Τα ευρήματα των ανασκαφών της Βεργίνας προκάλεσαν και προκαλούν τον θαυμασμό εντός και εκτός των συνόρων της Ελλάδας. Όλος ο χώρος αποτελεί πόλο έλξης παγκόσμιας εμβέλειας και κάθε νέο εύρημα προσθέτει διεθνή ακτινοβολία!
Όταν στα μέσα του 19ου αιώνα ο Γάλλος αρχαιολόγος Leon Heuzey άρχισε να «ξύνει» με τη σκαπάνη του το παλίμψηστο του χρόνου στον χώρο της Βεργίνας, πιθανώς να μη μπορούσε να φανταστεί την ανεκτίμητη αξία των ευρημάτων, που επί αιώνες αιώνων διέσωζε φιλόξενα η γη της Μακεδονίας.
Όμως, έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για μια ανασκαφή που, με άοκνους εργάτες -μεταξύ άλλων- τον αείμνηστο Μανόλη Ανδρόνικο και τους πανεπιστημιακούς συνεργάτες του, πρόσφερε και εξακολουθεί να δίνει στην αρχαιολογική επιστήμη πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία και τον πολιτισμό της αρχαίας Μακεδονίας.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα, η αξιοποίηση του αρχαιολογικού χώρου παραμένει ανισοβαρής, με ιδιαίτερα τονισμένη την εικόνα του βασιλικού νεκροταφείου. Πλέον όμως, ανάμεσα στους κεντρικούς στόχους της πανεπιστημιακής ανασκαφής, είναι να αναδειχθούν και να αξιοποιηθούν και άλλα σημαντικά μνημεία, όπως ακριβώς το θέατρο και το ανάκτορο, αλλά και τα τείχη και η αγορά. Οι απαιτούμενες ενέργειες σιγά-σιγά προωθούνται, ώστε να επιτευχθεί σταδιακά η σφαιρική αντιμετώπιση του αρχαιολογικού χώρου, ως ενός ενιαίου συνόλου, που αντανακλά όχι μόνο τον θάνατο, αλλά και την καθημερινή ζωή των ανώνυμων και επώνυμων κατοίκων της αρχαίας πόλης.
Το ιστορικό της ανασκαφής
Το έργο αποτελεί σκέλος μιας ευρύτερης και συστηματικής ερευνητικής δραστηριότητας της ομάδας στον αρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας που χρηματοδοτείται σε ετήσια βάση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ήδη από τη δεκαετία του ’60.
Η συστηματική έρευνα του Α.Π.Θ. στον αρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας, έχει φέρει στο φως τα τελευταία χρόνια, πλήθος νέων δεδομένων που φωτίζουν πολύπλευρα τη γνώση μας για την ιστορία και την τέχνη στην αρχαία Μακεδονία.
Η δράση της πανεπιστημιακής ομάδας στο νεκροταφείο και τον οχυρωμένο οικισμό έχει αποκαλύψει μεγάλο μέρος της εντυπωσιακής οχύρωσης, συνεχίζει την έρευνα στο ανάκτορο και το θέατρο, επεκτείνει την έρευνα στην αγορά της αρχαίας πόλης, ολοκληρώνει την αποκάλυψη στο Ιερό της Μητέρας των Θεών – Κυβέλης επεκτείνει την έρευνα σε άλλα δημόσια και ιδιωτικά οικοδομήματα και συμπληρώνει την εικόνα της μορφής του νεκροταφείου με νέα δεδομένα.
Στόχος του συγκεκριμένου έργου είναι να υποστηρίξει την καταγραφή, τη μελέτη και τη συντήρηση των ευρημάτων, προκειμένου να δημοσιευθεί το πλούσιο αρχαιολογικό υλικό και να ασκηθούν οι φοιτητές στην ανασκαφική πρακτική.
Από τον πρώτο εντοπισμό του και τη σύντομη ανασκαφική έρευνα του Γάλλου αρχαιολόγου Leon Heuzey (στα μέσα του περασμένου αιώνα) μέχρι και σήμερα, ο αρχαιολογικός χώρος της Βεργίνας -πεδίο συστηματικής επιστημονικής δράσης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου από το 1938- πρόσφερε και εξακολουθεί να προσφέρει στην αρχαιολογική επιστήμη πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία και τον πολιτισμό της αρχαίας Μακεδονίας.
