Το δημώδες και… άλλα!
Απόψε κρύο έκανε
κρύο και τραμουντάνα.
Τα περιγιάλια πήξανε
κι οι κάμποι επαχνιαστήκαν…
Τούτα επισημαίνει το δημώδες (της τάβλας περικαλώ) αλλά δεν γνωρίζει το δημώδες πως κάψαμε ό,τι παλούκι και παλιοσανίδα βρέθηκε στο δρόμο μας, αντί να πλακώσουμε με δαύτα τις πομπές που βγαίνουν και μας περιγελάνε στα κανάλια. Και συνεχίζει το δημώδες τις επισημάνσεις, στο λίγο άσχετο τώρα, αλλά το προσθέτω για να συγκινήσω κάποιες ψυχές ευαίσθητες να πλαντάξουν στο κλάμα. Όχι το κλάμα του πόνου, εκείνο το συμπονετικό το κλάμα το ανακουφιστικό, όπως είναι σαν βλέπουν το “Πακέτο” Πέμπτη βράδυ:
Κι εσείς περιβολάκια μου ομορφοδουλεμένα,
μην είδατε τον αρνητή, τον ψεύτης της αγάπης,
που όταν μ’ εφίλει μόλεγε γλυκειά που είν’ η αγάπη
και τώρα μ’ απαράτηκε σαν καλαμιά στον κάμπο;
Εντάξει, σκουπίστε τα δάκρυα με την ξανάστροφη του μανικιού της καμιζόλας (δεν ξέρω ποια είναι η καμιζόλα, αλλά μου κάνει μυθιστορηματικό), δεν είναι ερωτικό απόψε το θέμα μας, είναι πρωτίστως οικονομικό και δευτερευόντως πολιτικό. Και καταλήγει το δημώδες:
Θερίζουν, παίρνουν τον καρπό κι η καλαμιά μεινέσκει.
Βάζουν φωτιά στην καλαμιά, μαυρολογάει ο κάμπος…
Όχι δεν θα σας πικράνω άλλο, μέρες που είναι, εσάς τα ξεροκέφαλα που επιμένετε στηρίζοντας τους θαυμαστές των Κάστρο, Τσάβες, Μαδούρο και δεν έχω πρόχειρα τώρα τα ονόματα ποιων άλλων δικτατορίσκων. Τουλάχιστον να θαυμάζατε την Εβίτα Περόν, θα έκανε μια στάλα γκλαμουριά. Ξέρω πως κατά βάθος θαυμάζετε και τους Πούτιν και Ερντογάν, μια ντροπή σας κρατά να μην κοτσάρετε το φανελάκι με την μουτσούνα τους. Ό,τι ευρωπαϊκό σας φέρνει κείνη την ανατσουτσούρωση, την στραβομουτσουνίαση και μου βγάζετε σπυράκια. Αλλά όχι, όχι, όχι, αρκετά υποφέρετε από τις επιλογίτσες σας και από την αηδία με την μουτσούνα του υπουργού Πολάκη στην tv, όχι δεν θα σας πληγώσω άλλο. Αυτά που υποστηρίζετε, είναι μια πληγή από μόνα τους, καλά μου, ανέμελα και τάχα βαθειά πολιτικοποιημένα. Σας αφήνω τώρα.
Αύριο πλερώνω Τέλη κυκλοφορίας, Ο ΕΝΦΙΑ, που είναι άδικος φόρος και παράλογος, θα μείνει απλέρωτος να περιμένει… την υπόσχεση του Αλέξη. Το ξεπερνώ γιατί δεν επιτρέπω άλλες τέτοιες σκέψεις… αποπροσανατολιστικές του πνεύματος των Χριστουγέννων γιατί θα αρπάξω το κουτί με τα μελομακάρονα να τα πετάξω στον δρόμο και σαν με πιάνει λιγούρα θα τρώω κουταλιές ταχίνι, έτσι για αυτομαστίγωση. Γυρνάμε σελίδα.
