Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος. Βίος
Οι Άγιοι Γουρίας και Σαμωνάς καταγόταν από τα περίχωρα της Έδεσσας της Συρίας. Έζησαν κατά το 9ο έτος της βασιλείας του Διοκλητιανού, περί το 288μΧ.
Ζούσαν ασκητικά, μακριά από τις πόλεις, αφιερώνοντας τη ζωή τους στην τήρηση των εντολών του Θεού και στην καλλιέργεια της αρετής. Οι ντόπιοι μάλιστα, αποκαλούσαν τον Αγίο Γουρία εγκρατή, λόγω του τρόπου ζωής του. Ο Άγιος Σαμωνάς μιμούταν τον Γουρία και είχε όλο τον πόθο της ψυχής του αφιερωμένο στον Κύριο.
Κατά τον διωγμό του Διοκλητιανού, οι Άγιοι Γουρίας και Σαμωνάς κατηγορήθηκαν ότι δίδασκαν τους ανθρώπους να μην υπακούουν στα βασιλικά διατάγματα και να πιστεύουν στον Χριστό. Έτσι ο έπαρχος Αντώνιος τους συνέλαβε.
μή γένοιτο να αφήσουμε την αληθινήν Πίστιν… και να προσκυνήσουμε έργα χειρών ανθρώπων, και άχρηστα
Ο Άγιος Άβιβος έζησε σε μεταγενέστερη περίοδο, σε σχέση με τους Γουρία και Σαμωνά, κατά την εποχή του βασιλιά Λικινίου και μαρτύρησε το 316μΧ.
Ο Άγιος ΆΒιβος γεννήθηκε στην πόλη Αποθελσαία της Εμέσης (Χομς, Συρία). Ήταν Διάκονος, ερμήνευε τις Γραφές και δίδασκε τους Χριστιανούς να ζουν ευσεβώς, γεγονός που έγινε γνωστό στον Λυσανία, ηγεμόνα της Έδεσσας.
Όταν ο Λικίνιος ξεκίνησε Διωγμό κατά των Χριστιανών, ο Λυσανίας διέταξε την σύλληψη του Αβίβου. Έστειλε στρατιώτες να συλλάβουν τον Άγιο Αβίβο, ο οποίος βρισκόταν με την μητέρα του και άλλους συγγενείς και φίλους του. Ο Άγιος Άβιβος, μαθαίνοντας ότι τον αναζητούσαν, παραδόθηκε οικειοθελώς στον Θεότεκνο, επικεφαλής των στρατιωτών. Ο Θεότεκνος, συμπονετικός άνθρωπος, τον συμβούλεψε να κρυφτεί, αλλά ο Άγιος Αβίβος δήλωσε ότι δεν φοβάται τον θάνατο. Ο Θεότεκνος, φοβούμενος τον Έπαρχο, συνέλαβε τον Άγιο και τον οδήγησε στον Λυσανία.
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος. Βασανιστήρια και Μαρτύριο
Ο Διοκλητιανός έστειλε τον Μουσούνιο, ηγεμόνα της Αντιόχειας, στην Έδεσσα, με εντολή να θανατώσει όσους Χριστιανούς δεν θα προσκυνούσαν τα είδωλα
Εμείς φοβόμαστε και τρέμουμε τον ακοίμητο σκώληκα, και το πυρ εκείνη το άσβεστο… αλλά τα δικά σας κολαστήρια βλάπτουν λίγο μόνο το σώμα, την δε ψυχή την κάνουν πιο λαμπερή.
Οι Άγιοι Γουρίας και Σαμωνάς υπέστησαν μια σειρά από βασανιστήρια πριν από τον μαρτυρικό τους θάνατο.
Αρχικά, κρεμάστηκαν και οι δύο από το ένα χέρι, ενώ στα πόδια τους δέθηκαν βαριά βάρη, προκαλώντας αφόρητο πόνο και τέντωμα των νεύρων και των αρθρώσεων. Αυτό το μαρτύριο διήρκεσε για ώρες, από την τρίτη ώρα μέχρι την έκτη.
Στη συνέχεια, ρίχτηκαν σε μια σκοτεινή φυλακή, όπου τα πόδια τους σφίχτηκαν σε ένα ξύλινο εργαλείο βασανισμού. Εκεί, υπέφεραν για τέσσερις ολόκληρους μήνες, υπομένοντας όχι μόνο το σκοτάδι και τον πόνο από το ξύλο, αλλά και την πείνα και τη δίψα, καθώς απαγορεύτηκε στους φρουρούς να τους δώσουν τροφή ή νερό.
