Περίεργες μέρες, μια μωβ σκιά πλακώνει την πόλη, την ψυχή μας την ίδια. Η θερμοκρασία πέφτει, στα κόμματα γίνεται της καρακατακαημένης, εγώ μαγειρεύω κατσίκι λεμονάτο για αύριο, έχω παρέα στο σπίτι, στα Μουσεία κακοποιοί εξευτελίζουν την χώρα μου, το δεκαπενθήμερό μου αποφεύγω να το σκέφτομαι γιατί μουδιάζει το μυαλό μου, ο Γιάννης στη Θεσσαλονίκη περνά δύσκολα δίνοντας έναν αγώνα σκληρό, ολομόναχος, απόψε δεν άναψα καλοριφέρ και ετοιμάζομαι να κουκουλωθώ και να διαβάσω ένα μυθιστόρημα που έχει τον ατελείωτο πια, στο πασόκ δεν καταφέρνουν να στήσουν κάλπες (αυτό δεν το αναφέρω ως στοιχείο που με ρίχνει, μια χαιρεκακία με διακατέχει εδώ, το ομολογώ), το γραπτό μου περιμένει να εκδοθεί, πλην δεν ξέρω πόσο θα περιμένει, μπορεί να το σκίσω πάνω στον εκνευρισμό μου. Κάτι καλό θα ακούσω; Ζητώ απεγνωσμένα έναν λόγο που θα μου ανεβάσει την διάθεση. Κι αφού είναι τόσο δύσκολο να αλλάξει κάτι στη χώρα, ας αλλάξει κάτι στον περίγυρό μου, στην υγεία των κοντινών μου, σε όσα θέλω να πετύχω προσωπικά. Τι ξόρκια να πάρω; Σκόρδα; Έβαλα τόσο στο λεμονάτο απόψε, που ελπίζω να μην μου το κοπανήσουν στο κεφάλι αύριο οι καλεσμένες.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.