Λάμπει ο ήλιος στα βουνά, λάμπει και στα λαγκάδια! Στα ακρογιάλια, πίσω από ένα τούλι μελαγχολίας, ζεσταίνει και μαυρίζει γλυκά κι ακίνδυνα τα ξαπλωμένα κορμιά. Είναι να αντισταθείς; Το καλοκαίρι στα ξελουτρίσματά του και δεν κρατιέμαι, ο θαλασσινός ο τύπος! Θα εκδράμω προς συνάντησίν της. Θα γλυκοπικροφλερτάρω μαζί της εξ αποστάσεως μικράς, πίνοντας τον καφέ μου συζητώντας περί ανέμων με την κοπέλα του καφέ και τάχα ψευτοδιαβάζοντας, θα πασαλειφτώ, θα αγναντέψω τις απέναντι ακτές, νοερές και υπαρκτές, θα δώσω μέσα μου υποσχέσεις πως του χρόνου με το καλό θα γίνει τούτου, θα γίνει εκείνο ανάμεσα σε μένα και σε αυτήν, ύστερα θα δώσω μια ξαφνικά και θα πέσω στην αγκαλιά της, την πλανευτικιά. Πού ξέρω τι σκατόκαιρος θα προκύψει το επόμενο Σαββατοκύριακον!
Η φωνή μια φίλης (νοικοκυροκοπέλας) στο τηλέφωνο επιχείρησε να με θέσει προ των υποχρεώσεών μου των… ηλικιακών. Τι ξεμυαλίζεσαι πια μου λέει, μεγάλος άνθρωπος, και πιλαλάς στις παραλίες, χειμώνιασε (που να χειμωνιάσει μέσα σου κάργια, σκέφτηκα, μα δεν το ξεστόμισα). Να μαζευτείς πια, να κοιτάξεις τις υποχρεώσεις και τις δουλειές σου. Ποιες είναι εκείνες οι υποχρεώσεις και οι δουλειές που πρέπει να κοιτάξω, πλην των γνωστών, σπίτι, ρούχα, φαγητό, δεν ξέρω, αλλά τα ίδια μου λέει κάθε Αύγουστο κι η μάνα μου.
Τουλάχιστον στην παραλία, έχει να κοιτάξω κάτι καλύτερο! Σωστόν; Σωστόν και δεν θέλω κουβέντα επ’ αυτού.
Έρχεται κατόπιν άλλη φίλη, πιο καλοπερασάκιας αυτή, θαλασσόλυκος και ταμπεραμεντόζα, που χαίρεται με τα απλά, να μου υπενθυμίσει πως Όσο, λέει, ο κώλος είναι πιο άσπρος από το υπόλοιπο κορμί, έχουμε ακόμα καλοκαίρι. Μέσα μας, συμπληρώνω του λόγου μου. Εξ εμπειρίας παρελθόντων ετών. Το σκέφτηκα, το ζύγισα, πίνοντας τον πρωινό καφέ, έπαιξε τον ρόλο του και κείνο το “μεγάλος άνθρωπος” που είπε η πρώτη φίλη, κατέληξα χωρίς ενδοιασμούς στο να ακούσω την δεύτερη. Την ταμπεραμεντόζα.
Α και μια συμβουλή να δώσω, ως “μεγάλος άνθρωπος” που είπε κι η άλλη. Ξεμυαλιστείτε ασυστόλως. Όποιος δεν ξεμυαλίστηκε, έχασε τα καλύτερα. Δεν λέω να μου ξεμπουρλευτείτε εντελώς, να πάρετε τα όρη και τα βουνά. Ένα απλό, διακριτικό ξεμυαλισματάκι, ανεξαρτήτως ηλικίας, το κρίνω απολύτως εποικοδομητικόν. Έρχεται χειμώνας. Μαζέψτε υλικό, να έχει το μυαλό να ταξιδεύει τις κρύες νύχτες που η τηλεόραση θα παίζει μαλακίες και θα μου κουκουλώνεστε νωρίς κάτω από το πάπλωμα, γιατί το μαγκάλι δεν θα καίει πια.
Χαιρετίζω.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.