Με μια Ματιά: ο Θεός, η ελεύθερη βούληση και το κακό
Ο Θεός έπλασε τον κόσμο καλό και όμορφο. Και αυτό, σαν δυνατότητα, υπάρχει πάντοτε στον κόσμο.
Ωστόσο, η ζωή των Πρωτόπλαστων στον Παράδεισο άλλαξε μετά το προπατορικό αμάρτημα, καταλήγοντας σε συμφορές, αρρώστιες, πόνο, φόβο, πολέμους και θάνατο.
Αυτό εγείρει το ερώτημα από πού προήλθε το κακό, αφού ο Θεός δημιούργησε τα πάντα καλά.
Το κακό δεν υπάρχει ως δημιούργημα του Θεού. Ο Θεός δημιούργησε τους ανθρώπους με ελεύθερη βούληση, η οποία τους επιτρέπει να επιλέγουν μεταξύ του καλού και του κακού. Όταν οι άνθρωποι κάνουν κατάχρηση της ελευθερίας τους, είναι υπεύθυνοι για το κακό που συμβαίνει.
Ο Διάβολος, αρχικά ένα πνευματικό ον που δημιουργήθηκε από τον Θεό, έγινε ο δημιουργός του κακού επιχειρώντας αποστασία από τον Θεό και μεταμορφώθηκε σε άγγελο του σκότους. Ο Διάβολος ώθησε τους πρώτους ανθρώπους να φάνε τον απαγορευμένο καρπό, οδηγώντας στο προπατορικό αμάρτημα. Σκοπός του είναι να εξαπατήσει την ανθρωπότητα, να βάλει τον άνθρωπο σε πειρασμό και να τον οδηγήσει εναντίον του Θεού.
Οι συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος περιλαμβάνουν πόνο, φόβο, πολέμους και θάνατο, καθιστώντας τη ζωή τραγική. Η Γένεση περιγράφει τις άμεσες συνέπειες της παράβασης, με τους πρώτους ανθρώπους να συνειδητοποιούν τη γύμνια τους, να βιώνουν φόβο και οδύνη και να μην μπορούν να αντικρίσουν τον Θεό.
Ο σύγχρονος άνθρωπος αντιμετωπίζει κοινωνικά δεινά, όπως η αδικία, το έγκλημα και η εκμετάλλευση. Τα προβλήματα αυτά έχουν γίνει όλο και πιο διαδεδομένα, παρά την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Οι δομές και τα κοινωνικά συστήματα δεν μπορούν να καταπολεμήσουν την αιτία του κακού, το οποίο έχει βαθύτερες ρίζες και δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις ή μορφές.
Ο Θεός δεν εξαλείφει το κακό, αλλά επιτρέπει την ελεύθερη επιλογή, παρέχοντας μέσα για την υπέρβασή του μέσω της Ανάστασης του Χριστού. Η σχέση μεταξύ του Θεού και της δημιουργίας χαρακτηρίζεται από ελευθερία και ο Θεός είναι μακρόθυμος, χωρίς να επιθυμεί τον θάνατο του αμαρτωλού. Συμμετέχοντας στο θάνατο και την ανάσταση του Χριστού μέσω του βαπτίσματος, της Ευχαριστίας και της καταπολέμησης των προσωπικών παθών, τα άτομα μπορούν να μετέχουν στον συνεχή αγώνα κατά του κακού, στον καλό αγώνα όπως λένε οι Πατέρες.
Γιατί ο Θεός επιτρέπει το κακό και την αδικία στον κόσμο;
Από την Παλαιά Διαθήκη γνωρίζουμε ότι ο Θεός έπλασε τον κόσμο καλό και όμορφο.
Η ζωή των πρωτοπλάστων μέσα στον παράδεισο της Εδέμ ήταν ευτυχισμένη.
Όμως μετά το προπατορικό αμάρτημα τα πράγματα άλλαξαν.
Οι συμφορές, οι αρρώστιες, ο πόνος, ο φόβος, οι πόλεμοι και πάνω απ’ όλα ο θάνατος δείχνουν πως ο κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε δεν είναι και τόσο καλός.
Αντίθετα μάλιστα είναι πολύ κακός.
Εύλογα λοιπόν ανακύπτει το ερώτημα.
Αφού ο Θεός δημιούργησε τα πάντα καλά, Πού βρέθηκε τόσο κακό που κάνει τη ζωή μας αγχώδη και δυστυχισμένη.
https://www.youtube.com/watch?v=pQsFGLnynjM
Πραγματικά τίποτα το κακό δεν δημιούργησε ο Θεός.
Αν γινόταν κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε αντίθεση με την ίδια τη φύση του που είναι αγαθή και πηγή κάθε αγαθού.
Όσον αφορά στη φύση και την προέλευση του κακού, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το κακό δεν υπάρχει ως δημιούργημά του, άρα ο Θεός δεν ευθύνεται γι’ αυτό.
