Νοέμβρης και βαρομετρικό χαμηλό!
Χτυπείστε τα χέρια χαρωπά, όλο ενθουσιασμό, πείτε ευχές γλυκερές (δεν σας φοβάμαι σε τούτο), πείτε μια παροιμία άσχετη έτσι για να κάμει πλούσιο (“άσπρο κώλο πού ‘χει η νύφη, να τον είχαμε κι οι γύφτοι”), τέτοια εποικοδομητικά να σκορπίσει το κακό στα όρη στα άγρια βουνά. Κλείστε ανέμελα σε ένα φακελάκι τις αποδείξεις του ΕΝΦΙΑ, στείλτε κι ένα φάσκελο ελληνοπρεπές όπου δει. Και να σκάσετε και να βλαστημήσετε και να ξεφυσάτε σαν το φυσερό, τίποτα απολύτως δεν θα αλλάξει ο Μανωλιός. Είναι τόσο αναίσθητος. Στον ίδιο παρονομαστή θα σφυρίζουμε σκοπούς αλέγρους.
Εποχή του καναπέ, του χουχουλιάσματος, της αγκαλιάς. Ξέρω, ξέρω. Αντιπυρετικά, δυναμωτικά, τσάγια, σούπες κι ένας γαϊδουρόβηχας που δεν λέει να ξεκουμπιστεί. Στα τέλη Νοέμβρη, του Πρωτοκλήτου, γιόρταζε ο πατέρας μου. Ο μήνας πέρναγε με σφουγγαρίσματα, βαψίματα, γυαλίσματα, φρεσκαρίσματα του σπιτιού και τέλος τα λαχταριστά γλυκά. Μπακλαβάδες σε παραλλαγές, πότε του ταψιού, πότε τυλιχτό και πότε σαρίκι, καταΐφι, εργολάβοι, αμυγδαλωτά. Μοσχοβολούσε φρέσκο βούτυρο η γειτονιά.
Να βροχές, να χαλάζι, πάει η φωλιά, πάνε τα κοτσυφόπουλα… Τώρα νυχτώνει νωρίς. Χρήμα γιοκ. Σπίτι, μουσική, τηλεόραση, φαγητό, κρασάκι, ζεστά ροφήματα, σεξάκι (λέμε καμμιά μαλακία), αλλά και… Προεόρτια της χειμερινής κατάθλιψης. Συνιστώ ανεπιφύλακτα βαλσαμόχορτο. Δεδοκιμασμένον!
Μήνας που κατεβάζουμε τα χειμωνιάτικα από ράφια, πατάρια & ντουλάπες. Που μαζεύουμε τα κουβερλί κατεβάζοντας κουβέρτες και παπλώματα, που γνοιαζόμαστε για απόθεμα οσπρίων και ζυμαρικών. Που ψάχνουμε καταχωνιασμένες μπότες, ομπρέλες, αδιάβροχα. Που σφραγίζουμε το κουμπί του καλοριφέρ και… εξαπολυόμεθα σε έρευνα αγοράς για νέες μεθόδους θέρμανσης, για χοντρές πυτζάμες, παπλωματοθήκες, κουβερτούλες φλις, αυτές που τις ρίχνουμε μπέρτα στην πλάτη και περιφερόμαστε σαν τον Ζορό μέσα στο σπίτι.
Μήνας του λαδώματος! Για τα ελαιοτριβεία λέω, μην πάει ο νους στο κακό. Οι καιροί που πολιτευάμενοι, αυτοδιοικητικοί και κρατικοί λειτουργοί τα έπιαναν χοντρά, παρήλθον ανεπιστρεπτί! Ναι, ξαναλέμε καμμιά μαλακία για να παρηγοριόμαστε. Ένα “ό,τι φάνε, ό,τι πιούνε κι ό,τι αρπάξει ο κώλος τους μαζί με ό,τι αρπάξουν οι λογαριασμοί στην Ελβετία”, κόπηκε με το μαχαίρι… Μας διαβεβαιώνει περί τούτου η λαοφιλής διακυβέρνηση, η ξεζουμίστρα, η απερχόμενη μετά μηδαμηνών επαίνων & διαβολοστελμάτων αμετρήτων, αλλά μας το εγγυάται η επερχόμενη, η φέρελπις. Αυτή που κοντοζυγώνει μετά πολλών προσδοκιών, αμφιβολιών, τσάτρα πάτρα σχεδιασμών, περιστοιχισμένη υπό αμέτρητων πρώην πασοκικών στελεχών, που καραδοκούν να διαγουμίσουν τα διαγουμισμένα. Αυτή που θα πειραματιστεί στην κασίδα μας και θα την κάμει κουκλίτσα ζωγραφιστή. Να δείτε τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει, που δεν θέλω μήτε να το φαντάζομαι.
Μήνας των… αναμνήσεων από εξορμήσεις στα μαγαζιά. Μήνας που για τους των παραδόσεων ξεκινά η νηστεία της Σαρακοστής των Χριστουγέννων και που όσοι πετούν τη σκούφια για μπιχλιμπίδια και λιλιά, βιάζονται να στολίσουν με χρυσοκλωστές, αστέρια & μπάλες πολύχρωμες, δέντρα, καραβάκια, σβηστά παραγώνια και κάγκελα. Ώρες είναι να σας δω από τώρα με τις πιατέλες τα μελομακάρονα σε πυραμίδα! Κορίτσια και παιδιά των στολισμών, όσους τόνους χρυσόσκονη κι αν σκορπίσετε, δεν σκεπάζεται η κακομοιριά των ημερών. Μην ξεμπουρλεύεστε με τα λιλιά, αφήστε το για τα παιδιά. Εκείνα μπορούν μόνο να ελπίζουν και να ονειρεύονται. Του λόγου μας να πατήσουμε δυνατά σε τούτη τη γη που την πατούμε κι όλοι μέσα θε να μπούμε, αλλά αυτό ας αργήσει. Επί του παρόντος να βρούμε διεξόδους εναλλακτικές. Κρεμάστε στο σπιτικό ό,τι μπιχλιμπίδι τραβάει η όρεξή σας, αλλά μην περιμένετε να θαυματουργήσουν.
Η παρέα, το δυνατότερο αντίδοτο. Η συντροφιά. Οι συνεστιάσεις. Οι συνευρέσεις γενικώς και αορίστως. Η από κοινού αντιμετώπιση λιμών, λοιμών και καταποντισμών, της φουρτούνας διαρκείας που μας βρήκε μεσοπέλαγα με σκαρί μισοτσακισμένο. Μερσί που με ακούσατε ήρεμα & χωρίς εξαλλοσύνες.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.