Η γεωγραφική θέση της Ρόδου συντέλεσε από την αρχαιότητα στην οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη του νησιού. Αλλά η εμπορική της ακμή, είχε με τη σειρά της ως συνέπεια να γίνεται η Ρόδος στόχος επιβουλής των εκάστοτε ισχυρών.
17ος αι. π.Χ. και ο Μινωικός πολιτισμός (και στόλος) κυριαρχούν στο Αιγαίο και οι Κρητικοί Τελχίνες εγκαθίστανται στη Ρόδο. Δυο αιώνες αργότερα οι πρώτοι Μυκηναίοι (Αχαιοί και Δωριείς) εγκαθίστανται στη Ρόδο αρχικά ειρηνικά μα δεν αργούν οι έριδες. Οι Ρόδιοι υπό τον, Αργείο, Τληπόλεμο συμμετέχουν στον Τρωικό Πόλεμο και αναφέρονται στην Ιλιάδα του Ομήρου. Ακροπόλεις και γύρω τους τείχη κτίζονται σε διάφορες πόλεις-κράτη στην αρχαία Ρόδο. Και όπως γνωρίζουμε ο οπλίτης στην Αρχαία Ελλάδα ακολουθήθηκε απ' τον θεσμό του πολίτη και τους νόμους που σταδιακά οδήγησαν στο πολίτευμα της δημοκρατίας.
Τον 7ο αι. π.Χ. οι τρεις πόλεις κράτη της Ρόδου Λίνδος, Κάμειρος και Ιαλυσός, μαζί με την Αλικαρνασσό, την Κω και την Κνίδο συμμαχούν δημιουργώντας την ονομαστή Δωρική Εξάπολη. Η Δωρική Εξάπολις είναι μια απ' τις σημαντικές δυνάμεις της εποχής και πέρα των άλλων δράσεων, ιδρύει και πολλές αποικίες σε όλη τη Μεσόγειο.
Τον 6ο αι. π.Χ. στη Λίνδο βασιλεύει ο Κλεόβουλος, ένας απ’ τους Επτά Σοφούς της Αρχαίας Ελλάδας, στον οποίο αποδίδεται και το ρητό «μέτρον άριστον». Στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. οι Ρόδιοι αποχωρούν από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Οι φόροι που επέβαλλαν οι Αθηναίοι ήταν δυσβάσταχτοι και η καταστροφική ήττα του Αθηναϊκού Στόλου στη Σικελική Εκστρατεία το 413 π.Χ. ήταν η τέλεια ευκαιρία που άρπαξε η Ρόδος.
Η πόλη Ρόδος ιδρύθηκε το 408 π.Χ. απ’ τον στρατηγό Δωριέα, ολυμπιονίκης και μεγάλος πολιτικός, που μάλιστα ήταν γιος του Διαγόρα, του πιο διάσημου Ρόδιου Ολυμπιονίκη. Ο Ιππόδαμος από την Μίλητο ήταν ο αρχιτέκτονας που ανέλαβε τα σχέδια της πόλης της Ρόδου. Λέγεται ότι το Ιπποδάμειο σύστημα, δηλαδή τα σχέδια που εφάρμοσε ο Ιππόδαμος στη Ρόδο, το χρησιμοποίησε και ο Μέγας Αλέξανδρος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, και όχι μόνο.
Η Ρόδος βρίσκεται σε ανοδική πορεία και είναι σε θέση να διαπραγματεύεται τη συμμαχία της πότε με τους Αθηναίους και πότε με τους Σπαρτιάτες με ευνοϊκούς πάντα όρους και με διασφαλισμένη την ανεξαρτησία της - στόχο που είχε πάντα η Ρόδος από εδώ και στο εξής. Οι Ρόδιοι μισθοφόροι πολεμιστές είναι περιζήτητοι - ανάμεσά τους ξεχώρισαν ο Μέντωρ και ο Μέμνων που πολέμησε ενάντια στον Μέγα Αλέξανδρο ως Στρατηγός των Περσών.
Η Ρόδος είχε συμμαχήσει με τον Μέγα Αλέξανδρο, αλλά γίνεται για άλλη μια φορά το μήλο της Έριδος στους πολέμους των Διαδόχων. Η Ρόδος αρνείται να συμμαχήσει με τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο ενάντια στον Πτολεμαίο της Αιγύπτου, και ο γιος του πρώτου, ο μεγάλος Δημήτριος ο Πολιορκητής πολιορκεί για ένα χρόνο τη Ρόδο. Φοβερές πολιορκητικές μηχανές (ελέπολις και κριοφόρος χελώνα), 400 πλοία στόλος, 40000 ιππείς και μεγάλος αριθμός πεζικού δεν καταφέρνουν να κάμψουν την αντίσταση των κατοίκων της Ρόδου.
