Όλα σφίγγουν…
Τώρα μάλιστα. Παίρνουν τα πράγματα τον δρόμο τους. Σφίγγει το κρύο, σφίγγει η φτώχεια, σφίγγουν οι κώλοι, σφίγγει η θηλιά των απλήρωτων λογαριασμών, όλα πλέον σφιχτά.
Κατεβάσαμε τα πουλόβερ, τα βαρειά παπλώματα, τις χοντρές φόρμες και τραγουδάμε το “Κάνει κρύο, κάνει τσίφι για το δόλιο το κοτσίφι”.
Ετοιμάζω γίδα βραστή! Ε, δεν κάνω και καμιά μαγειρική βαρειά, μόνη της βράζει η καημένη, συντροφιά με ένα κρεμμύδι. Να δούμε πόση ώρα θα χρειαστεί. Σκέτη γίδα βραστή! Θα την τσακίσω καυτή με το ζουμί της με μπόλικο λεμόνι και με μπόλικο πιπέρι κόκκινο. Εκτός από την αλανιάρα κότα, έχει και η γίδα το ζουμί.
“Τον χειμώνα τούτον άμα τον πηδήξουμε, γι’ άλλα δέκα χρόνια -άιντε- καθαρίσαμε” τραγούδησα αποφασισμένος γιατί αύριο πρωί λέω να πάρω τη σόμπα Κιροζάν, δεν αντέχεται το κρύο. Έρχεται χειμώνας βαρύς, έρχεται και το τουρνουά ΣΚΡΑΜΠΛ που οργανώνω κάθε χρόνο με επιτυχία, από το χειμερινό ηλιοστάσιο μέχρι την εαρινή ισημερία, μην… βγάλουμε χιονίστρες.
Τι, τι, τι; Ποιά έγραψε βιβλίο; Πάλι; Ελάτε, βαριέμαι τα σαχλά. Άκουσα αποσπάσματα στα δελτία, απαντά στην αντίζηλο και καταγγέλλει αυτούς που “χάλασαν” το Πασόκ. Και ήταν τόσο καλό το καημένο παλιά. Ελάτε, αφήστε με. Με ένα πιάτο σπανακόρυζο και δυο-τρία μελομακάρονα είμαι, πόση αηδία να αντέξω πια.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.