Φράσεις από την Καινή Διαθήκη που χρησιμοποιούμε συχνά
- μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν – κατά Ματθαίον ε΄: 3
- μνήσθητί μου Κύριε μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου – κατά Λουκάν κγ΄ : 42
- ου γαρ οίδασι τι ποιούσι πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι – κατά Λουκάν κγ΄: 34
- παρέδωσε πνεύμα και τετέλεσται ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε, τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα – κατά Ιωάννην ιθ΄ : 30
- τα του Καίσαρος τω Καίσαρι ἀπόδοτε οὖν τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ – κατά Ματθαίον κβ’ : 21
Σύντομο λεξικό για τις λέξεις στην Καινή Διαθήκη
- ἀγαθοποιέω : κάνω καλώ
- ἀγαθωσύνη η : καλοσύνη
- ἀγαλλιάω : χαίρομαι πάρα πολύ
- ἀγρυπνέω : ξαγρυπνώ, προσέχω
- ἅδω : τραγουδώ
- ἀεί : πάντα
- αἰγιαλός ὁ : παραλία
- αἰνέω : επαινώ, επιτρέπω, υπόσχομαι, προτείνω
- αἰσχύνη ἡ : ντροπή
- αἰτέω : απαιτώ, αιτούμαι, ζητώ
- αἰτήσω : θα απαιτήσω, θα ζητήσω
- αἰχμαλωτεύω : αιχμαλωτίζω
- αἴρω : ανυψώνω, απομακρύνω, αφαιρώ, παίρνω πάνω μου, σηκώνω, υφίσταμαι,
- αἵρεσις ἡ : αίρεση, επιλογή
- αἶνος ὁ : έπαινος
- ἀλέκτορος του : του κόκορα
- ἀλέκτωρ ο : κόκορας
- ἀλαλάζω : φωνάζω δυνατά
- ἀλεκτοροφωνία η : η φωνή του πετεινού
- ἀλλάσσω : αλλάζω, μεταβάλω, ανταλλάσω
- ἀνίσταμαι : σηκώνομαι
- ἀνίστημι : σηκώνομαι
- ἀναγινώσκω : μαθαίνω ξανά, γνωστοποιώ, πείθω
- ἀναμιμνήσκω : υπενθυμίζω, θυμάμαι
- ανιστάνω : σηκώνομαι
- ἀπιέναι : φεύγω
- ἀποδημέω ή ἀποδημῶ : φεύγω πολύ μακριά
- ἀποθνήσκω : πεθαίνω
- ἀποκτείνω : σκοτώνω, καταδικάζω σε θάνατω
- ἀπολείπω : αφήνω πίσω, εγκαταλείπω
- ἀπορέω : απορώ, έχω δισταγμούς
- ἄγω : οδηγώ, κουβαλώ
- ἄξω : θα οδηγώ, θα κουβαλώ
- ἄπειμι : λείπω, είμαι μακριά
- ἄρξομαι : θα αρχίσω, θα είμαι ο πρώτος, θα κυβερνήσω
- ἄρσην : ανδρικός, αρσενικός
- ἄρτι : άμεσα, ακριβώς
- ἄρχομαι : ξεκινώ
- ἄρχω : αρχίζω, είμαι ο πρώτος, κυβερνώ
- ἄρχων : άρχοντας, βασιλιάς, ηγεμόνας
- ἄφρων : ανόητος, άφρονας, χαζός
- ἅλυσις ἡ : αλυσίδα
- ἅρπαξ : άρπαγας, αυτός που λεηλατεί
- βάλλω : πετώ κάτι
- βαπτιῶ : θα βαπτίσω
- βαπτίζω : βαπτίζω
- βαπτίσω : θα βαπτίσω
- βεβαιόω ή βεβαιῶ : βεβαιώνω, εδραιώνω, επιβεβαιώνω, καθιερώνω
- βοάω ή βοῶ : βοώ, φωνάζω
- βοηθέω ή βοηθῶ : βοηθώ
- βοῦς ὁ : βόδι
- βρῶμα τό : φαγητό
- γαμέω : παντρεύομαι
- γαμίζω : δίνω για παντρειά
- γαστήρ η : κοιλιά, μήτρα
- γαστρός της : της κοιλιάς, της μήτρας
- γενεά ἡ : γενιά, απόγονοι
- γινώσκω : αποκτώ γνώση, γνωρίζω, προσδιορίζω
- γινώσκω : μαθαίνω, προσδιορίζω
- γυνή ἡ : γυναίκα, σύζυγος
- γόνυ : γόνατο
- γόνυ τό : γόνατο
- δέομαι : δέομαι, χρειάζομαι, ζητώ
- δέω : 1. μου λείπει, χρειάζομαι 2. δένω, αλυσοδένω, εμποδίζω
- δαπανάω ή δαπανῶ : δαπανώ
- δεῖ : πρέπει
- δειγματίζω : ντροπιάζω κάποιον
- δεῖ : πρέπει
- δηλόω : δηλώνω, ξεκαθαρίζω
- δηλόω : δηλώνω, ξεκαθαρίζω
- διακονέω ή διακονῶ : υπηρετώ, εξυπηρετώ
- διακονία ἡ : υπηρεσία
- διαμερίζω : διαιρώ, χωρίζω
- διάκονος ὁ : υπηρέτης
- δοκέω : σκέφτομαι, φαίνομαι να είμαι
- δουλόω : υποδουλώνω
- δόμα : δώρο
- δέρω : γδέρνω
- δέσμιος ὁ : φυλακισμένος