Σε μια επόμενη φάση των βασανιστηρίων, ο Άγιος Σαμωνάς κρεμάστηκε ανάποδα από το ένα πόδι, από τη δεύτερη ώρα μέχρι την πέμπτη. Η πίεση και το βάρος προκάλεσαν εξάρθρωση του γόνατος. Ο Άγιος Γουρίας, ήδη εξαντλημένος, παρέμεινε στη φυλακή σε ημιθανή κατάσταση.
Ρώτησαν τον Άγιο Σαμωνά, εάν θα αρνηθεί τον Χριστό. Αντί να τους απαντήσει, προσευχήθηκε φωναχτά.
Κύριε ο Θεός, οπού εθαυμάστωσες τον Δανιήλ εις τους λέοντας, και τους τρείς Παίδας νικητάς της φλογός ανέδειξας, αυτός και τώρα πολυέλεε, οπού ηξεύρεις την ασθένειαν της ανθρωπίνης φύσεως, προς ημάς επίβλεψον, και φύλαξον εις ημάς το φως των προσταγμάτων Σου άσβεστον, και αξίωσόν μας να απολαύσωμεν την αιώνιον σου μακαριότητα, ότι ευλογημένος είσαι αεί και πάντοτε.
Όταν αρνήθηκε, ρίχτηκε στη φωτιά, έχοντας στο στόμα του ένα λουρί σαν χαλινάρι.
Τελικά μαρτύρησαν την επομένη μέρα και οι δύο Άγιοι, δια αποκεφαλισμού. Οδηγήθηκαν έξω από την πόλη και έλαβαν τον στέφανο του μαρτυρίου. Ήταν 15 Νοεμβρίου 288μΧ.
Ο Άγιος Άβιβος, υπέστη επίσης φρικτά βασανιστήρια και μαρτύρησε το 316μΧ στις 15 Νοεμβρίου.
Κρεμάστηκε και στη συνέχεια γδάρθηκε με σιδερένιους γάντζους. Αυτό το μαρτύριο του προκάλεσε αφόρητο πόνο, όχι μόνο από τα σχισίματα του δέρματος, αλλά και από το βάρος του σώματός του που τραβούσε τα χέρια του, κινδυνεύοντας να τα σπάσει.
Ο Άγιος Αβίβος, αφού κρεμάστηκε και γδάρθηκε, ρωτήθηκε αν θα αρνηθεί τον Χριστό.
Μάλιστα, η φωτιά δεν ήταν δυνατή, με σκοπό να μην πεθάνει αμέσως, αλλά να υποφέρει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, βιώνοντας αργό και βασανιστικό θάνατο.
Και οι τρεις Άγιοι, παρά τα φρικτά βασανιστήρια, παρέμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους, αρνούμενοι να προσκυνήσουν τα είδωλα και ομολογώντας τον Χριστό μέχρι την τελευταία τους πνοή.
Η θαυματουργική διάσωση της κόρης
Το θαύμα αυτό αφορά μια νεαρή και όμορφη γυναίκα από την Έδεσσα, η οποία παντρεύτηκε έναν στρατιώτη.
Ο Γότθος ήταν ένας στρατιώτης που στέλνεται στην Έδεσσα για να πολεμήσει τους βαρβάρους Ούνους που έκαναν επιδρομές. Είναι πονηρός και απατεώνας, και προσποιείται ότι είναι πλούσιος και ανύπαντρος για να παντρευτεί την κόρη της Σοφίας, μιας χήρας.
Ο γάμος έγινε με την ευλογία της Σοφίας, αφού ο Γότθος ορκίστηκε ενώπιον των λειψάνων των Αγίων ότι θα αγαπά, θα σέβεται και θα φέρεται καλά στη σύζυγό του.
Ωστόσο, ο Γότθος αθέτησε τον όρκο του. Όταν έφτασαν στην πατρίδα του, αποδείχτηκε ότι είχε ήδη γυναίκα και παιδιά, και ανάγκασε τη νεαρή κοπέλα να γίνει σκλάβα του. Η Σοφία προσευχήθηκε στους Αγίους για βοήθεια, θυμίζοντάς τους τον όρκο που έδωσε ο Γότθος.
Η σύζυγος του Γότθου φθονώντας την ομορφιά της νεαρής γυναίκας και την κακομεταχειριζόταν. Όταν η νεαρή γυναίκα γέννησε ένα αγόρι, η σύζυγος του Γότθου το δηλητηρίασε από ζήλια. Η νεαρή γυναίκα, μην μπορώντας να αποδείξει την ενοχή της συζύγου, προσευχήθηκε ξανά στους Αγίους.
