Είναι λευκή, κατάξανθη, με μελιά μάτια, ψηλόλιγνη κορμοστασιά, και όλο νάζι.
Το πρωί ξυπνάει από τα πουλιά που παίζουν στον κήπο της, τίποτε άλλο δεν μπορεί να χαλάσει το πρωινό της. Οι μοσχοβολιές από τα λουλούδια χτυπάνε κι αυτές την αυγή τα παράθυρά της. Μια καμπανούλα, γνέφει με τον αγέρα και της φωνάζει ξύπνα κρυσταλλένια, μια παπαρούνα την περιμένει για να της κοκκινίσει τα μάγουλα και τα χείλη, ξύπνα κρυσταλλένια, οι μωβ ντάλιες θέλουν να την ντύσουν παιχνιδιάρικα και να στολίσουν τα μαλλιά της και μαλώνουν με τις κίτρινες μαργαρίτες.
Σταματήστε λέει εκείνη καθώς ξυπνά δειλά δειλά, το πρωινό μου θα το πάρω στον κήπο, έρχομαι να τα πούμε από κοντά.
Φοράει μια ροζ κορδέλα στα μαλλιά της, και μια γαζία, αρωματίζεται με γαρδένιες, και μαδά τα σκουρόχρωμα μπορντό τριαντάφυλλα και μοσχοβολά ο αγέρας.
Στην κούνια έχουν πλέξει γιρλάντες και στροβιλίζονται όταν κουνιέται.
Κάνει κούνια τίποτε δεν μοιάζει αληθινό, όλα βγαλμένα από της αγάπης το παραμύθι που υφαίνουν οι γονείς για τα παιδιά τους, θέλει να μείνει στον κήπο, δεν θέλει να πάει μέσα, η μαμά της υποφέρει από μια χρόνια ασθένεια, ώρες ώρες είναι ανυπόφορη, όμως εκείνη τα έχει φτιάξει όλα αυτά για κείνη, για να τα βλέπει όλα όμορφα κι ας μην είναι. Δεν θέλει να την αγγίξει τίποτε, τις έχει φτιάξει ένα κάστρο, μόνο ο ιππότης της θα μπει μέσα και θα ξανακλείσει.
Ο κόσμος έξω πεινά, κλαίει, στεναχωριέται, ανυπομονεί, όμως η κρυσταλλένια, μένει στον κήπο, εκεί στον κήπο που παίζουν τα κωνοφόρα με τα νούφαρα, που παίζει η νύχτα με την ημέρα, θέλει να είναι πάντα μέρα, θέλει να είναι πάντα καλοκαίρι, και πραγματικά ο δικός τους κήπος μοιάζει καλοκαιρινός, ανθισμένος και λάμπει σαν να έχει μαζέψει όλες τις ηλιαχτίδες, που μαλώνουν για να πάνε όλες εκεί σαν ξημερώσει.
Εκείνη και η μαμά της αγαπούν όλον τον κόσμο, η κρυσταλλένια είναι πολύ ευγενική, η μαμά της ταλαιπωρείται από την αρρώστια, πολύ μερικές φορές και γίνεται απότομη. Πολλές φορές πολύ απότομη, ακόμη και η κρυσταλλένια που την λατρεύει δεν μπορεί να την αντέξει και κλαίει, όμως ποτέ δεν την έχει στεναχωρήσει, δεν της έχει πει μια πικρή κουβέντα γιατί είναι η μητέρα της, γιατί την αγαπά, γιατί δεν την αγαπά, δεν την αντέχει κανείς άλλος εκτός από εκείνη κι ας αγαπά όλον τον κόσμο, δεν μπορεί κανείς να το δει, μένουν όλοι στην επιφάνεια ακόμη και οι αδερφές της την έχουν ξεχάσει, ούτε που θέλουν να θυμούνται την κρυσταλλένια και την μαμά της.
Με την κρυσταλλένια έχουν παρτίδες, είναι η πιο γλυκιά και η πιο όμορφη, αλλά για την αδερφή τους είναι γεμάτες χολή, και την λένε πικρόχολη, δεν καταλαβαίνουν;;; Αφού και η μητέρα τους είχε την ίδια ασθένεια, αυτά πάνε κληρονομικά σαν τα βασίλεια.
Ο κήπος είναι ότι πιο όμορφο έχουν εκεί μες στα λουλούδια αφού όλοι αυτά κοιτάνε κι ας έχουν αγκάθια, αυτές και κυρίως η μαμά με τα δύο αγκαθάκια που έχει φαίνεται τους έχει ματώσει όλους και δεν την πλησιάζει πια κανείς, ούτε για το άρωμά της, γιατί και εκείνη αγαπά τους πάντες, και η αγάπη μυρίζει ωραία.
Κάποια φορά κοιτά κανείς πάνω από τον φράχτη, θαυμάζει και φεύγει, είναι σαν να έχει γράψει κάποιος, προσοχή σκύλος, προσοχή μοναξιά, προσοχή ασθένεια, προσοχή φτώχεια, γιατί ο πλούτος τους είναι μόνο τα λουλούδια και τα πουλιά στον κήπο, κι αν τύχει και έχουν κάτι το μοιράζουν, άραγε μόνο η αγάπη δεν φτάνει;;;
Σίγουρα όλοι θα έρθουν στην κηδεία τους, αφού θα έχουν πεθάνει βέβαια και τότε θα μαραθεί και ο κήπος και κανείς δεν θα έχει να κληρονομήσει τίποτε πια από εκείνες, γιατί όλος ο πλούτος τους ήταν ζωντανός, άρα η ζωή δεν φτάνει;;;
Ας μάθουμε να είμαστε κοντά σε αυτούς που το έχουν ανάγκη, ο κήπος τους συνήθως είναι ανθισμένος πρέπει να τον δούμε να τον μυρίσουμε να τον νοιώσουμε, ας μην μας κρατούν μακριά δύο αγκάθια που έχει το κάθε λουλούδι.
Μείνετε κοντά στην κρυσταλλένια ακούτε;;; Δείτε πόσο παγωμένη έχει μείνει μόνη στον κήπο.
Το παραμύθι αυτό μας το έστειλε η Αθηνά Γαλάνη, την οποία και ευχαριστούμε πολύ!