Ωραία που είναι η Κυριακή! Το πρωινό της ιδιαίτερα, να σωριάζεσαι στον καναπέ με διπλό καφέ και ραδιόφωνο (έχω και τον Καλαμίτση που δεν μπορώ να απαρνηθώ χρόνια τώρα). Επίσης έχω και κάτι σοκολατάκια κρυμμένα για μια περίσταση. Πάει να μου το χαλάσει λιγάκι η θύμηση που παλιά η μάνα μου φώναζε από αχάραγο για την εκκλησία, ή να πάω το φαΐ στο φούρνο, αλλά το ξεπερνώ με δυο γουλιές ρουφηχτές. Ναι τον ελληνικό τον πίνω θορυβωδώς, με το μικρό δάχτυλο τεντωμένο πέρα έτσι όπως κρατάω την κούπα. Δεν έχω νύχι μακρύ όπως οι παλιοί χωροφύλακες, αλλά έναν θόρυβο στο ρούφηγμα τον εξαπολύω, έτσι, εις ανάμνησιν των γεροντακίων σε καφενείο του χωριού. Σαν είμαι με συντροφιά νεοεμφανισθείσα προσπαθώ λιγάκι να το περιορίσω, ε μην πούνε τι παλιόβλαχος είναι τούτος. Αλλιώτικα, αφήστε τα.
Ναι, χθες εξέδραμα προς συνάντησίν της. Για την λατρεμένη λέω ντε. Κρύα και θολή μου φάνηκε, μα πάντα λαχταριστή. Ψώνια βιαστικά και κατόπιν ούζο μετά ποικιλιοτήτων αγναντεύοντας κάτι κύματα μουντά. Απέναντι ο σκούρος όγκος της Άνδρου, λοξά η Εύβοια. Τα αρμυρίκια ανέμιζαν στο αεράκι, κάτι φύκια ξέβραζε η θάλασσα εκεί έξω, μα τα αγνόησα, να μην χαλάσω την εικόνα και πήρα ανάσες βαθειές. Θυμάμαι ότι σαν ήμουν παιδί μου έφτιαχναν μαξιλάρι από φύκια, έτσι λέει θα ισχυροποιούνταν το ανοσοποιητικόν.
Τα φυτά μου στάσιμα το καταχείμωνο. Μεθαύριο να μυρίσει μια στάλα άνοιξη, έτσι θα δώσουνε μια και θα καυλομαχήσουν απότομα. Θα θεριέψουν. Τότε θα ξανοιχτεί κι ο μπαμπάς τους, θα πετάξει πέρα τις χοντρές φόρμες και θα ξαμολυθεί στα… θαλάσσια σπορ. Λέμε. Επί του παρόντος έχουμε καταστολή, χειμερία νάρκη.
Α, πρέπει να ετοιμαστώ. Έχω μια παλιακού στυλ εκδήλωση, κοπή πίτας πατριωτικού συλλόγου. Κόντρα ρόλος αλλά θα τον παίξω. Κατόπιν θα πάω για παστίτσιο σε φίλη, εξ απαλών ονύχων, που το γιορτάζει ετεροχρονισμένα. Όχι, όχι, δεν θα σκεφτώ από τώρα τις μελαγχολίες του Κυριακάτικου απογεύματος, σχολικά κατάλοιπα. Μήτε θα κουβεντιάσω πολιτικά. Παρά θα τραγουδήσω ανέμελα “Στου διαβόλου τα ‘γραψα όλα το κατάστιχο και γλεντώ τα νειάτα μου πριν με πιάσει λάστιχο”, αλλά θα το τραγουδήσω φάλτσα. Για ποιό ξεφτιλιτέ. Και θα καταλήξω πως ναι, μπορεί να τα βαριέμαι μέχρι αηδίας όλα τούτα, αλλά τελικά ναι. Ωραία είναι η Κυριακή! Μα να ‘ταν πιο μεγάλη…
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.