Ελθέ το φως το αληθινόν, ελθέ η αιώνιος ζωή,
ελθέ το αποκεκρυμμένον μυστήριον, ελθέ ο ακατονόμαστος θησαυρός,
ελθέ το ανεκφώνητον πράγμα, ελθέ το ακατανόητον πρόσωπον,
ελθέ η αΐδιος αγαλλίασις, ελθέ το ανέσπερον φως,
ελθέ πάντων των μελλόντων σωθήναι η αληθινή προσδοκία,
ελθέ των κειμένων η έγερσις, ελθέ των νεκρών η ανάστασις,
ελθέ ο δυνατός, ο πάντα αεί ποιών
και μεταποιών και αλλοιών μόνω τω βούλεσθαι!
Ελθέ ο αόρατος και αναφής πάντη αψηλάφητος,
ελθέ ο αεί μένων αμετακίνητος
και καθ᾿ ώραν όλος μετακινούμενος
και ερχόμενος προς ημάς τους εν τω άδη κειμένους,
ο υπεράνω πάντων των ουρανών,
ελθέ το περιπόθητον όνομα και θρυλούμενον,
λαληθήναι δε παρ᾿ ημών, όπερ εις,
ή γνωσθήναι, οποίος ή ποταπός, όλως ημίν ανεπίδεκτον.
Ελθέ η αιώνιος χαρά, ελθέ το στέφος το αμαράντινον,
ελθέ η πορφύρα του μεγάλου Θεού και βασιλέως ημών,
ελθέ η ζώνη η κρυσταλλοειδής και διάλιθος,
ελθέ το υπόδημα το απρόσιτον,
ελθέ η βασίλειος αλουργίς και αυτοκρατορική όντως δεξιά!
Ελθέ, ον επόθησε και ποθεί η ταλαίπωρός μου ψυχή,
ελθέ ο μόνος προς μόνον, ότι μόνος ειμί, καθάπερ οράς!
Ελθέ ο χωρίσας εκ πάντων
και ποιήσας με μόνον επί της γης,
ελθέ ο γενόμενος πόθος αυτός εν εμοί
και ποθείν σε ποιήσας με, τον απρόσιτον παντελώς!
Ελθέ η πνοή μου και η ζωή,
ελθέ η παραμυθία της ταπεινής μου ψυχής,
ελθέ η χαρά και η δόξα και η διηνεκής μου τρυφή!
Ευχαριστώ σοι, ότι εν πνεύμα εγένου μετ᾿ εμού˙
ασυγχύτως, ατρέπτως, αναλλοιώτως ο επί πάντων Θεός,
και αυτός μοι τα πάντα εν πάσι γεγένησαι,
τροφή ανεκλάλητος και εις άπαν αδάπανος,
αενάως υπερεκχεομένη τοις της εμής ψυχής χείλεσι
και υπερεκβλύζουσα εν τη πηγή της καρδίας μου,
ένδυμα απαστράπτον και καταφλέγον τους δαίμονας,
κάθαρσις διά αφθάρτων και αγίων δακρύων εκπλύνουσά με,
ων η ση παρουσία, προς ους παραγίνη, χαρίζεται.
Ευχαριστώ σοι, το φως ανέσπερόν μοι γεγένησαι και ήλιος άδυτος,
που κρυβήναι μη έχων ο πληρών της σης δόξης τα σύμπαντα.
Ουδέποτε γαρ απεκρύβης από τινος,
αλλ᾿ ημείς αεί κρυπτόμεθα από σου,
ελθείν προς σε μη βουλόμενοι.
Που γαρ και κρυβήση ο μηδαμού έχων τόπον της σης καταπαύσεως;
Ή διά τι, ο μήποτε αποστρεφόμενος των πάντων τινά,
μήτε τινά αυτών εντρεπόμενος;
Νυν ούν ενσκήνωσον, Δέσποτα,
εν εμοί και κατοίκησον και μείνον αδιαστάτως,
αχωρίστως μέχρι τέλους
εν εμοί τω δούλω σου, αγαθέ,
ίνα καγώ ευρεθώ εν τη εξόδω μου και μετά την έξοδον
εν σοι, αγαθέ, και συμβασιλεύσω σοι, τω επί πάντων Θεώ!
