Τα καλύτερα παιδιά χάνουμε και πως θα παρηγορηθούμε! Αλλά και τα καλύτερα μυαλά. Φτωχαίνει ο τόπος ξαφνικά. Περιπλέον. Σαν να μην έφτανε που μας …φεύγει ο Γιώργος να πάει να εκπαιδεύσει τους μελλοντικούς κυβερνήτες του κόσμου, ξαφνικά ακούω στην “Ελληνοφρένεια” πως φεύγει ΚΑΙ η Ελένη Λουκά. Δεκαπέντε τηλεφωνήματα έκανε στον Αποστόλη για να τον πείσει να της δώσω τον χρόνο που αξίζει σε μια τέτοια είδηση. Τα μετέδωσε όλα. Να σας ρωτήσω εσάς τους πιο μυαλωμένους; Ρωτώ. Εκείνα τα δεκαπέντε εκατομμύρια τουρίστες που περιμέναμε, τους είδατε πουθενά; Ξέρετε τι υποψιάζομαι; Έβγαλαν το νούμερο μετρώντας κάθε τους εσωτερική μετακίνησε από νησί σε νησί, από αεροδρόμιο σε λιμάνι, υπολογίζοντάς την σαν να πρόκειται για άνθρωπο διαφορετικό, ε δεν εξηγείται αλλιώς. Δεν βαριέστε, ας πάει καλούτσικα ο τουρισμός και ας πανηγυρίσαμε λιγάκι παραπάνω.
Κοίταζα νωρίτερα τα λουλούδια των ιβίσκων μου, τρεις μετά συγχωρήσεως, όλοι ωραιότατοι και ολάνθιστοι. Κανένα κόκκινο δεν είναι ίδιο με το άλλο. Μικρές διαφορές στην απόχρωση, όπως και το κόκκινο του καρπουζιού, αλλά τελικά το ομορφότερο είναι αυτό το κόκκινο του ιβίσκου. Μοιάζει με το κόκκινο της πουτάνας, μόνο που εκείνο μονάχα το φαντάζεσαι. Λεπτές διαφορές της φύσεως. Και ισορροπίες επίσης.
Τελικά αν είσαι μια στάλα παρατηρητικός, κάνεις διαπιστώσεις που σου διέφευγαν. Πρωί με την δροσούλα, πηγαίνοντας στην δουλειά χωρίς εκείνον τον αλλοτινό ζήλο, (μέσα σε ένα πάρκο ωραιότατο μετακομίσαμε προσφάτως) παρατηρούσα τα πουλιά. Ε, βαριέμαι πια με την καλημέρα να καλιαρντίζουμε για την φτώχια μας, δεν εξωραΐζεται η καριόλα όσο κι αν την λιβανίσουμε. Ώσπου να γίνει ο καφές, να μπούμε στον ζυγό, περιεργάζομαι τα πουλιά. Σμήνη πουλιών που τιτιβίζουν ασταμάτητα. Μπεκάτσες, τσίχλες, τσαλαπετεινοί και παγώνια, από μακριά με χαιρετάνε κι από κοντά μου λένε… διάφορα. Συγκεκριμένα μόνο κάτι μπουλούκια καταπράσινων παπαγαλακίων, κοτσίφια και καρακάξες έχουμε, αλλά απαγγέλω έτσι μεγαλόφωνα τον σαββοπούλειο στίχο για να το κάνω πιο πλούσιο και να με κοιτάζουν παράξενα κάτι ντροπαλά συμβασιούχα.
Περιεργάστηκα λοιπόν σήμερα τις καρακάξες. Τις φανταζόμουν φρικτά άσχημα πουλιά, αλλά αυτές είναι ωραιότατες. Μαύρα φτερά, κορμί λευκό και κάτι μακριές ουρές, όμορφες! Α, δεν θα ξαναχρησιμοποιήσω τον χαρακτηρισμό υποτιμητικά, άλλους θα βρω παραστατικότερους (κατά την περίσταση). Έχω στο ρεπερτόριό μου πλήθος άλλωστε, κάποιους τους ξεστομίζω όπου χρειάζεται, κάποιους άλλους μόνο τους σκέφτομαι. Έλάτε, ελάτε, κουτσομπόληδες. Δεν θα σας πω. Μόνο κάτι στίχους τραγουδιών θα απαγγείλω έτσι με στόμφο, όσο σαχλά κι αν είναι τα λόγια αν τα εκσφενδονίσεις καμπανιστά παραμυθιάζεις τον ακροατή και νομίζει πως τελικά λες κάτι σπουδαίο. Πώς κάνουν με τις επίσημες δηλώσεις τους κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι; Ε, αυτό. Μην νομίζεται, αν βάλετε κάτω το κείμενο όσων που εκφωνούν, έτσι μπουμπουνίζοντας τις λέξεις, θα δείτε πως είναι το απόλυτο τίποτα.
Καλό βράδυ.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.