- δίδω ή δίδωμι : δίνω, αφιερώνω
- δίκτυον τό : δίχτυ
- δόμα τό : δώρο
- δόξα ἡ : γνώμη, δόξα, φήμη
- εἵνεκεν : εξαιτίας
- εἶτα : μετά, στη συνέχεια
- εἴωθα : είθισται, συνηθίζεται
- εις : 1
- εἰσιέναι : μπαίνω
- ἐκεῖθεν : από εκεί
- ἐκφεύγω : ξεφεύγω, κάνω απόδραση
- ἐμή : δική μου
- ἐμβαίνω : μπαίνω
- ἐμβλέπω : βλέπω
- ἐμοί : δικό μου
- ἐμπτύω : φτύνω
- ἐμόν : δικό μου
- ἐμός : δικός μου
- ἐντρέπω : ντροπιάζω
- ἐντυγχάνω : συναντιέμαι
- ἐξαιρέω : αφαιρώ, εξαιρώ, παίρνω από κάποιον
- ἐξαυτῆς : με μιας
- ἐξισχύω : μπορώ, είμαι ικανός, είμαι αρκετά δυνατός
- επίσταμαι : μπορώ, καταλαβαίνω
- εἰ : αν
- εἰδωλόθυτον ή εἰδωλόθυτος : αυτό που δίνεται για να γίνει θυσία στα είδωλα
- εἰκών ἡ : εικόνα
- εἰκῆ : τυχαία, χωρίς σκοπό
- εὐδοκία ἡ : έγκριση, επιδοκιμασία, ευχαρίστηση, ικανοποίηση
- εὐλογέω : ευλογώ
- ἐννέα : 9
- ἑβδομήκοντα : 70
- ἑκατόν : 100
- ἑπτά : 7
- ἔβαλον : πέταξα κάτι
- ἔβλεψα : είδα
- ἔδομαι : θα καταβροχθίσω, θα καταναλώσω, θα φάω
- ἔδυν : μπήκα, ήρθα (για τον ήλιο και τα αστέρια έδυσα)
- ἔμφοβος : αυτός που έχει φόβο
- ἔτι : ακόμη, κι άλλο
- ἕλκω : ελκύω, τραβώ
- ἕξ : 6
- ἴδε : δες!
- ζόφος ὁ : σκοτάδι
- θυγάτηρ ἡ : κόρη
- θύρα ἡ : πόρτα
- καταπέτασμα τό : κουρτίνα, πέπλο
- κηρύσσω : κηρύττω
- κινέω : ανακινώ, θέτω σε κίνηση, κινώ
- κλείς ἡ : κλειδί
- κλείω : κλείνω
- κοινωνός ἡ : σύντροφος
- κοράσιον τό : δεσποινίς, κορίτσι, παρθένος
- κἀγώ : κι εγώ
- κἀκεῖ : κι εκεί
- κἀκεῖθεν : και από εκεί, και μετά
- κἀκεῖνος : και εκείνος
- κάμηλος ὁ : καμήλα
- κέρας τό : κέρατο
- κόφινος ὁ : καλάθι
- κώμη ἡ : χωριό
- λαμπάς ἡ : λαμπάδα
- λιμός ὁ : πείνα
- λάθρα : κρυφά
- λέων ὁ : λιοντάρι
- μαργαρίτης ὁ : μαργαριτάρι
- μεθύσκω : μεθώ
- μεθύω : είμαι μεθυσμένος
- μενῶ : θα μένω, θα απομένω
- μερίς ἡ : μερίδα
- μεσονύκτιον : μεσάνυχτα
- μετέχω : συμμετέχω
- μύριοι : 10.000
- ὀκτώ : 8
- ὀψάριον τό : ψάρι
- πεντήκοντα : 50
- πέντε : 5
- σφυρίς η : καλάθι
- σύμφημι : συμφωνώ, εγκρίνω
- τεσσαράκοντα : 40
- τεσσάρων : 4
- τρεῖς : 3
- τριακόσιοι : 300
- τριάκοντα : 30
- τρία : 3
- τέσσαρες : 4
- ὑπόστασις ἡ : η ύπαρξη
- ὑστερέω : είμαι πιο πίσω, καθυστερώ, φτάνω αργά
- ὑψόω : υψώνω
Λέξεις στην Καινή Διαθήκη που χρησιμοποιούμε ακόμη και σήμερα
- άβυσσος
- άγγελος
- άγιον
- άγιος
- άγνοια
- άδικος
- άζυμος
- άκαρπος
- άλας
- άλλος
- άμα
- άμεμπτος
- άμμος
- άμπελος
- άμωμος
- άνεμος
- άνεσις
- άνθρωπος
- άνοιξις
- άνομος
- άνω
- άνωθεν
- άξιον
- άξιος
- άπαν
- άπαξ
- άπας
- άπασα
- άπιστος
- άρα
- άριστον
- άρρωστος
- άρτος
- άρχοντος
- άτιμος
- άφεσις
- άφθαρτος
- έβδομος
- έβρεξα
- έγραψα
- έδειξα
- έζησα
- έθαψα
- έθνος
- έθνους
- έθος
- έθους
- έκαστος
- έκλεισα
- έκραξα
- έκρινα
- έκρυψα
- έκστασις
- έκτος
- έλαιον
- έλεος
- έλυσα
- έμεινα
- έμπορος
- έμπροσθεν
- ένδεκα
- ένδοξος
- ένδυμα
- ένοχος
- έξω
- έπαινος
- έπειτα
- έπεμψα
- έπεσα
- έπλυνα
- έπτυσα
- έργον
- έρημος
- έρημος
- έρις
- έρχομαι
- έσχατος
- έσωθεν
- έσωσα
- έτερα
- έτερον
- έτερος
- έτοιμος
- έτος
- έτους
- έφαγον
- έφυγον
- έχθρα
- έχιδνα
- έχρισα
- έχω
- έως
- ή
- ήδη
- ήκουσα
- ήλθα
- ήλιος
- ήμισυς
