Οι αρχαίοι κλασικοί Έλληνες δεν ήθελαν ούτε καν να αναφερθούν στο κακό. Που εμείς σήμερα όλο κακολογούμε, όλο βωμολοχούμε, όλο λέμε αηδίες – πρώτος και καλύτερος εγώ.
Δεν ήθελαν καν να αναφέρουν ονομαστικά το κακό.
Όπως και οι μεγαλύτεροι. Δεν έλεγαν «διάβολος», έλεγαν «εξαποδώ», ξέρετε τώρα… Δεν ήθελαν να τον αναφέρουν.
Και αν χρειαζόταν να αναφερθούν στο κακό, το ανέφεραν με θετικό τρόπο. Η λεγόμενη ευφημιστική μορφή.
Οι αρχαίοι δεν έλεγαν ποτέ «Μαύρη Θάλασσα», αλλά “Εύξεινος Πόντος”, η “φιλόξενη θάλασσα”. Δεν έλεγαν «από αριστερά», που είναι η δεύτερη θέση, έλεγαν “εξ ευωνύμων”, η θέση “με το καλό όνομα”. Όπως εκείνα τα λουλούδια, τα φυτά μάλλον, που ονομάζονται ευώνυμα, δεν είναι τόσο ευώνυμα. Περισσότερο μπορεί να είναι δυσώνυμα ή να μην μυρίζουν καθόλου. Και όμως ονομάζονται ευώνυμα, τα φυτά με καλό όνομα.
Βλέπετε, δεν ονομάτιζαν το κακό. Επικεντρώνονταν πάντα στο καλό, στην καλή πλευρά του όντος, στην καλή πλευρά του ανθρώπου, στις καλές πράξεις του ανθρώπου. Και τις μεγάλωναν, τις καλλιεργούσαν και το κακό έφευγε.
Γι’ αυτό κι ένα ακόμη πράγμα που πρέπει να παρατηρήσουμε για τους αρχαίους προγόνους μας είναι ότι σχεδόν όλα τα ονόματα της αρχαίας κλασικής εποχής συμβόλιζαν και εξέφραζαν μόνο το καλό: Ο Σοφοκλής, το κλέος της σοφίας, ο Αριστείδης, ο ομορφονιός, ο Σωκράτης, ο έχων σοφία, και τόσα άλλα, εξέφραζαν και δήλωναν το καλό και το αγαθό.
Άλλωστε, το ιδεώδες των αρχαίων Ελλήνων τότε ήταν το ιδεώδες του καλού αγαθού που αναφερόταν και στο σώμα και στην ψυχή. Το καλό με την έννοια του ωραίου και το αγαθό με την έννοια του καλού, της καλής, καλλιεργημένης και αγαθής ψυχής.