Το συγκεκριμένο έργο αποτελεί μέρος μιας πολύ ευρύτερης, μακρόχρονης και πολύπλευρης εκπαιδευτικής και ερευνητικής δραστηριότητας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στον αρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας, που εγκαινιάστηκε το 1938 από τον καθηγητή Κ.Α. Ρωμαίο συνεχίστηκε συστηματικά, από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 με τους καθηγητές Γεώργιο Μπακαλάκη και Μανόλη Ανδρόνικο. Από το 1992 διενεργείται από τους συμμετέχοντες στο έργο χωρίς διακοπή μέχρι σήμερα.
Η ταύτιση της πόλης με τις Αιγές
Απλωμένος στις βόρειες παρυφές των Πιερίων, στην καρδιά της Μακεδονίδος γης του Ηροδότου, ο αρχαιολογικός χώρος της Βεργίνας ταυτίζεται με τις Αιγές, τη θέση που -σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη- επέλεξαν απόγονοι του Ηρακλή από το Άργος της Πελοποννήσου, για να ιδρύσουν την πρώτη πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου, γύρω στα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα.
Η ταύτιση του αρχαιολογικού χώρου με την πόλη στο νεκροταφείο της οποίας έπρεπε να θάβονται, σύμφωνα με την παράδοση, τα μέλη της βασιλικής δυναστείας των Τημενιδών (ανάμεσά τους κι ο Φίλιππος, όπως παραδίδει ο Διόδωρος ο Σικελός), ενισχύεται τώρα με νέα δεδομένα από την περιοχή της αρχαίας αγοράς της. Η έντονη βασιλική παρουσία όχι μόνον στο νεκροταφείο και το ανάκτορο, αλλά και εντός του αρχαίου οικισμού, προσδίδει στη Βεργίνα και τα αρχαία της μιαν εντελώς ιδιαίτερη σημασία και τα υλικά κατάλοιπα που αποκαλύπτονται αντανακλούν τον βίο και την πολιτεία των αρχαίων Μακεδόνων, στην πολιτιστική τους κοιτίδα.
Στο διάστημα των 65 χρόνων που μεσολάβησαν από τότε που ο καθηγητής Κωνσταντίνος Ρωμαίος εγκαινίασε την πανεπιστημιακή ανασκαφή, γενιές φοιτητών του Αρχαιολογικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής, ανάμεσά τους σημερινοί πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και αρχαιολόγοι, ασκήθηκαν κι ασκούνται στην ανασκαφική πρακτική, ενώ το πλήθος των μνημείων και των κινητών ευρημάτων από το νεκροταφείο και την αρχαία πόλη πιστοποιούν την μακρόχρονη ιστορία της περιοχής από τα προϊστορικά μέχρι τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια.
Το νεκροταφείο των τύμβων
Η πρότυπη ανασκαφική έρευνα του εκτεταμένου νεκροταφείου των τύμβων από τον Μανόλη Ανδρόνικο, στη δεκαετία του ’50 και των αρχών του ’60 αποκάλυψε την πρώιμη φάση του οικισμού (1000-700 π.Χ.), πριν από την ίδρυση του μακεδονικού βασιλείου. Τα πρόσφατα ευρήματα από το νεκροταφείο του 6ου π.Χ. αιώνα αποκαθιστούν στη γνώση μας μια περίοδο της μακεδονικής ιστορίας που γνωρίζαμε ελάχιστα μέχρι και πριν από λίγα χρόνια. Στα πολύτιμα κτερίσματα των γυναικείων ταφών αντανακλάται η οικονομική ευμάρεια των αρχαϊκών Μακεδόνων και στα επείσακτα αγγεία οι επαφές τους με άλλες περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Ο 5ος π.Χ., αντιπροσωπεύεται στο νεκροταφείο της Βεργίνας με κιβωτιόσχημους τάφους που περιείχαν εντυπωσιακά δείγματα μεταλλοτεχνίας και πηλοπλαστικής αλλά και κτερίσματα -κυρίως αγγεία- από άλλες περιοχές του ελλαδικού χώρου που επιβεβαιώνουν τις μαρτυρίες του Ηροδότου και του Θουκυδίδη για την εμπλοκή των Μακεδόνων σε γεγονότα της αρχαίας ελληνικής ιστορίας: τους Περσικούς πολέμους, στις αρχές του αιώνα -όπως τους περιγράφει ο Ηρόδοτος- και τον Πελοποννησιακό πόλεμο, στα τέλη του ίδιου αιώνα, όπως τον γνωρίζουμε από τον Θουκυδίδη.
