Καλό το ροματζάρισμα στα καφέ και τις βεράντες, καλύτερο το αεράκι που ανασηκώνει κάτι φούστες φαρδιές, δεν βρίσκω λόγια να παινέψω μια παγωμένη μπύρα με κάτι τηγανιτά ανώτερα περιγραφών. Το μεσημέρι αυτά.
Πήρα ένα καρπούζι, καραμέλα. Είπαμε πώς θα διαλέγετε καρπούζι. Τι να σας κάνω τα παιδιά της πόλης! Μαζί κι εσάς τα βλαχάκια που το παίζετε παιδιά της πόλης, ενώ το τυρόγαλο δεν ξεμύρισε ακόμα από τα χεράκια. Δεν θέλω παλαβές ερωτήσεις, εσύ τι και τα τοιαύτα. Χωριατόπαιδο της πόλης. Λένε πως εμείς καλιγώνουμε τον ψύλλο, δεν ξέρω, δεν είναι της παρούσης. Παγωμένο καρπούζι λοιπόν. Δεν έχω πιο!
Όλα καλά και τρίκαλα. Έλα όμως που, ακούγοντας ειδήσεις, ομιλίες πολιτικών αρχηγών, δηλώσεις περί επερχόμενων λιμών, λοιμών, φορολογικών επιδρομών και οικονομικών καταποντισμών, επανέρχεται αμείλικτο το ερώτημα. Τι σκατά θα ρίξω στην κάλπη! Έρχεται η ώρα, το βλέπω, αφού προετοιμάζονται. Συνέδρια, συνεντεύξεις, συνεργασίες και συμπεθεριά ανάμεσα σε παρέες και φθαρμένα προσώπατα. Ωραία τα λένε! Μμμμμ! Μέγκλα.
Θα βάλω να δω απόψε την Βασιλειάδου στην ταινία “Η κυρία Δήμαρχος”. Έτσι μου ήρθε ακούγοντας ειδήσεις στο ραδιόφωνο. Πλην, το ξανάπααμε. Μόνο μισές αλήθειες. Καλά, με διάθεση εκδικητική θα κρυφτώ πίσω από το πάραβάν, δεν έχω τόσο συγχωρητική διάθεση πια. Όμως… Ξέρω τι σκατά ΔΕΝ θα ρίξω. Το ξέρετε και του λόγου σας, αφού τα λέμε πια εδώ… Το ΔΕΝ το ξέρω. Μετά το μαύρισμα τί; Γαμώτο.
Παρ’ όλο που σε λιγάκι θα είναι έτοιμο το μπριάμ, ήδη μοσχοβολάει, απάντηση δεν βρίσκω στο αμείλικτο. Τι σκατά να ρίξω στην κάλπη;
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.