Τον Ιανουάριο του 1904, σε μια περίοδο δραματικής κορυφώσεως της Βουλγαρικής τρομοκρατίας στη Μακεδονία, οι Έλληνες του Μεγαρόβου και του Τιρνόβου έγραφαν στον Πατριάρχη: «Διακηρύττομεν εν βαθειά συναισθήσει της εξ' Ελλήνων καταγωγής ημών ότι θα εμμείνωμεν εις τα πάτρια και ότι η βία και η πίεσης εκ μέρους των εθνικών ημών πολεμίων, ως δεν κατώρθωσαν, ουδέ θα κατορθώσωσιν ποτέ να κλονίσωσι τας εθνικάς ημών πεποιθήσεις. Τουναντίον μάλιστα θα διαιωνίσωμεν αυτάς, ως και τας ιστορικάς και θρησκευτικάς ημών παραδόσεις, δια τας επερχομένας γενεάς αλωβήτους, οίας εκληροδότησαν ημίν οι ένδοξοι και αθάνατοι ημών πρόγονοι…»
Ο Ίων Δραγούμης γνώριζε από βιωμένη εμπειρία την κατάσταση στη Μακεδονία σε σχέση με τις βίαιες προσπάθειες των Βουλγάρων να την προσαρτήσουν και διατύπωνε με σθένος τις απόψεις του: «Η Μακεδονία είναι τόπος αληθινής ζωής, όχι ψεύτικης όπως είναι η Αθήνα. Οι Έλληνες… που στην Αθήνα κοπροσκυλιάζουν… και κανένα κίνδυνο δεν έχουν από κανένα – πήγαν στη Μακεδονία να βοηθήσουν τους Μακεδόνες και βρέθηκαν ριγμένοι σε άλλον κόσμο, σε κόσμο σοβαρό, σε κόσμο επικίνδυνο, σε κόσμο αλύπητο, περιτριγυρισμένο από γκρεμούς, από βάραθρα, από τριβόλους και παγίδες, από Βουλγάρους, από στοιχειά και από αίματα. Κόσμος αληθινής ζωής... Όσοι πήγαν στη Μακεδονία ελευθερώθηκαν από την ψευτιά που φέρνει την παραλυσία και τη νάρκη… Η Μακεδονία είναι σχολείο ελευθερίας, σχολείο που φτιάχνει άνδρες ελεύθερους. Όλοι οι Έλληνες «θα συμπληρώσουν τας σπουδάς των» εις την Μακεδονίαν. Η Μακεδονία θα μας σώσει. Αν τρέξουμε να σώσουμε τη Μακεδονία, εμείς θα σωθούμε…» (Βλ. Κων/νου Α. Βακαλόπουλου, Μακεδονία, σελ. 422-423).
Ο Ίων Δραγούμης γνώριζε καλά την τακτική των Βουλγάρων στη Μακεδονία, ήξερε ότι ήταν κυρίαρχοι στο Βόρειο τμήμα της, προ πάντων μεταξύ των απλοϊκών και αγραμμάτων αγροτικών πληθυσμών, στους οποίους επαγγέλλονταν αόριστα οφέλη με τεχνάσματα, εφόσον προσχωρούσαν στη Βουλγαρική Εξαρχία. Είχε διαπιστώσει ο Δραγούμης ότι οι Βούλγαροι αποτελούσαν «κράτος εν κράτει» μέσα στο μακεδονικό χώρο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Δεν του διέφυγε την προσοχή ότι οι Τούρκοι αποτελούσαν τη φανερή διοίκηση και οι Βούλγαροι την κρυφή εξουσία του χώρου. Οι Τούρκοι είχαν στρατό και οι Βούλγαροι συμμορίες. Σε κάθε γεωγραφική περιφέρεια της Μακεδονίας περιφέρονταν ένα μεγάλο βουλγαρικό ανταρτικό σώμα που αποτελούνταν από 30-40 άνδρες.
Πολλοί λίγοι Έλληνες ασπάζονταν την άποψη του Δραγούμη για ένοπλη προετοιμασία, ιδιαίτερα της Βόρειας Μακεδονίας. Η απόλυτη πίστη του Δραγούμη, ότι δηλαδή μόνο με τη συγκρότηση ελληνικών ανταρτικών σωμάτων θα επιλύονταν ευνοϊκά για τους Έλληνες το ζήτημα, δικαιώθηκε απόλυτα από τις εξελίξεις.