Περίοδος ακμής του μακεδονικού βασιλείου που κορυφώνεται με την ανάδειξη του Φιλίππου Β΄ σε ρυθμιστή των ελληνικών πραγμάτων και την έναρξη της εκστρατείας του Αλεξάνδρου στην Ανατολή, το δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα εκπροσωπείται στο νεκροταφείο της Βεργίνας με πλήθος ευρημάτων. Ανάμεσά τους, οι ενεπίγραφες επιτύμβιες στήλες διατηρούν στις επιγραφές τους, ονόματα των κατοίκων της πόλης που πιστοποιούν την ένταξη του γλωσσικού ιδιώματος των αρχαίων Μακεδόνων στις ελληνικές διαλέκτους.
Απλοί κιβωτιόσχημοι, αλλά και έντεκα μνημειακοί, μακεδονικού τύπου τάφοι, ανάμεσά τους και οι παλαιότεροι του είδους, αναδεικνύουν το νεκροταφείο της Βεργίνας σε σημαντικό χώρο για τη μελέτη της σημαντικής αυτής αρχιτεκτονικής σύλληψης των μακεδόνων αρχιτεκτόνων του 4ου προχριστιανικού αιώνα.
Καίρια θέση ανάμεσα στο σύνολο των μακεδονικών τάφων της Βεργίνας κατέχουν οι τρεις τάφοι του αγροκτήματος Μπέλλα, στη βορειοανατολική πλευρά του εκτεταμένου νεκροταφείου, δίπλα στον κατεστραμμένο τάφο που είχε αποκαλύψει ο πρώτος ανασκαφές του χώρου, Leon Heuzey. Αν και συλημένοι από την αρχαιότητα διατήρησαν για μάς τις εντυπωσιακές προσόψεις τους, με ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά στοιχεία ο πρώτος και μιαν ενδιαφέρουσα, επίσης τοιχογραφία, ο δεύτερος. Στο εσωτερικό τους διατηρήθηκαν μια εντυπωσιακή λίθινη κλίνη με πλούσια χρωματική διακόσμηση και ένας λίθινος επίσης θρόνος, αντίστοιχα. Σημαντικά, άλλωστε, αποδείχτηκαν τα πρόσφατα ευρήματα από την ίδια περιοχή, όπως ένας αρχιτεκτονικά ιδιόμορφος συλημένος μακεδονικός τάφος, κυρίως όμως ένας ασύλητος κιβωτιόσχημος τάφος με πλήθος μετάλλινων αντικειμένων, ανάμεσά τους και εντυπωσιακό χάλκινο καλυκωτό κρατήρα.
Οι ασύλητοι βασιλικοί τάφοι
Την πιο σημαντική, εντούτοις, θέση ανάμεσα στα μνημειακά αυτά υπόγεια ταφικά οικοδομήματα που ονομάζουμε μακεδονικούς τάφους, επειδή επιχωριάζουν στη Μακεδονία, κατέχουν οι δύο ασύλητοι μακεδονικού τύπου τάφοι που αποκαλύφθηκαν από τον καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο και τους πανεπιστημιακούς συνεργάτες του στα τέλη της δεκαετίας του ’70 (1976-1980).