Ο Δημήτριος Πολιορκητής φεύγει άπρακτος ένα χρόνο μετά και αφήνει πίσω τους τις τεράστιες πολιορκητικές μηχανές. Οι Ρόδιοι πουλώντας τες συγκέντρωσαν 300 τάλαντα, πολύ μεγάλο χρηματικό ποσό, και ο αρχιτέκτονας Χάρης ο Λίνδιος ανέλαβε την κατασκευή του Κολοσσού της Ρόδου, ένα άγαλμα του θεού Ήλιου. Ο Χάρης ήταν μαθητής του περίφημου Λυσίππου και χρειάστηκε 12 χρόνια για να ολοκληρώσει το έργο του. Από το 292 π.Χ. ως το 227, για 66 χρόνια έμεινε όρθιος στην πόλη της Ρόδου. Ο Κολοσσός είχε ύψος 32 μέτρα και ο Πλίνιος έγραφε αργότερα ότι λίγοι άνδρες μπορούσαν να κλείσουν στην αγκαλιά τους τον αντίχειρα του αγάλματος.
Ο μεγάλος σεισμός του 227 π.Χ. έριξε τον Κολοσσό. Ο Στράβων γράφει ότι έπεσε "περικλασθείς από των γονάτων" ενώ υπάρχει και η μαρτυρία ότι "πεσών πολλάς οικίας κατέσεισε" που καταδεικνύει ότι δεν πρέπει να ήταν στο λιμάνι, αλλά ψηλότερα στην πόλη της Ρόδου. Ο Κολοσσός, ένα από τα Επτά Θαύματα του αρχαίου κόσμου, έμεινε για 900 χρόνια στο έδαφος. Οι Ρόδιοι, παρά την προσφορά του Πτολεμαίου, δεν τον έστησαν ξανά. Φοβούμενοι κάποιο χρησμό προτίμησαν να μην ασχοληθούν με ένα κακό που έχει τελειώσει. Το 653 μ.Χ. οι Άραβες καταλαμβάνουν την Ρόδο και πωλούν τον Κολοσσό σε κομμάτια σε κάποιο Εβραίο έμπορο από την Έδεσσα της Μέσης Ανατολής και για να τον κουβαλήσουν χρειάστηκαν 900 καμήλες.
Τον 2ο αι. π.Χ. η Ρόδος συμμαχεί με τους Ρωμαίους. Το πρώτο "συμμαχικό" χτύπημα ήταν η ρωμαϊκή ανακήρυξη της Δήλου σε λιμάνι ελεύθερο δασμών. Το 42 π.Χ. η Ρόδος καταλαμβάνεται και λεηλατείται από τον Στρατηγό Κάσιο, στη διάρκεια ενός Ρωμαϊκού εμφυλίου πολέμου. Το τέλος της Δημοκρατίας και η κυριαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οδηγούν τελικά τη Ρόδο σε ύφεση.
Η Ρόδος αναφέρεται στο 21ο κεφάλαιο των Πράξεων των Αποστόλων και οι Ρόδιοι γίνονται Χριστιανοί ήδη από τον 1ο αι. μ.Χ. Το 269 μ.Χ. οι Γότθοι λεηλατούν τη Ρόδο και το 395 μ.Χ. η Ρόδος ανήκει στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η πόλη είναι πολύ μικρότερη από την Αρχαία Ρόδο, αλλά οι Βυζαντινοί την οχυρώνουν και την χωρίζουν στην Ακρόπολη (το μετέπειτα Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου) το πολιτικό και στρατιωτικό διοικητήριο, και στην Πόλη για τον απλό κόσμο. Νοσοκομεία και Θέρμες (Δημόσια Λουτρά) χτίστηκαν στη Ρόδο.
Το 515 μ.Χ. άλλος ένας μεγάλος σεισμός καταστρέφει μεγάλο τμήμα της Ρόδου. Το 653 μ.Χ. η Ρόδος κατακτιέται από τους Άραβες. Το 1046 καταλαμβάνουν τη Ρόδο οι Γενοβέζοι. Την επανακτεί ο Αλέξιος ο Κομνηνός τον 11ο αι. μ.Χ. ο οποίος έδωσε και στους Βενετούς εμπορικά δικαιώματα στο νησί. Το 1101 μ.Χ. ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος περνάει από την Ρόδο και παίρνει μαζί του στη Σταυροφορία Ρόδιους μισθοφόρους.
