνουμε, έτσι, στα 1899. Ο μέλλων Φύρερ είναι πλέον έντεκα χρονών. Ο πατέρας του, γέρος πια, πήρε τη σύνταξή του, κι εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του σ’ ένα αγροτικό σπιτάκι στο Λέοντιγκ κοντά στο Λίντς.
Εκεί μεταβλήθηκε σε τέλειο αγρότη. Άφησε πλέον – θέλοντας και μη, άλλωστε – τις ερωτοδουλιές και ασχολούταν αποκλειστικά με την καλλιέργεια των λαχανικών του μικρού του κήπου, και με την περιποίηση των μελισσιών του. Ζούσε, έτσι μια ζωή ήρεμη και ξέγνοιαστη – εντελώς αντίθετη από τη ζωή που ζούσε ο μικρός γιος του.
Γιατί αν και είχε μεγαλώσει πλέον, ο Αδόλφος δεν είχε αλλάξει εν τούτοις χαρακτήρα. Δεν εννοούσε να σοβαρευτεί. Εξακολουθούσε να είναι πάντα νευρικός, οξύθυμος, φαντασμένος, με μια λέξη: ανυπόφορος! Όπως γράφει ο βιογράφος του Μπέκλερ: «...έκανε παρέα με τα νεώτερά του παιδιά – πράγμα που δεν ήταν τόσο φυσικό. Τον ικανοποιούσε όμως η συντροφιά τους, επειδή οι μικροί ήταν πάντοτε πρόθυμοι να υπακούουν στις διαταγές του- και όπως στο Λάμπαχ, να γίνονται ευχαρίστως άλλοτε μεν γερμανοί και άλλοτε γάλλοι στρατιώτες, κατά το κέφι του αρχηγού τους».
Ο γερο-τελωνοφύλακας, ωστόσο, δεν εννοούσε να παραμελήσει και την μόρφωση του παιδιού του. Στα κλασσικά λύκεια δεν έτρεφε καμιά εκτίμηση. Με το απλοϊκό του μυαλό, τα λατινικά, τα αρχαία ελληνικά και τα περιττά πράγματα με τα οποία γέμιζαν τα κεφάλια των μικρών μαθητών, τα θεωρούσε ως άχρηστους σχολαστικισμούς». Γι’ αυτό έστελνε τον Αδόλφο, δύο φορές την εβδομάδα, στο Πρακτικό Λύκειο του Λίντς.
Στο σχολείο αυτό, ο μικρός Αδόλφος έδειξε κάποια κλίση στην ιχνογραφία. Του άρεσε να ζωγραφίζει με το μολύβι διάφορα τοπία, να μουντζουρώνει επάνω σε υφάσματα διάφορα σχέδια... Στην αρχή, η ασχολία αυτή τον διασκέδαζε. Σιγά-σιγά όμως του έγινε μανία... Κι έτσι, ανακάλυψε πως είχε ταλέντο ζωγράφου. Η ανακάλυψη αυτή τον ενθουσίασε: τελείωσε, θα γινόταν ζωγράφος! Καταλάβαινε πως έτσι φτωχός και άσημος όπως ήταν, μόνο ως καλλιτέχνης μπορούσε να διαπρέψει, να γίνει διάσημος!
Ο γερο-Χίτλερ όμως δεν συμμεριζόταν καθόλου το είδος αυτό της φιλοδοξίας του γιου του. Ο κρυφός του πόθος ήταν να δει μια μέρα τον Αδόλφο του... δημόσιο υπάλληλο! Κατά τον γερο-τελωνοφύλακα, δημόσιος υπάλληλος του γερμανικού κράτους ήταν... το άκρον άωτον της «κοινωνικής βαθμίδος!». Και προσπαθούσε να μεταδώσει τις αντιλήψεις του αυτές και στον γιό του. απλοϊκός καθώς ήταν, του εξεθείαζε, για να τον πείσει, όλα τα πλεονεκτήματα του «σίγουρου» αυτού σταδίου που εξασφαλίζει σ’ όποιον το ακολουθήσει μια ισόβια σύνταξη που τον κάνει ίσο μ’ έναν πραγματικό εισοδηματία, αλλά και... τις μεγαλοπρεπείς στολές των γερμανών δημοσίων υπαλλήλων.
- Για σκέψου!... του έλεγε. Θα υπηρετείς μια τιμημένη θρυλική Δυναστεία που δόξασε την πατρίδα σου! Αυτό δεν μιλά στην ψυχή σου; Δεν είσαι «γερμανός», λοιπόν!
Ελάτε όμως που ο μικρός Αδόλφος ήταν μεν «γερμανός», αλλά... δεν εννοούσε με κανένα τρόπο να «υπηρετεί» κανένα, και που εύρισκε πως ήταν προτιμότερο να περάσει κανείς τη ζωή του στη φυλακή παρά να συμπληρώνει έντυπα δημοσίων γραφείων!
Έτσι, όπως ο ίδιος θα πει αργότερα με την πολιτική του φρασεολογία, «από τότε είχε προσχωρήσει στην αντιπολίτευση!». Επαναστατούσε, δηλαδή, μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής του εναντίον των αντιλήψεων του πατέρα του...
- «Μπορεί να κρίνει κανένας -γράφει ο ίδιος στην Αυτοβιογραφία του- ποια εντύπωση έκανε το επάγγελμα του δημοσίου υπαλλήλου σ’ ένα παιδί που ήταν... το αντίθετο ακριβώς απ’ ότι εκφράζουν οι άνθρωποι συνήθως όταν λένε: «να ένα καλό παιδί!». Τα σχολικά μου μαθήματα μου έπαιρναν πολύ λίγο χρονικό διάστημα την ημέρα. Περνούσα τον καιρό μου περισσότερο έξω, στο φως του ήλιου, παρά μέσα στο σχολείο. Και όταν τώρα οι πολιτικοί μου αντίπαλοι σκαλίζουν τη νεανική μου ζωή με σκοπό να της βρουν τρωτά, ευχαριστώ τον Θεό που μου δίνουν την αφορμή να ξαναζήσω τα ευτυχισμένα εκείνα χρόνια. Λιβάδια και δάση ήταν οι τόποι όπου περνούσα τις ημέρες μου. Γιατί ούτε και η είσοδός μου στο πρακτικό λύκειο του Λίντς άλλαξε καθόλου το καθημερινό πρόγραμμα της ζωής μου».