Μείνον, Δέσποτα, και μη εάσης με μόνον,
ίνα ερχόμενοι οι εχθροί μου,
οι ζητούντες αεί του καταπιείν την ψυχήν μου
και ευρίσκοντές σε μένοντα εν εμοί, φεύξωνται παντελώς
και μη ισχύσωσι κατ᾿ εμού,
βλέποντές σε, τον ισχυρότερον πάντων,
ένδοθεν καθήμενον εν τη οικία της ταπεινής μου ψυχής.
Ναι, Δέσποτα,
ως εμνήσθης μου, ότε εν τω κόσμω ετύγχανον
και αγνοούντός μου αυτός εξελέξω με
και από του κόσμου εχώρισας
και προ προσώπου της δόξης σου έστησας,
ούτω και νυν ένδον ιστάμενόν με εις αεί
και αμετακίνητον εν τη εμοί οικήσει σου διαφύλαξον,
ίνα μη βλέπων σε διηνεκώς ο νεκρός εγώ ζω,
και έχων σε ο πένης αεί πλουτώ,
και βασιλέων πάντων έσομαι πλουσιώτερος,
και εσθίων και πίνων σε καθ᾿ ώραν επενδυόμενος
εν ανεκλαλήτοις ω και έσομαι εντρυφών αγαθοίς,
ότι συ υπάρχεις παν αγαθόν και πάσα δόξα και πάσα τρυφή
και σοι πρέπει η δόξα, τη Αγία και Ομοουσίω και Ζωοποιώ Τριάδι,
τη εν Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι σεβομένη τε και γνωριζομένη
και προσκυνουμένη και λατρευομένη υπό πάντων
νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν.
απόδοση στα νέα Ελληνικά
Πρόσκληση
Έλα, το φως το αληθινό,
έλα, η αιώνια ζωή,
έλα, το απόκρυφο μυστήριο,
ο ανώνυμος θησαυρός,
το ανεκφώνητο πράγμα,
το ακατανόητο πρόσωπο,
η παντοτινή αγαλλίαση, το ανέσπερο φως,
έλα, η αληθινή προσδοκία
αυτών που μέλλουν να σωθούν.
Έλα, των πεσμένων η έγερση,
έλα, των νεκρών η ανάσταση.
Έλα, Δυνατέ, που δημιουργείς,
μεταπλάθεις κι αλλοιώνεις τα πάντα
με μόνη τη θέλησή σου!
Έλα, αόρατε, ανέγγιχτε κι αψηλάφητε.
Έλα, συ που μένεις πάντα αμετακίνητος,
μα κάθε στιγμή μετακινείσαι ολόκληρος,
για να ‘ρθεις σε μας, που κειτόμαστε στον άδη,
ο υπεράνω πάντων των ουρανών.
Έλα, πολυπόθητο και πολυθρύλητο όνομα,
που όμως αδυνατούμε να περιγράψουμε
τι ήσουν ακριβώς,
ή να γνωρίσουμε την ουσία και τις ιδιότητές σου.
Έλα, παντοτινή χαρά,
έλα, αμαράντινο στεφάνι,
έλα, πορφύρα του μεγάλου Θεού και βασιλιά μας.
Έλα, κρυστάλλινη ζώνη διαμαντοστόλιστη,
έλα, απλησίαστο υπόδημα,
έλα βασιλική αλουργίδα
κι όντως αυτοκρατορική δεξιά!
Έλα, συ που πόθησε και ποθεί
η ταλαίπωρή μου ψυχή,
έλα, συ ο Μόνος
προς εμένα τον μόνο
γιατί, καθώς βλέπεις
είμαι μόνος!
Έλα, συ που με ξεχώρισες απ’ όλα
και μ’ έκανες μοναδικό πάνω στη γή.
Έλα, συ που έγινες ο πόθος της ψυχής μου
και μ’ αξίωσες να σε ποθήσω
τον απρόσιτο παντελώς!