Ο Ίων Δραγούμης δόθηκε ολόψυχα στην προετοιμασία του ένοπλου αγώνα. Με την ίδρυση συλλόγων, οργανώσεων, κομιτάτων, επιτροπών, γαλβάνισε ψυχές και διαμόρφωσε υψηλό φρόνημα και ακράδαντη πίστη στην ελληνική νίκη στη Μακεδονία.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, σημαίνοντα πρόσωπα της δημοσιογραφίας και της Αθηναϊκής αστικής κοινωνίας, πολιτικοί, επιστήμονες, στρατιωτικοί, οργανώθηκαν, προετοιμάστηκαν, ενίσχυσαν οικονομικά την προσπάθεια του Δραγούμη η οποία κατέληξε στην εποποιία του Μακεδονικού Αγώνα. Αυτό το ελληνικό επίτευγμα ξάφνιασε τους Ευρωπαίους, τη διπλωματία και την κοινή γνώμη στην Ευρώπη, βασιλείς, αυτοκράτορες, στρατηγούς, πολιτικούς στους οποίους οι Βούλγαροι είχαν δημιουργήσει την εντύπωση ότι η Μακεδονία ήταν πια Βουλγαρία.
Για την επίσημη ελληνική εξωτερική πολιτική ο Δραγούμης έλεγε: «Σιχαίνομαι την Κυβέρνηση, δε σιχαίνομαι τον Ελληνισμό. Πονώ για τον Ελληνισμό, για την Κυβέρνηση μου έρχεται καταφρόνια…»
Καυτηρίαζε με σκληρά λόγια την ελληνική εξωτερική πολιτική λέγοντας: «Η αλήθεια είναι πως δεν κάνουμε καμιά πολιτική καθόλου. Ρίχνουμε μονάχα στάχτη στα μάτια του κόσμου και γλείφουμε τα πόδια τα πόδια της Τουρκίας…» (Βλ. Ίων Δραγούμης, «Μαρτύρων και Ηρώων αίμα»).
Β
Σερβία, Γιουγκοσλαβία, Σκόπια & Μακεδονία
Έντονο το ενδιαφέρον της Σερβίας για τη Μακεδονία. Η μυθοπλαστική θεωρία του εθνογράφου Γκόμπτσεβιτς.
Η Σερβική δραστηριότητα πλαισιώνεται και ενισχύεται από Ρώσους και Σέρβους Αξιωματούχους. Ζώνες Σερβικής και Ελληνικής επιρροής.
Ιδρύονται Ρωσικά προξενεία στο Μοναστήρι και στα Σκόπια. Διαφαίνεται ελληνοσερβική προσέγγιση και επαναλαμβάνεται ο καθορισμός ζωνών επιρροής. Οι Σέρβοι όλο και προσβλέπουν νοτιότερα απλώνοντας την εδαφική τους «βουλιμία».
Β
Η τάση της Σερβίας προς τη Μακεδονία υποθαλπόταν από την αυστριακή πολιτική, παρά την έλλειψη οιωνδήποτε λαϊκών, ιστορικών, και εθνολογικών ερεισμάτων στο μακεδονικό χώρο.
Κύριοι στόχοι της Σερβικής πολιτικής στη Μακεδονία ήταν η ίδρυση σερβικών σχολείων, η χρήση της Σλαβικής γλώσσας καθώς και ο διορισμός Σέρβων επισκόπων στα Βελεσσά, στο Νευροκόπι, στην Αχρίδα και στα Σκόπια. Τα ιστορικά, εθνολογικά και εθνογραφικά δικαιώματα των Ελλήνων, στον αναφερόμενο χώρο για τους Σέρβους, θεωρήθηκαν ανάξια κάθε ενδιαφέροντος και προσοχής. Η ακολουθία των γεγονότων πραγματικά εκπλήσσει: Δημοσιεύονται στον ευρωπαϊκό τύπο πλαστές σερβικές στατιστικές σχετικά με τους σερβικούς πληθυσμούς στη Μακεδονία, με πρωτεργάτη το Βέλγο Αιμίλιο Λαβελαίη. Έπονται όμως ελληνικές διαμαρτυρίες για τα ψεύδη των Σλάβων προς τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ο σερβοσλάβος μυθοπλάστης και πλαστογράφος της ιστορικής αλήθειας Γκόπτσεβιτς εντείνει το σωβινισμό στους θερμοκέφαλους του Βελιγραδίου και ανεβάζει τους Σέρβους του Μοναστηρίου, του Κοσσόβου και της Θεσσαλονίκης σε 1.000.000 κατοίκους.
Β
Περαιτέρω καθορίζονται οι ζώνες επιρροής μεταξύ των Ελλήνων και των Σέρβων.
Παρά τον κατ' επανάληψη καθορισμό των ζωνών επιρροής Ελλάδος-Σερβίας από επισήμους εκπροσώπους των δύο χωρών, παραμένει ακαταμάχητη σερβική επιθυμία και μόνιμο όνειρο των Γιουγκοσλάβων η Θεσσαλονίκη ως φυσικό λιμάνι του Βελιγραδίου και η έξοδος στο Αιγαίο.