- ίδιος
- ίππος
- αήρ
- αίμα
- αίματος
- αίνος
- αίρεσις
- αίρω
- αγάπη
- αγέλη
- αγία
- αγαθός
- αγαλλίασις
- αγανακτέω
- αγαπάω
- αγαπήσω
- αγαπητός
- αγγελία
- αγιάζω
- αγιασμός
- αγνίζω
- αγνοέω
- αγνός
- αγορά
- αγοράζω
- αγρός
- αγωνίζομαι
- αγών
- αδελφή
- αδελφός
- αδικέω
- αδικία
- αδω
- αδόκιμος
- αδύνατος
- αετός
- αιγιαλός
- αινέω
- αισχρος
- αισχρότης
- αισχύνη
- αιτέω
- αιτήσω
- αιτία
- αιχμάλωτος
- αιχμαλωσία
- αιχμαλωτεύω
- αιών
- αιώνιος
- αιώνος
- ακάθαρτος
- ακέραιος
- ακήκοα
- ακαθαρσία
- ακοή
- ακολουθέω
- ακολουθήσω
- ακούσω
- ακούω
- ακριβώς
- αλήθεια
- αλείφω
- αληθές
- αληθής
- αληθεύω
- αληθινός
- αληθώς
- αλιέως
- αλιεύς
- αλλά
- αλλότριος
- αμάρτημα
- αμήν
- αμαρτάνω
- αμαρτήσω
- αμαρτία
- αμαρτωλός
- αμπελών
- αμπελώνος
- αμφότερα
- αμφότεραι
- αμφότεροι
- αν
- ανά
- ανάγκη
- ανάθεμα
- ανάπειρος
- ανάπηρος
- ανάστασις
- ανέβην
- ανέλεος
- ανέστην
- ανέτειλα
- ανέχομαι
- ανήκω
- ανήρ
- αναβέβηκα
- αναβήσομαι
- αναβαίνω
- αναβλέπω
- αναγγέλλω
- αναγκάζω
- αναγκαίος
- ανακεφαλαιόω
- ανακλίνω
- ανακρίνω
- αναλαμβάνω
- ανανεόω
- αναπαύω
- αναπληρόω
- αναστάσεως
- αναστρέφω
- αναστροφή
- ανατέλλω
- ανατολή
- αναφέρω
- αναφωνέω
- αναχωρέω
- ανδρός
- ανεκτός
- ανεξιχνίαστος
- ανεφώνησα
- ανθρώπινος
- ανθύπατος
- ανοίγω
- ανοίξω
- ανομία
- αντάλλαγμα
- αντί
- αντίκειμαι
- ανταλλάγματος
- ανταποδίδωμι
- αντιλέγω
- ανόητος
- αξία
- αξίνη
- αξίως
- αξιόω
- απάτη
- απέδωκα
- απέθανον
- απέκρινα
- απέλυσα
- απέναντι
- απέσταλκα
- απέσταλμαι
- απέστειλα
- απέχω
- απαγγέλλω
- απαλλοτριόω
- απαρνέομαι
- απαρχή
- απατάω
- απείθεια
- απεδήμησα
- απειθέω
- απειθής
- απειλή
- απεκατέστην
- απεκατεστάθην
- απεκρίθην
- απεκρινάμην
- απεστάλην
- απιστέω
- απιστία
- απλότης
- αποδέχομαι
- αποδίδωμι
- αποδείκνυμι
- αποδεικνύω
- αποδοκιμάζω
- αποθήκη
- αποκάλυψις
- αποκαλύπτω
- αποκρίνομαι
- αποκόπτω
- απολαμβάνω
- απολύτρωσις
- απολύω
- αποστέλλω
- αποστείλω
- αποστελώ
- αποστρέφω
- αποφέρω
- αρπάζω
- ασέλγεια
- ασθένεια
- ασκός
- ασπάζομαι
- ασπασμός
- αστέρος
- αστήρ
- αστραπή
- ασφαλής
- ασωτία
- ασύνετος
- ατενίζω
- ατιμάζω
- ατιμία
- αυλή
- αυξάνω
- αυτή
- αυτό
- αυτός
- αυτός
- αφέσεως
- αφή
- αφήσω
- αφθαρσία
- αφορίζω
- αφορμή
- αύριον
- βάθος
- βάθους
- βάρβαρος
- βάρος
- βέβαιος
- βέλος
- βήμα
- βίβλος
- βίος
- βαπτίζω
- βαπτίσω
- βαπτιστής
- βαρύς
- βασανίζω
- βασιλέως
- βασιλεία
- βασιλεύς
- βασιλεύω
- βασιλικός
- βαστάζω
- βδέλυγμα
- βεβαιόω
- βιβλίον
- βλέπω
- βλασφημέω
- βλασφημία
- βοηθέω
- βοηθός
- βουλή
- βρέφος
- βρέφους
- βρέχω
- βραδύς
- βραχύς
- βροντή
- βρώμα
- βρώσις
- βόσκω
- γάμος
- γένεσις
- γένημα
- γένος
- γίνομαι
- γεμίζω
- γενεά
- γεννάω
- γεωργός
- γεύομαι
- γη
- γλώσσα
- γνωρίζω
- γνωστή
- γνωστόν
- γνωστός
- γνώμη
- γνώσις
- γονέων
- γονείς
- γονεύς
- γράμμα
- γράφω
- γράψω
- γραμματέως
- γραμματεύς
- γραφή
- γρηγορέω
- γυμνός
- γυνή
- γυναικός
- γωνία
- δάκρυον
- δάκτυλος
- δέκα
- δένδρον
- δέσμιος
- δέχομαι
- δήλος
- δίδω
- δίδωμι
- δίκαια
- δίκαιον
- δίκαιος
- δίκτυον
- δαιμονίζομαι
- δαιμόνιον
- δαπανάω
- δε
- δείπνον
- δειλός
- δεκατρείς
