Βροχερό Σαββατοκύριακο
Καραβάκι έτοιμο να ξανοιχτεί στα βαθιά, το παιχνίδι μου. Ξύλο πεύκου που μοσχομύριζε ρετσίνι. Στο νου το ταξίδι, πάντα το ταξίδι. Σχεδίαζα να του κοτσάρω λευκό πανί, κομμάτι παλιάς μαξιλαροθήκης, δεμένο με ψαροκλωστή στο μεσαίο κατάρτι από καλάμι λεπτό, μα όλο ανέβαλα το Όρτσα τα πανιά. Μαζί & τον απόπλου.
Βροχερό Σαββατοκύριακο. Από τη μπαλκονόπορτα βλέπω ανεμοτουρλισμένα τα λελουδικά, φύλλα παντού, εικόνα απολύτως φθινοπωρινή. Αλλά πού θα πάει; Θα ξανάρθει!
Μικρός εκεί στην εξωτική Αγουλινίτσα τέτοιες μέρες βροχερές σκάρωνα χάρτινες βαρκούλες από εφημερίδα, ή σελίδες τετραδίου ορθογραφίας με πολλές κοκκινίλες που ήθελα να εξαφανιστεί. Πότε με τον Θωμά και πότε με τον Γιάννη. Τις ξαμολούσαμε στο αυλάκι των ομβρίων, τρέχαμε στο κατόπι τους, πλάτσα-πλούτσα στα νερά, τις παρακολουθούσαμε εναγωνίως ώσπου χάνονταν καταποντισμένες σε ένα γεφύρι του κεντρικού δρόμου. Τότε απογοητευμένοι σκορπίζαμε την παρέα, ήταν ώρα φαγητού, φώναζε κι η μάνα απ’ το παράθυρο, των άλλων δυνατότερα είναι η αλήθεια. Γύρναγα σπίτι, μούσκεμα… Δεν μου έφτανε η απογοήτευση, έτρεμα, έβηχα, έτρωγα κι ένα μπερντάχι. Ως εδώ οι αναπολήσεις, δεν ωφελούν.
Πίνω μια γερή ρουφηξιά καφέ, από κείνες τις θορυβώδεις που μονάχα σαν είμαι μόνος ευχαριστιέμαι, παραμερίζω αυτά τα “Πήρα απ’ τη νιότη χρώματα κι απ’ την αγάπη νήμα, έπλεξα ένα όνειρο όμορφο μα τι κρίμα…”, έχω δουλίτσες για σήμερα. Αλλαγή σεζόν. Τα Σάββατα στην παραλία αργούν.
Τα νέα από ραδιοφώνου με συντροφεύουν, αλλά είναι εντελώς αποκαρδιωτικά. Κι εμείς που δεν ποστάρουμε εδώ κρίσεις αποφθεγματικές ανά δεκάλεπτο, τα παρακολουθούμε, μην μας κουνάτε το δάχτυλο έτσι εύκολα εσείς που δεν κρατιέστε πια. Κουνήστε κάτι άλλο. Έχουμε κι εμείς άποψη, αλλά επειδή δεν είμεθα ειδικοί κι ούτε γνωρίζουμε πολλά, φρενάρουμε μια στάλα. Και ακούμε. Τέλος πάντων, μικρά είστε, έχετε εκείνον τον ακράτητο.
Τεράστια καταστροφή, η πατρίδα μας έρμαιο των αετονύχηδων και των λαθών μας. Των δικών μας λαθών. Τους αλληλέγγυους δεν είδα να τσαλαβουτάνε σαν πέρυσι, αλλά ξέχασα. Εδώ επλήγησαν Έλληνες.
Και την εκλογή αρχηγού στην υπό διαμόρφωσιν παράταξη παρακολουθούμε. Θα μπορούσε να είναι μήνυμα ελπιδοφόρο, πλην το διαφαινόμενο αποτέλεσμα φρενάρει την όποια αισιοδοξία. Το 1961 ο ίδιος χώρος εξέλεξε αρχηγό τον Παπανδρέου παππού (τον επιλεγόμενον και Παπατζή), πάλι με συνένωση κομματικών σχηματισμών. Και πολλούς συμβιβασμούς. Εκείνος τουλάχιστον τα έλεγε ωραία. Αλλά η συνέχεια έδειξε πως μόνον αυτό έκανε καλά. Και με την Κική και με την Κοκό. Άλλως πώς Και με τον Αστυφύλαξ Και με τον Χωροφύλαξ, κυρίως όμως με την Κική και την Κοκό σε τριο. Συχνά τα προσωνύμια πολιτικών του παρελθόντος λένε όσα δυο-τρία βιβλία ιστορίας μαζί.
Για τα παιδιά του “Ρουβίκωνα” όχι, τι να πω… Αν αυτό επί παραδείγματι συνέβαινε στις ΗΠΑ, στην Τουρκία, στο Ισραήλ, θα τους έβγαζαν από το στρατιωτικό επιτελείο με άλλον τρόπο. Και δεν εννοώ με την κλούβα. Εδώ με ένα τσίμπημα στο μάγουλο, του στυλ άντεστε αποκεί παλιόπαιδα. Κάτι ενδιάμεσο συνηθίζεται στις Δημοκρατίες, αλλά εδώ είναι τα βλαστάρια τους, ούτε μια κλωτσιά στον κώλο. Μετά την παρακμή πώς λέγεται;
Σας φιλώ και σηκώνομαι από τον θρόνο του πρωινού καφέ τραγουδώντας “Ότι αρχίζει ωραίο τελειώνει με πόνο, όσοι ψηφίσαν Αλέξη το ξέρουνε μόνο”, πρέπει να βάλω τάξη, να περάσει ένα νωπό ξεσκονόπανο, να κατεβάσω παπλώματα και ριχτάρια. Να πεταχτώ και για έναν καφέ, θέλω μια τζαμαρία σε δρόμο με κίνηση.
Θα έκλεινα με κάτι περί τάξεως και ηθικής, πλην φευ!
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.