Μια παλιά ιστορία που μου τη θύμισε η ανάρτηση της Πόλυς Χατζημανωλάκη σχετικά με Σοφία Λόρεν, τον ΄Αλαν Λαντ και την ταινία ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΛΦΙΝΙ:.
Το γύρισμα της ταινίας έγινε από κλιμάκιο της 20th Century Fox Film Corporation, που τότε τη διοικούσε ο Ελληνοαμερικανός Σπύρος Σκούρας. Η ταινία γυρίστηκε στην Ελλάδα το 1956 – στην ΄Υδρα από τα τέλη Σεπτεμβρίου ως τις αρχές Νοεμβρίου κι έπειτα στα Μετέωρα ως τις αρχές Δεκεμβρίου. ΄Ημουν τότε 19 ετών, αναζητούσα προσωρινή εργασία, και λόγω γνώσης ξένων γλωσσών με προσέλαβαν να βοηθήσω στις επικοινωνίες με τους ντόπιους αλλά και στο λογιστήριο. Εκεί έτυχα ειδικής προσοχής και προστασίας, ως θηλυκός Βενιαμίν του προσωπικού, από τον ηλικιωμένο προϊστάμενό μου, τον ευγενέστατο Giorgio Migliarini, που είχε διαβεβαιώσει τον πατέρα μου ότι θα με προσέχει!
Στην ΄Υδρα, που τότε ήταν ένα νησάκι ήσυχο και άγνωστο στο διεθνές κοινό, ένα πολυπληθές συνεργείο από Ιταλούς ειδικούς της Τσινετσιτά και ΄Ελληνες τεχνικούς – βοηθούς σκηνοθέτες, σκηνογράφους, οπερατέρ, ηλεκτρολόγους, ηχολήπτες, μακιγιέρ, φροντιστές και απλούς εργάτες – δούλευε νυχθημερόν για να τελειώσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα όλα τα εξωτερικά γυρίσματα πριν χαλάσει ο καιρός κι αρχίσουν τα κρύα, αφού, κατά το σενάριο, όλα συνέβαιναν κάποιο καλοκαίρι. Ευτυχώς όλο τον Οκτώβρη είχαμε ήλιο και μια θάλασσα καθρέφτη!
Τα γραφεία της διοίκησης και το λογιστήριο είχαν εγκατασταθεί στο πλοίο «Ερμής» του Ποταμιάνου, που ήταν αγκυροβολημένο στο κόλπο «Μανδράκι». ΄Ολο το προσωπικό – υπάλληλοι, τεχνικοί, καλλιτέχνες – μέναμε στο πλοίο. Στον «Ερμή» έμεναν επίσης, στις υπερπολυτελείς καμπίνες, οι δύο από τους τέσσερις πρωταγωνιστές: Ο διάσημος Κλίφτον Γουέμπ, που έπαιζε τον ξένο αρχαιοκάπηλο, συνοδευόμενος από τη γηραιά μητέρα του, καθώς και ο ισπανός Χόρχε Μιστράλ, που υπεδύετο κι αυτός τον ντόπιο αρχαιοκάπηλο. Οι υπόλοιποι δύο πρωταγωνιστές, ο ΄Αλαν Λαντ και η Σοφία Λόρεν, έμεναν ο μεν πρώτος στο κότερο «Δάφνη», η δε Σοφία σε ένα αρχοντικό του νησιού, όπου την επισκεπτόταν τακτικά ο σύζυγός της, διάσημος παραγωγός ταινιών Κάρλο Πόντι. Η σωσίας της, Σίλα Γκαμπέλ, έμενε στον «Ερμή». Σε αρχοντικά του νησιού έμεναν επίσης ο σκηνοθέτης της ταινίας Γιαν Νεγκουλέσκο με τη γυναίκα του και ο σεναριογράφος ΄Αιβαν Μόφατ.
Θα εκπλαγούν, υποθέτω, οι νεότεροι όταν διαβάσουν πόσοι από τους μετέπειτα διάσημους στον καλλιτεχνικό κόσμο εργάστηκαν τότε στο συνεργείο της Fox, σ’ εκείνα τα δύσκολα ακόμη μεταπολεμικά χρόνια, σε δουλειές βοηθητικές. Ο λόγος βέβαια, πέρα από την απόκτηση εμπειρίας, ήταν οι αδρότατες αμοιβές, ασύλληπτες τότε για τα ελληνικά δεδομένα.
΄Ηταν λοιπόν οι εξής – και φοβάμαι ότι ξεχνώ πολλούς:
– Ο Κώστας Ταχτσής είχε προσληφθεί ως βοηθός του σεναριογράφου ΄Αιβαν Μόφατ (όπως είναι γνωστό, είχε περάσει αρκετά χρόνια ως μετανάστης στην Αυστραλία και τα αγγλικά του ήταν θαυμάσια).
– Ο Θανάσης Βέγγος εργαζόταν ως τεχνικός στο συνεργείο.
– Ο Βασίλης Μάρος ήταν επικεφαλής της λεγόμενης «2nd Unit» ως οπερατέρ.
– Ο σκηνοθέτης Βασίλης Γεωργιάδης ήταν βοηθός του Νεγκουλέσκο και αργότερα βοήθησε και στο λογιστήριο.
– Ο ηθοποιός Δημήτρης Μαλαβέτας ήταν βοηθός του φροντιστή (παιδικός μου φίλος από την πολυάριθμη καλοκαιρινή παρέα της εποχής εκείνης Γλυφάδας-Βούλας. ΄Οπως είναι γνωστό, αυτοκτόνησε πολύ αργότερα, σε ηλικία 50 περίπου ετών).
