Το σεβίτσε (ceviche) είναι μια σπεσιαλιτέ της Νότιας και Κεντρικής Αμερικής. Αποτελεί ένα είδος κρύου ορεκτικού ή σαλάτας με ψάρι ή θαλασσινά “ψημένα” σε χυμό εσπεριδοειδών.
Το κιτρικό οξύ των εσπεριδοειδών αντιδρά με τις πρωτεΐνες των ψαριών και των θαλασσινών πετυχαίνοντας ένα αποτέλεσμα παρόμοιο με αυτό του ελαφρού ψησίματος.
Για να φτιάξουμε ένα σεβίτσε αξιώσεων, είναι απαραίτητη η φρεσκάδα των θαλασσινών και των ψαριών που θα χρησιμοποιήσουμε μιας και το οξύ δεν σκοτώνει όλους τους μικροοργανισμούς που θα έχουν αναπτυχθεί σε μια πρώτη ύλη που δεν είναι εντελώς και απαράβατα φρέσκια. Ιδανικά χρησιμοποιούμε το/τα ψάρια που μόλις ψαρέψαμε. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε λαβράκια, σφυρίδες, μπαρμπούνια, γλώσσες, κ.α. Αποφεύγουμε όμως τα ελαιώδη ψάρια (τόνους, σκουμπριά, κολιούς, σαφρίδια, σαρδέλες, ή ψάρια του γλυκού νερού, πέστροφα κτλ). Από θαλασσινά προτιμούμε μεγάλες γαρίδες, χτένια, αχινούς, καραβίδες, τα μικρά καλαμάρια και σουπιές, κτλ.
Συνήθως το σεβίτσε κόβεται σε κυβάκια. Το μέγεθος των κύβων καθορίζει και τον χρόνο που θα πρέπει να μαριναριστούν μέσα στο χυμό των εσπεριδοειδών (συνήθως λεμονιού ή και λάιμ χωρίς να αποκλείονται βέβαια και όλα τα άλλα) που επιλέξαμε έτσι ώστε να μπορέσει να τα διαποτίσει σε όλη τους τη σάρκα μέχρι το κέντρο του κάθε κομματιού. Ο χρόνος αυτός που είναι ανάλογος του ph του εσπεριδοειδούς και σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να τραβήξει πολύ σε μάκρος διότι η πρώτη ύλη μας θα καταστραφεί από το υπερβολικό διάστημα που πέρασε μέσα στο οξύ των φρούτων.
Σε πολύ γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε πως για να γίνει ένα αποδεκτό σεβίτσε πρέπει να μείνει στην μαρινάδα από δέκα περίπου λεπτά έως μισή ώρα. Επειδή όμως οι παράγοντες που παίζουν ρόλο είναι πάρα πολλοί μπορούμε να πούμε μερικά ακόμη στοιχεία που θα βοηθήσουν. Οι κύβοι του ψαριού θα πρέπει να είναι όσο πιο ομοιόμορφοι γίνεται ώστε να μαριναριστούν (μαγειρευτούν) το ίδιο. Είναι θέμα προσωπικού γούστου η ώρα που θα πρέπει να παραμείνουν στην μαρινάδα τα κομμάτια ψαριού ή θαλασσινών, αλλά σε γενικές γραμμές, μιας και μπορούμε να παρομοιάσουμε το σεβίτσε με το μαγειρεμένο κρέας, θα πρέπει ο κύβος του ψαριού να έχει ένα στιβαρό και κρουστό εξωτερικό που όσο πλησιάζουμε στο κέντρο του να γίνεται πιο μαλακό και τρυφερό, σχεδόν ημιδιαφανές.
Όταν το ψάρι ή το θαλασσινό μας ολοκληρώσει τον επιθυμητό χρόνο μέσα στη μαρινάδα, το σουρώνουμε και το τοποθετούμε σε πιατέλα συνοδευόμενο από μυρωδικά, μπαχαρικά και ελαιόλαδο.
Αν δεν το καταναλώσουμε αμέσως, μιας και το σεβίτσε είναι απολαυστικότερο όταν είναι κρύο, το βάζουμε σε μεταλλικό κατά προτίμηση δοχείο που “κάθεται” πάνω σε σκεύος γεμάτο με πάγο και το αφήνουμε για μισή ώρα στο ψυγείο πριν το σερβίρουμε.
Θα μπορούσαμε, τέλος, να πούμε πως ένα κάποιο είδος σεβίτσε έχουμε πολύ οικείο εδώ στην Ελλάδα… τον γαύρο τον μαρινάτο!