- δεκτός
- δεξιά
- δεξιόν
- δεξιός
- δερμάτινος
- δεσμός
- δεσπότης
- δεύτερος
- δηνάριον
- διά
- διάβολος
- διάκονος
- διάλεκτος
- διάνοια
- διάταγμα
- διέρχομαι
- διαθήκη
- διακονέω
- διακονία
- διακρίνω
- διακόσιοι
- διαλέγομαι
- διαλογίζομαι
- διαλογισμός
- διαμαρτύρομαι
- διανοίγω
- διαπεράω
- διασκορπίζω
- διαστέλλομαι
- διαστρέφω
- διασώζω
- διατάγματος
- διατάσσω
- διατίθεμαι
- διαφέρω
- διαφθορά
- διδάξω
- διδάσκαλος
- διδάσκω
- διδασκαλία
- διδαχή
- διερμηνεύω
- δικαίωμα
- δικαιοσύνη
- δικαιόω
- δις
- διψάω
- διωγμός
- διότι
- διώκω
- δοκιμάζω
- δοκιμή
- δοκός
- δοξάζω
- δουλεία
- δουλεύω
- δούλος
- δράκων
- δρέπανον
- δυνάμεως
- δυνατή
- δυνατόν
- δυνατός
- δωρεά
- δόγμα
- δόκιμος
- δόλος
- δόξα
- δύναμις
- δύο
- δώδεκα
- δώδεκα
- δώμα
- δώρον
- δώσω
- εάν
- είδα
- είδον
- είδωλον
- είκοσι
- είκοσι
- είναι
- είπα
- είσοδος
- εαυτού
- εβάπτισα
- εβαπτίσθην
- εβδομήκοντα
- εβραιστί
- εγέννησα
- εγγίζω
- εγγύς
- εγείρω
- εγκαλέω
- εγκαταλείπω
- εγνώσθην
- εγράφην
- εγράφθην
- εγώ
- εδέχθην
- εδίδαξα
- εδίωξα
- εδεξάμην
- εδιδάχθην
- εδοξάσθην
- εδόθην
- εδόξασα
- εθεράπευσα
- ειδωλολάτρης
- ειδωλόθυτος
- εικών
- ειρήνη
- εκατόν
- εκατόνταρχος
- εκβάλλω
- εκδίκησις
- εκδικέω
- εκεί
- εκείνος
- εκκλησία
- εκκόπτω
- εκλέγομαι
- εκλήθην
- εκλείσθην
- εκλεκτός
- εκλογή
- εκπίπτω
- εκπλήσσομαι
- εκπλήσσω
- εκπορεύομαι
- εκράτησα
- εκρίθην
- εκραύγασα
- εκρύβην
- εκτός
- εκφέρω
- ελάλησα
- ελάχιστος
- ελέγχω
- ελέους
- ελήφθην
- ελαία
- ελεέω
- ελεήσω
- ελεηθήσομαι
- ελεημοσύνη
- ελευθερία
- ελευθερωθήσομαι
- ελευθερόω
- ελευθερώσω
- ελεύθερος
- ελεύκανα
- ελεύσομαι
- ελπίδος
- ελπίζω
- ελπίς
- ελύθην
- εμπίπτω
- εμπαίζω
- εμπαίξω
- εμφανίζω
- ενέδυσα
- εναντίος
- ενδείκνυμαι
- ενδυναμόω
- ενδύω
- ενεργέω
- ενιαυτός
- εννέα
- εντολή
- ενότης
- ενώπιον
- ενώπιος
- εξ
- εξ
- εξάγω
- εξέρχομαι
- εξής
- εξαίφνης
- εξαλείφω
- εξαποστέλλω
- εξηγέομαι
- εξηράνθην
- εξομολογέομαι
- εξομολογέω
- εξουσία
- εορτή
- επάνω
- επέρχομαι
- επέτρεψα
- επί
- επίγνωσις
- επίκειμαι
- επίσκοπος
- επίστευε
- (ν)
- επίστευες
- επίστευον
- επίστευσα
- επίστευσαν
- επίστευσας
- επίστευσε
- (ν)
- επαινέω
- επαιτέω
- επαναστήσομαι
- επαύριον
- επείσθην
- επεδόθην
- επειδή
- επεπιστεύκει
- επεπιστεύκειμεν
- επεπιστεύκειν
- επεπιστεύκεις
- επεπιστεύκεισαν
- επεπιστεύκειτε
- επεπιστεύμεθα
- επηρεάζω
- επιβάλλει
- επιβάλλω
- επιδίδωμι
- επιδείκνυμι
- επιδεικνύω
- επιζητέω
- επιθυμέω
- επιθυμία
- επικαλέω
- επιμένω
- επισκέπτομαι
- επισκιάζω
- επιστάτης
- επιστευσάμεθα
- επιστευσάμην
- επιστευόμεθα
- επιστευόμην
- επιστεύετε
- επιστεύετο
- επιστεύθη
- επιστεύθημεν
- επιστεύθην
- επιστεύθης
- επιστεύθησαν
- επιστεύθητε
- επιστεύομεν
- επιστεύοντο
- επιστεύου
- επιστεύσαμεν
- επιστεύσαντο
- επιστεύσασθε
- επιστεύσατε
- επιστεύσατο
- επιστεύσω
- επιστολή
- επιστρέφω
- επιτάσσω
- επιτίθημι
- επιτελέω
- επιτιμάω
- επιτρέπω
- επιφάνεια
- επουράνιος
- επτά
- εργάζομαι
- εργάτης
- εργασία
- ερημόω
- ερμηνεύω
- ερωτάω
- εσκίρτησα
- εστάθην
- εστέναξα
- εσταύρωσα
- εστεφάνωμαι
- εσχάτως
- εσώθην
- ετέθην
- ετοιμάζω