Δεσπόζουσα μορφή ήταν ο Αλέξης Μινωτής (έμενε στο νησί) που υπεδύετο τον αστυνομικό. Συχνά ερχόταν να του κρατήσει συντροφιά και η Κατίνα Παξινού, υποψιάζομαι όμως ότι ο κύριος λόγος ήταν το παθιασμένο… τάβλι που έπαιζαν σ’ ένα από τα καφενεδάκια της παραλίας!
Μερικές σκηνές γυρίστηκαν πάνω στον «Ερμή». Οι περισσότερες στο νησί. ΄Ολες τις δύσκολες σκηνές, όπου χρειάζονταν βουτιές, κολύμπι κάτω από το νερό κλπ., τις αναλάμβαναν οι … σωσίες (είχε και ο ΄Αλαν Λαντ το σωσία του).
Η σκηνή που μένει ζωηρότερα στη μνήμη μου είναι κείνη, προς το τέλος, όπου γινόταν ένα γλέντι στο νησί. Ένα τσούρμο παιδιά, αλλά και όλοι οι κάτοικοι και οι – λίγοι τότε – παραθεριστές, είχαν μαζευτεί στο χώρο όπου υποτίθεται ότι γινόταν το γλέντι, πράγμα που διευκόλυνε την εύρεση των πολλών κομπάρσων που χρειάζονταν. Στο γλέντι χορεύονταν ελληνικοί χοροί από ομάδα της Δώρας Στράτου και ύστερα η Σοφία τραγουδούσε το περίφημο «Τι ’ναι αυτό που το λένε αγάπη» του Τάκη Μωράκη.
Οι λόγοι που θυμάμαι περισσότερο αυτή τη σκηνή είναι δύο: Πρώτα πρώτα ο ΄Αλαν Λαντ ήταν, ως συνήθως, λίγο μεθυσμένος και κουράστηκε πολύ ο Νεγκουλέσκο για να τον κάνει να θυμηθεί τα λόγια του. Δεύτερον, σε μια στιγμή που έπρεπε να σταθεί δίπλα στη Σοφία, ήταν τόσο κοντύτερος από κείνη, που σκάφτηκε ένα λακουβάκι για να πατήσει η Λόρεν και η κάμερα τους πήρε από τη μέση κι επάνω! Απίστευτο ακούγεται, αλλά ο γοητευτικός Λαντ, που έδειχνε κάπως σωματώδης στις ταινίες, κυρίως τις «καουμπόικες», ήταν πολύ λεπτός και μετριότατου αναστήματος!
Πριν από μερικά χρόνια, διαβάζοντας το βιβλίο της Ευγενίας Φακίνου «΄Ερως, θέρος, θάνατος» (Καστανιώτης), αλλά και από συζήτηση που είχα με την Ευγενία, ανακάλυψα και κάτι ακόμα που αφορά τη σκηνή αυτή: Μέσα στο παιδομάνι εκείνο, ήταν και η Ευγενία, κοριτσάκι τότε, που παραθέριζε στην ΄Υδρα! Περιγράφει μάλιστα τη σκηνή στο βιβλίο της, όπως άλλωστε αναφέρω κι εγώ μερικά σχετικά με το γύρισμα, στο βιβλίο μου που προανέφερα..
΄Όταν τα γυρίσματα στην ΄Υδρα ολοκληρώθηκαν, το κλιμάκιο μεταφέρθηκε στην Αθήνα, ενώ ένα τμήμα πήγε στα Μετέωρα για σκηνές που έπρεπε να γυριστούν στα μοναστήρια. Στην Αθήνα, το κλιμάκιο είχε εγκατασταθεί στο Ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» στο Σύνταγμα, όπου ήταν και τα προσωρινά γραφεία.
Το τελευταίο που θα ήθελα να σημειώσω έχει σχέση με το κόστος της ταινίας. Θυμάμαι καλά ότι ο προϋπολογισμός της ήταν, σε δραχμές, 120.000.000, ποσό αστρονομικό τότε για την ελληνική πραγματικότητα. Να φανταστείς ότι τη δεκαετία του 1950 οι προϋπολογισμοί για τις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες σπάνια ξεπερνούσαν τις 500.000 δραχμές – ποσό με το οποίο τότε μπορούσε ν’ αγοράσει κανείς ένα καλό διαμέρισμα στην Αθήνα!. Η πρώτη ακριβότερη ελληνική ταινία ήταν η έγχρωμη «Διακοπές στην Κέρκυρα» με τη Ρένα Βλαχοπούλου, που είχε στοιχίσει γύρω στο 1.000.000 δρχ. Με άλλα λόγια, στην Ελλάδα με το ποσό που διέθεσε η Fox για «Το παιδί και το δελφίνι», θα γυρίζονταν στην Ελλάδα 120 «ακριβές» ταινίες! Και να σκεφτεί κανείς ότι τότε τα όσα ξοδεύονταν για μια ταινία του Χόλιγουντ, επέστρεφαν στους χρηματοδότες, από τις εισπράξεις, στο τριπλάσιο μέσα σε δύο χρόνια! Η ταινία βέβαια είχε και αρκετά οφέλη και για τον τόπο μας, ιδιαίτερα για τον τουρισμό της ΄Υδρας, που έκτοτε έγινε πασίγνωστη.
της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
Η Λότη Πέτροβις-Ανδρουτσοπούλου είναι συγγραφέας. Δείτε την επίσημη ιστοσελίδα της, κάνοντας κλικ εδώ!
Δείτε τα βιβλία της συγγραφέως που έχουμε παρουσιάσει στη Ματιά, κάνοντας κλικ εδώ!