Άγιος Χριστόφορος ο Μεγαλομάρτυρας. Βίος
Ο Άγιος Χριστόφορος μαρτύρησε το 250μ.Χ. επί Αυτοκράτορα Δεκίου. Το όνομά του σημαίνει αυτός που κουβαλάει τον Χριστό (Χριστόφορος = Χριστός + φέρω). Πριν βαπτιστεί Χριστιανός το όνομά του ήταν Ρέπρεβος ή Ρέπροβος.
Ο Άγιος Χριστόφορος λεγόταν κυνοπρόσωπος κι αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, όπως γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, να απεικονισθεί από μερικούς αμαθείς ζωγράφους με μορφή σκύλου, ενώ η λέξη κυνοπρόσωπος σήμαινε ότι το πρόσωπο του Αγίου Χριστοφόρου ήταν άγριο, άσχημο και άμορφο. Ο Άγιος Νικόδημος συνεχίζει, προσπαθώντας να διαλύσει αυτόν τον μύθο, αναφέροντας ξεκάθαρα ότι ο Άγιος Χριστόφορος είχε ανθρώπινο πρόσωπο, όπως όλοι οι άνθρωποι, αλλά η όψη του ήταν φοβερή, αγριωπή και άσχημη. Το γεγονός ότι στη χώρα καταγωγής του Αγίου υπήρχαν φυλές ανθρωποφάγων μάλλον βοήθησε την ανάπτυξη των δεισιδαιμονιών απ’ τους αφελείς.
Ο Άγιος Χριστόφορος αιχμαλωτίστηκε από κάποιον κόμη στη διάρκεια πολέμου μα δεν μπορούσε να μιλήσει. Προσευχήθηκε και εμφανίστηκε ένας Άγγελος Κυρίου και του είπε «Ρέπρεβε, ανδρίζου». Ο Άγγελος έπιασε τα χείλη του Αγίου και τον έκανε να μπορεί να ομιλεί κανονικά. Κατόπιν ο Άγιος Χριστόφορος πήγε στην πόλη κι έλεγχε τους Ειδωλολάτρες που έκαναν διωγμό κατά των Χριστιανών. Ο άρχοντας Βάκχιος τον έπιασε και διέταξε να τον χτυπήσουν. Ο Άγιος Χριστόφορος του είπε τότε ότι θέλοντας να ταπεινωθεί σύμφωνα με την εντολή του Χριστού, στάθηκε και τον έπιασαν, αλλά αν το ήθελε με τον θυμό του και την ανδρεία του, ούτε ο άρχοντας ούτε ο Αυτοκράτορας θα μπορούσαν να τον πειράξουν, επειδή η δική τους δύναμη είναι μικρή.
Ο Αυτοκράτορας Δέκιος φοβήθηκε από αυτά που άκουσε, και για τη δύναμη του και για την ασχήμια του προσώπου του, κι έστειλε 200 στρατιώτες για να τον πιάσουν. Στο δρόμο τέλειωσαν τα τρόφιμα των στρατιωτών και ο Άγιος Χριστόφορος προσευχήθηκε κι έκανε να πληθύνουν οι λίγοι άρτοι που είχαν απομείνει και να χορτάσουν όλοι οι στρατιώτες. Με αυτό το θαύμα πίστεψαν όλοι τους στον Χριστό. Όταν έφτασαν στην Αντιόχεια, ο Ιερομάρτυρας Βαβύλας επίσκοπος Αντιοχείας τους βάπτισε όλους μαζί με τον Άγιο και τότε ο Ρέπρεβος πήρε το όνομα Χριστόφορος.
Ο Άγιος Χριστόφορος παρουσιάστηκε μπροστά στον Δέκιο για να κριθεί. Μόλις τον είδε ο Αυτοκράτορας φοβήθηκε τόσο την ασχήμια του προσώπου του που έπεσε πίσω ανάσκελα. Όταν ηρέμησε, σκέφθηκε να προσπαθήσει με δολιότητα να μαλακώσει τη γνώμη του Αγίου Χριστοφόρου με κολακείες και να τον κάνει να απαρνηθεί την πίστη του Χριστού.