Έλα, πνοή μου και ζωή,
έλα της ταπεινής μου ψυχής παρηγοριά,
έλα, χαρά και δόξα μου κι’ ατέλειωτη τρυφή.
Ευχαριστία
Σ’ ευχαριστώ, που έγινες ένα πνεύμα μαζί μου
ασυγχύτως, ατρέπτως κι αναλλοιώτως,
Θεέ του παντός,
κι’ έγινες για χάρη μου τα πάντα σε όλα:
Τροφή ανεκλάλητη που ποτέ δεν τελειώνει,
που ξεχύνεται ακατάπαυστα
από της ψυχής μου τα χείλη
και πλούσια αναβλύζει
απ’ την πηγή της καρδιάς μου.
Ένδυμα, που αστράφτει
και καταφλέγει τους δαίμονες,
κάθαρση, που με πλένεις
με τ’ άφθαρτα κι’ άγια δάκρυα
που η παρουσία σου χαρίζει
σ’ όσους επισκεφθείς.
Σ’ ευχαριστώ, γιατί για χάρη μου έγινες
ανέσπερο φως και ήλιος αβασίλευτος,
που δεν έχεις πού να κρυφτείς,
αφού γεμίζεις με τη δόξα σου τα σύμπαντα.
Ποτέ δεν κρύφτηκες από κανένα
αλλ’ εμείς κρυβόμαστε πάντοτε από σένα,
μη θέλοντας να ‘ρθούμε κοντά σου.
Μα πού να κρυφτείς
αφού πουθενά δεν υπάρχει τόπος
για την κατάπαυσή σου;
Και γιατί να κρυφτείς
εσύ που δεν αποστρέφεσαι κανένα
ούτε κανένα ντρέπεσαι;
Και τώρα, σε ικετεύω, Δέσποτά μου,
έλα να στήσεις τη σκηνή σου στην καρδιά μου,
να κατοικήσεις και να μείνεις εντός μου
αχώριστος κι ενωμένος μέχρι τέλους
με μένα τον δούλο σου, αγαθέ,
για να βρεθώ κι’ εγώ
στην έξοδό μου κι έπειτα απ’ αυτήν στους αιώνες
κοντά σου Αγαπημένε,
και να βασιλέψω μαζί σου
Θεέ του παντός!
Ικεσία
Μείνε, Κύριε, και μη μ’ αφήσεις μόνο.
Θέλω, όταν έρθουν οι εχθροί μου,
Που ζητούν να καταπιούν την ψυχή μου,
να σε βρουν μέσα μου,
και να φύγουν για πάντα,
για να μη μπορέσουν ξανά να με βλάψουν
βλέποντάς σε τον ισχυρότερο πάντων
να κάθεσαι στον οίκο της ταπεινής μου ψυχής.
Ναι, Δέσποτα,
όπως με θυμήθηκες όταν ζούσα στον κόσμο
και χωρίς να το καταλάβω
με διάλεξες εσύ, με χώρισες απ’ τον κόσμο
και μ’ έκανες κοινωνό της θείας σου δόξης,
έτσι και τώρα φύλαξέ με
πάντοτε σταθερό κι αμετακίνητο
στην ενοίκησή σου εντός μου.
Βλέποντάς σε αδιάκοπα εγώ ο νεκρός
θ’ανασταίνομαι και θα ζω,
έχοντάς σε εγώ ο φτωχός
θα πλουτίζω διαρκώς
και θα γίνω πλουσιότερος
απ’ όλους τους βασιλιάδες,
και θα σε τρώγω και θα σε πίνω
και θα σε ντύνομαι κάθε ώρα,
ώστε να ζω και τώρα και πάντα
εντρυφώντας σε ανεκλάλητα αγαθά.
Γιατί εσύ είσαι
κάθε αγαθό και κάθε δόξα και κάθε τρυφή
και σε σένα πρέπει η δόξα
στην Αγία και Ομοούσιο και Ζωοποιό Τριάδα,
που όλοι οι πιστοί
τη σέβονται και τη γνωρίζουν,
την προσκυνούν και τη λατρεύουν
στα πρόσωπα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος
τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.