Η πατρική ρητορεία για τα πλεονεκτήματα της δημοσιοϋπαλληλικής ζωής έδινε λοιπόν στα νεύρα του μικρού Χίτλερ. Και για να ξεσκάσει το ‘σκαζε απ’ το σχολείο του και πήγαινε να παίξει μαζί με την παρέα του, στα χωράφια του Λίντς, τους Μπόερς, αφού την εποχή εκείνη διεξαγόταν ο πόλεμος των Άγγλων εναντίον των Μπόερς, που είχε ξυπνήσει στον Αδόλφο τα πολεμοχαρή του ένστικτα.
Μια μέρα, εντούτοις, αποφάσισε να δώσει ένα τέλος στους διαπληκτισμούς με τον πατέρα του: πήρε, δηλαδή, την τρομερή απόφαση να του δώσει μια κατηγορηματική απάντηση, γιατί ο γερο-Χίτλερ ήταν πραγματικός σατράπης μέσα στο σπίτι του. Δε δεχόταν όχι μόνο αντιλογία να του φέρουν, αλλά ούτε γνώμη να ‘χει άλλος κανένας εκτός απ’ αυτόν. Ο Αδόλφος, ωστόσο, του δήλωσε ορθά-κοφτά, ότι δεν εννοούσε με κανένα τρόπο να γίνει δημόσιος υπάλληλος και να κάθεται απ’ το πρωί ως το βράδυ μπροστά σ’ ένα γραφείο: ότι είχε αποφασίσει να γίνει ζωγράφος!
Ο πατέρας του, μόλις άκουσε την απόφαση αυτή του γιου του, τα ‘χασε, τον κοίταξε ταραγμένος: Άρχισε να φοβάται μήπως ο Αδόλφος είχε τρελαθεί.
Ο Αδόλφος, όμως, επέμενε στην αρχική του επιθυμία, αν και είχε αρχίσει κάπως να χάνει το θάρρος του, εξαιτίας της έντονης πατρικής δυσαρέσκειας. Ο πατέρας δεν έβρισκε, ούτε κατανοούσε το λόγο που ο γιος του ήθελε να γίνει ζωγράφος και ο γιος του, απ’ την αντίπερα όχθη, αισθανόταν μέσα του μια μυστική φωνή που τον καλούσε σ’ αυτή τη θεσπέσια εικαστική τέχνη. Ένιωθε πως είχε ταλέντο, αν και με δειλία το υπερασπιζόταν μπροστά σ’ έναν μαινόμενο πατέρα. Στη σκηνή αυτή παρευρισκόταν και η κυρία Χίτλερ. Σιωπηλή πάντα και αποτραβηγμένη στη γωνιά της, δεν πολυκαταλάβαινε περί τίνος επρόκειτο. Η ίδια, άλλωστε, δεν είχε τίποτα εναντίον της ζωγραφικής. Όταν μάλιστα πληροφορήθηκε ποια ήταν περίπου η δουλειά ενός ζωγράφου, της φάνηκε πολύ ευχάριστο επάγγελμα για το γιό της να φτιάχνει πορτρέτα και να ζωγραφίζει μάχες. Που να τολμήσει όμως να εκφράσει τη γνώμη της μπρος στο φοβερό άνδρα της! Ο γερο-τελωνοφύλακας, άλλωστε, δήλωσε αυστηρά και με ύφος μη επιδεχόμενο αντίρρηση πως η ζωγραφική δεν αποτελούσε, οπωσδήποτε, επάγγελμα από το οποίο θα μπορούσε να ζήσει άνθρωπος.
Άς ακούσουμε, τώρα, τι λέει ο ίδιος ο Φύρερ, αργότερα, για τον καυγά του εκείνον με τον πατέρα του.
- «Η αλήθεια είναι -ομολογεί- ότι οι συνέπειες της “διενέξεως” εκείνης δεν ήταν και πολύ ευχάριστες. Ο πατέρας μου είχε πικραθεί, κι εγώ λυπόμουνα γι’ αυτό γιατί τον αγαπούσα πολύ. Μου έκοψε κάθε ελπίδα να μάθω ζωγραφική. Αλλά κι εγώ δεν άκουσα την απαγόρευση με απάθεια. Δήλωσα ότι δεν εννοούσα πλέον να συνεχίσω τις σπουδές μου. Περιττό να προσθέσω ότι με τη δήλωση αυτή χειροτέρευσα τη θέση μου: ο πατέρας μου, μπρος στη νέα τροπή των πραγμάτων, κήρυξε δικτατορία!».
Από τη μέρα εκείνη, ο Χίτλερ αποφάσισε ν’ αντιδράσει με άλλο τρόπο προς την θέληση του πατέρα του: δεν θα του ξανάκανε, βέβαια, κουβέντα για τη ζωγραφική. Θα κήρυσσε όμως... «λευκή απεργία» σ’ όλα τα μαθήματα που δεν είχαν σχέση με τη ζωγραφική! Έτσι, ήλπιζε πως ο πατέρας του θ’ αναγκαζόταν από τη βία των πραγμάτων, να τον αποτραβήξει από το σχολείο και να ομολογήσει εμπράκτως την ήττα του: να τον στείλει, δηλαδή, να τελειοποιηθεί σε καμιά ειδική σχολή «σχεδίου» για να γίνει επαγγελματίας ζωγράφος.
Το αποτέλεσμα της νέας του αυτής «τακτικής» δεν άργησε να εκδηλωθεί: ο Αδόλφος σε λίγο είχε μεταβληθεί σ’ έναν από τους χειρότερους μαθητές του σχολείου του. σ’ όλα τα μαθήματά του -εκτός απ’ την αγαπημένη του ζωγραφική, φυσικά- έπαιρνε ελεεινούς βαθμούς... Ο πατέρας του, βέβαια, στενοχωριόταν, βλέποντας τα μηδενικά που του κουβαλούσε θριαμβευτικά κάθε τόσο ο γιος του. Συγχρόνως όμως, και οι συμμαθητές του μικρού Αδόλφου, που δεν μπορούσαν να εμβαθύνουν στους λόγους της αμέλειάς του, άρχισαν... να τον περιφρονούν.
