Πρωινός καφές
Ένα χειμωνιάτικο πρωί, έφυγα απ’ το σπίτι… αλλά δεν είναι και απαραίτητο σαν τον τρελό. Θα φύγω σαν τον κανονικό με μια καινούργια φόρμα κομψούτσικη και ασορτί γυαλί αγορασθέν παραθαλασσίως, ξέρετε τώρα… Μόνο που όλο αυτό θα λάβει χώραν αύριο λίαν πρωί!
Επί του παρόντος απολαμβάνω τον πρωινό καφέ στο σπίτι, ελάτε δεν θα πω πολιτικά να σας κακοκαρδίσω εσάς τα παραστρατημένα, που αν και σας κανοναρχώ εδώ συχνά με τις ορμήνιες μου, παριστάνετε πως την στιγμή που ήρθε η ενημέρωση περί της απανταχούσας μου κοιτάζατε την Γιαδικιάρογλου, που κοίταζε την Σωτηροπούλου, που κοίταζε πέρα ξύνοντας την μασχάλη της (για να μην πω κάτι άλλο). Κι έτσι ούτε συμμορφώνεται κανείς προς τας υποδείξεις, ούτε μαλώνουμε, ούτε χωρίζουμε, ούτε γάτα, ούτε ζημιά.
Κάθε γουλιά καφέ, βάλσαμο. Αμ η σοκολάτα αμυγδάλου που περιμένει στο ράφι; Εκείνη να δεις!
Οι βολβοί στη ζαρντινιέρα έσκασαν και τρυφερά βλασταράκια πετάγονται από το νωπό χώμα. Νάρκισοι, φρέζιες, νεραγκούλες, τουλίπες, ζουμπούλια. Τα κυκλάμινα άφαντα, δεν θα ξαναπάρω. Η ζωή που κάνει τον κύκλο της. Ε και με απώλειες. Όπως γίνεται και με τους ανθρώπους.
Λέω να πάρω τους δρόμους. Ωραία να οδηγείς στην εξοχή και να αλλάζει γύρω ο καιρός, η διάθεση. Λιακάδα, συννεφιά, βροχούλα. Και παγωνιά. Μετά μουσικής. Λέω να γίνει αύριο με όρεξη αυτό. Σήμερα έχει δουλίτσες και προετοιμασίες. Να ξεκαθαρίσω και καμιά ντουλάπα από τα περιττά, να βρω πού θα δοθούν ή αν κουβαληθούνε στην εξωτική Αγουλινίτσα.
Του αγίου Διονυσίου σήμερα. Το γιορτάζαμε παλιά στο χωριό, είμαστε κι απέναντι από το Τζάντε. Τα Στροφάδια, που έζησε ο άγιος, είναι στην ευθεία της Αγουλινίτσης, καταμεσής στο πέλαγο. Το ξωκκλήσι του στη γειτονιά μου. Τα περιβόλια. Γιορτάζει ο αδερφός μου, ο γαμπρός μου, 3-4 ξαδέρφια, λόγω παππού αυτά. Αλλά και μια φίλη Κουλουριώτισσα. Αλλά το απόγευμα-βράδυ θα γιορτάσω τον ξάδερφο εδώ εν Αθήναις. Ε, να δω και θείους-θείες, ξαδέρφες, να πούμε που δεν πηγαίνω συχνά, κάθε ΣΚ πρέπει κανονικά επιμένει η θεία και με αποπαίρνει.
Αύριο όμως θέλω εκδρομή παρά θιν. Θέλω καφέ με μια σοκολατόπιτα απέναντι από τη θάλασσα, θέλω επίσης η παρέα να κάνει δίαιτα (ή να λέει πως κάνει) για να αρπάζω κι από τα ξένα πιάτα καμιά κουταλιά.
Ρε κουτά, γενικώς μην σκάτε με τα ασήμαντα και τα μαλακισμένα. Αποβάλλετε τα τοξικά και τους ανθρώπους που τα προκαλούν. Η πλέον ανόητη και αυτοκαταστροφική στάση είναι εκείνη που υπαγορεύεται από τον φόβο του να μην μείνω λιγουλάκι μόνος/μόνη και σκιαχτώ, άρα θα λουστώ τις… κακές συναναστροφές και θα κάνω την πάπια. Στην λογική του “δέξου τον φίλο σου με τα ελαττώματά του”. Νο καλά μου. Βρες φίλο/φίλη με λιγότερα ελαττώματα, ε ψάξε και συ μια στάλα, δεν θα σου έρθει ταχυδρομικώς σε δέμα. Το να ανέχεσαι τα πάντα… Ότι πιο αυτοκαταστροφικόν.
Ακούτε καμιά ορμήνεια. Δεν σας τα λέει ο και τόσο παθών πια. Απλά… έτσι πρέπει να πολιτευόμεθα (τώρα θα το πάω επιστημονικά) στην ζωή τούτη την στριμόκωλη και την καριόλα (το χάλασα πάλι, μα δεν πειράζει). Ενίοτε και η επιστήμη δικαιούται να ξεφεύγει του πρωτοκόλλου, να τα λέει κομματάκι ωμά.
Άντε καλημέρα. Και να σας πω ένα μυστικό; Τώρα είναι οι μέρες που στολίζουν τα σπίτια, όχι που μου τα κάνατε μέσα στο λιλί και το μπιχλιμπίδι από τα τέλη Οκτώβρη. Και όχι ετοιματζίδικα όλα, βγάλτε ταψιά, να μυρίσει λιγάκι βούτυρο. Ε;
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.