Η Τιμία Έσθητα της Παναγίας μας
Περί το 458, όταν βασίλευε ο Αυτοκράτορας Λέοντας ο Μεγάλος, γνωστός και ως Μακέλλης, και η συζύγος του Βηρίνη, δύο πατρίκιοι, ο Γάλβιος και ο Κάνδιδος, συγγενείς των Aρδαβουρίου και Άσπαρος, ένιωσαν μέσα τους τη θεϊκή επιθυμία να πάνε στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσουν.
Έτσι, αναχώρησαν από την Κωνσταντινούπολη και πήγαν στην Παλαιστίνη. Όταν έφθασαν στις περιοχές της Γαλιλαίας, βρήκαν μια γυναίκα, Εβραία κατά το γένος, αλλά ευσεβή και ενάρετη. Αυτή προσευχόταν νύχτα και μέρα, όπως η Άννα η κόρη του Φανουήλ. Και στο εσωτερικό μέρος του σπιτιού, οι δυο πατρίκιοι είδαν ότι οι χριστιανοί πρόσφεραν πολλά κεριά και θυμίαμα. Απορημένοι ρώτησαν σχετικά και έμαθαν ότι εκεί βρισκόταν η Τιμία Έσθητα της Παναγίας, δηλαδή το επανωφόρεμά της. Ζήτησαν την άδεια της γυναίκας και έκαναν ολονυχτία. Κρυφά, πήραν τα μέτρα του ξύλινου κιβωτίου στο οποίο ήταν τοποθετημένη η Τιμία Εσθήτα.
Την άλλη μέρα πήγαν στην Ιερουσαλήμ και έφτιαξαν ένα παρόμοιο σεντούκι. Όταν πήγαν ξανά στο σπίτι της Εβραίας γυναίκας, πήραν το σεντούκι με την Τιμία Έσθητα και άφησαν στη θέση του το σεντούκι που είχαν φτιάξει.
Όταν επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη, έβαλαν το σεντούκι με την Τιμία Έσθητα στην περιοχή Βλαχερναί. Δεν ήθελαν να μάθει κανείς τίποτα, και τον ναό που έκτισαν τον αφιέρωσαν στους Αγίους Αποστόλους Πέτρο και Μάρκο.
Πώς όμως να μείνει μυστικός ένας τέτοιος θησαυρός;
Τελικά, τον έδωσαν στον Αυτοκράτορα Λέοντα και εκείνος, γεμάτος χαρά, έκτισε εκεί ναό της Θεοτόκου. Εκεί τοποθετήθηκε η Τιμία Έσθητα και το άγιο Παλλίο, δηλαδή το επανωφόρεμά της Θεοτόκου.
Η Τιμία Έσθητα, καθώς ήταν υφασμένη από μαλλί, κανονικά σε λίγους μήνες θα είχε καταστραφεί από σκώληκες και σκόρους. Αλλά έχει μείνει άφθαρτη μέσα στους αιώνες με τη χάρη του Θεού, τόσο στο υφάδι, όσο και στο στημόνι. Μαρτυρεί έτσι την αφθαρσία και την απάθεια του σώματος της Θεοτόκου. Κάποια στιγμή που ανοίχτηκε η Αγία Σορός (το σεντούκι) βρέθηκε η Τιμία Έσθητα άφθαρτη, ενώ η έσθητα του αυτοκράτορα, φτιαγμένη από πορφύρα, είχε φθαρεί από τα χρόνια.
Ο Μιχαήλ Δούκας, στον θρήνο για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, έγραφε: “Πού τα των Aποστόλων του Kυρίου μου σώματα, τα προ πολλού φυτευθέντα εν τω αειθαλεί Παραδείσω; (δηλαδή στην Kωνσταντινούπολη) Πού το πορφυρούν Iμάτιον; Πού η Λόγχη; Πού ο Σπόγγος; Πού ο Kάλαμος;”. Όπως μαρτυρεί και ο Δοσίθεος, στην Παναγία Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη, φυλασσόντουσαν τα Σπάργανα του Xριστού, ο ακάνθινος Στέφανος, η Σινδών του Xριστού, το Λέντιον, το πορφυρούν Iμάτιον, ο Σπόγγος του Ζωοδότου, και το ωμοφόριον της Θεοτόκου, που καθώς φαίνεται ήταν κάτι άλλο και όχι η Τιμία Έσθητα.
Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου στο Ναό των Βλαχερνών. Γιορτή
Τη μνήμη της Καταθέσεως της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου στο Ναό των Βλαχερνών τιμούμε στις 2 Ιουλίου.
Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου στο Ναό των Βλαχερνών. Απολυτίκιο
ήχος γ. Θείας πίστεως
Θείον ένδυμα των οικτιρμών σου και ιμάτιον αθανασίας, την αγίαν σου Εσθήτα και άφθαρτον, τη κληρουχία σου Κόρη δεδώρησαι, εις περιποίησιν πάντων και σύναψιν. Όθεν Άχραντε την θείαν αυτής κατάθεσιν, τιμώντες ευσεβώς σε μεγαλύνομεν.