Αυτό ωστόσο δεν συνέφερε στον Αδόλφο. Δεν εννοούσε να χάσει την επιρροή του στους συμμαθητές του, να παύσει απ’ το να είναι ο «μικρός αρχηγός» τους, απ’ το να είναι πάντοτε ο πρώτος σε όλες τις εκδηλώσεις της τάξης και βλέποντας ότι ένεκα της αμέλειάς του κινδύνευε να τα χάσει όλα αυτά, αποφάσισε... ν’ αναθεωρήσει κάπως την τακτική του: να διαβάζει ιστορία και γεωγραφία, τουλάχιστον, και να παίρνει καλούς βαθμούς στα μαθήματα αυτά.
Το αποτέλεσμα της νέας του αυτής τακτικής ήταν -καθώς ομολογεί ο ίδιος- να γίνει εθνικιστής και να μάθει όχι μονάχα την ιστορία, αλλά και το βαθύτερο νόημά της, να εισδύει δηλαδή στη φιλοσοφία της, να βγάζει μοναχός του συμπεράσματα και διδάγματα από τα ιστορικά γεγονότα.
Σαν να είχαν συνωμοτήσει τα πάντα για να διαπλάσουν το χαρακτήρα του όπως... ήταν μοιραίο να διαπλαστεί, ο Φύρερ έτυχε να έχει τότε ως καθηγητή της ιστορίας κάποιον Λεοπόλδο Παίτς, έναν φανατικό παγγερμανιστή, που έτρεμε από ενθουσιασμό φθάνει να άκουγε μόνο το «Ντόϋτσλαντ-ούμπερ-άλλες»!
Τον περίφημο αυτόν ιστορικό τον λάτρευε σαν είδωλο ο Χίτλερ και οι άλλοι Γερμανοί συμμαθητές του. Με δάκρυα στα μάτια παρακολουθούσαν τις παραδόσεις του, και η μικρή τους καρδιά σκιρτούσε όταν τους υμνούσε τη δόξα της μακρινής τους πατρίδας.
- Αυτός ο άνθρωπος -λέει ο ίδιος ο Χίτλερ- έδωσε σ’ ολόκληρη την κατόπιν ζωή μου όλες της τις κατευθύνσεις, αυτός μ’ έκανε επαναστάτη από τότε... αυτός μ’ έκανε να νιώσω πως η σωτηρία του παγγερμανισμού θα σήμαινε τη διάλυση της Αυστρίας!...
Γιατί ο δόκτωρ Παίτς, χαμηλώνοντας τη φωνή -δίδασκε σε αυστριακό σχολείο, βλέπετε... - έλεγε ακόμη στους μικρούς Γερμανούς μαθητές του ότι το εξωτερικό δηλητήριο υπέσκαπτε σιγά-σιγά το γερμανικό έθνος, ότι η Βιέννη μέρα με τη μέρα γινόταν μια πόλη όλο και λιγότερο γερμανική... ότι ο οίκος των Αψβούργων ευνοούσε φανερά τα συμφέροντα των Τσέχων... κι ότι οι Γερμανοί της Αυστρίας θα μπορούσαν να ξαναποκτήσουν την ανεξαρτησία τους μονάχα όταν θα διαλυόταν το αυστριακό κράτος.
Στο Λίντς, ο Χίτλερ είδε και για πρώτη φορά θέατρο. Τι θέατρο όμως! Πρώτα είδε τον «Γουλιέλμο Τέλλο». Ένιωσε την καρδιά του να χτυπάει δυνατά στην εκδήλωση της πατριωτικής αυτοθυσίας του ήρωα... Ύστερα από λίγους μήνες, έτυχε να περάσει από το Λίντς ένας μεγάλος μελοδραματικός θίασος. Θα έδινε μια παράσταση του «Λόεγκριν» του μοναδικού μελοδράματος του Βάγκνερ που μπορούσε να παιχτεί την εποχή εκείνη σε μία επαρχία.
Οι γονείς του αποφάσισαν να τον στείλουν για ν’ απολαύσει το αριστούργημα αυτό της γερμανικής μουσικής. Ο Χίτλερ όμως εννοούσε να πάρει μαζί του και τους μικρούς οπαδούς του. Αφού γέμισε λοιπόν τις τσέπες του με σάντουιτς, επί κεφαλής του μικρού στρατού του διευθύνθηκε στο θέατρο. Τι κοσμοσυρροή ήταν αυτή... Αναγκάστηκε να σταθεί στην «ουρά» ώρες ολόκληρες μπρος στο ταμείο, για να αγοράσει εισιτήρια. Τέλος, κατά τις έξη το απόγευμα, οι πόρτες της πλατείας άνοιξαν. Ο Χίτλερ μαζί με την θορυβώδη παρέα του όρμησαν μέσα στην αίθουσα. Μερικοί θεατές θέλησαν να διαμαρτυρηθούν. Ποιος τους άκουγε όμως: εκείνη τη στιγμή η αυλαία σηκώθηκε και το έργο άρχιζε...
Από την πρώτη στιγμή ο Χίτλερ ένιωσε να κυριεύεται από έναν αφάνταστο ενθουσιασμό. Θαρρούσε πως μέσα από τους μουσικούς ήχους του έργου του μιλούσε η ίδια η ψυχή της Γερμανίας... Παρακολουθούσε την παράσταση μεθυσμένος από την γοητεία, τρέμοντας από τη συγκίνηση.
Εκείνο το βράδυ έφυγε τελευταίος από το θέατρο. Θαρρούσε πως ζούσε σ’ ένα όνειρο... Κι επί πολλές ημέρες η ψυχή του τού επαναλάμβανε σαν μυστική ηχώ την εξαίσια μουσική που είχε ακούσει...
Βρισκόταν διαρκώς σε μία έξαλλη κατάσταση.
Καταλάβαινε περισσότερο από κάθε άλλη φορά ότι ήταν πλασμένος για να γίνει μεγάλος καλλιτέχνης!
Να ξαναμιλήσει στον πατέρα του για το ζήτημα αυτό δεν είχε καμιά όρεξη. Περίμενε... Κάποτε θα παρουσιαζόταν μια ευκαιρία για να επιβάλει σε όλους το ταλέντο του...

