Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι η ελληνική μυθολογία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του αρχαίου ελληνο-ρωμαϊκού πολιτισμού. Ο Καρλ Μαρξ υπογράμμισε το γεγονός αυτό λέγοντας ότι «...Η ελληνική μυθολογία δεν είναι μόνον ο ταρσανάς της ελληνικής τέχνης, αλλά και το θεμέλιό της».
Ο ελληνο-ρωμαϊκός πολιτισμός είχε μεγάλη επίδραση στην πνευματική ανάπτυξη όλων των σύγχρονων ευρωπαϊκών λαών.
Επισύροντας την προσοχή πάνω σε τούτο το φαινόμενο, ο Φρειδερίκος Ένγκελς έλεγε: «...δίχως αυτή τη βάση του ελληνισμού και της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας δε θα υπήρχε ούτε η σύγχρονη Ευρώπη».
Έπειτα από πολλούς αιώνες απολησμόνησης και συγκεκριμένα, από την εποχή της Αναγέννησης, τα έργα του αρχαίου πολιτισμού και οι μορφές που καθρεφτίζονται στην ελληνική μυθολογία τράβηξαν την προσοχή και ξύπνησαν το ενδιαφέρον των ηγετικών στρωμάτων της φεουδαρχικής κοινωνίας και της αστικής τάξης των πόλεων, που εμφανίστηκαν στην Ευρώπη. Συγγραφείς, καλλιτέχνες και μουσικοσυνθέτες διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών ξαναρχίζουν ν' αντλούν θέματα από την ελληνική μυθολογία. Στις θεότητες και στα μυθολογικά θέματα αφιερώθηκαν έργα ορισμένων σημαντικών καλλιτεχνών της Αναγέννησης: η προτομή της θεάς Φλώρας του Λεονάρντο ντα Βίντσι, η «Γέννηση της θεάς Αφροδίτης» και η «Άνοιξη» του Σάντρο Μποτιτσέλι, η «Αφροδίτη μπροστά στον καθρέφτη» και άλλα του Τισιανού, η «Κρίση του Πάρη» του Τζιορντάνο. Από την ελληνική μυθολογία πήρε το θέμα του και ο γνωστός Ιταλός γλύπτης Μπενβενούτο Τσελλίνι για το ξακουστό του άγαλμα του Περσέα.
Ένα από τα δράματα του Σαίξπηρ «Τρόϊλος και Χρυσηίδα», καθώς και το ποίημα «Αφροδίτη και Άδωνις» γράφτηκαν πάνω σε θέματα της ελληνικής μυθολογίας. Ονόματα μυθικών ηρώων συναντούμε και σε πολλά άλλα έργα του Σαίξπηρ.
Στο 17ο και 18ο αιώνα, η ευρωπαϊκή τέχνη χρησιμοποιεί, σε πολύ πλατιά κλίμακα, θέματα από την ελληνική μυθολογία. Με βάση τέτοια θέματα, ξακουστοί Ολλανδέζοι, Φλαμανδοί και Γάλλοι ζωγράφοι δημιούργησαν πολλά έργα, όπως ο Π. Π. Ρούμπενς («Περσέας και Ανδρομέδα», «Αφροδίτη και Άδωνις» κ.α.) ο Βαν Ντυκ («Άρης και Αφροδίτη»), ο Ρέμπραντ («Δανάη», «Το κεφάλι της θεάς Αθηνάς-Παλλάδας»), ο Πουσέν («Ηχώ και Νάρκισσος», «Νύμφη και Σάτυρος», «Τοπίο με τον Πολύφημο», «Τοπίο με τον Ηρακλή», κ.α.) ο Μπουσέ («Απόλλωνας και Δάφνη») κλπ.
Επίσης, φημισμένοι Γάλλοι συγγραφείς του δευτέρου μισού του 17ου αιώνα, ο Κορνέϊγ και ο Ρασίν, πήρανε θέματα από την ελληνική μυθολογία. Το ίδιο έκαναν ο Γκαίτε και ο Σίλλερ.
