Ο Άγιος Μαρτίνος, με μια Ματιά
Ο Άγιος Μαρτίνος, ήταν ένας άνθρωπος του οποίου η ζωή μεταμορφώθηκε από την πίστη του στον Χριστιανισμό. Από τα μικράτα του, στην στρατιωτική του θητεία, στην χειροτονία του ως επισκόπου της Τουρ, ο Άγιος Μαρτίνος παρέμεινε αφοσιωμένος στο να ζει μια ζωή έχοντας ως οδηγό το Ευαγγέλιο και είχε πάντα σκοπό του να διαδίδει τις διδασκαλίες του Χριστιανισμού.
Ο Άγιος Μαρτίνος για παιδιά
Κατηχητικό Σχολείο
Ιερού Καθεδρικού Ναού Αγίου Στεφάνου Παρισίων
Ιερά Μητρόπολις Γαλλίας
https://www.youtube.com/watch?v=3-XQgddWJiE
Ο Άγιος Μαρτίνος γεννήθηκε το 316 μ.Χ. στη Σαβορία της Πανονίας, στη σημερινή Ουγγαρία. Οι γονείς του ήταν ειδωλολάτρες και ο πατέρας του κατείχε υψηλή θέση στον Ρωμαϊκό στρατό.
Από νεαρή ηλικία όμως, ο Άγιος Μαρτίνος έμαθε για τον Χριστιανισμό και άρχισε την κατήχηση.
Όταν έγινε 15 ετών, κατατάχθηκε και εκείνος στο στρατό και υπηρέτησε στο Ιππικό και συγκεκριμένα στη Γαλατία, στη σημερινή Γαλλία.
Μία μέρα περνούσε με το στράτευμά του από την πόλη Αμιένη. Ήταν χειμώνας και έκανε πολύ κρύο. Μπροστά στη πύλη ο Άγιος συνάντησε έναν ζητιάνο. Ο άνθρωπος αυτός του ζήτησε ελεημοσύνη. «Σε παρακαλώ, δώσε κάτι σε μένα το φτωχό». Ο Μαρτίνος μόλις τον είδε, τον λυπήθηκε. Δεν είχε όμως λεφτά πάνω του, αλλά μόνο τη στολή και τα όπλα του. Χωρίς δεύτερη σκέψη, πήρε λοιπόν το σπαθί του, έκοψε τη χλαμύδα, δηλαδή τον μανδύα του, στη μέση και έδωσε το μισό στον Ζητιάνο.
Την επόμενη νύχτα, ενώ ο Άγιος κοιμόταν, εμφανίστηκε στον ύπνο του ο Κύριος Ιησούς Χριστός, φορώντας τον μανδύα του και του είπε, “Μαρτίνε, αν και είσαι ακόμα κατηχούμενος, με ζέστανες δίνοντάς μου τον μανδύα σου”.
Από εκείνη τη στιγμή, ο Μαρτίνος αποφάσισε να αλλάξει τρόπο ζωής. Βαπτίστηκε και παραιτήθηκε από το στρατό.
Αφού πήγε στο Πουατιέ και επισκέφθηκε τον επίσκοπο της πόλης, τον Άγιο Ιλάριο, αποφάσισε να επιστρέψει στη πατρίδα του. Εκεί δίδαξε τη χριστιανική πίστη στη μητέρα του και έδωσε μάχη εναντίον των αιρετικών. Μετά από ένα μεγάλο ταξίδι στο Μιλάνο και στη Ρώμη, ο Μαρτίνος επέστρεψε στο Πουατιέ. Εκεί ο Άγιος Ιλάριος τον χειροτόνησε διάκονο και ιερέα. Ο Άγιος ίδρυσε τότε εκεί στην περιοχή το πρώτο μοναστήρι της Γαλατίας
Οι άνθρωποι της περιοχής τον αγαπούσαν πολύ και τον θαύμαζαν για τη χριστιανική του ζωή και τις αρετές του. Τότε οι κάτοικοι και ιερείς της διπλανής πόλης Τουρ, θέλησαν να τον κάνουν επίσκοπό τους. Ο Άγιος όμως ένιωθε ανάξιος για μια τέτοια τιμή και δεν ήθελε να αποδεχτεί αυτήν την εκλογή. Μία νύχτα λοιπόν, κατέβηκαν οι άνθρωποι στους δρόμους με δάδες για να τον φέρουν στη πόλη τους με το ζόρι.
Ο Άγιος τότε δεν βρήκε άλλη λύση παρά να κρυφτεί. Ενώ περπατούσε, είδε ένα κοτέτσι μπροστά του και αποφάσισε να κρυφτεί εκεί. Όμως το κοτέτσι αυτό ήταν γεμάτο χήνες. Δεν πρόλαβε ο Άγιος να κάνει λίγα βήματα και οι χήνες άρχισαν να κακαρίζουν. Έτσι, τράβηξαν την προσοχή όλων προς το μέρος εκείνο. Ο Άγιος δεν μπόρεσε λοιπόν πια να το αποφύγει και χειροτονήθηκε επίσκοπος της Τουρ το 371 μετά Χριστόν.
Παρά τις επισκοπικές του αρμοδιότητες, δεν έπαψε να ζει μοναστηριακή ζωή και ίδρυσε ένα άλλο μοναστήρι κοντά στη Τουρ. Ποίμανε τον λαό του Θεού με αγάπη και φρόντιζε για την κατήχησή του. Ταξίδευε σε όλη τη Γαλατία, βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη και τελούσε θαύματα στο όνομα του Ιησού Χριστού.
Το 397, ενώ ήταν μεγάλος στην ηλικία και άρρωστος, ταξίδεψε στο χωριό Κάνδη για να λύσει μία διαμάχη που είχε ξεσπάσει. Εκεί, ο Μαρτίνος παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο.
Το λείψανό του μεταφέρθηκε με τιμές στη Τουρ και λαϊκοί και κληρικοί από όλη τη Γαλατία ήρθαν για να πάρουν την ευλογία του Αγίου. Ο τάφος του Αγίου είναι μέχρι σήμερα ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα της Γαλλίας.