Αδόλφος Χίτλερ: ο ηγέτης και η εποχή του

Γ΄) Στη Βιέννη.

Ο θάνατος του πατέρα.- Νέοι καβγάδες.- Ελεύθερος!...-Η Κλάρα Χίτλερ δέχεται την αξίωση του γιού της: Ο Αδόλφος θα γίνει καλλιτέχνης.- Βιέννη.- Στην Ακαδημία των Καλών Τεχνών.- «Δεν έχετε κανένα ταλέντο!».- Η Κλάρα Χίτλερ πεθαίνει.- Δεκαοκτώ χρονών προστάτης οικογένειας.

Στις 3 Ιανουαρίου του 1903 ο Αλοίσιος Χίτλερ πέθανε.
Υπάρχουν δύο εκδοχές για το θάνατό του:
Σύμφωνα με άλλους, προσβλήθηκε από αποπληξία. Άλλοι όμως ισχυρίζονται ότι ο γερο-τελωνοφύλακας, μια μέρα που χιόνιζε πολύ και που παρά τις συστάσεις της γυναίκας του, βγήκε περίπατο -μήπως την είχε ακούσει ποτέ στη ζωή για να την ακούσει και τώρα- έπαθε από ψύξη και ξεψύχησε πριν καν προφθάσει να γυρίσει στο σπίτι του.
Λένε μάλιστα ακόμη ότι όταν η καημένη η Κλάρα Χίτλερ αντίκρισε το πτώμα του ανδρός της, συγχύστηκε τόσο πολύ ώστε λίγο έλειψε να πάθει κι αυτή συγκοπή από τη συγκίνησή της.
Ο Αλοίσιος Χίτλερ, οπωσδήποτε, κηδεύτηκε μ’ όλη τη μεγαλοπρέπεια που ταίριαζε σ’ έναν δημόσιο υπάλληλο κάτοχο ενός κομματιού γης -ένα πρόσωπο σπουδαίο, δηλαδή, για την περιφέρεια- και θάφτηκε στο νεκροταφείο του Λέοντιγκ. Πολλοί επισκέπτονται και σήμερα ακόμη τον τάφο του πατέρα του Φύρερ.
Επάνω στην μαρμάρινη πλάκα βρίσκονται πάντα λουλούδια. Και, στο κέντρο του μαρμάρινου σταυρού, βλέπει κανένας, μέσα σε μια κοιλότητα σκεπασμένη με γυαλί, κάποια φωτογραφία ξεθωριασμένη από τον καιρό... το πορτραίτο ενός ανθρώπου με ύφος μεγαλοπρεπές, με παχιές φαβορίτες, με ένα βλέμμα αυταρχικό... το πορτραίτο του ανθρώπου που έδωσε στην Γερμανία τον σημερινό πανίσχυρο αρχηγό της...
Ύστερα από τον θάνατο του ανδρός της, τον οποίο λάτρευε κυριολεκτικά, η κυρία Χίτλερ δε μπορούσε να μείνει πλέον μέσα στο σπιτάκι του Λέοντιγκ. Θαρρούσε πως κάθε γωνιά του, κάθε αντικείμενό του, της μιλούσε για εκείνον... ο κήπος, όπου περνούσε τις περισσότερες ώρες του, το σπουδαστήριό του...
Η ερημιά την βάραινε... Και αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Λίντς, όπου νοίκιασε ένα μικρό σπιτάκι. Σύμφωνα με το νόμο διορίστηκε κηδεμόνας του Αδόλφου. Και η ζωή ξανάρχισε να κυλά.
- «Στην επιφάνεια -γράφει ο Χίτλερ στη βιογραφία του- τίποτα δεν είχε αλλάξει. Η οικογένεια όμως είχε χάσει το δρόμο της. Επί πολλές εβδομάδες η χήρα, συντετριμμένη από τη θλίψη της είχε παρατήσει το νοικοκυριό της και την φροντίδα των παιδιών της».
Κατόπιν όμως, όταν συνήλθε, θεώρησε πως είχε καθήκον, αφού δε ζούσε ο άνδρας της για να επιβάλει στα παιδιά του τις απόψεις του για το στάδιο που όφειλαν να εκλέξουν, να επιβάλει αυτή τις αντιλήψεις του. Και ξανάρχισαν οι τσακωμοί με τον Αδόλφο.
Γιατί ο Αδόλφος φυσικά, περισσότερο από κάθε άλλη φορά δεν είχε τώρα όρεξη να κάνει παρά του κεφαλιού του. Με πείσμα δήλωνε ότι είχαν σωθεί πια τα ψέματα ότι θα γινόταν καλλιτέχνης. Τελείωσε!
Όταν τον άκουγαν, η μητέρα του έκλαιγε από την απελπισία της, και οι αδελφές του κατέβαζαν τα μούτρα τους από το κακό τους.
Κάθε εμπόδιο όμως, αντί να τον απελπίσει έκανε τον Αδόλφο να πεισματώνει ακόμη περισσότερο. Κι οι καβγάδες αυτοί με τη μητέρα του και τις αδελφές του θα διαιωνίζονταν, εάν δεν συνέβαινε ένα γεγονός που μετέβαλε άρδην την κατάσταση.
Η υγεία του Αδόλφου είχε αρχίσει να παρουσιάζει κάτι πολύ περίεργα και ανησυχητικά φαινόμενα. Το απόγευμα τον έπιαναν εξάψεις, γύριζε κατακόκκινος από το σχολείο, είχε γίνει ευερέθιστος, τσακωνόταν με το παραμικρό με όλο τον κόσμο.
Στην αρχή η μητέρα του υπέθεσε ότι επρόκειτο περί υπερκοπώσεως μόνο. Το σχολείο, πράγματι τον κούραζε -ήταν φανερό αυτό- ψυχικά και σωματικά...
Επιχείρησε να τον κρατήσει λίγο καιρό κοντά της, να τον κάνει να ηρεμίσει. Τίποτα όμως: τα συμπτώματα δεν υποχωρούσαν. Αναγκάστηκε τότε να φωνάξει ένα γιατρό. Και ο γιατρός δε δυσκολεύτηκε να διαγνώσει ότι ο Αδόλφος βρισκόταν στα πρόθυρα της φυματίωσης.
