Σε ένα χωριό μια αλεπού είχε βάλει στο μάτι ένα κοτέτσι, όμως ο ιδιοκτήτης είχε δυο σκυλιά να το φυλάνε. Η αλεπού μόνο αργά την νύχτα μπορούσε να το πλησιάσει που τα σκυλιά κοιμόντουσαν, έλα όμως που ένας παπαγάλος που ξενυχτούσε του άρεσε να κάθετε πάνω απ’ το κοτέτσι και να μονολογεί συνέχεια, με επίπτωση να ξυπνάει ολοένα τα σκυλιά.
Έτσι λοιπόν ένα πρωινό η αλεπού βρήκε τον παπαγάλο και του πρότεινε μια συμφωνία, του είπε: πως εάν κρατήσει το στόμα του κλειστό, το βράδυ θα έρθει στο κοτέτσι θα φαΐ όσες κότες μπορεί και μετά θα πνίξει τα σκυλιά την ώρα που κοιμούνται, και έτσι θα μπορεί να μονολογεί ανενόχλητος όλοι νύχτα χωρίς να του γαβγίζουν.
Ο παπαγάλος χωρίς να σκεφτεί δέχτηκε αμέσως.
Το ίδιο βράδυ η αλεπού φτάνει στην αυλή και εφόσον είδε ότι ο παπαγάλος καθότανε ήσυχος πάνω απ’ το κοτέτσι, με πονηρά βήματα έφτασε στην είσοδο, και την ώρα που πήγε να περάσει μέσα για να φάει της κότες, ο παπαγάλος άρχιζε να τραγουδάει.
Τότε τα σκυλιά ξύπνησαν και κατασπάραξαν την αλεπού, και αυτή πεθαίνοντας έλεγε: «άθλια που είμαι, καλά να πάθω αφού έκανα συμφωνία με έναν που δεν μπορούσε να κρατήσει το στόμα του κλειστό».
του Σωτηρίου Πρόφη