Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα βασίλειο πολύ μακριά από δω, ζούσε ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα που ήταν πολύ λυπημένοι γιατί δεν είχαν παιδιά.
Όταν ο βασιλιάς είδε κι απόειδε, πήγε σ’ ένα μακρινό δάσος ν’ ανταμώσει τρεις νεράιδες που μένανε εκεί, και που κατά πώς λέγανε, κάνανε τις επιθυμίες των ανθρώπων πραγματικότητα...
Μια φορά κι έναν καιρό, σ έναν τόπο πολύ μακριά από δω, ήταν ένας γέρος βασιλιάς. Ένας βασιλιάς που για πολλά χρόνια κυβερνούσε με σύνεση και σοφία το βασίλειό του
Αυτός ο βασιλιάς, είχε τρεις γιους. Τους κάλεσε λοιπόν μια μέρα και τους είπε...
Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ έναν τόπο πολύ μακριά από δω, ζούσαν ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα. Ήταν ένα ζευγάρι νιόπαντρο, πολύ όμορφο κι αγαπημένο.
Μια μέρα ο βασιλιάς λέει στην βασίλισσα...
Ήταν μια φορά τρεις φίλοι. Οι δυο ήταν ψεύτες ενώ ο τρίτος δεν ήξερε να λέει καθόλου ψέματα. Ξεκινήσανε να κάνουνε ένα μακρινό ταξίδι. Αφού περπατήσανε μια ολάκερη μέρα, νύχτωσε κι ήτανε κουρασμένοι και πεινασμένοι...
Μια φορά κι έναν καιρό, ήτανε στο Πυργί ένας γέρος και μια γριά. Μένανε σ’ ένα σπιτάκι κι είχανε κι ένα μποστάνι, που βάζανε τα κηπευτικά τους. Ντοματάκια άνυδρα, ντοματιές, μελιτζάνες, ξυλάγγουρα, φασολιές… Τα μαζεύανε και μ’ αυτά πορευότανε...