Ο σεισμός ήταν σφοδρός και ο κίνδυνος μεγάλος, γι’ αυτό και το πλήθος, οι πιστοί, σε μακριές λιτανείες δοξολόγησαν τον Θεό και κατέληξαν στην Εκκλησία.
Εκεί ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τους περίμενε να τους ενισχύσει πνευματικώς και να τους διδάξει.
Αν και με εμπόδιζε εμένα η αρρώστια να πάρω μέρος μαζί σας στην πνευματική πορεία, όμως εσάς ο κόπος της οδοιπορίας δεν σας έκαμε να χάσετε το θάρρος σας.
Διότι ο κόπος που κάματε σας έφερε εδώ μουσκεμένους τον ιδρώτα, μα η διδασκαλία και στην αρρώστια τη δική μου την θεράπευσε και τον πόνο το δικό μου με την ψαλμωδία τον παρηγόρησε.
Κι έτσι ούτε εγώ κράτησα τη γλώσσα μου στη σιωπή, αν και ήμουν άρρωστος, ούτε εσείς από την κούραση που είχατε, φύγατε δίχως να ακούσετε.
Και μόλις άρχισε ο λόγος, χάθηκε ο πόνος.
Μόλις έφτασε η διδασκαλία, πήρε δρόμο ο κόπος.
Γιατί η αρρώστια και ο πόνος είναι στο σώμα, μα η διδασκαλία είναι στήριγμα και θεραπεία της ψυχής. Και όσο πιο σπουδαία είναι η ψυχή από το σώμα, τόσο προτιμότερα είναι τα δικά της κατορθώματα.
Και γι’ αυτό ακριβώς, όχι μόνο όταν με εμπόδιζε η αρρώστια, αλλά και αμέτρητα άλλα εμπόδια να παρουσιάζονταν, δεν θα σταματούσα να αγκαλιάζω την αγάπη σας.
Και ούτε σήμερα στερήθηκα την καλή αυτή η εορτή.
Κι αν μέχρι τώρα ήμουν καρφωμένος στην κλίνη, ο Θεός δεν με άφησε να καταστραφώ τελείως από τη στέρηση. Γιατί όπως για σας στέρηση είναι το να μην ακούτε, έτσι και για μένα είναι στέρηση το να μην μιλάω.
Και η μητέρα το ίδιο πολλές φορές άρρωστη όταν είναι πρώτη μάνα της κατασπαράξει το μαστό το παιδί της, παρά να το βλέπει να λιώνει από την πείνα.
Και εμένα ας γίνει κομμάτια το σώμα, διότι ποιος δεν θα έχυνα ευχαρίστως το αίμα του για εσάς, ανθρώπους με τόση ευλάβεια που τους Μας καίει ο πόθος να ακούσουν που τόσο πρόθυμα φανερώνουν τη μετάνοια τους στην κάθε ευκαιρία.
Εσείς δεν λογαριάζετε μέρα και νύχτα, αλλά την κάθε ώρα την κάνετε μέρα.
Όχι γιατί αλλάζετε τη φύση, αλλά γιατί φωτίζετε τις νύχτες με τις ολονύκτιες προσευχές σας.
Άγρυπνες είναι οι νύχτες σας και η εξουσία του ύπνου σταματά, διότι ο πόθος του Χριστού νίκησε της φύσεως την αδυναμία. Ξεφύγατε από το να είστε άνθρωποι στο σώμα, με το να μοιάζετε στις ουράνιες δυνάμεις, με το να φανερώνατε αγρυπνία, νηστεία αυστηρή, τόση κούραση από την οδοιπορία, κούραση για το σώμα, μα ανάπαυση για το θέλημα της ψυχής.
Αυτό τον καρπό έφεραν οι φόβοι.
Αυτή την ωφέλεια είχε ο σεισμός, ωφέλεια που ποτέ δεν παύει να υπάρχει. εύπορους και τους πλούσιους πλουτίζει.
Δεν ξέρει φτώχεια, δεν γνωρίζει πλούτο.
Ήρθε ο σεισμός και έδιωξε τη ζωή στην ανωμαλία.