- ετοιμασία
- ευάρεστος
- ευαγγέλιον
- ευαγγελίζομαι
- ευαγγελίζω
- ευαγγελισάμην
- ευαγγελιστής
- ευδοκέω
- ευδοκία
- ευηγγέλισα
- ευθέως
- ευθύς
- ευλογέω
- ευλογία
- ευλόγημαι
- ευνούχος
- ευπρόσδεκτος
- ευρέθην
- ευρήσω
- ευρίσκω
- ευσέβεια
- ευσεβέω
- ευτραπελία
- ευφραίνω
- ευχαρίστησα
- ευχαριστέω
- ευχαριστία
- ευώνυμος
- εφάνην
- εφίστημι
- εφοβήθην
- εφύλαξα
- εφύτευσα
- εφώνησα
- εχάρην
- εχθρός
- εύνοια
- εύρα
- εύρηκα
- εύρον
- εύσπλαγχνος
- εύχομαι
- ζάω
- ζήλος
- ζήσομαι
- ζήσω
- ζήτησις
- ζηλωτής
- ζηλόω
- ζητέω
- ζητήσω
- ζιζάνιον
- ζυγός
- ζωή
- ζόφος
- ζύμη
- ζώνη
- ζώον
- ηγάπηκα
- ηγάπημαι
- ηγάπησα
- ηγέομαι
- ηγαπήθην
- ηγεμονία
- ηγεμονεύω
- ηγεμόνος
- ηγεμών
- ηθέλησα
- ηθελήθην
- ηκολούθηκα
- ηκολούθησα
- ηλικία
- ημάρτησα
- ημέρα
- ηρώτησα
- ητοίμασα
- ηύρον
- θάλασσα
- θάλπω
- θάνατος
- θάπτω
- θέλημα
- θέλω
- θήλυς
- θανατόω
- θανατώσω
- θαυμάζω
- θείον
- θελήματος
- θεμέλιος
- θεμελιόω
- θερίζω
- θεραπεύω
- θερισμός
- θερμαίνω
- θεωρέω
- θεός
- θηλάζω
- θηρίον
- θησαυρίζω
- θησαυρός
- θλίβω
- θλίψεως
- θλίψις
- θνήσκω
- θνητός
- θορυβέομαι
- θραύω
- θριξ
- θριχός
- θρόνος
- θυγάτηρ
- θυγάτριον
- θυγατρός
- θυμός
- θυρεός
- θυσία
- θυσιαστήριον
- θόρυβος
- θύρα
- θώραξ
- ιατρός
- ιδού
- ιερέως
- ιερεύς
- ιερόν
- ικανή
- ικανόν
- ικανός
- ισχυρός
- ισχύος
- ισχύς
- ισχύω
- ιχθύος
- ιχθύς
- κάθημαι
- κάλαμος
- κάμηλος
- κάμπτω
- κάτω
- κέρας
- κήρυγμα
- καίσαρ
- καίσαρος
- καίω
- καγώ
- καθήσομαι
- καθαιρέω
- καθαρίζω
- καθαρισμός
- καθαριώ
- καθαρός
- καθεξής
- και
- καινός
- καιρός
- κακία
- κακεί
- κακείνος
- κακοποίησα
- κακοποιέω
- κακός
- κακώς
- καλέσω
- καλέω
- καλή
- καλόν
- καλός
- καλύπτω
- καλώς
- καν
- καν
- καπνός
- καρδία
- καρποφορέω
- καρπός
- κατά
- κατάκειμαι
- κατάκρισις
- κατάρα
- κατέβην
- κατέφαγον
- κατέχω
- κατήγορος
- κατήρτισα
- καταβέβηκα
- καταβήσομαι
- καταβαίνω
- καταβολή
- καταγγέλλω
- κατακαίω
- κατακαύσω
- κατακρίνω
- κατακρίσεως
- κατακρινώ
- καταλαμβάνω
- καταλείπω
- κατανοέω
- καταντάω
- καταπέτασμα
- καταπίνω
- καταπατέω
- καταπαύω
- καταράομαι
- καταργέω
- καταρτίζω
- καταρτισμός
- κατασκευάζω
- καταστήσω
- καταφρονέω
- καταφρονήσω
- κατεργάζομαι
- κατηγορέω
- κατηχέω
- κατοικέω
- κατοικητήριον
- κατώκησα
- κατώτερος
- καυχάομαι
- καύχημα
- καύχησις
- κελεύω
- κενός
- κερδαίνω
- κεφαλή
- κηρύσσω
- κιβωτός
- κινέω
- κλάδος
- κλάσμα
- κλέπτης
- κλέπτω
- κλήρος
- κλήσις
- κλίνη
- κλίνω
- κλαίω
- κλείς
- κλείω
- κληρονομέω
- κληρονομήσω
- κληρονομία
- κληρονόμος
- κλητός
- κλυδωνίζομαι
- κοίμησις
- κοιλία
- κοιμάομαι
- κοινωνία
- κοινωνός
- κοινόν
- κομίζω
- κονιορτός
- κοπιάω
- κράββατος
- κράζω
- κράσπεδον
- κράτος
- κρέας
- κρέμαμαι
- κρίμα
- κρίνον
- κρίνω
- κρίσεως
- κρίσις
- κρατέω
- κραταιόω
- κραυγάζω
- κραυγή
- κρεμάννυμι
- κριθήσομαι
- κρινώ
- κριτής
- κρούω
- κρυπτός
- κρυφή
- κρύπτω
- κτίζω
- κτίσεως
- κτίσις
- κυριεύω
- κωλύω
- κωφός
- κόκκινος
- κόκκος
- κόλπος
- κόπος
- κόπτω
- κόσμος
- κόφινος
- κύκλω
- κύριος
- κώμη
- λάθρα
- λάμπω
- λάχανον
- λέγω
- λέων
- λήμψομαι
- λίθος
- λίμνη
- λαλέω
- λαλήσω
