Σαν ξημερώνει Κυριακή…
Ναι, την ματααποχαιρέτισα, τούτο το είπα-ξείπα με πιάνει για ελόγου της, θα το ξομολογηθώ. Α, το ψέμα δεν το θέλω. Τι ποια; Κοίτα τώρα κάτι ερωτήσεις κι είμαι και νηστικός. Μπούχτισα να βλέπω ειδήσεις, ναι ξέρω, δεν θα σας χαλάσω το απόγευμα Κυριακής με τους εχθρούς της αισθητικής και θαυμαστές του Κουφοντίνα. Θα μιλήσουμε για ακρογιάλια φθινοπωρινά, για τους ιβίσκους μου που λυσσάξανε στο λελουδικό, για το κατσικάκι λαδορίγανη που σιγοβράζει, για το σημερινό μου θαλάσσιο λουτρό!!!
Ε, ναι. Είχαμε γλυκοαποχαιρετιστεί την προηγούμενη Κυριακή, τα λέγαμε τότε κι αποδώ, αλλά πριν η εβδομάδα παρέλθει την πεθύμησα. Μελέτησα δελτίο καιρού, ψιλοκαλούτσικα τα έλεγε, δέχτηκα και μια πρόταση δελεαστική, φτωχό παιδί είμαι, ενέδωσα. Είχα έτοιμη την τσάντα, δεν καθυστέρησα. Πάααααρα πολύ καλή! Η θάλασσα ντε. Και ο ήλιος υπέροχος. Ο καφές κομματάκι νερόπλυμα, αλλά δεν βαριέσαι, όλα δεν τα βρίσκεις ποτέ σε τούτη την ζωή την άχαρη. Ε, δεν λουτροκοπανήθηκα με τις ώρες όπως το κατακαλόκαιρο, αλλά μισή ωρίτσα τσαλαβούτηξα. Ίσα να σφίξουν τα κρέατα. Ένα κι ένα για την μούρλια, είπε ένας φίλος στο τηλέφωνο αλλά το αντιπαρήλθα εν όψει χειμώνος, γιατί παίζει ΣΚΡΑΜΠΛ και χρειάζομαι δυνατούς αντιπάλους. Εκεί κατά τις 5 που ψύχρανε μια στάλα στρογγυλοκάθισα καμαρωτός στην θέση του συνοδηγού και πήραμε την άγουσα με μια σύντομη στάση σε φούρνο των μεσογείων για… μουσταλευριά.
Φτάνοντας είπα να απολαύσω ότι τέλος πάντων υπήρχε προς απόλαυσιν, πλην ενέσκυψε η μελαγχολία του απογεύματος Κυριακής. Ούτε σχολιαρούδι έτσι. Κι εσείς; Μα το ξέρω. Ειδήσεις; Όχι, δεν έβαλα ακόμα, αλλά δεν περιμένω κάτι πρωτόγνωρο. Οι πομπές έχουν ξαμολυθεί στις στράτες και περιγελάνε τους διαβάτες. Εσείς, στο σπίτι όλα καλά; Ακόμα ξεμαλλιάζεστε για τον θάνατο του Παττακού; Φαντάζομαι παραδείρατε ολημερίς. Να σας ψιθυρίσω ένα μυστικό; Η περιφρόνηση και η σιωπή, είναι ο καλύτερος τρόπος να εκδηλώσεις την αποστροφή σου για πρόσωπα και καταστάσεις που η παρουσία τους και οι ενέργειές τους είχαν απολύτως αρνητικές συνέπειες στην ιστορία της χώρας μας αλλά και στην κοινωνία. Να πω και κάτι ακόμα; Η ιστορική μνήμη δεν είναι αναγκαία μόνο για να ξιφουλκούμε κατά παντός υπαιτίου κακών. Παρά και για να διδασκόμαστε.
Σας ασπάζομαι κι όσοι μου θύμωσαν, ξύδι μπαλσάμικο. Για να τους έρθει έτσι… γλυκουτσικοπικρό.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.