- Προφυματική κατάσταση!... είπε. Οι πνεύμονές του είναι ευπαθέστατοι.
Είχε πάρει ένα ύφος τόσο εμβριθές που η δυστυχισμένη Κλάρα τα έχασε.
- Και είναι πολύ σοβαρό αυτό; Υπάρχει κίνδυνος γιατρέ μου;
Ο γιατρός πήρε ένα ύφος ακόμη πιο μακάβριο.
- Χμ...Υπάρχει βέβαια κίνδυνος… Δεν μπορώ να σας το κρύψω... Η κατάσταση του νέου είναι σοβαρή... πολύ σοβαρή μάλιστα!..
- Τι πρέπει να γίνει; Γιατρέ μου, πέστε μου, για το Θεό... Τι πρέπει να γίνει για να σωθεί.
- Για να θεραπευτεί -ή μάλλον για να γλιτώσει από βέβαιο θάνατο- χρειάζεται καθαρό αέρα... Πρωτίστως όμως, άμεση διακοπή των μαθημάτων του, τουλάχιστον επί ένα χρόνο!
Ο μικρός Χίτλερ που παρευρισκόταν στη σκηνή αυτή, ένιωσε την καρδιά του να χοροπηδάει από τη χαρά της.
- Να λείψω ένα χρόνο από το σχολείο; Φώναξε. Μα τότε πως θα μπορέσω να πάρω το δίπλωμά μου για να γίνω δημόσιος υπάλληλος;...
Ο γιατρός έριξε μια ματιά γεμάτη αγανάκτηση σ’ όλη τη συγκεντρωμένη οικογένεια:
- Δημόσιος υπάλληλος; Είπε. Σοβαρά σκέπτεσθαι να τον κάνετε δημόσιο υπάλληλο; Να τον καταδικάσετε, δηλαδή, στην καθιστική ζωή του γραφείου, μέσα σε μία ατμόσφαιρα ανθυγιεινή; Μα με την κράση που έχει, θα είναι σα να τον στέλνετε μια ώρα νωρίτερα στον τάφο!
Ο Αδόλφος αναστέναξε με ανακούφιση. Δεν είχε δώσει σημασία στα λόγια που είχε πει ο γιατρός για την υγεία του, στο ότι κινδύνευε να γίνει φθισικός. Από όλη τη στιχομυθία του γιατρού με τη μητέρα του, ένα πράγμα μόνο είχε νιώσει, που τον γέμιζε χαρά, ότι θα εκπληρωνόταν το όνειρό του, ότι δεν θα γινόταν δημόσιος υπάλληλος!
Η μητέρα του δεν μπορούσε βέβαια να παρακούσει τις συμβουλές του γιατρού.
Έτσι, ο Αδόλφος αποχαιρέτησε το πρακτικό λύκειο με ενθουσιασμό, με ζητωκραυγές!...
- Ήταν πλέον ελεύθερος...
Η καημένη η Κλάρα Χίτλερ δεν εννοούσε πλέον να χαλάσει χατίρι στο μοναχογιό της, «που είχε δει το χάρο με τα μάτια του», όπως έλεγε.
Ο Αδόλφος αντελήφθη την αδυναμία αυτή της μητέρας του και αποφάσισε να την εκμεταλλευτεί. Λίγες μέρες μετά την επίσκεψη του γιατρού της πρόβαλε τη μεγάλη του αξίωση: εννοούσε να πάει, χωρίς αναβολή πια, στη Βιέννη για να παρακολουθήσει μαθήματα ζωγραφικής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Η άμοιρη γυναίκα ένιωσε την καρδιά της να ραγίζει στην απαίτηση αυτή του γιου της. Μπορούσε να του φέρει όμως αντίρρηση, να τον συγχίσει πάλι και να επιδεινώσει ίσως την κατάσταση της υγείας του; Όχι. Ας έφευγε λοιπόν καλύτερα, ας έκανε το κέφι του, φτάνει να του ‘βγαινε σε καλό... Κι έτσι, αντί ν’ αρχίσει τους καβγάδες μαζί του, όπως άλλοτε, τον φίλησε, του έδωσε την ευχή της, κι ο Αδόλφος, τρισευτυχισμένος, άρχισε να ετοιμάζεται. Με πόση λαχτάρα περίμενε τη στιγμή που θα βρισκόταν στη Βιέννη, που θα παρουσιαζόταν στη Σχολή, που θα έδινε τις εισιτήριες εξετάσεις του... Ήταν 15 χρόνων τότε. Πήρε μαζί του τα διάφορα σχεδιάσματά του -πως θα έτριβαν τα μάτια τους οι καθηγητές απ’ το θαυμασμό όταν θα τα έβλεπαν- κι έφυγε για την μεγάλη, αυτοκρατορική πόλη.
Όταν έφθασε στη Βιέννη τά ΄χασε. Πρώτη φορά έβλεπε μια τόσο λαμπρή πολιτεία. Τα επιβλητικά της σπίτια, τα μεγαλοπρεπή της κτίρια και κέντρα, οι δρόμοι, τα φώτα, η κίνηση - όλα αυτά του φαινόντουσαν σαν ένα όραμα βγαλμένο απ’ τα παραμύθια της Χαλιμάς! Ξεχωριστή εντύπωση του έκαναν τα λαμπρά της οικοδομήματα. Η αρχιτεκτονική της άρχισε να τραβά εξαιρετικά την προσοχή του. Δεν έπρεπε, όμως βέβαια, και να ξεχάσει το λόγο για τον οποίο είχε έρθει στη Βιέννη. Είχε φθάσει, άλλωστε, την ημέρα ακριβώς που είχε ορίσει η Ακαδημία για τις εξετάσεις των υποψηφίων. Παρατώντας λοιπόν τον ενθουσιασμό του, έτρεξε στο μέγαρο Χάνσεν, όπου στεγαζόταν η Ακαδημία. Στις σκάλες συνάντησε διάφορα άλλα παιδιά της ηλικίας του, που ανέβαιναν κι αυτά για να λάβουν μέρος στον διαγωνισμό. Με ύφος μεγάλων καλλιτεχνών, ούτε που καταδέχτηκαν να ρίξουν μια ματιά στο μικρό επαρχιωτάκι, που είχε την τόλμη να θέλει να τους συναγωνιστεί. Ο Αδόλφος άρχισε να χάνει κάπως το θάρρος του. Θα μπορούσε αυτός, ο μαθητής του μικρού δημοτικού σχολείου του Λιντς να τα βγάλει πέρα με τόσο σπουδαία πρόσωπα, που από την εμφάνισή τους κι από τα μακριά τους μαλλιά και μόνο, φαινόντουσαν ότι ήταν ήδη καλλιτέχνες;
Προχώρησε, ωστόσο, μέσα στην αίθουσα των εξετάσεων μ’ ένα βήμα όσο μπορούσε πιο σταθερό. Όταν αντίκρυσε εκεί τους καθηγητές που τον κοίταζαν αυστηρά και με περιέργεια μαζί ένιωσε να ιδρώνει από αγωνία μέσα απ’ τα ρούχα του. Τα γόνατά του κόπηκαν. Εκείνη η στιγμή ήταν η σπουδαιότερη της ζωής του: κρινόταν το μέλλον του. Έδωσε τα περίφημα σχέδιά του στους καθηγητές, απάντησε με φωνή τρεμουλιαστή στα ερωτήματά τους, και κατακόκκινος απ’ τη συγκίνησή του υποβλήθηκε σ’ όλες τις διατυπώσεις του διαγωνισμού. Και δεν ανέπνευσε παρά όταν βγήκε απ’ την αίθουσα των εξετάσεων.