- λαμβάνω
- λαμπάς
- λαμπρός
- λανθάνω
- λατρεύσω
- λατρεύω
- λαός
- λείπω
- λειτουργία
- λειτουργός
- λεπρός
- λευίτης
- λευκαίνω
- λευκός
- ληστής
- λιθοβολέω
- λιμός
- λογίζομαι
- λοιπή
- λοιπόν
- λοιπός
- λουτρόν
- λούω
- λυπέομαι
- λυπέω
- λυχνία
- λόγος
- λύκος
- λύπη
- λύχνος
- λύω
- μάγος
- μάλιστα
- μάλλον
- μάρτυρος
- μάρτυς
- μάστιγος
- μάστιξ
- μάχαιρα
- μέγα
- μέγας
- μέλαν
- μέλει
- μέλος
- μέλους
- μένω
- μέριμνα
- μέρος
- μέρους
- μέσον
- μέσος
- μέτρον
- μέχρι
- μήκος
- μήτε
- μήτε
- μήτηρ
- μαθητής
- μαθητεύω
- μακάρια
- μακάριον
- μακάριος
- μακράν
- μακροθυμέω
- μακροθυμία
- μακροχρόνιος
- μακρόθεν
- μανθάνω
- μαργαρίτης
- μαρτυρέω
- μαρτυρία
- μαρτύριον
- μαστιγόω
- μαστιγώσω
- ματαιότης
- με
- μείζον
- μείζων
- μεγάλη
- μεθερμηνεύω
- μεθύσκω
- μεθύω
- μεν
- μενώ
- μερίζω
- μερίς
- μεριμνάω
- μεσίτης
- μεσονύκτιον
- μεστός
- μεσότοιχον
- μετά
- μετάγω
- μετάνοια
- μετέβην
- μετέχω
- μεταδίδωμι
- μεταλαμβάνω
- μεταμέλομαι
- μετανοέω
- μεταξύ
- μετατίθημι
- μετρέω
- μετρήσω
- μετρηθήσομαι
- μη
- μην
- μηνός
- μητρός
- μικρόν
- μικρός
- μιμέομαι
- μιμητής
- μιμνήσκω
- μισέω
- μισήσω
- μισθός
- μνήμα
- μνεία
- μνημείον
- μνημονεύω
- μνηστεύομαι
- μοιχαλίς
- μοιχεύω
- μονογενής
- μου
- μυστήριον
- μωρολογία
- μωρώς
- μόνη
- μόνον
- μόνος
- μόσχος
- μύλος
- μύρον
- νέος
- νήπια
- νήπιον
- νήπιος
- νήσος
- νίπτω
- ναί
- ναός
- νεανίσκος
- νεκρός
- νεφέλη
- νηστεία
- νηστεύω
- νικάω
- νοέω
- νοήματος
- νομίζω
- νομικός
- νουθεσία
- νουθετέω
- νούς
- νυκτός
- νυμφίος
- νυν
- νυξ
- νόημα
- νόμος
- νόσος
- νότος
- νύμφη
- ξένος
- ξενίζω
- ξηραίνω
- ξηρός
- ξύλον
- ο
- οίκος
- οίνος
- οδηγός
- οδούς
- οδός
- οθόνιον
- οικέω
- οικία
- οικείος
- οικοδεσπότης
- οικοδομέω
- οικοδομή
- οικοδομήθην
- οικοδόμημαι
- οικοδόμησα
- οικονομέω
- οικονομία
- οικονόμος
- οικουμένη
- οικτιρμός
- οκτώ
- ολίγη
- ολίγον
- ολίγος
- όλος
- όμοια
- όμοιον
- όμοιος
- ομοίως
- ομολογέω
- ομολογία
- ον
- όναρ
- όνομα
- όνος
- όντως
- ονομάζω
- ονόματος
- οξύς
- οπίσω
- οποίος
- οπτασία
- οράω
- ορίζω
- οργή
- οργίζομαι
- ορεινή
- ορθώς
- οσιότης
- οσμή
- οσφύος
- οσφύς
- ουδέν
- ουδένα
- ουδέποτε
- ουδείς
- ουδεμία
- ουράνιος
- ουρανός
- ουσία
- οφείλω
- οφειλή
- οφθαλμός
- οψάριον
- όπισθεν
- όπλον
- όπου
- όπως
- όραμα
- όριον
- όρκος
- όρος
- όρους
- όση
- όσιος
- όσον
- όσος
- όταν
- ότι
- όχλος
- όφεως
- όφις
- πάθημα
- πάλαι
- πάλη
- πάλιν
- πάντοτε
- πάντως
- πάσα
- πάσχα
- πάσχω
- πέμπω
- πέντε
- πέραν
- πέτομαι
- πέτρα
- πήρα
- πίναξ
- πίνω
- πίομαι
- πίπτω
- πίστευε
- πίστευσαι
- πίστευσον
- πίστεως
- πίστις
- παίς
- παιδίον
- παιδίσκη
- παιδεία
- παιδεύω
- παιδός
- παλαιός
- παν
- πανοπλία
- πανουργία
- πανταχού
- παντοκράτωρ
- παρά
- παράβασις
- παράγω
- παράδοσις
- παράκλησις
- παράκλητος
- παράπτωμα
- παρέδωκα
- παρέδωκεν
- παρέλαβον
- παρέχω
- παραβάτης
- παραβολή
- παραγίνομαι
- παραγγέλλω
- παραδέχομαι
- παραδίδωμι
- παραδοθήσομαι
- παραδώσω
- παραιτέομαι
- παρακαλέω
- παρακούω
- παραλαμβάνω
- παραλυτικός
- παρατηρέω
- παραφέρω
- παραχρήμα
- παρεδόθην
- παρεκάλεσα
- παρεμβολή