Πολλά μουσικά έργα του 17ου - 18ου αιώνα έχουν συντεθεί με βάση μυθικά μοτίβα. Τέτοια είναι τα πρώτα έργα στην Ευρώπη, «Δάφνης» και «Ευρυδίκη», που αποδίδονται σε Ιταλούς συνθέτες που έζησαν στα τέλη του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα, κατόπιν ο «Ορφέας» του Μοντεβέρντι, το «Κάστορας και Πολυδεύκης» του Γάλλου συνθέτη Ραμώ, «Ιφιγένεια στην Αυλίδα» και «Ορφέας» του Γκλυκ, «Ιδομενέας» του ξακουστού μουσικού Μόζαρτ κ.α.
Πολλές φορές οι Ρώσοι συγγραφείς, δραματουργοί, ζωγράφοι και μουσικοσυνθέτες, του 18ου αιώνα και της πρώτης πεντηκονταετίας του 19ου αιώνα, άντλησαν θέματα από την ελληνική μυθολογία.
Έτσι, από τα πρώτα μελοδράματα που παίχτηκαν στη Ρωσία (1755) ήταν το «Κέφαλος και Πρόκρη», που γράφτηκε με βάση ένα περιστατικό της μυθολογίας. Το λιμπρέτο το έγραψε ο Σουμάροκοφ και τη μουσική ο συνθέτης Αράϊα, που ήταν στην αυλή του Τσάρου. Αργότερα ο ίδιος αυτός Σουμάροκοφ, χρησιμοποιώντας για μύθο άλλα μυθολογικά περιστατικά, έγραψε το λιμπρέτο της όπερας «Άλκηστη» και την κωμωδία «Νάρκισσος».
Στα τέλη του 18ου αιώνα, ο ταλαντούχος Ρώσος συνθέτης Φομίν δημιούργησε το μελόδραμα «Ορφέας» πάλι με θέμα παρμένο από την ελληνική μυθολογία. Μυθολογικά πρόσωπα συναντούμε συχνά στους μύθους του Ι. Α. Κρίλοφ, στα ποιήματα των Τζ. Ρ. Ντερζάβιν, Β. Α. Γιουκόφσκι, Α. Σ. Πούσκιν και Μ. Ι. Λέρμοντοφ.
Ο Ρώσος γλύπτης Φ. Τολστόϊ που έζησε στις αρχές του 19ου αιώνα, έφτιαξε μιαν υπέροχη προτομή του Μορφέα, Έλληνα θεού του ύπνου. Η προτομή διατηρείται και σήμερα στην κρατική Πινακοθήκη Τρετιάκοφ. Ο ξακουστός Ρώσος ζωγράφος Κ. Π. Μπρίλλοφ χρησιμοποίησε, σ' ορισμένους πίνακές του, θέματα της αρχαίας μυθολογίας («Η συνάντηση του Απόλλωνα με την Άρτεμη», «Ο Κρόνος και ο Ποσειδώνας στον Όλυμπο»).
Πολλά αξιόλογα κτίρια στη Μόσχα και στο Λένινγκραντ, που χτίστηκαν στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, έχουν διακοσμηθεί με γλυπτικά συμπλέγματα που παρασταίνουν μορφές της ελληνικής μυθολογίας.
Περνώντας από την πλατεία Σβέρντλοφ της Μόσχας, βλέπουμε πάνω από τη μεγαλοπρεπή στοά με τις κολώνες του Μεγάλου Θεάτρου, ένα γλυπτικό σύμπλεγμα σε μπρούντζο, που παρασταίνει τον Απόλλωνα -τον Έλληνα θεό της τέχνης και του φωτός- να οδηγάει δυο ζευγάρια άτια ζεμένα σ' ένα άρμα. Ένα παρόμοιο γλυπτικό σύμπλεγμα στολίζει τη στέγη της στοάς του Θεάτρου Α.Σ. Πούσκιν, στο Λένινγκραντ.
Ένας μεγάλος αριθμός γλυπτικών συμπλεγμάτων και αγαλμάτων που παρουσιάζουν θεούς και ήρωες της ελληνικής μυθολογίας, διακοσμούν το Παλάτι του Ναυαρχείου και τη στέγη του κρατικού Ερμιτάζ (το πρώην χειμερινό παλάτι), το εσωτερικό των μεγάρων-μουσείων στις πόλεις Παβλόβσκ και Πούσκιν, κοντά στο Λένινγκραντ, τα θαυμάσια πάρκα του Πετροντβορέτς, τους κήπους και τα μέγαρα των μεγάλων δημοσίων χτημάτων στα περίχωρα της Μόσχας, που 'ταν άλλοτε ιδιοκτησία των ευγενών, το Αρχάνγκελσκ, το Κούσκοβο, το Οστάνκινο, που σήμερα είναι μουσεία.