Μόλις συνήλθε απ’ την ταραχή του -τα αποτελέσματα των εξετάσεων θα τα μάθαινε ύστερα από λίγες μέρες όταν θα ξαναπήγαινε στην Ακαδημία- άρχισε να περιφέρεται άσκοπα στους δρόμους της Βιέννης. Εννοούσε να επισκεφθεί, μέσα σε μια μέρα αν ήταν δυνατόν, όλα τα αξιοθέατα της πρωτεύουσας της Αυστροουγγαρίας. Πρώτα-πρώτα, σαν υποψήφιος ζωγράφος που ήταν, έτρεξε να επισκεφθεί την περίφημη Πινακοθήκη του Χόφτμουλέουμ. Θαύμασε όλα τα έργα που είδε εκτεθειμένα εκεί, περισσότερη εντύπωση όμως του έκανε το ίδιο το κτίριο της Πινακοθήκης με την αριστουργηματική του αρχιτεκτονική. Όταν βγήκε έξω και το είδε καλά, ώρα πολλή έμεινε εκεί, μέσα στη μέση του δρόμου μαγεμένος και το κοίταζε. Και τότε, για πρώτη φορά, ένα δίλημμα παρουσιάστηκε μπρος του: τι έπρεπε να προτιμήσει; Την ζωγραφική ή την αρχιτεκτονική;
Κάθε οικοδόμημα που έβλεπε μέσα στη Βιέννη, τον ανάγκαζε να θέτει ακόμη πιο έντονα στον εαυτό του το ερώτημα αυτό.
- Ας είναι... σκέφτηκε στο τέλος, για να μην πονοκεφαλιάζει. Θα πάρω την απόφασή μου μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων!
Επειδή θα αργούσαν κάμποσο να βγουν τα αποτελέσματα, ωστόσο πετάχτηκε έως το Λίντς. Κουβάλησε μερικά δώρα –βιεννέζικα μπιμπελό- στη μητέρα του και τις αδερφές του, καθώς και στους μικρούς συμμαθητές του Πρακτικού Λυκείου -στους τέως «οπαδούς» του- και κατόπιν ξαναγύρισε στη Βιέννη.
Αν και ήταν βέβαιος πως είχε πετύχει, η καρδιά του χτυπούσε εν τούτοις δυνατά όταν μπήκε στην αίθουσα όπου επρόκειτο να διαβαστούν τα αποτελέσματα.
Σε λίγο ο γραμματέας της εξεταστικής επιτροπής ανέβηκε στο βήμα κι άρχισε να διαβάζει τα ονόματα των επιτυχόντων. Ο Χίτλερ παρακολουθούσε «με την ψυχή στο στόμα» την ανάγνωση του καταλόγου. Ύστερα από κάθε όνομα που άκουγε, περίμενε το επόμενο να είναι το δικό του.
Έξαφνα όμως ο γραμματέας σταμάτησε το διάβασμα. Είχε τελειώσει. Ο Αδόλφος ένιωσε κρύο ιδρώτα να τον περιλούει. Τελευταίες, τρελές ελπίδες τον ζώνανε. Μήπως ο γραμματέας είχε «πηδήσει», κατά λάθος, το όνομά του; Ή ακόμη, μήπως το είχε διαβάσει, παραφθαρμένα ίσως, και δεν το είχε ακούσει αυτός;
Ο γραμματέας, ωστόσο, σκούπισε τα γυαλιά του, κοίταξε με ένα «ηλίθιο» χαμόγελο την αίθουσα -το χαμόγελο θα απευθυνόταν στους ευτυχείς επιτυχόντες, βέβαια...- πήρε ένα άλλο χαρτί στα χέρια του, και με φωνή καθαρή δήλωσε:
- Κατάλογος των αποτυχόντων!...
Άρχισε να διαβάζει τα ονόματα των αποτυχόντων. Και ξάφνου, -τρίτο όνομα στη σειρά- ο Αδόλφος άκουσε το όνομά του! Ώστε δεν είχε κριθεί άξιος για να παρακολουθήσει τα μαθήματα της Σχολής; Ο Χίτλερ είχε μείνει αποσβολωμένος.
Όχι, όχι όμως!... Δεν θα έχανε τη μάχη, έτσι, με την πρώτη αποτυχία… Μπρος τον κίνδυνο, ένιωσε το θάρρος του να ξαναγεννιέται. Και μόλις τελείωσε η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, ζήτησε αμέσως να γίνει δεκτός από τον Διευθυντή για να πληροφορηθεί για ποιο λόγο τον είχαν απορρίψει.
- Ποιος ξέρει... Ίσως -η τελευταία ελπίδα που του είχε απομείνει ήταν αυτή- να γινόταν δεκτός σε καμιά συμπληρωματική εξέταση...