- παρθένος
- παριστάνω
- παρουσία
- πατέω
- πατήρ
- πατρίδος
- πατρίς
- πατριά
- πατρός
- παύω
- πεινάω
- πειράζω
- πειρασμός
- πενθέω
- πενθερά
- πεντήκοντα
- πεπιστεύκαμεν
- πεπιστεύκασι(ν)
- πηγή
- πηδάλιον
- πικρία
- πιστή
- πιστευέσθω
- πιστευέσθωσαν
- πιστευέτω
- πιστευέτωσαν
- πιστευθή
- πιστευθής
- πιστευθήσεσθη
- πιστευθήσεται
- πιστευθήση
- πιστευθήσομαι
- πιστευθήσονται
- πιστευθήτε
- πιστευθήτω
- πιστευθήτωσαν
- πιστευθησόμεθα
- πιστευθώ
- πιστευθώμεν
- πιστευθώσι(ν)
- πιστευσάσθω
- πιστευσάσθωσαν
- πιστευσάτω
- πιστευσάτωσαν
- πιστευσόμεθα
- πιστευσώμεθα
- πιστευόμεθα
- πιστευώμεθα
- πιστεύει
- πιστεύεις
- πιστεύεσθε
- πιστεύεται
- πιστεύετε
- πιστεύη
- πιστεύης
- πιστεύησθε
- πιστεύηται
- πιστεύητε
- πιστεύθητε
- πιστεύθητι
- πιστεύομαι
- πιστεύομεν
- πιστεύονται
- πιστεύου
- πιστεύουσι(ν)
- πιστεύσασθε
- πιστεύσατε
- πιστεύσει
- πιστεύσεις
- πιστεύσεσθε
- πιστεύσεται
- πιστεύσετε
- πιστεύση
- πιστεύσης
- πιστεύσησθε
- πιστεύσηται
- πιστεύσητε
- πιστεύσομαι
- πιστεύσομεν
- πιστεύσονται
- πιστεύσουσι(ν)
- πιστεύσω
- πιστεύσωμαι
- πιστεύσωμεν
- πιστεύσωνται
- πιστεύσωσι(ν)
- πιστεύω
- πιστεύωμαι
- πιστεύωμεν
- πιστεύωνται
- πιστεύωσι(ν)
- πιστόν
- πιστός
- πλάνη
- πλάτος
- πλέω
- πλήθος
- πλήθους
- πλήρης
- πλήρωμα
- πλατεία
- πλεονάζω
- πλεονεξία
- πλευρά
- πληγή
- πλην
- πληροφορέω
- πληρόω
- πληρώσω
- πλησίον
- πλησίος
- πλοίον
- πλοιάριον
- πλουτέω
- πλούσιος
- πλύνω
- πνέω
- πνευματικός
- πνεύμα
- πνεύματος
- ποίημα
- ποίον
- ποίος
- ποδός
- ποιέω
- ποιήσω
- ποιητής
- ποικίλος
- ποιμένος
- ποιμήν
- ποιμαίνω
- ποιμανώ
- πολλάκις
- πολλή
- πολλώ
- πολύ
- πολύς
- πονηρία
- πονηρός
- πορεύομαι
- πορεύσομαι
- πορνεία
- πορνεύω
- ποτήριον
- ποτίζω
- που
- πράγμα
- πράξις
- πρέπω
- πραΰτης
- πραιτώριον
- πρεσβεύω
- πρεσβύτερος
- πριν
- προ
- προΐσταμαι
- προΐστημι
- προάγω
- προάξω
- προβαίνω
- προγινώσκω
- προετοιμάζω
- προθυμία
- προκόπτω
- προλέγω
- προορίζω
- προπέμπω
- προς
- προσάγω
- προσέρχομαι
- προσέχω
- προσήλθον
- προσαγωγή
- προσδέχομαι
- προσδοκάω
- προσεκύνησα
- προσευχή
- προσεύξομαι
- προσεύχομαι
- προσηυξάμην
- προσκαλέομαι
- προσκολλάω
- προσκυνέω
- προσκυνήσω
- προσκόπτω
- προσλαμβάνομαι
- προσμένω
- προστάσσω
- προστίθημι
- προσφέρω
- προσφορά
- προσφωνέω
- προσωπολημψία
- προφέρω
- προφήτης
- προφητεία
- προφητεύω
- πρωΐ
- πρωτότοκος
- πρόβατον
- πρόθεσις
- πρόθυμος
- πρόσκομμα
- πρόσωπον
- πρότερος
- πρόφασις
- πρώτος
- πτωχός
- πτύσσω
- πτύω
- πτώμα
- πυλών
- πυρ
- πυρετός
- πυρός
- πυρόω
- πωλέω
- πως
- πόλεμος
- πόλεως
- πόλις
- πόρνη
- πόρνος
- πότε
- πύλη
- πώρωσις
- ράβδος
- ρήγνυμι
- ρήμα
- ρήματος
- ρίζα
- ρίπτω
- ραββί
- ραντίζω
- ρομφαία
- ρυτίς
- ρωμαίος
- ρύσεως
- ρύσις
- σάββατον
- σάκκος
- σάλπιγξ
- σέβομαι
- σέσωκα
- σήμερον
- σίναπι
- σίτος
- σαλευθήσομαι
- σαλεύσω
- σαλεύω
- σαλπίζω
- σαπρός
- σαρκικός
- σαρκός
- σαρξ
- σατανάς
- σβέννυμι
- σβεννύω
- σε
- σείω
- σεισμός
- σελήνη
- σημαίνω
- σημείον
- σιγάω
- σινάπεως
- σινδών
- σιωπάω
- σκάνδαλον
- σκανδαλίζω
- σκεύος
- σκηνή
- σκηνόω
- σκιά
- σκιρτάω
- σκληρός
- σκληρύνω
- σκοτία
