Θα…; Να…;
Τελικά τι θα γίνει; Θα μας αλλάξουν το νόμισμα, θα μας αλλάξουν μυαλά, νοοτροπία και φοροδοτική τακτική ή απλά θα μας αλλάξουν βρακί και θα μας ξαμολύκουν να πιλαλάμε στον δρόμο χαρωπά; Θα μας απολύσουν εμάς τα μισθωτά; Όσα απομείναμε μισθωτά… Θα μας ανασκολοπίσουν οι τροϊκανοί; Εκείνοι του κουαρτέτου που τους μισεί ο Αλέξης, δεν ξέρω και πώς να τους ονοματίσω πια έτσι που αλλάζουνε τις προσφωνήσεις κατά την κυβερνητική λογική, να τους καλοπιάσω… Θα πάρουν φόρα & θα έρθουν για τα δέοντα, όπως κορδακίζονται οι Συριζανελαίοι; Θα μας κλείσουν σε στρατόπεδα να δουλεύουμε νηστικοί & θα μας μαστιγώνουν;
Α, πρέπει να πάω γυμναστήριο, πώς θα βγω γυμνόστηθος μαστιγωμένος να παίξω το ρόλο έτσι χάλια; Πρέπει να ξέρω να προετοιμαστώ. Να στοιβάζω τρόφιμα στο κατώι; Ρύζια, μακαρόνια, τέτοια; Να βάλω δυο μπλούζες τρία βρακιά σε ένα δισάκι & να πάρω το δρόμο του μεταξιού; Ποιος άχρηστος από τους τάχα κυβερνώντες θα μας πει; Ναι, εσύ που έτοιμος είσαι να ξαναπετάξεις την ατάκα για τον Κούλη και την Ζίμενς, κάνε καλού-κακού ένα αφρόλουτρο με άρωμα βερύκοκο, δεν ξέρεις τι σε βρίσκει. Ε, μα πια!
Α, να σας πω. Δεν ακούω ξανά οδηγίες μαγειρικής. Ό,τι ξέρω θα φτιάχνω. Πήρα οδηγίες, συνταγές, υλικά περίεργα, έκανα μια απόπειρα, πλην μια σαχλαμάρα βγήκε τελικά, ή εγώ δεν τα κατάφερα στην εκτέλεση. Δεν ξέρω τι να πω… μήπως είναι που δεν τα έφτιαχνε η μάνα μου αυτά τα σαχλογκουρμέ & αρνούμαι να τα δεχτώ; Ίσως.
Μετά… πώς να παντρευτώ; Με τι όρεξη να περιμένω στα σκαλιά με την ανθοδέσμη και την φυστικί γραβάτα σφιχτά δεμένη; Θα φτιάχνει το ίδιο κοκκινιστό με μακαρόνια; Τον καγιανά; Το κουνουπίδι γιαχνί; Τις σουπιές με σπανάκι; Ραβανί; Κουραμπιέδες; Δίπλες; Την κολοκυθόπιτα των αγίων Θεοδώρων θα την κάνει έτσι με τα καρύδια; Θα σιδερώνει μέχρι & τα πατσαβούρια της κουζίνας; Ααααααα, δύσκολο. Με βλέπω στο ράφι.
Και για να παρηγορηθώ, να ανατσουτσουρώσω, να ανεβάσω λίμπιντο, να ξανασκεφτώ τις σταθερές και να τις επανατοποθετήσω ιεραρχικά στη λίστα, να οπλίσω και να ξεκινήσω πόλεμο, το αποφάσισα. Θα κάνω κηπουρική! Κλαδέματα, καθαρίσματα, θα πετάξω κι ένα γιούκα τεράστιο που καθόλου δεν το θέλω, θα μεταφυτέψω, θα τα φροντίσω μια στάλα τα εγκαταλειλημένα και τα ξεπαγιασμένα μου. Έρχεται το καλοκαίρι και κείνα θα με αποζημιώσουν. Γιατί… Μόνο από τα λελουδικά περιμένω την αποζημίωση τελικά.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.