Δεν τολμούσε να απειλήσει με φοβέρες τον Άγιο Χριστόφορο και προσκάλεσε δύο γυναίκες, την Καλλίνικη και την Ακυλίνα, οι οποίες ήταν όμορφες γυναίκες, αλλά ήταν ακόλαστες και πόρνες και πολύ επιτήδειες στο να προκαλούν την σαρκική επιθυμία στους άνδρες. Πρόσταξε λοιπόν ο Δέκιος να πάνε στον Άγιο Χριστόφορο και να χρησιμοποιήσουν κάθε τέχνασμα ώστε να τον παρασύρουν. Πίστευε ο μιαρός ότι έτσι ο Άγιος Χριστόφορος θα αρνιόταν τον Χριστό και θα πρόσφερε θυσία στα είδωλα, έγινε όμως το αντίθετο. Ο Άγιος Χριστόφορος κατήχησε τις δύο πόρνες και τις έπεισε να απαρνηθούν την ειδωλολατρία. Έτσι, η Καλλίνικη και η Ακυλίνα παρουσιάστηκαν στον Αυτοκράτορα και ομολόγησαν ότι είναι Χριστιανές. Ο Αυτοκράτορας διέταξε να τις βασανίσουν και να τις σουβλίσουν από τα πόδια ως τους ώμους. Αυτές υπέμειναν το φοβερό αυτό βασανιστήριο και έλαβαν το Στέφανο του Μαρτυρίου.
Αφού μαρτύρησαν η Καλλίνικη και η Ακυλίνα, ο Αυτοκράτορας είχε θυμώσει πάρα πολύ και έβρισε τον Άγιο για το άσχημο και αλλόκοτο πρόσωπό του. Ο Άγιος Χριστόφορος του απάντησε ότι το όνομά του Αυτοκράτορα, δηλαδή το Δέκιος, δείχνει ότι είναι δεκτικός της ενέργειας του Διαβόλου. Τότε ο Αυτοκράτορας Δέκιος διέταξε να θανατωθούν οι 200 στρατιώτες που είχαν σταλεί να συλλάβουν τον Άγιο Χριστόφορο και τελικά πίστεψαν στον Χριστό, κι έτσι έλαβαν και αυτοί το Στεφάνι του Μαρτυρίου.
Στη συνέχεια ο Αυτοκράτορας Δέκιος διέταξε να καρφώσουν τον Άγιο Χριστόφορο σε ένα μηχανικό μεταλλικό όργανο βασανιστηρίου που από κάτω του είχε αναμμένη φωτιά. Ο Άγιος Χριστόφορος, με τη χάρη του Θεού, δεν έπαθε τίποτα από το βασανιστήριο, και μάλιστα καθόταν άνετα και αναπαυτικά. Όσο διαρκούσε το βασανιστήριο ο Άγιος Χριστόφορος περιέγραφε μια οπτασία που έβλεπε θαυματουργικά: Έναν άνδρα, ψηλό, με όμορφο πρόσωπο, με λευκά ρούχα και με ακτίνες που άστραπταν από το πρόσωπό του. Στο κεφάλι του είχε ένα λαμπρό Στεφάνι και γύρω του στεκόντουσαν πυρίμορφοι στρατιώτες, οι οποίοι είχαν πολεμήσει με κάποιους άλλους μαύρους και άσχημους και νίκησαν. Κατόπιν ο μεγάλος εκείνος Άρχοντας επέστρεψε και νίκησε τους αντιπάλους του.
Ο κόσμος που άκουσε τη διήγηση του Αγίου και είδε ότι δεν πάθαινε τίποτα ο Άγιος Χριστόφορος απ’ το βασανιστήριο, πίστεψε στον Χριστό. Προσπάθησαν να απελευθερώσουν τον Άγιο και τους σκότωσαν οι στρατιώτες του Αυτοκράτορα. Κρέμασαν μια πέτρα στο λαιμό του Αγίου Χριστοφόρου και τον έριξαν σε ένα πηγάδι, αλλά ένας Άγγελος Κυρίου τον τράβηξε απ’ το πηγάδι και τον ελευθέρωσε. Ο Δέκιος διέταξε να φορέσουν στον Άγιο μια μεταλλική πυρακτωμένη φορεσιά. Τελικά διέταξε τον αποκεφαλισμό του Αγίου Χριστοφόρου.
Άγιος Χριστόφορος ο Μεγαλομάρτυρας. Γιορτή
Ο Άγιος Χριστόφορος τιμάται από την Εκκλησία μας στις 9 Μαΐου και είναι ο Άγιος προστάτης των οδηγών, πεζών, αυτοκινητιστών, μοτοσικλετιστών και των ταξιδιωτών. Οι Αγίες Καλλίνικη και Ακυλίνα που πίστεψαν στον Χριστό και μαρτύρησαν τιμούνται κι αυτές στις 9 Μαΐου.
Άγιος Χριστόφορος ο Μεγαλομάρτυρας. Απολυτίκιο
Στολαίς ταις εξ αίματος ωραϊζόμενος, Κυρίω παρίστασαι τω Βασιλεί ουρανών, Χριστόφορε αοίδιμε· όθεν συν Ασωμάτων και Μαρτύρων χορείαις, άδεις τη τρισαγίω και φρικτή μελωδία· διό τοις ικεσίαις ταις σαις, σώζε τους δούλους σου.
A.A.