Το άθικτο περιεχόμενό τους (με έναν εντυπωσιακό αριθμό χάλκινων, ασημένιων και χρυσών όπλων, σκευών και κοσμημάτων και ένα μοναδικό σύνολο ελεφαντοστέινων γλυπτών από τη διακόσμηση ξύλινων κλινών συμβάλλουν πολύπλευρα στη γνώση μας για την αρχαία ελληνική τέχνη. Πολύτιμη, ωστόσο, είναι η συμβολή των βασιλικών τάφων της Μεγάλης Τούμπας στην γνώση μας για την αρχαία ελληνική τέχνη, όχι μόνο χάρη στη μνημειακή τους αρχιτεκτονική, αλλά κυρίως λόγω την εξαιρετικής τέχνης ζωγραφική τους διακόσμηση.
Η αρπαγή της Περσεφόνης στο εσωτερικό του συλημένου κιβωτιόσχημου τάφου και το κυνήγι στην πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου αποτελούν έργα μεγάλων ζωγράφων της ελληνικής αρχαιότητας και πολύτιμη πηγή γνώσης για μια μεγάλη και σπουδαία τέχνη της ελληνικής αρχαιότητας που, λόγω της φθαρτότητας των υλικών της, θα παρέμενε έμμεση κι αποσπασματική, δίχως τις τοιχογραφίες των τάφων της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα. Η εξαιρετική τους ποιότητα δικαιώνει τον έπαινο των αρχαίων συγγραφέων για τους μεγάλους ζωγράφους του 4ου π.Χ. αι. και τα τεχνοτροπικά τους χαρακτηριστικά επιτρέπουν την απόδοσή τους σε επώνυμους καλλιτέχνες των ύστερων κλασικών χρόνων που δούλεψαν στη Μακεδονία, προσκεκλημένοι από μέλη της βασιλικής οικογένειας.
Χάρη στις τοιχογραφίες των βασιλικών τάφων της Βεργίνας, η μελέτη της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής δεν περιορίζεται πλέον μόνον στην φιλολογική παράδοση και την έμμεση μαρτυρία των μεταγενέστερων αντιγράφων, κυρίως σε πόλεις της ιταλικής χερσονήσου, αλλά στην άμεση γνώση που παρέχεται από τις πρωτότυπες δημιουργίες μεγάλων καλλιτεχνών που διέσωσε φιλόξενα η γη της Μακεδονίας στην ιστορική κοιτίδα των αρχαίων κατοίκων της.
Πόλη οχυρό
Αντίθετα από το εκτεταμένο νεκροταφείο των τύμβων που απλώνεται στην πεδιάδα, ο οχυρωμένος οικισμός εκτείνεται στα ριζά των Πιερίων, χτισμένος σε επάλληλα πλατώματα. Η επιλογή μιας θέσης τόσο στρατηγικής, ως έδρας του μακεδονικού βασιλείου ήδη από τα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα, είναι και σήμερα εμφανής στο τοπίο.
Μια συνεχής σειρά μαλακού ορεινού τοπίου προστάτευε τον οικισμό από τα νότια, ενώ βαθιά ρέματα στα ανατολικά και τα δυτικά του, συγκροτούσαν μιαν εντυπωσιακή φυσική οχύρωση, που ενισχύθηκε στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα, από ισχυρά τείχη που περιβάλλουν τον αστικό ιστό της αρχαίας πόλης.
Η οχυρωμένη ακρόπολη όπου αποκαλύφθηκαν λείψανα κατοικιών και εργαστηρίων της ελληνιστικής περιόδου αποτελούσε καταφύγιο για τους κατοίκους σε περιπτώσεις εισβολής, ενώ εντυπωσιακοί πύργοι σε τακτά διαστήματα κατά μήκος των τειχών, ενίσχυαν την άμυνα της. Στις πύλες του τείχους κατέληγαν δρόμοι, οδηγώντας έξω από την οχύρωση, προς το νεκροταφείο, αλλά και τις γειτονικές πόλεις.
Το ανάκτορο και το θέατρο
Χαμηλότερα, στο χώρο, δεσπόζει το ανάκτορο, ένα εντυπωσιακό οικοδόμημα που καλύπτει έκταση έντεκα περίπου στρεμμάτων και απλώνεται στο μικρότερο, αλλά το πιο επιβλητικό από τα πλατώματα της αρχαίας πόλης. Η μνημειακή μορφή του, η επιλογή της θέσης για την ανέγερσή του και επιγραφές πιστοποιούν τη λατρεία του Ηρακλή Πατρώου, ως γενάρχη της μακεδονικής δυναστείας.