Η σύζυγος του Γότθου, βασανιζόμενη από τύψεις, πήγε να προσευχηθεί στους Αγίους. Εκεί, η νεαρή γυναίκα συζήτησε με τη σύζυγο, η οποία άθελά της αποκάλυψε την ενοχή της. Στη συνέχεια, η νεαρή γυναίκα της έδωσε να πιει νερό στο οποίο είχε πλύνει το μαλλί του δηλητηριασμένου παιδιού, για να αποδείξει τι συνέβει. Η σύζυγος πέθανε αμέσως, και οι συγγενείς της, υποψιαζόμενοι τη νεαρή γυναίκα, την έκλεισαν ζωντανή στον τάφο της νεκρής.
Εγκλωβισμένη στον τάφο, η νεαρή γυναίκα προσευχήθηκε ξανά στους Αγίους. Ξαφνικά, εμφανίστηκαν τρεις άνδρες που ακτινοβολούσαν φως και της είπαν να μην φοβάται, γιατί δεν θα αθετούσαν την εγγύηση που είχαν δώσει στη μητέρα της. Στη συνέχεια, η νεαρή γυναίκα βρέθηκε θαυματουργικά πίσω στην Έδεσσα, στον ναό των Αγίων.
Όταν ο Γότθος επέστρεψε στην Έδεσσα, η Σοφία τον κατηγόρησε για την κακομεταχείριση της κόρης της. Η νεαρή γυναίκα παρουσιάστηκε στον Στρατηγό και περιέγραψε τα όσα είχε υποστεί. Ο Στρατηλάτης διέταξε να αποκεφαλιστεί ο Γότθος και το σώμα του να ριχτεί στην πυρά. Μετά από παράκληση του Επισκόπου να μην τον θανατώσει, ο Στρατηγός δέχεται να μην κάψει το σώμα του Γότθου, αλλά επιμένει στην εκτέλεση με αποκεφαλισμό.
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος. Γιορτή
Οι Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος γιορτάζουν στις 15 Νοεμβρίου, ημέρα του μαρτυρίου τους.
Απολυτίκο των Αγίων Γουρία, Άβιβου και Σαμωνά
ήχος δ. ταχύ προκατάλαβε
Tριάδος ἰσάριθμοι τῆς Ὑπερθέου σαφῶς, Γουρίας καὶ Ἄβιβος καὶ Σαμωνᾶς ὁ κλεινός, ἔνθεοι ὑπάρχοντες ταύτην τοῖς ἀσεβέσιν ὡμολόγησαν ἅμα ἄθλων τὴν τρικυμίαν ἀβλαβῶς διελθόντες· καὶ νῦν ἡμᾶς κυβερνῶσιν ὅρμον πρὸς ἄκλυστον.
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος. Κοντάκιο
ήχος β. Τα άνω ζητών
Εξ ύψους σοφοί, την χάριν κομισάμενοι, των εν πειρασμοίς, προΐστασθε πανεύφημοι· διό κόρην Άγιοι, εκ θανάτου πικρού ερῥύσασθε· υμείς γάρ όντως υπάρχετε, Εδέσσης η δόξα, και του κόσμου χαρά.
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος. Οίκος
Της του εχθρού δουλείας με ῥύσαι, Ιησού ζωοδότα, ταις των σών αθλητών εντεύξεσι δυσωπούμενος, όπως αδούλωτον κεκτημένος, των παθών την ψυχήν και το σώμα, ανευφημώ την αυτών οξυτάτην βοήθειαν· προφθάσαντες γάρ, του θανάτου ερρύσαντο κράζουσαν την κόρην, ην περ παρέθετο εκβοώσα η μήτηρ τοις μάρτυσιν· Υμείς όντως υπάρχετε, Εδέσσης η δόξα, και του κόσμου χαρά.
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος. Κάθισμα
ήχος α. Τον τάφον σου Σωτήρ
Τριάδος της σεπτής, καταγγέλλοντες πίστιν, πολύθεον Σοφοί, των ειδώλων απάτην, ανδρείως καθείλετε, ως της πίστεως πρόμαχοι, κόρην ζώσαν δέ, κατακλεισθείσαν εν τάφω, διεσώσατε, θανατηφόρου κινδύνου, υμάς μακαρίζουσαν.
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος. Στίχοι
Ξίφος τελειοί Σαμωνάν και Γουρίαν,
Και φλόξ Άβιβον, οίς χαρά φλόξ και ξίφος.
Πύρ πέμπτη δεκάτη, Άβιβον πέφνε, χαλκός ετάρους.