Μύρισε καλοκαιράκι; Ωραία. Μια ροζ αζαλέα στη βεράντα μου, δεντράκι ολόκληρο, ολάνθιστη. Νύφη, νύφη! Θα τα ξεπαστρέψω τα μίζερα φυτά, βαρέθηκα να μικρομεγαλώνω. Κυριακή της Τυρινής αύριο, παλιά τρώγαμε μακαρόνια, το καλούσε η μέρα. Άντε, να παρελάσει κι ο βασιλιάς Καρνάβαλος, να παίξουν τα παιδιά, να βγουν οι τάχα βραζιλιάνες χορεύτριες πάνω στα άρματα και να χορέψουν ξέφρενα τρεμοπαίζοντας τα κωλομέρια, να τρέξουν οι μισοί εκεί που μοιράζουν ταραμοσαλάτα και κουκιά βραστά, να πετάξουν τον αετό οι μικρομπαμπάδες με τα παιδιά, να γίνουν όλα όσα πρέπει. Παλιότερα οι Δήμοι οργάνωναν κάτι πανηγύρια με κλαρίνα στις αλάνες, οι σύλλογοι παιδικά πάρτυ, τα σωματεία χοροεσπερίδες, οι ιδιώτες πάρτυ μασκέ, τα μαγαζιά αποκριάτικες ατραξιόν. Η μάσκα έδινε πάντα άλλοθι. Έτσι, μια τρελή βραδιά καρναβαλιού, συνέβαιναν διάφορα. Γνωριμίες, φάρσες, εκπλήξεις, απώλειες του πολυτιμωτέρου… Τελικά θα μου πει κανείς; Ουρά στον αετό τι θα βάλω;
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.