Ο Θεός δεν δημιουργεί το κακό, αλλά δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα της επιλογής, αφού τον έχει δημιουργήσει με ελεύθερη βούληση.
Γι’ αυτό, λοιπόν, υπεύθυνος για το κακό είναι ο ίδιος ο άνθρωπος ο οποίος, ενώ ήταν ηθικά ελεύθερος και αυτεξούσιος να επιλέγει μόνο το αγαθό, εκείνος προτίμησε το κακό.
Το κακό δηλαδή είναι αποτέλεσμα κακής χρήσης της ελευθερίας την οποία από τη δημιουργία του έχει ο άνθρωπος.
Εισηγητης και εφευρέτης του κακού κατά τους πατέρες εκκλησίας είναι ο διάβολος ο οποίος είναι ο πρώτος που επιχείρησε αποστασία κατά του Θεού, μεταβλήθηκε σε άγγελο του σκότους και από τότε έβαλε σκοπό του να παραπλανήσει όλο το ανθρώπινο γένος και να το παρασύρει και αυτό κατά του Θεού.
Έτσι έσπρωξε τους πρωτόπλαστους να φάνε τον απογορευμένο καρπό και παρέσυρε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος στη δίνη του προπατορικού αμαρτήματος.
Σύμφωνα με τη διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης, ο Θεός είχε προειδοποιήσει τον άνθρωπο ότι αν φάει από τον καρπό του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού, θα γίνει θνητός και θα πεθάνει.
Η εντολή αυτή είχε σκοπό να περιφρουρήσει και να ενισχύσει τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό και όχι να του στερήσει τη γνώση.
Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ικανό να διακρίνει το καλό από το κακό και του έδωσε την ελευθερία επιλογής.
Ο Θεός με την εντολή αυτή καλεί τον άνθρωπο να μην προχωρήσει σε αυτή την επιλογή που θα ήταν γνώση του κακού.
Η ανυπακοή στην εντολή του Θεού ήταν η ουσία του κακού ενώ η σχέση αγάπης μαζί του θα ήταν ο μόνος τρόπος για να συνεχίσει να ζει σε κοινωνία με το Θεό.
Ωστόσο, στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό παρεμβάλλεται μια άλλη πνευματική ύπαρξη, ο σατανάς, που αρχικά είχε δημιουργηθεί από το Θεό μαζί με τους αγγέλους.
Έτσι ο σατανάς με τη μορφή φιδιού άρχισε να διαβάλλει τον Θεό στον άνθρωπο, λέγοντας ότι η απαγόρευση του απέβλεπε στο να μην ανοίξουν τα μάτια του και γίνουν οι άνθρωποι σαν το Θεό.
Ο άνθρωπος επιλέγει τελικά να γίνει Θεός με λάθος τρόπο, δηλαδή χωρίς τη μοναδική δυνατότητα που υπήρχε για τη θέωση, την ταπείνωση και την υπακοή στο Θεό και επομένως τη μετοχή στη χάρη του Θεού.
Έτσι, όταν οι άνθρωποι πείθονται στα λόγια του πονηρού γνωρίζουν πράγματι το κακό.
Η Γένεση περιγράφει με δραματικές εικόνες τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος.
Αμέσως μετά την παράβαση της θεϊκής εντολής άρχισαν να εμφανίζονται τα συμπτώματα του κακού.
Οι πρωτόπλαστοι συνειδητοποιούν ότι είναι γυμνοί διότι έχει εκλείψει από μέσα τους η αθωότητα και οι ενοχές βαραίνουν τη συνείδησή τους.
Φόβος και αγωνία τους κατέλαβε αμέσως και έσπευσαν να κρυφτούν μη μπορώντας να αντικρίσουν το πρόσωπο του Θεού.
Ο πόνος που ήταν άγνωστος μέσα στον Παράδεισο έγινε τώρα σύντροφος του ανθρώπου από τη στιγμή της γεννήσεώς του.
Και πάνω από όλα αυτά μπήκε στη ζωή ο θάνατος.
Η ζωή του ανθρώπου από τη στιγμή εκείνη έγινε τραγική.
Η εργασία που ήταν χαρά και ευλογία μέσα στον Παράδεισο συνδέεται τώρα με κόπο και μόχθο.
Πειρασμοί, ασθένειες, γηρατειά, καταστροφές, δυστυχία, εκμετάλλευση, ανεργία και άλλα μαστίζουν τον άνθρωπο και σαν άτομο και σαν ομάδα.
Η απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό δημιούργησε ρήγμα στη θεανθρώπινη κοινωνία και έφερε στον κόσμο το πρόβλημα της μοναξιάς που χαρακτηρίζει ολόκληρη τη μετέπειτα ιστορία των ανθρώπων.
Ο σύγχρονος άνθρωπος ζώντας κάτω από τις συντριπτικές δυνάμεις του σύγχρονου τεχνοκρατούμενου κόσμου, παύει να ενεργεί σαν πρόσωπο ανάμεσα σε άλλα πρόσωπα.
