Ο Παπανδρέου, ναι αυτός, δεν πάει, λέει, στην επιτροπή να καταθέσει, επειδή δεν είναι του ύψους του ονόματος που κουβαλά το να καταθέτει σε επιτροπές που ψάχνουν ατασθαλίες, αλλά κι επειδή φοβάται καμμιά μπουνιά αδέσποτη. Ναι, δεν θα αποκηρύξω το φαινόμενο σχετικά με τις βρισιές που τους έριξε ο άλλος καταμούτσουνα (μέσα μου το κρυφοχάρηκα κιόλας και γιατί να το κρύψω άλλωστε). Άσε που καμμιά από τις φερόμενες ως βρισιές δεν ήταν ψέμα. Κι εγώ το ίδιο βλέπω, δεν ξέρω αν πρέπει να το κοιτάξω αυτό σε γιατρό, πάντως το ομολογώ. Και όχι δεν θα επαναλάβω πάλι όσα έλεγα προχθές για την τακτική τους των δεκαετιών που γαμούσαν, έδερναν, έτρωγαν, έπιναν, την Άρτα φοβέριζαν και γαμησιάτικα δεν πλήρωναν, τα είπαμε αυτά. Τώρα ήρθε η ώρα του ξεμπροστιάσματος, που, όσο άκομψα και αν γίνεται, δεν το λες και αδικία κατά πολιτικών προσωπάτων. Το λες; Και, ελάτε τώρα, μην παίρνετε φόρα, δεν έχει σημασία ποιός τα λέει, σημασία έχει ότι χιλιάδες ελλήνων ήθελαν να του πουν να μην μας κουνά δημοσίως το δάχτυλο γιατί νεύρα έχουμε κι εμείς. Κι αυτό το κόμπλεξ ανωτερότητος που είχε πάντα απέναντι πάντων και πασών, να το ξαναμετρήσει ρίχνοντας μια ματίτσα πεταχτή στον καθρέφτη. Αφήστε, δεν είναι θέμα εμφανισιακό, χέστηκα ποιός είναι στρουμπουλός, αλλού είναι το θέμα και όποιος δεν θέλησε ακόμα να το δει ας μας αφήσει να κλάψουμε την μοίρα μας την καριόλα μόνοι και ανενόχλητοι από σπαστικές δικαιολογίες.
Αρνείται λοιπόν ο …προφέσορας μελλοντικών κυβερνητών του κόσμου. Αφού δεν υπάρχει τρόπος να τον σύρουν από το αυτί στην επιτροπή της Βουλής, καλά τους κάνει και τους εξοντώνει δια της μαιευτικής μέσω χιλιάδων ερωτήσεων η κ. Κωνσταντοπούλου, είναι μια μέθοδος τιμωρίας αργή και βασανιστική. Όπως αυτή της σταγόνας. Άλλο αν μέσα στην αναμπουμπούλα αποφεύγουν να απαντήσουν επί της ουσίας, γιατί ο λύκος ως γνωστόν τότε χαίρεται.
Στα δικά μας τώρα. Πώς το λένε εκείνο για τον καλό το νοικοκύρη; δεν το καλοθυμάμαι. Ξεστρώνω και πλένω τα χαλιά λίγο-λίγο. Καλοκαίρι, πάρτε το χαμπάρι. Σε λίγο τα Ντάτσουν θα περνάνε με τα καρπούζια στις γειτονιές. Πετάξτε τα σκούρα ρούχα, αρκετά το παίξατε χαροκαμένη μάνα της κατοχής, βάλτε κανένα λουλουδάκι στο ρημαδομπαλκόνι, μια νεραγκούλα, έναν κατηφέ, μεθαύριο θα βγαίνετε με κομπινεζόν ή σωβρακοφανέλα (αναλόγως γένους) να φάτε καρπούζι το απόγευμα και θα είναι το μπαλκόνι σκέτο και άραχνο. Στολίστε το μια στάλα. Χαιρετώ.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.