Η κλωστοϋφαντουργία στην Ελλάδα
Μια από τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου πέραν της στέγης και της τροφής είναι και η ένδυση. Έχοντας αυτό ως δεδομένο μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί οι μεγαλύτεροι κλάδοι της οικονομίας είναι αυτοί οι τρεις. Ασχέτως με τους άλλους δυο κλάδους, η κλωστοϋφαντουργία στη βιομηχανία είναι εντάσεως εργασίας, δηλαδή απαιτεί πολλά εργατικά χέρια. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μια προσπάθεια να γίνει εντάσεως κεφαλαίου, αυτό όμως μπορεί να εφαρμοστεί μόνο κατά τα πρώτα στάδια της παραγωγής. Για την κατασκευή του τελικού προϊόντος απαιτείται ακόμα μεγάλος αριθμός προσωπικού. Άρα βασική προϋπόθεση για να ανθίσει η παραγωγή ένδυσης σε μια χώρα είναι το χαμηλό ημερομίσθιο. Αυτό είναι και το μόνο κριτήριο με βάση το οποίο ολόκληρα εργοστάσια μεταφέρονται από τη μια χώρα στην άλλη.
Η οικονομία σε μια κοινωνία είναι ένας ζωντανός οργανισμός, πρωταρχικός στόχος είναι η επιβίωση. Για αυτό το λόγο πρέπει να προσαρμόζεται στις εκάστοτε συνθήκες του περιβάλλοντος. Δυστυχώς αυτό έχει, τις περισσότερες φορές, αρνητικές επιπτώσεις στο κοινωνικό σύνολο.
Σύμφωνα με τα παραπάνω μπορούμε εύκολα να σχηματίσουμε μια εικόνα για την πορεία της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα.
Η πορεία είναι προκαθορισμένη και με γνωστή κατάληξη. Αρχικά υπάρχει η βάση για την ανάπτυξη δηλαδή ο χαμηλός μισθός και ο μεγάλος αριθμός εργαζόμενων που είχε συσσωρευτεί στις μεγαλουπόλεις για μια καλύτερη δουλειά.
Η κλωστοϋφαντουργία αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς, εργοστάσια ανοίγουν και μεγάλος αριθμός εργαζόμενων απασχολείται σε αυτά. Η Ελλάδα κατά την περίοδο 1970 έως τα τέλη του 1980 ήταν η χώρα που είχε συγκεντρώσει το μεγαλύτερο κομμάτι της παραγωγής κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων της Ευρώπης. Πολλά εργοστάσια της «αναπτυγμένης» κατά τα άλλα Ευρώπης δεν αντέχουν τον ανταγωνισμό και μοιραία κλείνουν. Για μια δεκαετία περίπου οι συνθήκες δεν άλλαξαν, υπήρχε και μια εσωτερική κατανάλωση των προϊόντων δεδομένου ότι τα εισαγόμενα φορολογούνταν και έφταναν πολύ ακριβότερα στον καταναλωτή απ’ ότι τα ελληνικά. Αυτό βέβαια δεν κράτησε για πολύ, λόγο της ευρωπαϊκής ένωσης που άνοιξε τα «οικονομικά» σύνορα με αποτέλεσμα η ελληνική βιομηχανία να δεχτεί ένα δυνατό πλήγμα. Δεν είναι όμως και το μόνο. Οι εργαζόμενοι με τα χρόνια απέκτησαν δικαιώματα, μεγαλύτερους μισθούς, χωρίς την ανάλογη αύξηση της παραγωγής. Συν τοις άλλοις χώρες όπως η Τουρκία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία άρχισαν να γίνονται ελκυστικές στους κεφαλαιούχους, διότι διέθεταν ότι διέθετε η Ελλάδα πριν από μια δεκαετία.
Συνοψίζοντας έχουμε τα εξής δεδομένα, η εσωτερική κατανάλωση μειώνεται γιατί τα εισαγόμενα δεν είναι πλέον αδικαιολόγητα ακριβά και σαφώς ποιοτικότερα και το ημερομίσθιο αρκετά ανεβασμένο σε σχέση με τις γειτονικές χώρες. Η αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να προσαρμοστεί στις αλλαγές έχει σαν συνέπεια σχεδόν όλα τα εργοστάσια να κλείσουν ή να μεταφερθούν κυρίως στην Βουλγαρία. Ποια εργοστάσια έμειναν; Αυτά που είχαν προβλέψει τις μελλοντικές συνθήκες, δηλαδή αρχικά αναβάθμισαν τον εξοπλισμό τους μειώνοντας το προσωπικό που απαιτείται και τελικά βελτίωσαν την ποιότητα των τελικών προϊόντων.
Του Αναστάσιου Μαυρίδη |