Λίγο χαμηλότερα το θέατρο, από τα παλαιότερα στον ελλαδικό χώρο, ζωντανεύει το χώρο στον οποίον δολοφονήθηκε, σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, ο Φίλιππος Β’.
Τα δύο μνημεία αποτελούν τμήματα μιας ενιαίας αρχιτεκτονικής σύλληψης των ύστερων κλασικών χρόνων και μαζί με την αγορά της αρχαίας πόλης συγκροτούν το πολιτικό κέντρο της παλιάς μακεδονικής πρωτεύουσας.
Στην αγορά των Αιγών έχουν αποκαλυφθεί, τα τελευταία είκοσι χρόνια, επιγραφές, ναοί, βωμοί, στοές και εντυπωσιακά κτίρια, που παρά την καταστροφή τους, αντανακλούν τη μέγιστη ακμή της αρχαίας πόλης στη διάρκεια του 4ου π.Χ. αιώνα. Βασιλικά αφιερώματα στην θεά Εύκλεια και τον Δία Μειλίχιο, και εντυπωσιακά μαρμάρινα γλυπτά μεγάλων καλλιτεχνών βεβαιώνουν για τη σημασία του χώρου, η χρήση του οποίου, ως τόπου κατοίκησης, ανάγεται σε πολύ παλαιότερα χρόνια, όπως προέκυψε από πρόσφατα ανασκαφικά δεδομένα.
Την αποσπασματική εικόνα του οχυρωμένου οικισμού συμπληρώνει το Ιερό της Μητέρας των Θεών – Κυβέλης, στα ανατολικά, με σημαντικά ευρήματα που αποτυπώνουν μια λαϊκή λατρεία, ενώ οικοδομικά λείψανα δημόσιων και ιδιωτικών οικοδομημάτων που έχουν μερικώς ανασκαφεί, και οδικοί άξονες που έχουν μερικώς εντοπιστεί, καταγράφουν την πολεοδομική οργάνωση της αρχαίας πόλης.
Ανισοβαρής αξιοποίηση του χώρου
Η ανισοβαρής αξιοποίηση του αρχαιολογικού χώρου της Βεργίνας, με ιδιαίτερα τονισμένη την εικόνα του βασιλικού νεκροταφείου, όπως εκφράζεται με το εντυπωσιακό στέγαστρο των βασιλικών τάφων, προέκυψε από την επείγουσα ανάγκη για την ασφαλή στέγαση, την προστασία και την ανάδειξη των πολύτιμων ευρημάτων της ανασκαφής στη Μεγάλη Τούμπα. Η εντυπωσιακή (εκ των πραγμάτων περιορισμένη στα ευρήματα των βασιλικών τάφων), αξιοποίηση από το ΥΠ.ΠΟ. των αποτελεσμάτων της πανεπιστημιακής ανασκαφής από τον καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο και τους συνεργάτες του καλύπτει τμήμα μόνον της πολυδιάστατης όψης του αρχαίου οικισμού.
Είναι, επομένως, ανάμεσα στους κεντρικούς στόχους της πανεπιστημιακής ανασκαφής η αξιοποίηση και των άλλων, εξίσου σημαντικών για την ιστορία του χώρου μνημείων, όπως το ανάκτορο, το θέατρο, τα τείχη και η αγορά. Οι ανασκαφείς κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση, προκειμένου να επιτευχθεί η σφαιρική αντιμετώπιση του αρχαιολογικού χώρου της Βεργίνας, ως ενιαίου συνόλου που αντανακλά όχι μόνον το θάνατο, αλλά και την καθημερινή ζωή των ανώνυμων και των επώνυμων αρχαίων κατοίκων της.