Παίξτε ένα παιχνίδι μοναχικό, προς παραμυθίαν. Θυμηθείτε τα σχολικά ποιήματα ή τους ρόλους σας στα σκετσάκια των Χριστουγεννιάτικων γιορτών, τότε που, ντυμένοι με κάτι λαμέ μονόχρωμα, άλλος παρίστανε τον Ιωσήφ, άλλη την Παναγίτσα, άλλος τον μάγο, άλλη τον άγγελο με τα φτερά κι άλλος το βόδι, μουτρωμένος γιατί δεν τον ενθουσίαζε ο ρόλος. Παράκληση θερμή: φίλες/φίλοι μην με πάρουν τηλ να μου τα απαγγείλουν κάτι δεκαετίες μετά, είναι πολύ σκληρό από μέρους τους όσο κι αν με αντιπαθούν, δεν θα το αντέξω, έχω να ψήσω και κάτι λιγδοπούλες νηστίσιμες. Απλά είπα να τσιγγλίσω την μνήμη. Την έχω πατήσει άλλοτε με σχετικά σκουντήματα μνήμης, φιλενάδων κυρίως, κίνηση που με έκανε πικρά να μετανοιώσω. Και βέβαια δεν με παρηγόρησε η παροιμία για την γρια που της ζήτησαν να ανακουφιστεί και κείνη.. του έδωσε και κατάλαβε. Τέλος με αυτά τα αναμνησιολογικά.
Κάτι ρημαδοστόλισα κι ελόγου μου, μην φανταστείτε, μια μπάλα τεράστια χρυσαφιά, δώρο συναδελφίσσης, κρέμασα στο φωτιστικό. Κι ένα λιλί τάχα μου δεντράκι αλλά σε σμίκρυνση, πάνω στην τηλεόραση, Πού οι υπερπαραγωγές οι δικές σας!
Σας τα είπα; Όχι, ε! Ετοιμάζω βαλίτσες, σάκους για την ακρίβεια. Παρασκευή Βίρα τις άγκυρες και νοτιοδυτικά ολοταχώς. Α, έχω ιστορίες δεκάδες να σας ξομολογηθώ από παλιότερες εκδρομές, ελπίζω οι καινούργιες να είναι εξ ίσου ενδιαφέρουσες. Και βεβαίως θα πάρω μαζί τα Χριστουγεννιάτικα του Παπαδιαμάντη, ή μάλλον δεν θα χρειαστεί, τα έχω στο χωριό. Σταχομαζώχτρες, Μαυρομαντηλούσες, παπα-Φώτηδες, η θεια το Μαλαμώ, το Μυγδαλιώ το Διόμικο, Αμερικάνοι επανακάμπτοντες στα πατρώα, ψάλτες ευκαιριακοί και η βάρκα του Πανταρώτα…
Κούτσουρα έχω στοιβάξει από το καλοκαίρι κάτω από την σκάλα, εφόδια υπάρχουν, τσίπουρο και λουκάνικα για το τζάκι πρωτίστως, παρέα επίσης. Α, θα κάνω κάτι φυτεματάκια, μην ξεχνάμε και την γεωπονική. Αβοκάντο και μια κερασιά, τον μπούκωσα κείνον τον κήπο πια, κοροϊδεύουν οι γείτονες, σώνει μανούλα μου, έτσι μου λένε. Αλλά σάμπως υπάρχει και γείτονας πια… Από την παρέα άλλοτε της μάνας μου, οι γειτόνισσες (πιότερο συγγενείς τις έλεγες) που φτιάχνανε μαζί τα γλυκά και που ανταλλάζαμε το πιάτο με ό,τι καλούδι είχε το σπιτικό, μας άφησαν εδώ και χρόνια… Πηγαινοερχόμουν με το πιάτο σκεπασμένο από καθαρή πετσέτα κι όλο έπαιρνα το κατιτίς μου. Νέο περιβάλλον. Όχι καλύτερο, αλλά νέο. Και σίγουρα φτωχότερο. Ακόμα και στις εκδηλώσεις, ιδίως σε αυτές…
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.