Όοοοοοχι, όχι! Να πάτε εσείς εκεί που σκέφτεστε. Με τις ευχές μου.
Σιγά μικρά μου απελπισμένα, δεν σας προέτρεψα σε ακολασίες. Να πάτε θάλασσα σας έστειλα. Εγώ σήμερα θα το καθυστερήσω.
Τέτοια κοσμοσυρροή πώς να την αντέξω ο δόλιος! Το Δόλιος με την διπλή την έννοια. Και δόλιος, όπως λέμε άμοιρος, καημένος, αλλά και δόλιος με την άλλη έννοια την πιο ταμπεραμεντόζα.
Να μου πάτε λοιπόν μόνα σας και να μου περάσετε καλά.
Να σπρωχθείτε, να τσαλαπατηθείτε, να ξεμαλλιαστείτε στο παρκάρισμα, να ψάχνετε κοντανασαίνοντας για μια ρημαδοσκιά, να περιμένετε να σας σερβίρουν, να έρθετε με αγνώστους κωλαράκι με κωλαράκι μέσα στη θάλασσα, κατόπιν στην λιοθεραπεία να αποκρούσετε τα μπαλάκια της ρακέτας με κεφαλιές, χέρια, πόδια και κωλομέρια.
Το απογευματάκι τραγουδήστε το σχολικόν “επεράσαμε όμορφα” και, ροδοψημένοι, πάρτε τον ένδοξο δρόμο της επιστροφής.
Εμείς που το μελετάμε το θέμα χρόοοοονια τώρα, Κυριακάς και αργίας κάμνομεν άλλα.
Πίνουμε τον καφέ μας λέγοντας άρες μάρες (είδατε πόσο κόσμια το διατυπώνω!) στο τηλέφωνο, φροντίστε τα λελουδικά που το έχουν ανάγκη, απλώστε μια μπουγάδα (καληώρα), μετά επιδοθείτε στη μαγειρική. Την Κυριακή επιβάλετε το φαγητό να μην είναι προχειράντζα.
Κι εμείς (πληθυντικός της μεγαλοπρεπείας είναι, μην κάνετε συνειρμούς) θα φτιάξουμε σήμερα μοσχάρι κοκκινιστό με μελιτζάνες, υπέροχο καλοκαιρινό. Συνεχίζουμε το πρόγραμμά μας.
Όλα αυτά γίνονται γίνονται ρίχνοντας πεννιές εδώ από καιρού εις καιρόν και μιλώντας συγχρόνως στα τηλέφωνα περί ανέμων και υδάτων.
Μετά το φαγητό, ρίχνεις με όρεξη πολύ έναν υπνάκο ξεγυρισμένον, ροχαλητό ελεύθερο γιατί είναι καλοκαίρι και δεν καταπιεζόμεθα.
Κατόπιν, εκεί περί την 6ην απογευματινήν, μετά από ένα ντουσάκι βιαστικό, βάζουμε ένδυμα θαλασσινόν, συνενοούμεθα μετά της παρέας που καλόν είναι να έχουμε, ξεκινάμε όμορφα όμορφα και κεφάτα επίσης. Την ώρα που του λόγου σας γυρνάτε με την γλώσσα έξω.
Μόλις φτάνουμε στην πλαζ, έχει ξεκινήσει η… εκκένωση. Υπέροχη αίσθηση αυτό το να βλέπεις να φεύγουν οι ενοχλητικοί.
Τότε κι εμείς ψευτοκολυμπάμε με ζήλον μέχρι να βραδιάσει, να βασιλέψει εντελώς ο ήλιος και κατόπιν αλλάζουμε έτσι αισθησιακά εκεί παρά το κύμα. Αράζουμε καθαρίζοντας τις ξαπλώστρες που αφήσατε σκόρπιες και λερωμένες, να απολαύσουμε το δειλινό.
Ανέμελα και φάλτσα επιτούτου τραγουδάμε ένα σκοπό της επιλογής μας γιατί οι μουσικές που εξαπολύουν τα μαγαζιά είναι χάλια, μελετάμε τον λιγοστό κόσμο γύρω και παρακολουθούμε το πώς τα μαγαζιά μεταλάσσονται σε νυχτερινά στέκια.
Ε, σε λίγο έρχονται οι μπύρες μετά ποικιλιότητος που έχουμε επιλέξει κι όλα γύρω έχουν ένα χρώμα απαλό ροδακινί.
Οι γκαρσονούλες είναι πολύ πιο χαλαρές αυτήν την ώρα & εκδηλωτικές με τους συχνούς πελάτες, κάποιες πετάνε τον δίσκο και ρίχνουν μια βουτιά, λέτε δυο κουβέντες, τάχα γενικού ενδιαφέροντος, τέτοια.
Χάνεται πια το φως της μέρας εντελώς, το φεγγάρι αχνοφωτίζει απαλά, το κύμα σβήνει απαλά στα πόδια σας, περιπατητές πάνε κι έρχονται σιωπηλοί, βάζετε μια μπλούζα καλού κακού.
Η ώρα δεν σηκώνει λόγια πολλά.
Ε, κάποιια στιγμή, αναπόφευκτα, σκέφτεστε το ξυπνητήρι που δεν θα ξεχαστεί το πρωί, μαζεύετε την πραμάτεια, γλυκοχαιρετάτε και ξεκινάτε χαλαροί και ξεκούραστοι.
Το μυστικό για την απόλυτη απόλαυση του απογευματικοβραδινού λουτρού είναι Λίγα λόγια. Τα μάτια να ρουφάνε τα χρώματα, να φτιάχνουν απόθεμα εικόνων για τον χειμώνα…
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.