Το Παραμυθάκι του Διονύση Σαββόπουλου απόψε θα σας πω, για τον κότσιφα που τόνε λέγαν Σταύρο. Χθες ήθελα να το πω, αλλά ένα τραπεζωματάκι δεν μου άφησε χρόνο (καλά, έφτιαξα τα τέλεια γεμιστά, λόγω νηστείας, αλλά ΚΑΙ βουναλάκι πατάτες τηγανιτές). Μου ήρθε έτσι να ξεφουρνίσω εδώ το παραμύθι… δια λόγους προσωπικούς. Και να το επεκτείνω. “Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη…” και το ξεκινάω.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας κότσιφας που τόνε λέγαν Σταύρο. Απέκτησε φωλιά και κοτσιφόπουλα (Σημ. Αφηγητού: για κοτσιφίνα δεν γίνεται λόγος) και βγήκε και καθότανε σ’ ένα κλαδί καμαρωτός καμαρωτός. Εκεί έρχονται όλα τα πουλιά του δάσους, μπεκάτσες, τσίχλες, αηδόνια, τσαλαπετεινοί και παγόνια, από μακριά τον χαιρετάνε κι από κοντά του λένε.
– Γεια σου Σταύρο!
– Δεν με λένε Σταύρο. Μον’ με λένε Σταύρο και κυρ’ Σταύρο και αφέντη Τσουτσουλομύτη!
Περνάει όμως ο καιρός, να βροχές, να χαλάζι, πάει η φωλιά, παν’ τα κοτσιφόπουλα (η κοτσιφίνα την είχε κάνει προ κατακλυσμού), βγήκε και καθότανε σ’ ένα κλαδί μονάχος. Εκεί έρχονται όλα τα πουλιά του δάσους. Μπεκάτσες, τσίχλες, αηδόνια, τσαλαπετεινοί και παγόνια, από μακριά τον χαιρετάνε κι από κοντά του λένε.
– Γεια σου Σταύρο και κυρ’ Σταύρο και αφέντη Τσουτσουλομύτη!
– Δεν με λένε Σταύρο και κυρ’ Σταύρο και αφέντη Τσουτσουλομύτη. Μόνο Σταύρο με λένε. Μόνο Σταύρο…
Κάπως έτσι τελειώνει το παραμύθι, αλλά όχι πάντα. Καμμιά φορά ο κότσιφας ξαναπαίρνει την πάνω βόλτα, αποκτά κοτσιφόπουλα, στρογγυλοκάθεται σε καρεκλίτσα, του κωλοτρίβονται εκ νέου τώρα που απέκτησε δυναμούλα όσοι τον έκλαναν πριν… Και τότε γίνεται ξανά ο κυρ’ Σταύρος κι ο αφέντης.
Ηθικόν δίδαγμα και ρητόν μαζί, ανακεφαλαιώνοντας: Τόσον ξεφτίλες είναι τελικά οι άνθρωποι. Μόλις χάνεις την δύναμή σου και δεν σε χρειάζονται πια, τότε σε κλάνουν (βάζω μια πινελιά ρεαλισμού στο παραμύθι για λόγους εμπορικούς). Και μόλις ξανααρπάξεις μια στάλα δύναμη, τότε σου ξανακωλοτρίβονται. Στη δεύτερη φάση πιο επίμονα γιατί ντρέπονται μια στάλα για την μαλακία τους, είναι και που σε φοβούνται μην τους φτύσεις κιόλας. Τα παραπάνω είναι μια διαπίστωση που κάνω με πολύ χαρά και με πολύ αηδία. Συγχρόνως.
Αυτάαααααααα και τρέχω να τσακίσω τα γλυκά που μείνανε χθες, μην μπαγιατέψουν κιόλας, αμαρτία…
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.