Τρύγος, αναμνήσεις και πολιτικός στίβος
Θέρος, τρύγος, πόλεμος! Και αυτό το νυχτολούλουδο όλη νύχτα μέθυσε τη γειτονιά…
Κάρα ζεγμένα στο άλογο φορτωμένα σταφύλια, τρίκυκλα με καρότσες επίσης, πατητήρια, τρυγοκάλαθα δεμένα στο σαμάρι του γαϊδουριού, η σπιρτάδα του μούστου να ηλεκτρίζει την ατμόσφαιρα, βαρέλια φρεσκοπλυμένα και τσιπουριές. Ξέρετε, το μηχάνημα-σύστημα που έστιβε το πατημένο σταφύλι, να το αποστάξει, να πάρει όλο τον μούστο. Κατόπιν στοίβες στην αυλή τα απομεινάρια, τα σγάρλιζαν οι κότες ανέμελες. Και οι σφήκες σμήνη. Εικόνες που κυριαρχούσαν στην εξωτική Αγουλινίτσα. Μέχρι που εκεί κατά τον Νοέμβρη έπαυε να βράζει το κρασί, σφραγίζαμε τα βαρέλια, το σπίτι μύριζε ρετσίνι επειδή το πάτωμα ήταν ξύλινο, με… τρυπούλες που έκρυβαν επιμελώς τα υφαντά. Άλλο που θυμάμαι είναι ότι τον υπόλοιπο καιρό, σαν έμενα μόνος στο σπίτι, πουλούσα κρασί και… ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Το εορτολόγιο σήμερα λέει “Σοφίας και των θυγατέρων αυτής Πίστεως, Αγάπης και Ελπίδος”. Γιορτάζει μεταξύ των άλλων κι η μάνα μου, Σοφία, αλλά πάντα η γιορτή της περνούσε απαρατήρητη γιατί πάντα έδινε προτεραιότητα σε μας. Όπως κάνει ακόμα, στα 90 της, όσο θυμάται. Και επειδή ήταν παπαδιά, μόνο τη μάνα της άκουσα όλα αυτά τα χρόνια να την φωνάζει με το όνομά της.
Τέλος με τα συγκινησιακά, έχουμε πανηγύρια. Χαμός γίνεται στον… πολιτικό στίβο! Ανοίξτε, βρε κουτά, να βλέπετε ειδήσεις, έχουν πολύ πλάκα. Αν εξαιρέσουμε το κόστος, που δεν είναι μόνο οικονομικό. Διαπιστώνεις την έκπτωση των πάντων. Τον απόλυτο εξευτελισμό. Το μόνο που δεν με πληγώνει (ελπίζω κι εσάς) είναι ο εξευτελισμός της εντίμου αριστεράς. Μην μου πικραίνεστε όσοι μεγαλώσατε με λάθος παραμύθι. Αυτό ήταν το τέλος, ζήσαμε εμείς κακά κι αυτοί καλύτερα.
Διαπιστώνεις επίσης πόσο εύκολα ξεφτιλίζονται οι άνθρωποι εν γνώσει τους, πόσο εύκολα ξεστομίζουν ψέματα, πόσο γελοία προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα και πως ο μαλάκας ο άνθρωπος όσα ιδιαίτερα μαθήματα και αν του κάνει το κόμμα, δεν μπορεί να κρατηθεί. Θα την ξεφουρνίσει την μαλακία. Όπως επίσης φαίνεται από μίλια μακριά και ο παλιόβλαχος, ο τελευταίος του χωριού που από μια συγκυρία σκαρφάλωσε στην εξέδρα των επισήμων, ο τενεκές ο ξεγάνωτος που νομίζει ότι μας παραμυθιάζει και ότι εμείς μασάμε. Για την παλιόβλαχα δεν κάνω θέμα, είναι κεφάλαιο ξεχωριστό, ανεξάντλητο.
Παρακολουθώντας ειδήσεις, πολιτικές εκπομπές, αλλά και τις δικτυακές παρεμβάσεις, το πόσο το γλέντησα, τι να σας λέω. Όσοι παρακολουθείτε, αντιλαμβάνεστε τι εννοώ. Έχω κάτι ρολάκια δευτερότριτα να στήσω σε ένα γραπτό, πολύ βοηθήθηκα, τους μερσί.
Σαββατοκύριακο, σου λέει, εντελώς καλοκαίρι. Ρίξτε καμμιά μούντζα σε δαύτους και μετά τσαλαβουτήξτε. Κοπανηθείτε με τα κύματα να αποκτήσετε άμυνες για τα κρυώματα, να σφίξουν οι γλουτιαίοι, να συντηρηθεί το μαύρισμα που δείχνει τα κορμιά πιο σέξυ, να πάρει το μυαλουδάκι αέρα κοπανιστό, να μην σκοτίζεται με τα ανάξια, με τα ασήμαντα και με τα καταθλιπτικά. Μην μας βρει ο χειμώνας απροετοίμαστους. Ε, να ετοιμάζομαι κι ελόγου μου, σήμερα θα μείνω μέχρι αργά. Κάθε μπάνιο φθινοπωρινό το απολαμβάνω αχόρταγα, σαν να είναι το τελευταίο της χρονιάς.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.