Στην είσοδο του κρατικού Ερμιτάζ στο Λένινγκραντ, ο επισκέπτης βλέπει κάτι αγάλματα από τρανοδύναμους γίγαντες που, καθώς έχουν ανασηκωμένα τα χέρια τους πάνω από το κεφάλι, θαρρείς στηρίζουν τη στέγη της στοάς: είναι η εικόνα του γίγαντα Άτλαντα παρμένη από την ελληνική μυθολογία.
Διάφορα επεισόδια και μορφές της ελληνικής μυθολογίας τράβηξαν την προσοχή ορισμένων σημαντικών Ρώσων ζωγράφων, στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, όπως του Β. Α. Σίροφ («Η αρπαγή της Ευρώπης», «Οδυσσέας και Ναυσικά»), του Μ. Α. Βρούμπελ («Παν»).
Ονόματα και μορφές θεοτήτων και ηρώων της ελληνικής μυθολογίας επανειλημμένα έχουν αναφερθεί μεταφορικά από τους θεμελιωτές και τους κλασσικούς του μαρξισμού-λενινισμού.
Στη διδακτορική διατριβή του ο Καρλ Μαρξ, μιλώντας για τους προοδευτικούς στοχαστές, έφερε σαν παράδειγμα ανθρώπου που υποφέρει για τις πεποιθήσεις του τον Τιτάνα ήρωα Προμηθέα, που επαναστατεί ενάντια στο Δία: «Ο Προμηθέας είναι ο πιο ευγενικός άγιος και μάρτυρας του φιλοσοφικού ημερολογίου». Και, συγκρίνοντας την καπιταλιστική κοινωνία εκείνης της εποχής με το δουλοχτητικό κόσμο, έγραψε: «Τι γίνεται τώρα ο Ήφαιστος μπροστά στους Ρόμπερτς και Σία, ο Δίας μπροστά στο αλεξικέραυνο και ο Ερμής μπροστά στο Κρεντί Μομπιλιέ»;
Και ο Β. Ι. Λένιν υπενθύμισε μεταφορικά, σε διάφορους λόγους του και άρθρα, μορφές της ελληνικής μυθολογίας. Στα «Γράμματα από μακριά», λέγοντας ότι η μαρξιστική θεωρία πρέπει ν' αποτελεί για μας οδηγό στη δράση, έγραψε ότι: «...θάταν το μεγαλύτερο λάθος αν αρχίζαμε να βάζουμε τα πολύπλοκα, φλέγοντα πρακτικά καθήκοντα της επανάστασης, καθήκοντα που εξελίσσονται γοργά, στο κρεβάτι του Προκρούστη της στενά εννοούμενης ...θεωρίας». Ξεσκεπάζοντας την πολιτική υποκρισία της δήλωσης του μενσεβίκου Μαρτόφ σχετικά με την αντεπαναστατική εξέγερση της Κρονστάνδης, ο Β. Ι. Λένιν λέγει ότι: «...αυτός μοιάζει ακριβώς σαν πρότυπο μικροαστού Νάρκισσου πούναι ερωτευμένος με τον εαυτό του». Στο άρθρο «Στην τέταρτη επέτειο της επανάστασης του Οκτώβρη», υπενθυμίζοντας την εξάλειψη των υπολειμμάτων του φεουδαρχισμού και την κατάργηση των τάξεων, της μοναρχίας και της έλλειψης δικαιωμάτων των γυναικών, ο Β. Ι. Λένιν συγκρίνει αυτές τις αρνητικές προεπαναστατικές πλευρές της πραγματικότητας με τη μυθολογική αφήγηση για «τους σταύλους του Αυγεία» πούταν γεμάτοι βρώμα.
Στη σύγχρονη αστρονομία οι ονομασίες πολλών πλανητών του ηλιακού συστήματος, πολλών απλανών άστρων, ακόμα και ορισμένων ολόκληρων αστερισμών πάρθηκαν από την αρχαία μυθολογία, ιδιαίτερα από την ελληνική μυθολογία.
