Αγία Θέκλα η Ισαπόστολος. Βίος
Η Αγία Θέκλα γεννήθηκε στο Ικόνιο και έζησε τον πρώτο αιώνα μετά Χριστού.
Άκουσε το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου στην οικία του Ονησιφόρου και έγινε Χριστιανή. Άκουσε τον Απόστολο να λέει ότι ο Γάμος είναι ευλογημένος αλλά η Αγαμία είναι η μεγαλύτερη αρετή και αποφάσισε να φυλάξει την Παρθενία της.
Δυστυχώς, η μητέρα της η Θεονία κι ο Θάμυρις, ο αρραβωνιαστικός της Αγίας Θέκλας, ήταν φανατικοί ειδωλολάτρες. Προσπάθησαν με τα λόγια να την πείσουν να απαρνηθεί τον Χριστό. Όταν είδαν ότι δεν πρόκειται να καταφέρουν τίποτα, κατήγγειλαν στις αρχές ότι ο Απόστολος Παύλος διδάσκει την αγαμία, ότι είναι εναντίον της οικογένειας και ότι θα προκαλέσει τον αφανισμό της ανθρωπότητας.
Ο Καστίλιος, ο ηγεμόνας της περιοχής, φυλάκισε τον Απόστολο Παύλο. Όταν τον εξέτασε κατάλαβε ότι οι κατηγορίες είναι ψεύτικες και βρήκε σωστή τη διδασκαλία του. Για να αποφύγει τα προβλήματα με τον Θάμυριν και άλλους πλούσιους που είχε με το μέρος του, διέταξε να τον μαστιγώσουν και μετά τον απέλασε.
Η Θεονία, τυφλωμένη με διαβολικό μίσος, ζητούσε να παραδοθεί η κόρη της στην πυρά στο θέατρο της πόλης του Ικονίου. Η Αγία Θέκλα στάθηκε στο μέσο της φωτιάς και με τα χέρια της υψωμένα στον ουρανό προσευχόταν. Η φωτιά την άγγιζε μα δεν την έκαιγε.
Μετά από κάποια ώρα, σύννεφα μαύρισαν ξαφνικά τον ουρανό. Η βροχή έσβησε την πυρά και κεραυνοί σκότωσαν πολλούς που είχαν μαζευτεί στο θέατρο. Η Αγιά Θέκλα έφυγε από εκεί και βρήκε τον Απόστολο Παύλο σε ένα ταφικό μνημείο μαζί με τον Ονησιφόρο και την οικογένειά του.
Η Αγία Θέκλα ακολούθησε τον Απόστολο Παύλο στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Εκεί ένας πλούσιος ειδωλολάτρης, ο Αλέξανδρος εντυπωσιάστηκε πολύ από την ομορφιά της όταν την είδε και την έπιασε στο δρόμο και την φίλησε με την βία. Η Αγία Θέκλα έβαλε τις φωνές και τον έφτυσε. Της ζήτησε να τον παντρευτεί και εκείνη αρνήθηκε.
Μετά από κάποιες μέρες συναντήθηκαν ξανά στο δρόμο τυχαία. Ο Αλέξανδρος πάλι την άρπαξε και την φίλησε. Η Αγία Θέκλα πάλεψε να ελευθερωθεί από τα χέρια του, του έσκισε τη χλαμύδα και τον άφησε γυμνό. Την συνέλαβαν και την οδήγησαν σε δίκη.
Το δικαστήριο έκρινε ότι ήταν ένοχη για ύβρη και βλασφημία. Μάταια κόσμος φώναζε ότι αυτό ήταν άδικο. Ο δικαστής διέταξε να την ρίξουν στα θηρία.
Στο στάδιο της πόλης, αμόλησαν λιοντάρια και αρκούδες εναντίον της. Όταν όμως αυτά πήγαιναν να την πλησιάσουν μια αόρατη δύναμη τα σταματούσε. Μετά, έριξαν ξανά την Αγία Θέκλα στα θηρία, αλλά μια λεαινα την προστάτευε από τα άλλα ζώα. Τέλος, την έριξαν σε μια λίμνη για να πνιγεί, αλλά ο Θεός την έσωσε κι από αυτό το μαρτύριο.
Ο Αλέξανδρος ζήτησε από τον άρχοντα να την παραδώσει σε δύο άγριους ταύρους που είχε. Έδεσαν τα χέρια της Αγίας και ενοχλούσαν και κεντούσαν τους ταύρους για να της επιτεθούν. Αλλά ακόμη και τα φοβερά αυτά ζώα δεν θέλησαν να την βλάψουν, παρά ημέρεψαν. Βλέποντας αυτά τα θαυμάσια, πολλοί πίστεψαν στον Χριστό.
Η Τρύφαινα, συγγενής του Καίσαρα, ζήτησε να παρουσιάσουν την Αγία Θέκλα μπροστά της. “Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά, ποιος σε προστατεύει;”, την ρώτησε. Τότε η Αγία Θέκλα της είπε ότι την προστατεύει ο Χριστός, ο μόνος αληθινός Θεός. Ο Αλέξανδρος φοβήθηκε και της έδωσε την ελευθερία της.
Έψαχνε παντού να βρει τον Απόστολο Παύλο. Τελικά τον βρήκε να κηρύττει στα Μύρα της Λυκίας. Της είπε ότι δεν πρέπει να ελπίζει σε αυτόν, αλλά να εναποθέαει όλες τις ελπίδες της στον Κύριο. Τη συμβούλεψε να επιστρέψει στην πατρίδα της και να εργαστεί για τη σωτηρία της ψυχής της και τη σωτηρία των άλλων.
Η Αγία Θέκλα κήρυξε το Ευαγγέλιο και με τους λόγους της και με τις πράξεις της. Κοιμήθηκε ειρηνικά σε ηλικία 90 ετών.
Αγία Θέκλα η Ισαπόστολος. Γιορτή
Τη μνήμη της Αγίας Θέκλας τιμούμε στις 24 Σεπτεμβρίου.
Απολυτίκιο της Αγίας Θέκλας
Του Παύλου συνέκδημος, ως καθαρά την ψυχήν, και πρώταθλος πέφηνας, εν γυναιξίν ευκλεώς, Χριστόν αγαπήσασα, συ γαρ της ευσεβείας, πτερωθείσα τω πόθω, ήθλησας υπέρ φύσιν, Ισαπόστολε Θέκλα διο σε ο Πανοικτίρμων νύμφην ηγάγετο.
Έτερο απολυτίκιο της Αγίας Θέκλας
Θείου κήρυκος διδασκαλίας, πόθω κτίστου σου αναφλεχθείσα, των γεηρών ως ρεόντων ηλόγησας· και σεαυτήν ιερόν καλλιέργημα, τω Θεώ δούσα ποινών κατετόλμησας. Θέκλα ένδοξε, Παύλου του θείου συνέκδημε, τον σον Νυμφίον Χριστόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.