Πού είναι τώρα ντυμένοι τα μετάξια, πού είναι το χρυσάφι.
Όλα εκείνα χάθηκαν και έσπασαν πια εύκολα και από την αράχνη και φάνηκαν πιο πρόσκαιρα και από τα ανοιξιάτικα λουλούδια.
Μα επειδή βλέπω ετοιμασμένη την ψυχή σας θέλω πιο πλούσιο τραπέζι να σας παραθέσω.
Βλέπω τα σώματά σας κουρασμένα, μα την ψυχή σας δυνατή.
Ο ιδρώτας σας τρέχει πολύς, μα κάνει τη συνείδηση καθαρή.
Κι όταν οι αθλητές ραντίζονται ακόμα και στο αίμα για λίγα φύλλα δάφνης που τα παίρνουν σήμερα και μαραίνονται αύριο, πολύ περισσότερο εσείς που μπήκατε στον αγώνα των πνευματικών κατορθωμάτων, πρέπει να μην υποχωρείτε στους κόπους σας για την αρετή και ούτε να χάνετε τη δύναμή σας. Το θέατρο το δικό σας είναι στέφανος για μένα και ένα ακροατή από σας τον λογαριάζω σαν όλη την πόλη.
Μερικοί στεφάνωσαν κρατήρες κι άλλοι ετοίμασαν συμπόσια σατανικά κι άλλοι ετοίμασαν πλούσιο τραπέζι.
Όμως εσείς κατορθώσατε τόσο μεγάλη ολονυκτία και όλη την πόλη την καθαρίσατε με τα πατήματα των Αγίων Ποδιών σας με το να περάσετε Να ξαναπεράσετε την Αγορά με το να κάμετε Άγιο τον Αέρα.
Διότι γίνεται και ο Αέρας Άγιος με την Ψαλμωδία, όπως ακούσατε σήμερα τον Θεό να λέει στο Μωυσή.
Ο τόπος εκεί που στέκεις είναι Αγίοι.
Κι εσείς αγιάσατε το έδαφος, την Αγορά, κάματε την πόλη μας Εκκλησία.
Κι όπως ένας χείμαρρος που τρέχει, κι όπως χύνεται απότομα στο ρυάκι, όλα τα ρίχνει και τα παίρνει.
Έτσι ακριβώς και ο χείμαρρος ο πνευματικός, ο ποταμός του Θεού που ευφραίνει την πόλη του Θεού.
Γέμισε νερά και καθάρισε το βόρβορο της ασεβείας.
Κανείς δεν μένει αδιάντροπος ή καλύτερα κι αν κάποιος είναι αδιάντροπος αλλάζει.
Ακούει τη φωνή και αλλάζει τρόπο η σκέψη του.
Μπαίνει μέσα του η μελωδία και διώχνεται η ασέβεια.
Φεύγουν κρυφά και αν ακόμα δεν φεύγουν, όμως φωλιάζουν όπως τα άγρια θηρία τον χειμώνα.
Έτσι, η σκέψη που αμαρταίνει η αδιάντροπα κρύβεται βαθιά, και όπως τα φίδια τρυπώνουν στη γη όταν το κρύο τους παγώσει τα σώματα, έτσι και αυτά τα πάθη, τα ανελεύθερα και κτηνώδικα, κρύβονται με αυτόν τον τρόπο σαν σε κάποιο βυθό.
Βέβαια, και οι ίδιοι αυτοί που σηκώνουν τα πάθη, ντρέπονται γι’ αυτά. τα σηκώνουν, μα είναι νεκρά.
Η μελωδία σας χρησιμεύει σε αυτούς σαν το κρύο του χειμώνα.
Μπαίνει στα αυτιά του πλεονέκτη ο λόγος, και αν δεν πετάξει από πάνω του το πάθος, όμως τον νεκρώνει.
Μπαίνει στα αυτιά του ακόλαστου και του υπερήφανου, και αν δεν σκοτώσει την ακολασία και την υπερηφάνεια, όμως και πάζει βαθιά και την ακολασία και την υπερηφάνεια.
