Το ταξίδι στέφθηκε από επιτυχία
Ήρθαν οι προμήθειες, μαζί και του λόγου μου πίσω στην Αθήνα. Ο καιρός ευνοϊκός, είχε επιτραπεί ο απόπλους, έρημοι δρόμοι.
Όλο το μεσημέρι ξεφόρτωνα και ταχτοποιούσα. Και τι δεν κουβάλησα! Λάδι, από το φρέσκο. Κεφτεδάκια της μάνας μου (πατημένα στο δυόσμο & το σκόρδο, να δω πώς θα πάω αύριο στη δουλειά…). Παϊδάκια αρνιού, εκείνα που δεν προλάβαμε να ψήσουμε στο τζάκι. Μια κότα στρουμπουλή, για την σούπα των Χριστουγέννων. Πορτοκάλια, μανταρίνια, λεμόνια. Φασολάκια φρέσκα (καλλιέργεια του Τάκη). Χόρτα ένα σακί, τζοχούς & ραδίκια του βουνού ανάμεικτα, σε λίγο θα τα πλύνω και θα τα βράσω, να… αποθηκευτούν. Ντομάτες. Ψωμί φρέσκο του ταψιού, ωραιότατο. Ρόδια. Αυγά όχι, δεν μου έδωσε κανείς. Τραχανά και χυλοπίτες όμως έφερα. Έναν ιβίσκο πανέμορφο διπλό λουλούδι, αλλά και διπλό φυτό, η μια ρίζα κάνει άνθος εκρού κι η άλλη πορτοκαλί. Έφερα επίσης μια ανθοδέσμη τριαντάφυλλα (κάθε φορά φέρνω ανθοδέσμη, από την γειτονιά κομμένα), που αυτήν την φορά θα φυτέψω τα βλαστάρια με ορμόνη ριζοβολίας.
Ο ΕΝΦΙΑ, εντάξει, ταχτοποιήθηκε, ήρθε και μια μικρή βοήθεια για την επόμενη δόση, επειδή θα συμπέσει με τα τέλη κυκλοφορίας και όσο να ‘ναι μια αποδιοργάνωση τούτη η σύμπτωση θα την φέρει.
Την Τετάρτη, με καιρό νεφελώδη και υγρό επισκέφτηκα ένα μοναστήρι μικρό και ξεχασμένο, πλην σημαντικό. Κατσικόδρομος 50 χλμ. μέσω βουνοπλαγιών, ρεμάτων, τοπίο που πότε γινόταν άγριο και πότε γλύκαινε, χωριουδάκια στο πουθενά, γεροντάκια με τραγιάσκα, γυναίκες τσεμπεροφορεμένες που σαλαγούσαν τη γίδα κι έβαζαν το χέρι αντήλιο να επεξεργαστεί το μάτι τους τον περαστικό. Το αποτέλεσμα, ο προορισμός, μας αποζημίωσε για την όποια ταλαιπωρία.
Τέτοια απλά είχε το πρόγραμμα. Για το φαγητό δεν θα πω, θέλει ξεχωριστό κεφάλαιο. Επιστρέφοντας, όταν δεν τραγουδοκοπούσα στη διαπασών, άκουγα ειδήσεις στο ραδιόφωνο και σκεφτόμουν ότι όπως ο Σαμαράς με τον Βουβουζέλα ταξιδεύουν στην Εσπερία κι ελπίζουμε στην επιστροφή κάτι να φέρουν στο σακούλι, στην περίπτωσή μου ο ίδιος σκοπός ευοδώθηκε. Το ταξίδι στέφθηκε από επιτυχία, ελπίζω και το δικό τους.
Περπάτησα και στο κύμα, κλάδεψα, έκοψα ξύλα, έκανα δουλειές, μέχρι ένα επιπλάκι συναρμολόγησα (δηλαδή παρακολουθούσα τη συναρμολόγηση και κράταγα τις βίδες), ξέρετε αυτά τα ετοιματζίδικα που το είχα 10 χρόνια στο κουτί. Τα βράδια στο τζάκι, δεν έχω πιο. Την δε Πέμπτη έβρεχε ολημερίς, δεν σάλεψα ρούπι, παρά μόνο για να φέρνω ξύλα. Τελικά ναι, τα καλύτερο χόρτο είναι το ανάμεικτο τζοχοί και ραδίκια. Μακράν. Επίσης, όταν δεν υπάρχει μία στην τσέπη, κάνεις τα ασήμαντα σημαντικά και τα μικρά κάνεις μεγάλα. Γι’ αυτό είπαμε τόσον λεπτομερώς πια τα παραπάνω. Για λόγους διδακτικούς.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.