Στην Ευρώπη, στο 19ο και 20ο αιώνα, στα πολεμικά πλοία δίνανε συχνά ονόματα θεών και ηρώων της ελληνικής μυθολογίας. Έτσι το εγγλέζικο πλοίο, που μ' αυτό πήγε εξορία στο νησί της Αγίας Ελένης ο Ναπολέων ο 1ος, ονομαζόταν «Βελλερεφόντης». Η φρεγάδα που μ' αυτήν ταξίδεψε ο Α. Ι. Γκοντσάροφ λεγόταν «Παλλάδα». Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και τα ρούσικα θωρηκτά στον καιρό του πρώτου παγκοσμίου πολέμου: «Παλλάδα», «Άρτεμη» και η θρυλική «Αβρόρα». Παρόμοιες ονομασίες είχαν και πολλά πλοία του βρετανικού ναυτικού της ίδιας περιόδου: «Αίας», «Αγαμέμνονας» κλπ. Και εμείς χρησιμοποιούμε συχνά ονόματα και πλαστικές εκφράσεις παρμένες από την ελληνική μυθολογία, λόγου χάρη: «Τιτάνιος αγώνας» και «γιγάντιες διαστάσεις», όταν θέλουμε να υπογραμμίσουμε το μέγεθος κάποιου αντικειμένου ή τις διαστάσεις μιας πράξης. «Πυγμαίοι», όταν υπονοούμε ανθρώπους πολύ μικρόσωμους και λεπτοκαμωμένους. Λέμε ακόμα: «το κέρας της αφθονίας», «το μήλον της έριδας», ο «πανικός», «το κύκνειον άσμα», «αχίλειος πτέρνα», «ολυμπιακή ειρήνη», «το μαρτύριο του Ταντάλου», «το μαρτύριο του Σίσυφου» και άλλα... Πολλοί είναι εκείνοι που χρησιμοποιούν τέτοιες εκφράσεις μα δε μπορούν να εξηγήσουν ακριβώς το νόημά τους γιατί δεν ξέρουν τα πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.
Γι’ αυτό, η μελέτη της μυθολογίας, έστω και στη μορφή που την αποδίνουν οι σύγχρονοι ιστορικοί, συμβάλλει πολύ στο να πλατύνει ο πνευματικός ορίζοντας. Είναι απόλυτα αναγκαίο να γνωρίζουν τη μυθολογία οι καθηγητές της ιστορίας, της γλώσσας και της λογοτεχνίας, της ιστορίας της τέχνης, της ιστορίας και της θεωρίας της ζωγραφικής, της ιστορίας της μουσικής καθώς και οι φοιτητές που σπουδάζουν τους παραπάνω κλάδους και οι μαθητές στις μεγάλες τάξεις των γυμνασίων.
Η γνώση των αρχαίων ελληνικών δε σημαίνει μονάχα πλάτεμα του ορίζοντα των ειδικών στην ιστορία, φιλολογία, τέχνη και, γενικά, όλων των διανοουμένων, αλλά προσφέρει και μια καλλιτεχνική, αισθητική ευχαρίστηση στους αναγνώστες. Ο Καρλ Μαρξ έγραφε: Ένας άντρας δε μπορεί να ξαναγίνει παιδί ή να ξεμωραθεί... Δεν τον ευχαριστεί όμως η αφέλεια του παιδιού...; Γιατί δε θα ασκούσε η ιστορική παιδική ηλικία της ανθρωπότητας, εκεί που πιο όμορφα αναπτύχτηκε, μια παντοτεινή γοητεία, σαν ένα στάδιο που ποτέ δεν θα ξαναγυρίσει; Υπάρχουν παιδιά κακοαναθρεμένα και παιδιά που μοιάζουν με γέρους. Πολλοί από τους αρχαίους λαούς ανήκουν σ' αυτήν την κατηγορία. Ομαλά παιδιά ήταν οι Έλληνες. Η γοητεία της τέχνης τους για μας είναι, ωστόσο, σε αντίθεση με το ανεξέλιχτο κοινωνικό στάδιο στο οποίο αναπτύχθηκε.
Α. ΜΠΟΚΣΙΑΝΙΝ