Ναι, το γιόρτασε η Μπριζόλα χθες, είχε την τιμητική της, αν και όχι μόνη της. Είχε και συνοδεία. Αυτές τις διεθνείς ημέρες του κωλεόπτερου, του παστουρμά, της δεύτερης ξαδέρφης, των κλωστών κεντήματος και χθες της Μπριζόλας και της Πεολειχίας (άκουσον, άκουσον!) ποιος τις ορίζει; Ρητορικόν το ερώτημα και προχωράμε στο πρόγραμμά μας, εμείς πάντως μπριζόλες ψήσαμε. Όσες έμειναν για σήμερα είναι σαν σόλες αθλητικού, αλλά θα τις φαρμακώσουμε, μην πετάμε φαγώσιμα σαν άλλοτε.
Το καλοκαίρι βρε! Το είδατε το καλοκαίρι που ξετσουμίζει δειλά δειλά στην γωνία και μας κάνει κουπεπέ; Έλα τώρα εσύ που επιμένεις να επιστρέψουμε στο προηγούμενο θέμα για την συνοδεία της Μπριζόλας στη γιορτή, στερείται πρωτοτυπίας. Αρκέσου σε μια ανέμελη αναφορά και πολύ γενική. Σουπιά. Το καλοκαίρι λοιπόν μας γνέφει γνώριμα και γλυκά. Δεν μύρισε ακόμα καρπούζι, μην το παραχέζουμε και ξεσκίζουμε τη φύση, θα έρθει ο καιρός του. Προηγούνται άλλα ζαρζαβατικά και οπωρικά. Αγκινάρες, κουκιά, αρακάς φρέσκος, φράουλες, μελιτζάνες, κολοκύθια, φασολάκια, πιπεριές (πανάκριβες ακόμα) και κατόπιν βερίκοκο μπεμπέκου, κεράσι βοδενό και μούσμουλο… σκέτο αυτό. Ε, τότε πια θα έρθει και η ώρα για τον βασιλιά του καλοκαιριού, το Καρπούζι!Αλλά αρκετά με την φυτολογία.
Περνάμε στα φλέγοντα. Μαγιώ φέτος από πού θα πάρουμε; Θέλω κάτι σε κιτρινάκι, μου λείπει από την συλλογή. Το πρόβλημα είναι ότι βγάζουν πια οι εταιρείες πολύ μεγάλα νούμερα, αφού μπαίνω στο δοκιμαστήριο και ξεκαρδίζομαι μπροστά στον καθρέφτη έτσι όπως με βλέπω ξεβράκωτο μέσα στη σωβράκα. Άσε που κρυφοκοιτάζει και η πωλήτρια. Ε, άμα δεν σε κολακεύει, άμα δεν νοιώθεις ανεβασμένος με δαύτο, με τι μούτρα να την ρωτήσεις τη γνώμη της; Αφήστε, καθένας με τα προβλήματά του…
Για αύριο, σας είπα για αύριο; Μια φίλη, μαγείρισσα και καλοφαγού, θα έρθει με την κατσαρόλα της γεμάτη. Καλώς να ορίσει. Κόκορας κοκκινιστός. Θα συνοδευτεί από μακαρόνι χοντρό. Ε, τρεις και μια μπετζετέριαν θα είμαστε, υπάρχει περιθώριο για έναν δυο ακόμη, είναι μεγάλος ο κόκορας. Περιπεράστε. Γι’ αυτό θα ταχτοποιήσω μια στάλα, δίνοντας βάρος στη βεραντούλα. Εκεί, αφήστε τα. Μιλάμε το πάει για αριστούργημα. Φέτος θα ξεπεράσει κάθε άλλη χρονιά. Υπερπαραγωγούλα! Θα την απαθανατίσω αργότερα, να αναπτυχθούν τα κλαδεμένα.
Αλλά, τι ωραία μέρα σήμερα! Λιακάδα περίλαμπρη! Μην ακούσω μαλακίες για τις επερχόμενες εκλογές και μιζεριάσω. Δεν ξέρω τι σκατά θα ρίξω στην κάλπη, ειλικρινά δεν ξέρω. Διάβασα κι ένα μυθιστόρημα αυτές τις μέρες, χθες το τελείωσα. Ήταν ότι αξιολογότερο σε βιβλίο έπεσε στα χέρια μου τελευταία. “Το χάλκινο γένος” της Μαρίας Σκιαδαρέση. Πάρα πολύ καλό. Έξυπνη πλοκή, ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία, το ερωτικό στοιχείο εντονότατο, συγκίνηση και ωραία γλώσσα. Το συνιστώ. Ένα βιβλίο συχνά είναι καταφυγή και παραμυθία, είναι τα φτερά ενός μεγάλου πουλιού που κουρνιάζεις εκεί και σε ταξιδεύει στο χρόνο.
Υ.Γ.
Ε, ξεφουρνίζω και κανένα τέτοιο μελοδραματικό “ψιλοχαβαλεδιάζοντας” (έλα, συγγνώμη), αλλά το κάνω για να δείξω πως μπορώ να γράψω κι εγώ έτσι κλαψομουνιάρικα, σαν εκείνα τα βιβλία που βγαίνουν με την σέσουλα, αλλά θα ξεραθώ στο γέλιο γράφοντας και μερεμετίζοντάς το, είμαι και σε ηλικία πια που δεν της πρέπουν εντάσεις. Σας ασπάζομαι και βγαίνω στη λιακάδα.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.