Χάνει την ιδιαιτερότητά του, αλλοτριώνεται και γίνεται ένας αριθμός μέσα στο ανώνυμο πλήθος.
Έτσι αισθάνεται μια πλήξη και ένα απύθμενο κενό μέσα του, το οποίο μάταια προσπαθεί να καλύψει, καταφεύγοντας στις γνωστές καταχρήσεις και διαστροφές, οι οποίες τον οδηγούν με τη σειρά τους την αηδία και την καταστροφή.
Η μορφή όμως του κακού που στην εποχή μας παίρνει όλο ένα και πιο μεγάλες διαστάσεις, είναι το λεγόμενο κοινωνικό κακό.
Προβλήματα όπως η αδικία στην κατανομή των υλικών αγαθών, η εγκληματικότητα, η ανηθικότητα, η καταδυνάστευση των ανθρώπων και των λαών, η εκμετάλλευση των αδυνάτων και προπαντός οι πόλεμοι που με τα σύγχρονα ατομικά μέσα απειλούν με ολοκληρωτική καταστροφή τον κόσμο, αποτελούν μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές της κοινωνικής υφής του κακού σήμερα.
Όλα αυτά που ο άνθρωπος δημιούργησε σαν έκφραση της κοινωνικότητάς του για να ζήσει ειρηνικά και ευτυχισμένα, έγιναν δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις δομές μέσα από τις οποίες το κακό αντί να ξεπεραστεί, συντηρείται και διαιωνίζεται.
Το πιο ανησυχητικό είναι ότι στην εποχή μας με την τόση ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας όχι μόνο δεν περιορίστηκε το κακό, αλλά αυξήθηκε ακόμα πιο πολύ.
Ο σύγχρονος άνθρωπος είχε πιστέψει πως με την τεράστια ανάπτυξη της τεχνολογίας θα οργάνωνε πιο ορθολογιστικά τη ζωή του, θα γινόταν επιτέλους αυτάρκης, ανεξάρτητος και θα ευτυχούσε.
Η ιστορία και πείρα όμως απέδειξαν ότι οι δομές και τα κοινωνικά συστήματα, όσο τέλεια και αν οργανωθούν, δεν μπορούν να καταπολεμήσουν την αιτία του κακού.
Το κακό έχει βαθύτερες ρίζες και δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις ή μορφές.
Ο Θεός βέβαια θα μπορούσε να απαλείψει το κακό από τον κόσμο.
Γιατί όμως δεν το εμποδίζει; διότι έτσι θα αφαιρούσε από τον άνθρωπο την πιο στοιχειώδη προϋπόθεση της ηθικής ζωής που είναι η ελεύθερη επιλογή.
Η σχέση Θεού και κτίσης χαρακτηρίζεται από την ελευθερία.
Μετά την ενανθρώπιση του λόγου ο Θεός παρέχει άφθονα τα μέσα στον άνθρωπο για να υπερνικήσει το κακό και να κατορθώσει το αγαθό.
Επειδή είναι μακρόθυμος και δεν θέλει το θάνατο του αμαρτωλού ανέχεται προσωρινά το ηθικό κακό.
Το ανέχεται αλλά και το πολεμάει με εκείνους που αντιστέκονται σ’ αυτό, τους Αγίους.
Οι ενάρετοι άνθρωποι αποτελούν τη στρατιά της εμπροσθοφυλακής του Θεού ενάντια στην αμαρτία.
Η Ανάσταση του Χριστού είναι το πρώτο γεγονός του ερχομού της Βασιλείας του Θεού, στην οποία το κακό και η βασική του συνέπεια ο θάνατος δεν θα υπάρχουν πια.
Εφόσον λοιπόν με την Ανάσταση του Χριστού ο θάνατος δεν είναι κυρίαρχος, είναι ευθύνη του ανθρώπου να συνδεθεί με Εκείνον και να φέρει τις συνέπειες της Ανάστασης σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας, ώστε να νικήσει και ο ίδιος μαζί με τον Χριστό το κακό.
Αυτό γίνεται όταν συμμετάσχει στο θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, στο βάπτισμα, τη Θεία Ευχαριστία και ταυτόχρονα να καταπολεμά τα πάθη που τον υποδουλώνουν, να αλλάζει τις άδικες κοινωνικές δομές, να αγαπά και να θυσιάζεται για τους συνανθρώπους του και να επανασυνδέεται σωστά με το φυσικό περιβάλλον.
Αν και ο αγώνας φαίνεται άνισος, ο Χριστός ενεργεί πάντα και σε κάθε εποχή, ώστε να καλύπτει τις προσωπικές αδυναμίες και ελλείψεις και με την αγωνιστική επιμονή όλων, να προετοιμάζεται ένας καινούργιος κόσμος χωρίς το κακό.