Και δεν είναι λίγο το να μην έχει το θάρρος να παρουσιάζεται η κακία. Είπα και χθες ότι το κέρδος από τους σεισμούς είναι μεγάλο.
Είδατε τη φιλανθρωπία του Κυρίου που κάνει σεισμό στην πόλη και βάζει στήριγμα στην ψυχή.
Που σαλεύει τα θεμέλια και στερεώνει τα φρονήματα.
Που κάνει ετοιμόρροπη την πόλη και δυναμώνει την γνώμη.
Σκέψου καλά τη φιλανθρωπία του.
Έσεισε για λίγο και στερέωσε τα πάντα.
Σεισμός γινόταν δύο μέρες, μα η ευλάβεια πρέπει να μείνει σ’ όλο τον κόσμο.
Για λίγο λυπηθήκατε, μα παντοτινά στηριχθήκατε.
Γιατί το ξέρω καλά, ότι με το φόβο του Θεού, η ευλάβειά σας απόκτησε ρίζα, και όταν έρθει η ευχάριστη εποχή, μένει ο καρπός.
Τα αγκάθια πια δεν το πνίγουν, ούτε βροχή που πλημμυρίζει τον παρασύρει.
Καλά σας καλλιέργησε ο φόβος, έγινε σύμμαχός μου στα λόγια.
Εγώ σωπαίνω, Εγώ σωπαίνω και ο σεισμός φωνάζει πιο δυνατά από σάλπιγγα και λέει, εύσπλαχνος και φιλάνθρωπος είναι ο Κύριος, υπομονετικός και πολύ έλεος.
Ήρθα όχι για να σας σκεπάσω στα ερείπια, αλλά για να σας δυναμώσω.
Αυτά λέει ο σεισμός και φωνάζει.
Σας φόβισα, όχι για να σας λυπήσω, αλλά για να σας κάνω πιο προσεκτικούς.
Προσέχετε καλά το λόγο του Θεού. Επειδή αδυνάτησε ο λόγος, κραύγασε η τιμωρία.
Επειδή κουράστηκε η διδασκαλία, ήρθε να τη φοβίσει ο φόβος.
Έρχομαι για λίγο να σας τα πω αυτά και κάνω αυτό που μπορώ.
Όταν σας στεναχωρήσω, τότε δίνω τη σειρά στη διδασκαλία για να μην κουράζετε η διδασκαλία.
Βρίσκω πέτρες και αγκάθια να φυτρώνουν και κάνω καθαρή τη γη για να σπείρει ανοιχτόχερα η διδασκαλία τα σπέρματα. Τι πάθατε που για λίγο στεναχωρηθήκατε, γίνατε άγγελοι από άνθρωποι, μεταφερθήκατε στον ουρανό, όχι γιατί αλλάξατε τόπο, αλλά τρόπο.
Και το βεβαιώνουν τα πράγματα πως δεν τα λέγω αυτά για να σας κολακεύω, διότι και τι δεν κάματε σχετικό με τη μετάνοια.
Διώξατε το φθόνο, εξορίσατε τα ανελεύθερα πάθη, σκορπίσατε παντού την αρετή, ολόκληρη τη νύχτα τη ζωηρέψατε με άγιες ακολουθίες, με αγάπη πολλή και με διάθεση πρόθυμη Κανείς δεν θυμάται τόκους, κανείς δεν μιλά για συμφέρον και είναι καθαρά τα χέρια από την αμαρτία και η γλώσσα δεν παρανομεί πια και δεν κατηγορεί.
Κανείς δεν βρίζει τον πλησίον του, κανείς δεν πηγαίνει σε συμπόσια σατανικά.
Τα σπίτια είναι καθαρά, η αγορά σκουπισμένη, έρχεται το βράδυ και πουθενά παρέες νεαρών και τραγουδούν τραγούδια των θεάτρων.
Και υπάρχουν παρέες, μα όχι για ντροπές.
Παρέες, αλλά για κατορθώματα. και μπορείς να ακούσεις ψαλμωδίες στην αγορά και μέσα από τα σπίτια άλλο να ψέλνει και άλλο να υμνολογεί.