Τον έμπασαν μέσα σ’ ένα σκοτεινό και σοβαρό γραφείο - το γραφείο της Διευθύνσεως. Στο βάθος στεκόταν όρθιος ένας παχύς κύριος: ο Διευθυντής της Σχολής των Καλών Τεχνών. Εκείνη τη στιγμή μιλούσε μ’ έναν άλλο κύριο, ψηλό και λιγνό. Όταν είδε τον Χίτλερ να μπαίνει, διέκοψε την κουβέντα του και γύρισε προς το μέρος του.
Τι συμβαίνει; Τον ρώτησε μ’ ένα ύφος ανθρώπου που τον ενοχλούν.
Ο Χίτλερ δεν έχασε την ψυχραιμία του. Εξήγησε με δύο λόγια τον σκοπό της επίσκεψής του:
- Προηγουμένως άκουσα τον κ. γραμματέα που διάβασε το όνομά μου ανάμεσα στα ονόματα των αποτυχόντων στις εξετάσεις... Θα συνέβη κάποιο λάθος, ίσως. Ήθελα, λοιπόν, να σας ρωτήσω...
Ο Διευθυντής τον διέκοψε:
- Πώς ονομάζεστε;
- Αδόλφος Χίτλερ...
- Φέρτε μου τον φάκελο του... πώς είπατε; ά, ναι... Αδόλφου Χίτλερ..., διέταξε ένα κλητήρα που στεκόταν όρθιος κοντά στην πόρτα.
Ο κλητήρας, ύστερα από λίγα λεπτά της ώρας, έφερε τον φάκελο. Ο Διευθυντής τον άνοιξε νευρικά, έριξε μια ματιά στα σχέδια, και γύρισε με ύφος κατάπληκτο προς τον Χίτλερ:
- Ρωτάτε για ποιο λόγο σας απέρριψαν; Μα απλούστατα, φίλε μου: γιατί δεν έχετε κανένα ταλέντο!...
Και γέλασε σαρκαστικά.
Ο μικρός Χίτλερ είχε κιτρινίσει. Το χτύπημα ήταν φοβερό. Κανένα ταλέντο; Δεν είχε κανένα ταλέντο, αυτός που είχε βασίσει ολόκληρη τη ζωή του επάνω στην πίστη του για την... καλλιτεχνική του μεγαλοφυΐα;...
Ένιωσε μια ζάλη... όταν έξαφνα άκουσε μια ψιλή φωνή πίσω του:
- Αυτά είναι όλα σας τα σχέδια; Δεν έχετε τίποτε άλλο;
Ο Χίτλερ γύρισε κατάπληκτος. Του είχε μιλήσει ο «ψηλός και αδύνατος κύριος» με τον οποίο κουβέντιαζε προηγουμένως ο διευθυντής.
- Όλα αυτά που μας δείξατε, εξακολούθησε ο άγνωστος είναι... πώς να σας πω... πολύ παιδικά, πολύ άτεχνα πράγματα... Δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον... Δεν μπορούμε να σας δεχτούμε στο τμήμα της ζωγραφικής. Ίσως όμως να επιτύχετε κάτι στην αρχιτεκτονική... Από τις γραμμές των σχεδίων σας, θαρρώ πως έχετε κάποιο ταλέντο σε αυτή!...
Ο Χίτλερ ανέπνευσε. Νέες ελπίδες άρχισαν να γεννώνται μέσα του. Να, λοιπόν, που κάτι μπορούσε να γίνει. Ακούς εκεί, να του πει ο Διευθυντής πως δεν είχε κανένα ταλέντο...
Ευχαρίστησε θερμά τον «ψηλό και λιγνό κύριο», πήρε τα σχέδιά του, κι έτρεξε να βρει τον καθηγητή της αρχιτεκτονικής.
Όταν μπήκε στο γραφείο του πάγωσε: ο καθηγητής της αρχιτεκτονικής ήταν ένα γεροντάκι ψυχρό και ξερακιανό. Κοίταξε από πάνω ως κάτω, μ’ ένα ύφος δύσπιστο, τον νέο. Ο Χίτλερ, χωρίς να του πει τίποτα, άπλωσε μπροστά του τα σχέδιά του... και περίμενε.
Ο ψυχρός γέρος άρχισε να τα φυλλομετρά, αδιάφορα στην αρχή, σιγά-σιγά όμως μ’ ενδιαφέρον. Σε λίγο το ύφος του δεν ήταν πλέον ψυχρό.
- Χμ... ψιθύρισε, σα να μονολογούσε, βλέπω κάποια πρωτοτυπία..., και αρκετό ταλέντο... έ,... αρκετό ταλέντο... μπράβο!... μπράβο!...
Ο Χίτλερ ένιωσε την επιθυμία να φιλήσει το γεροντάκι. Του είχε χαρίσει την πεποίθηση στον εαυτό του.
- Και σε ποια τεχνική σχολή έχετε παρακολουθήσει μαθήματα; Τον ρώτησε με ύφος χαμογελαστό ο καθηγητής της αρχιτεκτονικής.
- Δεν... δεν πήγα σε καμιά τεχνική σχολή..., τραύλισε ο Χίτλερ.
- Περίεργο... πολύ περίεργο αυτό..., επαναλάμβανε διαρκώς ο καθηγητής, ξεφυλλίζοντας ολοένα τα σχέδια. Οπωσδήποτε όμως... υπάρχει ακόμη καιρός για να μπείτε σα καμιά ειδική σχολή ιχνογραφίας.
Ο Χίτλερ είχε ξαναμελαγχολίσει. Τώρα μόλις καταλάβαινε πόσο επιπόλαια είχε σπαταλήσει την παιδική του ζωή. Με την πεποίθηση που είχε στην ουρανοκατέβατη μεγαλοφυΐα του, δεν είχε πάρει καμιά διδασκαλία από τις προβλεπόμενες από τον κανονισμό της Ακαδημίας. Το φοβερότερο όμως ήταν ότι δεν μπορούσε να εγγραφεί σε καμιά ειδική σχολή, αφού είχε διακόψει στη μέση τα μαθήματά του στο Πρακτικό Λύκειο.
Τα εξήγησε αυτά, με κομμένες φράσεις, στον καθηγητή της αρχιτεκτονικής. Το αγαθό γεροντάκι κούνησε το κεφάλι του περίλυπα:
- Τότε, του είπε, θα είναι αδύνατο να εγγραφείτε στην Ακαδημία! Πρέπει δυστυχώς, να το βγάλετε αυτό από το μυαλό σας!...