Γύρω στο 1900, κι επειδή έλειπαν τα ιστορικά, εθνολογικά και λαϊκά ερείσματα για τους Σέρβους, επήλθε ευρεία χαλάρωση της Σερβικής κίνησης, ιδιαίτερα στην περιοχή των Σερρών, Γευγελής, Γουμένισσας κ.τ.λ. Παραμένει εξ άλλου αναντίρρητο το γεγονός ότι όπου οι κατά τόπους μητροπολίτες του Πατριαρχείου τηρούσαν σθεναρή και δυναμική στάση, εκεί η σερβική δραστηριότητα νεκρώνονταν είτε σημείωνε ελάχιστες επιτυχίες όπου λ.χ. συνέβη στην Πελαγονία, Βέροια, Έδεσσα, Νευροκόπι και αλλού, ενώ παράλληλα η τουρκική εύνοια τόσο προς τους Βουλγάρους όσο και προς τους Σέρβους συνέβαλε στην ενδυνάμωσή τους.
Γραμμή ελληνικής επιρροής προς βορράν καθορίζεται η πορεία: Νευροκόπι, Μελένικο, Περλεπές, Κρούσοβο, Στρούγγα, χωρίς ο καθορισμός αυτός να θέσει τέρμα στις προς νότον διεκδικήσεις των Σέρβων.
Ως κατακλείδα στις επιτυχίες των Σέρβων θεωρείται ο διορισμός του Σέρβου αρχιμανδρίτη Φιρμιλιανού ως επισκόπου των Σκοπίων.
Β
Στις 17 Μαΐου 1916 είχε μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη από την Κέρκυρα σερβικός στρατός…
Όμως ο σερβικός εκείνος στρατός, εξ αιτίας του διχασμού που μάστιζε την Ελλάδα (κράτος των Αθηνών με βασιλική κυβέρνηση και κράτος της Θεσσαλονίκης με κυβέρνηση «Εθνικής Αμύνης» υπό τον Ελ. Βενιζέλο), σκέφθηκε και αποφάσισε να καταλάβει τη Θεσσαλονίκη ως στρατός κατοχής για να την καταστήσει μεσοπρόθεσμα Σερβική. Αλλά ο Γάλλος στρατηγός Σαράιγ, ο αρχιστράτηγος των συμμαχικών δυνάμεων στο Μακεδονικό Μέτωπο, πληροφορήθηκε έγκαιρα τα κυοφορούμενα σχέδια των Σέρβων και ματαίωσε τα σχέδιά τους.
Η σχετική σερβική προπαγάνδα με φυλλάδια και έντυπα σε βάρος του ελληνικού στρατού, η ταπείνωση του ελληνικού στρατιωτικού αποσπάσματος στο Μπούφι, ο τρόπος και ο δόλος με τον οποίο οι Σέρβοι αφήρεσαν από την Ελλάδα τα 25 χωριά του Μοριχόβου είναι εύγλωττα στοιχεία… Επιπροσθέτως η απαγόρευση της κυκλοφορίας Ελληνικών εφημερίδων στο Μοναστήρι το 1912 και οι συνακόλουθες διαμαρτυρίες του ανθηρού και εύρωστου οικονομικά ελληνικού πληθυσμού της επιβεβαιώνουν τις σερβικές προθέσεις, απέναντι, μάλιστα, σε σύμμαχη χώρα…
Εν συνόλω 130.000 άνδρες και 300 πυροβόλα που συγκροτούσαν δύναμη 72 σερβικών ταγμάτων. Ο σκοπός της μεταφοράς του Σερβικού εκείνου στρατού στη Θεσσαλονίκη σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε απ' τους Συμμάχους του Α' παγκοσμίου πολέμου για να ενισχύσει το Μακεδονικό Μέτωπο και να πολεμήσει εναντίον των Κεντρικών Αυτοκρατοριών.
Β
Οι πληθυσμοί της Μακεδονίας ήταν, ως προς τη γλώσσα, στην πλειοψηφία τους: Σλαβόφωνοι, Ελληνόφωνοι, Βλαχόφωνοι, Αλβανόφωνοι.
Οι πληθυσμοί αυτοί στο μεγαλύτερο μέρος τους και μετά το 1870 διατήρησαν την ελληνική τους συνείδηση, όπως αποκαλύπτεται από τους μακροχρόνιους και σκληρούς αγώνες για την κτήση και κατοχή των ελληνικών σχολείων και εκκλησιών. Η παρουσία των Σλαβόφωνων πληθυσμών που αποτελούσαν και την πλειοψηφία σε σύγκριση με τους Ελληνόφωνους κατοίκους της Μακεδονίας καθώς και τους Βλαχόφωνους και τους Αλβανόφωνους, προέκυψε από τις μακροχρόνιες επιμειξίες Ελλήνων και Σλάβων των ελληνικών-βυζαντινών χωρών που συνέβησαν από τα τέλη του 6ου αι. μ.Χ. και προ πάντων από τις αρχές του 7ου βυζαντινού αιώνα.
Αυτοί οι Σλαβόφωνοι Ελληνικοί πληθυσμοί της μεσαίας και νότιας γεωγραφικής ζώνης δέχτηκαν στην πλειοψηφία τους μόνο τη γλωσσική επίδραση, η δε εθνική τους συνείδηση παρέμενε ελληνική. Είναι οι πασίγνωστοι «Γραικομάνοι» του Μακεδονικού Αγώνα.