Η Άλωση της Πόλης το 1204 μ.Χ. από τους Δυτικούς, φέρνει τα Δωδεκάνησα και τη Ρόδο στην κυριαρχία της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας.
Το 1309 μ.Χ. οι Ιωαννίτες Ιππότες (το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ) εγκαθίστανται στη Ρόδο. Το Τάγμα των Ιπποτών έχοντας αποχωρήσει από την Κύπρο, χρησιμοποιούν τη Ρόδο ως στρατιωτική βάση για τα ταξίδια τους στην Ιερουσαλήμ και στους Άγιους Τόπους. Οι Ιππότες της Ρόδου βελτίωσαν τα τείχη και τις οχυρώσεις και μεγάλωσαν λίγο την πόλη της Ρόδου, η οποία όμως είναι περίπου 25% μικρότερη από την Ρόδο κατά την Ελληνιστική Εποχή.
Το 1522 μ.Χ. η Ρόδος κατακτήθηκε από τους Τούρκους και έπεσε πάλι σε ύφεση. Είχαν προηγηθεί αποτυχημένες πολιορκίες το 1444 και το 1480. Οι Ρόδιοι στράφηκαν πάλι στην αγροτική ζωή καθώς δεν μπορούσαν να είναι πια έμποροι. Κάθε λίγες δεκαετίες οι Έλληνες προχωρούσαν σε εξεγέρσεις, αλλά το ποθούμενο ήταν μακριά ακόμη. Οι Δωδεκανήσιοι συμμετέχουν ενεργά στην Επανάσταση του 1821 και αποκτούν για λίγο την ελευθερία τους, αλλά δυστυχώς παραχωρούνται στην Οθωμανική Αυτοκρατορία με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου απ' τις Μεγάλες Δυνάμεις, σαν αντάλλαγμα για την Εύβοια.
Οι Ιταλοί κατείχαν τη Ρόδο από το 1912. Η Ιταλική Κατοχή συνδέθηκε με πάρα πολλά έργα στη Ρόδο: το υδραγωγείο, την ηλεκτροδότηση του νησιού, το λιμάνι, το ενυδρείο, αλλά και αναστυλώσεις στην Παλιά Πόλη και στο Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου. Από την άλλη, ενώ οι Ιταλοί διατείνονταν ότι θα επιτρέψουν στα Δωδεκάνησα να ενωθούν με την Ελλάδα, στην πραγματικότητα δεν είχαν κανένα τέτοιο σκοπό.
Οι Δωδεκανήσιοι δημιουργούν την Πολιτεία του Αιγαίου και διεκδικούν την ένωση με την Ελλάδα. Μια απ’ τις κορυφαίες στιγμές αντίστασης ήταν το αιματηρό Πάσχα του 1919. Το 1920 οι Ιταλοί συμφωνούν να παραχωρηθούν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα και να παραμείνει η Ρόδος υπό Ιταλική Κατοχή, αλλά εκμεταλλεύονται τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και πετυχαίνουν να τα κρατήσουν με τη Συνθήκη της Λοζάνης. Με την άνοδο του φασισμού επιχειρείται και εξιταλισμός των Ελλήνων, αλλά χωρίς επιτυχία.
Η Ιταλία κατείχε για σχεδόν τρεις δεκαετίες τα Δωδεκάνησα. Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο Δωδεκανήσιοι εθελοντές πολεμούν στη Φλώρινα, στο Ρίμινι, στο Ελ Αλαμέιν και αλλού. Ο ανθυπολοχαγός Αλέξανδρος Διάκος από τη Χάλκη είναι μάλιστα ο πρώτος Έλληνας που έπεσε πολεμώντας στον λόφο της Τσούκας στην οροσειρά της Πίνδου.
Με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, πέρασαν σε Βρετανική Διοίκηση - ο Γερμανός Στρατηγός Wagener υπέγραψε στις 8 Μαΐου 1945 την άνευ όρων παράδοση των Δωδεκανήσων στους Βρετανούς και στον Συνταγματάρχη Χριστόδουλο Τσιγάντε, διοικητή του Ιερού Λόχου. Στις 31 Μαρτίου 1947 ο Βρετανός Ταξίαρχος A.S. Parker υπογράφει την παράδοση των Δωδεκανήσων στην Ελληνική Στρατιωτική Διοίκηση υπό τον Αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη, και το 1948 έγινε επίσημα η ένωση με την Ελλάδα.
Ο Έλληνας Στρατιωτικός Διοικητής της Ρόδου είχε ανακηρύξει το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου Ιστορικό Μνημείο το 1947. Το 1960 το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε την Παλιά Πόλη της Ρόδου Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Το 1988 η Παλιά Πόλη της Ρόδου ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την Unesco.