Ο Χίτλερ συντριμμένος, απελπισμένος, νικημένος έφυγε από το γραφείο του καθηγητή. Προχωρούσε στους δρόμους της Βιέννης τρεκλίζοντας, σα μεθυσμένος... Έβλεπε να καταρρέουν όλα τα ιδανικά του, όλα τα όνειρά του... Γιατί καταλάβαινε πώς το αγαθό γεροντάκι, ο καθηγητής της αρχιτεκτονικής του, είχε μιλήσει με όλη την ειλικρίνεια... Δεν θα μπορούσε ποτέ να μπει στη Σχολή την Καλών Τεχνών αφού δεν είχε πάρει το «χαρτί» του από το σχολείο.
Γύρισε πίσω στο Λίντς. Τι να κάνει πλέον στη Βιέννη;... Έπρεπε να ξαναφτιάξει τη ζωή του από την αρχή.
Στο Λίντς τον περίμενε μια νέα μεγάλη θλίψη, που τον έκανε να ξεχάσει ως και την αποτυχία του ακόμη. Η μητέρα του, η αγαθή Κλάρα Χίτλερ, ήταν από καιρό άρρωστη και στις 21 Ιανουαρίου του 1907, ύστερα από μεγάλη αγωνία, πέθανε...
Ο θάνατος αυτός -αγαπούσε εξαιρετικά τη μητέρα του, και την θαύμαζε για την τόση της καλοσύνη- συνέτριψε τελειωτικά τον Χίτλερ. Για πολύ καιρό ήταν απαρηγόρητος. Απέφευγε τον κόσμο, τους φίλους του, τις παρέες του... Έμενε μόνος, ώρες ολόκληρες, μ’ ένα ύφος αφηρημένο, χαμένο...
Εκτός όμως από τον μεγάλο του πόνο, υπήρχαν και άλλες σκέψεις που βασάνιζαν τώρα τον Χίτλερ. Η μητέρα του, πεθαίνοντας, δεν είχε αφήσει τίποτα σχεδόν στα παιδιά της. Οι μικρές οικονομίες της, καθώς και τα λίγα χρήματα που είχε αφήσει ο Αλοίσιος Χίτλερ, είχαν ξοδευτεί στο διάστημα της μακροχρόνιας αρρώστιας της. Οι ανάγκες της ζωής άρχισαν να σφίγγουν τον Αδόλφο που ήταν πλέον – σε ηλικία δεκαοκτώ χρονών – ο μοναδικός προστάτης των αδελφών του.
Δεν είχε πια καιρό να σκεφτεί αν ήταν φτιαγμένος για ζωγράφος ή για αρχιτέκτονας, αν θα μπορούσε ν’ ακολουθήσει το ταλέντο του ή όχι... Έπρεπε να κερδίσει, οπωσδήποτε το ψωμί του!...

Αδόλφος Χίτλερ: ο ηγέτης και η εποχή του


προηγούμενη σελίδα
Σελίδα 9 από 31
επόμενη σελίδα
Β 
Up
Β 

Β 

Αυτό το ebook είναι της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη και δημοσιεύεται στην Ματιά με την άδεια της. Εμείς από αυτές τις γραμμές θέλουμε να ευχαριστήσουμε θερμά την συγγραφέα του για την άδεια δημοσίευσης που μας έδωσε.
Τα πνευματικά δικαιώματα του ανήκουν στην συγγραφέα του, Αμαλία Κ. Ηλιάδη. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική ή μερική, περιληπτική, κατά παράφραση ή διασκευή και απόδοση του περιεχομένου της έκδοσης με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης, ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του συγγραφέα. (Νόμος 2121/1993 & διεθνής σύμβαση της Βέρνης που έχει κυρωθεί με τον Ν.100/1975).
Για να μάθετε για την Αμαλία Κ. Ηλιάδη κάντε κλικ εδώ.

Β 
Β 
Περιεχόμενα Βιβλίου
Β 
Δείτε:
Διάφορα
Θρησκεία
Πρόσωπα
Ημέρες
Έγραψαν
Λέξεις
Τόποι
Έθιμα
e-books
Β 
Δείτε επίσης:
Οι Τέχνες ως παράγοντας διατήρησης και ανάκτησης της ψυχικής υγείας του ανθρώπου - Μέρος Α
Οι Τέχνες ως παράγοντας διατήρησης και ανάκτησης της ψυχικής υγείας του ανθρώπου - Μέρος Β
Σημειώσεις στο μάθημα της Ιστορίας της Τέχνης
Αδόλφος Χίτλερ: ο ηγέτης και η εποχή του
Ο θρύλος του θανάτου των Μοναχών
Μαρτυρολόγια και Συναξάρια απ’ τα πρωτοχριστιανικά χρόνια έως τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών
Σχέσεις μητέρας - γιου στο πρώιμο Βυζάντιο
Μουσειοπαιδαγωγική - Μουσείο και Αγωγή
Βερολίνο
Οι Τέχνες ως παράγοντας διατήρησης και ανάκτησης της ψυχικής υγείας του ανθρώπου (Μέρος Γ)
Μετέωρα
Το γυμνό στην Τέχνη
Αρχαιότητα
Το σχολείο ως πολυδύναμος πολιτιστικός οργανισμός
Παλιννόστηση στις γλυκές πατρίδες 1918 - 1922
Οι κανονισμοί των ορφανοτροφείων ΑΡΡΕΝΩΝ-ΠΡΙΓΚΗΠΟΥ και ΘΗΛΕΩΝ-ΧΑΛΚΗΣ 1921
Στοιχεία θεατρικής παιδείας
Γιορτές αγλύκαντες
Αρχαία Ελληνική Μυθολογία
Η ακάνθινη απειλή
Β 
Β 
Β 
Αναζήτηση
Β 
Β 
Β 
Β 
Β 
Β 
Β 
Επικοινωνία | Όροι Χρήσης | Πλοηγηθείτε | Λάβετε Μέρος | Δημιουργία και Ανάπτυξη ΆΡΚΕΣΙΣ
Β 
Β