Έρχεται η νύχτα και όλοι έρχονται στην εκκλησία, το λιμάνι, το ακύμαντο, τη γαλήνη που κύματα δεν έχει.
Εγώ νόμιζα ότι ύστερα από την πρώτη και τη δεύτερη μέρα η αγρύπνια θα έκανε τα σώματά σας να διαλυθούν, μα τώρα όσο παρατείνεται η αγρυπνία τόσο και αυξάνει ο πόθος σας. Οι ψάλτες σας απόκαμαν και εσείς αντέχετε.
Οι ψάλτες σας κουράστηκαν και εσείς δυναμωθήκατε.
Πού είναι τώρα οι πλούσιοι, πες μου.
Ας μάθουν πόση πίστη έχουν οι φτωχοί.
Εκείνοι κοιμούνται, μα οι φτωχοί αγρυπνούν και κλείνουν τα γόνατα κάνοντας σαν τον Παύλο και τον Σίλα.
Εκείνοι έψαλαν και έφεραν σεισμό στη φυλακή, εσείς όμως ψάλετε και την πόλη που σειόταν την κρατήσατε όρθια.
Το αποτέλεσμα ήρθε αντίθετο κι Εκείνος δηλαδή έφερε σεισμό στη φυλακή για να ταράξει την ψυχή των απίστων, για να λυτρώσει το δεσμοφύλακα, για να μαρτυρήσει τον Λόγο του Θεού.
Εσείς κρατήσατε όρθια την πόλη για να διαλύσετε την οργή του Θεού.
Και εκείνα και αυτά διαφορετικά τα οικονόμησε ο Θεός.
Όμως εγώ έχω χαρά, όχι γιατί σώθηκε η πόλη, αλλά διότι σώθηκε ο Θεός. με τις προσευχές σας διότι έγιναν θεμέλια oi ψαλμωδίες σας.
Από ψηλά η οργή και από χαμηλά η φωνή σας.
Την οργή που έριχνε ο ουρανός τη συγκράτησε η φωνή που έστελνε ψηλά η γη.
Ανοίχτηκαν οι ουρανοί και ρίχτηκε κάτω η απόφαση, το ξίφος ακονισμένο, η πόλη να ισοπεδωθεί.
Η οργή ήταν αμετάκλητη.
Δεν είχαμε ανάγκη από τίποτα, παρά μόνο από δάκρυα και στεναγμού. Και έτσι όλα λύθηκαν.
Ο Θεός έβγαλε απόφαση και εμείς λύσαμε την οργή Του.
Δεν είναι λάθος να πει κανείς πως εσείς είστε κηδεμόνες και σωτήρες της πόλεως.
Πού είναι οι άρχοντες, πού είναι οι μεγάλοι σωτήρες.
Αληθινά, εσείς είστε για την πόλη και πύργοι και τοίχος και ασφάλεια.
Διότι εκείνοι κάμανε ετοιμόρροπη την πόλη με την αμαρτία τους και εσείς στηρίξατε την πόλη με τη δική σας. Και αν ρωτήθηκε κανείς από ποιαν αιτία έγινε ο σεισμός στην πόλη, και αν εκείνος δεν πει όλοι το ομολογούν ότι από τις αμαρτίες, από τις πλεονεξίες, από τις αδικίες, από τις παρανομίες, από τις περηφάνειες, από τις ηδονές, από την ψευτιά.
Και τίνος των πλουσίων.
Πάλι, αν ερωτηθεί κανείς από ποιαν αιτία στηρίχθηκε η πόλη, όλοι το ομολογούν ότι από τις ψαλμωδίες, από τις προσευχές, από τις αγρυπνίες.
Και ποιοι τα έκαναν αυτά, οι φτωχοί.
Αυτά που τάραξαν την πόλη ήταν δικά τους και αυτά που την κράτησαν όρθια δικά σας, ώστε εσείς γίνατε σωτήρες και κηδεμόνες.
Αλλά ας πάψουμε το λόγο εδώ και ας επιμένουμε στις ολονύκτιες προσευχές, τις ψαλμωδίες και ας αναπέμπουμε δόξα στον Πατέρα και στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα. και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.