- σκοτίζομαι
- σκοτίζω
- σκοτισθήσομαι
- σκοτόω
- σκότος
- σκότους
- σοι
- σον
- σος
- σου
- σοφία
- σοφός
- σπέρμα
- σπέρματος
- σπήλαιον
- σπίλος
- σπείρα
- σπείρω
- σπλάγχνον
- σπλαγχνίζομαι
- σπουδάζω
- σπουδή
- σπουδαίως
- σπόρος
- στάδιον
- στάσις
- στάχυος
- στάχυς
- στέφανος
- σταυρός
- σταυρόω
- σταυρώσω
- στενάζω
- στεφανόω
- στηρίζω
- στολή
- στράτευμα
- στρέφω
- στρατηγός
- στρατιώτης
- στόμα
- στόματος
- συ
- συγγένεια
- συγγενής
- συγγενής
- συγκαλέω
- συγχαίρω
- συζητέω
- συκή
- συλλέγω
- συλλαμβάνω
- συμβάλλω
- συμβαίνω
- συμβιβάζω
- συμβούλιον
- συμμέτοχος
- συμπολίτης
- συμφέρω
- συν
- συνάγω
- συνάξω
- συνέδριον
- συνέρχομαι
- συναγωγή
- συναντάω
- συναρμολογέω
- συνείδησις
- συνειδήσεως
- συνεργός
- συνθλίβω
- συντέλεια
- συντελέω
- συντρίβω
- σφάζω
- σφραγίζω
- σφραγίς
- σφόδρα
- σχίζω
- σωθήσομαι
- σωτήρ
- σωτήρος
- σωτηρία
- σωφρονέω
- σύνεσις
- σύσσωμος
- σώζω
- σώμα
- σώματος
- σώσω
- τάλαντον
- τάξις
- τάσσω
- τάφος
- τάχος
- τέκνον
- τέλειος
- τέλος
- τέλους
- τέρας
- τέρατος
- τέσσαρες
- τίμιος
- ταπεινός
- ταπεινόω
- ταράσσω
- ταχέως
- ταχύ
- ταχύς
- τείχος
- τελέω
- τελειόω
- τελώνης
- τελώνιον
- τεσσάρων
- τεσσαράκοντα
- τηρέω
- τι
- τι
- τιμάω
- τιμή
- τολμάω
- τούτο
- τράπεζα
- τράχηλος
- τρέμω
- τρέφω
- τρέχω
- τρία
- τρίτος
- τρεις
- τριάκοντα
- τριακόσιοι
- τρις
- τριχός
- τροφή
- τρόμος
- τρόπος
- τρώγω
- τυγχάνω
- τυφλή
- τυφλόν
- τυφλός
- τυφλόω
- τόπος
- τότε
- τύπος
- υβρίζω
- υγιής
- υγιαίνω
- υιοθεσία
- υιός
- υμείς
- υμών
- υπάγω
- υπάρχω
- υπέμεινα
- υπέρ
- υπέταξα
- υπακοή
- υπακούω
- υπαντάω
- υπερέχω
- υπερήφανος
- υπερβάλλω
- υπερβολή
- υπετάγην
- υπηρέτης
- υποδέω
- υποδήματος
- υποκριτής
- υπομένω
- υπομιμνήσκω
- υπομονή
- υποπόδιον
- υποστρέφω
- υποτάσσω
- υποτέταγμαι
- υπό
- υπόδειγμα
- υπόδημα
- υπόκρισις
- υπόστασις
- υστέρημα
- ύδατος
- ύδωρ
- ύπνος
- ύστερον
- ύστερος
- ύψιστος
- ύψος
- υψηλός
- υψόω
- φάγομαι
- φάτνη
- φέγγος
- φέγγους
- φέρω
- φίλημα
- φίλος
- φίλος
- φανερός
- φανερόω
- φαύλος
- φεύγω
- φθάνω
- φθαρτός
- φθείρω
- φθορά
- φθόνος
- φιάλη
- φιλέω
- φιμόω
- φλοξ
- φοβέομαι
- φονεύς
- φονεύω
- φορέω
- φρέαρ
- φραγμός
- φρονέω
- φρόνησις
- φρόνιμος
- φυλάσσω
- φυλή
- φυλακή
- φυτεύω
- φωνέω
- φωνή
- φως
- φωτίζω
- φωτός
- φόβος
- φόνος
- φύλλον
- φύραμα
- φύσις
- χάραγμα
- χάριν
- χάρις
- χάρισμα
- χάριτος
- χήρα
- χίλιοι
- χαίρω
- χαλκός
- χαρά
- χαρίζομαι
- χείρ
- χείρων
- χειροποίητος
- χειρός
- χιλίαρχος
- χιτών
- χοίρος
- χρήμα
- χρίω
- χρεία
- χρηματίζω
- χρηστός
- χρηστότης
- χριστή
- χριστόν
- χριστός
- χρονίζω
- χρυσούς
- χρόνος
- χωλός
- χωρέω
- χωρίζω
- χωρίον
- χωρίς
- χόρτος
- χώρα
- ψάλλω
- ψαλμός
- ψευδοπροφήτης
- ψεύδομαι
- ψεύδος
- ψεύδους
- ψεύστης
- ψυχή
- ω
- ωδή
- ως
- ωτός
- ωφελέω
- ώρα
- ώστε
Το άρθρο εκφράζει και αντανακλά τις προσωπικές θέσεις και απόψεις του συγγραφέα και αποτελεί έργο προσωπικής του έρευνας και εργασίας. Έχει γίνει προσπάθεια να σας παρέχει αντικειμενική πληροφόρηση, αλλά σε θέματα υγείας, διατροφής και όχι μόνο, πάντοτε πρέπει να ζητάμε τη συμβουλή ενός ειδικού.