Ενέργειες προβολής και ανάδειξης
Αυτούς τους στόχους υπηρετεί η έκδοση από τα μέλη της πανεπιστημιακής ομάδας δύο αρχαιολογικών οδηγών για τη Βεργίνα, η κυκλοφορία ενός ψηφιακού δίσκου (CD-ROM) για τον ίδιο χώρο και η επιδιωκόμενη διεύρυνση σε συστηματική βάση πιλοτικού εκπαιδευτικού προγράμματος για παιδιά της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Με την ανάδειξη των μνημείων, με την ανέγερση Αρχαιολογικού Εκπαιδευτικού Κέντρου για τις πολύπλευρες πολιτισμικές δραστηριότητες του Α.Π.Θ. και Αρχαιολογικού Μουσείου που θα στεγάσει τον τεράστιο αριθμό ευρημάτων από τη μακρόχρονη ανασκαφική δραστηριότητα στη Βεργίνα, ο σύγχρονος επισκέπτης θα είναι σε θέση να προσλαμβάνει αλλά και να απολαμβάνει μιαν ενιαία εικόνα για μιαν αρχαιολογική θέση που καθώς ταυτίζεται με την πολιτιστική κοιτίδα του μακεδονικού βασιλείου, έχει συνδεθεί με ένα μεγάλο τμήμα, ίσως το πιο σημαντικό της αρχαίας ελληνικής ιστορίας. Εκείνο που σημαδεύτηκε από τη δράση των αρχαίων Μακεδόνων και κορυφώθηκε με την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, του τελευταίου της δυναστείας των Τημενιδών, στην Ανατολή.
Ανασκαφή Βεργίνας – Η ταυτότητα του έργου:
Ο αρχαιολογικός χώρος της Βεργίνας, πεδίο συστηματικής επιστημονικής δράσης του Α.Π.Θ. ήδη από το 1938 (όταν ο καθηγητής Κωνσταντίνος Ρωμαίος εγκαινίασε την ανασκαφή), μάλλον δεν χρειάζεται συστάσεις: τα ευρήματα των ανασκαφών στο νεκροταφείο των Τυμβών -μεταξύ των οποίων και οι περίφημοι δύο ασύλητοι τάφοι μακεδονικού τύπου- τα αρχιτεκτονικά λείψανα κατοικιών και εργαστηρίων, οι επιγραφές, οι ναοί και οι στοές, προκαλούν επί χρόνια τον θαυμασμό εντός και εκτός των συνόρων της Ελλάδας. Εντυπωσιακό είναι και το θέατρο που αποκαλύφθηκε, από τα παλαιότερα στον ελλαδικό χώρο, όπου -σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές- δολοφονήθηκε ο Φίλιππος ο Β΄. Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το επιβλητικό ανάκτορο, στο οποίο λατρευόταν ο Ηρακλής Πατρώος, ως γενάρχης της μακεδονικής δυναστείας.
Επιστημονικώς υπεύθυνη
Χρυσούλα Σαατσόγλου – Παλιαδέλη, καθηγήτρια του Τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας
Συμμετέχοντες
Στέλλα Δρούγου, καθηγήτρια κλασσικής αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας
Παναγιώτης Φάκλαρης, αναπληρωτής καθηγητής κλασσικής αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας
Φορέας χρηματοδότησης
Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης
Διάρκεια έργου
Με δεδομένο τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα της ανασκαφής, το έργο δεν έχει ημερομηνία λήξης. Ο εκτεταμένος αρχαιολογικός χώρος ερευνάται σε ετήσια βάση στην οποίαν ασκούνται φοιτητές και το πλήθος των πληροφοριών που προκύπτουν από τη συστηματική πανεπιστημιακή έρευνα απαιτεί χρόνο για τη μελέτη και τη δημοσίευση των παλαιών και των νέων ευρημάτων.
Έναρξη έργου
1992
Το παραπάνω κείμενο καθώς και οι φωτογραφίες που το συνοδεύουν, δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό “Των ερευνών ανάλεκτα” (Τεύχος 9ο – Απρίλιος 2004). Το περιοδικό “Των ερευνών ανάλεκτα” είναι μια περιοδική έκδοση της Επιτροπής Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Καιρος: Βεργίνα, Μακεδονία, Ελλάδα
GPS links
Εάν έχετε Κινητό με Android κάντε κλικ εδώ, εάν έχετε iPhone κλικ εδώ για να δείτε τον χάρτη με το GPS της συσκευής σας.